Αναζήτηση αυτού του ιστολογίου

Πέμπτη 13 Αυγούστου 2020

Δύο ιστορικοί ναοί στα ματωμένα χώματα του Πόντου και της Πόλης | Θωμαΐς Κιζιρίδου








Ιερά Μονή Παναγίας Σουμελά Πόντου


Ιστορική αναδρομή στην ίδρυση της Μονής της Παναγίας Σουμελά και την εύρεση της ιεράς εικόνας του Ευαγγελιστή Λουκά
Την τέλεση της Θείας Λειτουργίας για την εορτή της Κοιμήσεως της Θεοτόκου στην Ιερά Μονή Παναγίας Σουμελά ανακοίνωσε πριν από λίγες μέρες το Οικουμενικό Πατριαρχείο.
Ο Οικουμενικός Πατριάρχης κ. Βαρθολομαίος σε τηλεφωνική επικοινωνία που είχε με τον Τούρκο πρόεδρο Ερντογάν τον ευχαρίστησε για τα «συστηματικά ανακαινιστικά έργα» που έγιναν στη Μονή της Παναγίας Σουμελά, η οποία άνοιξε πρόσφατα ύστερα από πέντε χρόνια εργασιών αποκατάστασης.
Η Παναγία αλλά και η του Θεού Σοφία, υποβιβάσθηκαν σ’ ένα επιπλέον εξάρτημα πολιτικού παιχνιδιού από τη γειτονική χώρα. Από την πλευρά της Δύσης, ο χριστιανισμός κατάντησε να θεωρείται το πολύ ως ένα καλό πολιτικοψυχολογικό εργαλείο για να οικοδομηθεί ένα κράτος ευημερίας. Κατά συνέπεια δεν χρειάζονται διαμαρτυρίες για τις παράπλευρες απώλειες, όπως να μετατρέπονται οι άδειες Εκκλησίες της Δύσης σε μεγάλα εμπορικά κέντρα και οι κατακτημένες σε ισλαμικό χώμα της Ανατολής σε τζαμιά. Η ιστορική και πνευματική κληρονομιά των μονών και εκκλησιών της Ορθοδοξίας ενημερώνουν σιωπηλά την πτώχευση του παγκόσμιου πολιτισμού. Σήμερα καλούμαστε τουλάχιστον να θυμόμαστε την ιστορία.




Παναγία η Αθηνιώτισσα


Κατά τον Επ. Κυριακίδη «η ίδρυσις της Ιεράς Μονής Σουμελά ανάγεται εις την τέταρτην μετά Χριστόν εκατονταετηρίδα». Σύμφωνα, λοιπόν, με το ιστορικό, το μοναστήρι ιδρύθηκε ως εξής: η εικόνα της Παναγίας, που ζωγράφισε ο Ευαγγελιστής Λουκάς, βρισκόταν στην Αθήνα και λεγόταν Παναγία η Αθηνιώτισσα, ώσπου την έφερε στη Θήβα ο μαθητής του Λουκά, Ανανίας. Εκεί παρέμεινε ως τα χρόνια του Θεοδοσίου του Α΄. Τότε, περί το 379/380, η Παναγία εμφανίστηκε στο όνειρο του ευσεβή χριστιανού Βασιλείου και του ανεψιού του Σωτήριχου, προστάζοντάς τους να εγκαταλείψουν τα πάντα, ν’ αλλάξουν τα ονόματά τους και να υπακούσουν στις εντολές της. Έτσι, ο Βασίλειος-Βαρνάβας και ο Σωτήριχος-Σωφρόνιος, μοίρασαν την περιουσία τους και πήγαν να προσκυνήσουν την Παναγία την Αθηναία στη Θήβα. Εκεί, άκουσαν φωνή να τους λέει, «εγώ προπορεύομαι, τέκνα, όπως προείπον, εις όπερ εξελεξάμην όρος Μελά, μεθ’ υμών ούσα».


Έπειτα από πολλές περιπέτειες, οι δυο μοναχοί έφτασαν στο όρος Μελά, στον Πόντο, όπου βρήκαν την εικόνα μέσα σε μια σπηλιά. Εκεί οι μοναχοί έχτισαν αρχικά ένα πρόχειρο κελί και τρέφονταν επί 17 ημέρες μόνο με χόρτα, αλλά έπειτα έφτασε βοήθεια από τη μονή Βαζελώνος, ένα μουλάρι φορτωμένο με εφόδια. Σιγά σιγά, με τη συμπαράσταση των μοναχών του Βαζελώνος, τη βοήθεια του Δούκα Αυγουστάλιου Κορτίκιου και των περιοίκων της περιοχής, έχτισαν οι μοναχοί τον ναό της Σουμελιώτισσας, σκαλιστό στον βράχο. Το 386 μ.Χ η φήμη του μοναστηριού ολοένα μεγαλώνει κι απλώνεται σ’ ολόκληρη τη Μ. Ασία.

Η μονή γνώρισε, κατά καιρούς, επιδρομές βαρβάρων κι ερημώσεις, δυο από τις οποίες ήταν καταστροφικές. Οι επιδρομείς πήραν όλα τα τιμαλφή και τα κειμήλια της μονής, σκότωσαν όσους μοναχούς συνέλαβαν, έκοψαν την εικόνα στα δυο, αλλά φωτιά που ξεπήδησε από το εικόνισμα κατέκαψε τη γύρω περιοχή, που από τότε ονομάστηκε Καμένα. Έκτοτε δεν φυτρώνει τίποτε εκεί. Η μονή ερημώθηκε για δεύτερη φορά στα τέλη του ΣΤ΄ αιώνα, όμως την επανιδρύει το 644 μ.Χ. ο αγράμματος χωρικός Χριστόφορος, από το χωριό Χαζάρη. Από τότε έως τη μικρασιατική καταστροφή, η μονή λειτουργούσε ανελλιπώς.





Τη μονή ευεργέτησαν ιδιαίτερα οι Μεγάλοι Κομνηνοί, ιδίως ο Αλέξιος Γ΄, ο οποίος κινδύνεψε στη θάλασσα, σ’ ένα ταξίδι του από τα Πλάτανα στην Τραπεζούντα. Μετά τη διάσωσή του, που θεώρησε ότι οφειλόταν στην επέμβαση της Παναγίας Σουμελά, πήγε προσκυνητής στη μονή και πρόσταξε να οχυρωθεί, να χτιστούν νέα κελιά και να χορηγηθεί ατέλεια στη μονή.
Της χάρισε μάλιστα και 48 χωριά, αυτά που αποτέλεσαν αργότερα την εξαρχία της μονής. Ως το 1650 σωζόταν στην πύλη του ναού επιγραφή σχετική: Κομνηνός Αλέξιος κτίτωρ πέφυκε της μονής ταύτης νέος.
Μετά το 1461, η μονή συνέχισε να υφίσταται και ν’ αποτελεί κέντρο των χριστιανών της περιοχής, ώσπου ο σουλτάνος Σελίμ Α΄ κυνηγώντας στο δάσος της Σουμελά είδε τα κτίριά της και θεωρώντας προσβολή την ύπαρξη ενός τόσο μεγαλόπρεπου μοναστηριού, αποφάσισε να το καταστρέψει. Αλλά καταλύθηκε από σπασμούς και μερική παράλυση και ανάρρωσε μόνο με την αναίρεση της διαταγής του για καταστροφή της μονής. Το 1522 μάλιστα, εξέδωσε χάτι σερίφ, με το οποίο επικύρωνε όλα τα προηγηθέντα χρυσόβουλα των Κομνηνών.
Η μονή λειτουργούσε μέχρι το 1922. Λίγο πριν από τον ξεριζωμό των Ελλήνων του Πόντου, οι μοναχοί έθαψαν τους θησαυρούς της μονής, δηλαδή την εικόνα της Παναγίας, τον σταυρό του Μανουήλ Γ΄ Κομνηνού με το τίμιο ξύλο και το Ευαγγέλιο του Οσίου Χριστοφόρου, στο παρεκκλήσι της Αγίας Βαρβάρας, που βρίσκεται περίπου ένα χιλιόμετρο μακριά από τη μονή. Το 1930, με διπλωματικές ενέργειες μεταξύ των δύο χωρών, Ελλάδας και Τουρκίας, βρέθηκαν και δόθηκαν στην ελληνική αντιπροσωπεία, η οποία τα τοποθέτησε στο Βυζαντινό μουσείο μέχρι το 1951.




Η ανάβαση


Σήμερα η περιοχή που περικλείει την μονή έχει χαρακτηρισθεί εθνικό πάρκο. Κατά την είσοδό του ο επισκέπτης πληρώνει για την παραμονή του. Αμέσως μετά την είσοδο από την πύλη ξεκινά η ανάβαση προς τη μονή. Η ανάβαση πραγματώνεται υπό τους γάργαρους ήχους του Δαφνοποτάμου, που η κρυστάλλινη γεύση του αναζωογονεί τους πάντες. Στο πρώτο αντίκρισμα η μονή γοητεύει τον επισκέπτη, μιας και όπως είναι λαξευμένη στον βράχο μοιάζει σαν να κρέμεται από τον ουρανό. Βεβαίως οι αισθητικές καινοτομίες, όπως το κτίσιμο κάποιων μισογκρεμισμένων κτιριακών εγκαταστάσεων, από το Υπουργείο Πολιτισμού της Τουρκίας όπου ανήκει η μονή, δεν ήταν και ό,τι καλύτερο. Επίσης η περιήγηση εντός των κτιριακών εγκαταστάσεων σήμερα έχει περιορισθεί κατά πολύ. Επισκέψιμος είναι ο ναός, οι ξενώνες και η πλατεία έμπροσθεν του καθολικού. Από το 2015, όμως δεν επιτρεπόταν η είσοδος εντός της μονής προκειμένου να γίνουν εργασίες αποκατάστασης και ανακαίνισης. Τέλη Ιουλίου άνοιξε για το κοινό. Μεταξύ των έργων, ετοιμάζεται και ένα τελεφερίκ που θα οδηγεί τους επισκέπτες στο μοναστήρι.
Κορυφαία στιγμή για την ιστορία της μονής, ο Ιούνιος του 2010, που το Τουρκικό Κράτος έδωσε άδεια στο Οικουμενικό Πατριαρχείο για να τελεστεί στην ιστορική μονή η λειτουργία για τη γιορτή της Κοιμήσεως της Θεοτόκου. Εκείνη ήταν και η πρώτη φορά ύστερα από 88 έτη που το μοναστήρι λειτούργησε ξανά ως εκκλησία.




Το νέο θρονί της Κυρίας Θεοτόκου


Ο Φίλων Κτενίδης, ο Τραπεζούντιος θεατρικός συγγραφέας, δημοσιογράφος, γιατρός, εκδότης της Ποντιακής Εστίας, λαογραφικό περιοδικό από το 1950 και ιδρυτής, το 1951, του σωματείου Παναγία Σουμελά στη Θεσσαλονίκη, στο 8ο τεύχος της Ποντιακής Εστίας, τον Αύγουστο του 1950, δημοσιοποιεί το μεγάλο του όραμα, την ανιστόρηση της μονής στην Ελλάδα. Η ιδέα αγκαλιάζεται με ενθουσιασμό από χιλιάδες Ποντίους, πολλοί από τους οποίους συνεισφέρουν και οικονομικά.
Τον Δεκαπενταύγουστο του 1951 μπαίνει ο θεμέλιος λίθος στην Καστανιά Βερμίου, στα 500 στρέμματα που παραχώρησε η τότε κοινότητα. Κατόπιν, μετεφέρθη και εικόνα της Παναγίας στο νέο της θρονί στο Βέρμιο, από το Βυζαντινό Μουσείο Αθηνών, ενώ τα υπόλοιπα κειμήλια, βρίσκονται στη νέα μονή της Παναγίας Σουμελά, από το 1993.





Η Παναγία Μουχλίου στην Πόλη


Η Παναγία Μουχλίου και ο κρυφός διάδρομος προς την Αγια-Σοφιά


Ο Στήβεν Ράνσιμαν στο έργο του Η Άλωση της Κωνσταντινουπόλεως αναφέρει, ότι κατά τον δέκατο όγδοο αιώνα μόνο τρεις εκκλησίες από την προ της άλωσης εποχή είχαν μείνει σε χριστιανικά χέρια, ο Άγιος Γεώργιος των Κυπαρισσιών, που ισοπεδώθηκε από σεισμό, ο Άγιος Δημήτριος του Καναβού, που καταστράφηκε από πυρκαγιά και η Παναγία των Μογγόλων. Ως εκ τούτου, λοιπόν, διαφαίνεται, ότι σήμερα στη Πόλη, ο μοναδικός βυζαντινός ναός που βρίσκεται σε συνεχή λειτουργία και ουδέποτε μετετράπη σε τέμενος, ευτυχώς, είναι η Παναγία του Μουχλίου. Το όνομα της Παναγίας Μουχλίου προέρχεται εκ του Μουχλίου του Μυστρά, από όπου κάτοικοι ήρθαν κι εγκαταστάθηκαν το 1242 σ’ αυτή την περιοχή του Φαναρίου και πιο συγκεκριμένα στον πέμπτο λόφο της Πόλης.


Κάνοντας λόγο για την ιστορία του ναού πρέπει ν’ αναφέρουμε ότι στον ιερό χώρο του ναού οι θυγατέρες του βυζαντινού αυτοκράτορα Μαυρικίου (582-602), ίδρυσαν κατά τους χρόνους εκείνους μονή γυναικεία εις το όνομα της Αγίας Ευστολίας. Αργότερα, σε κοντινή απόσταση, ιδρύθηκε και ανδρική μονή. Και οι δυο μονές άκμασαν μέχρι και την εισβολή των Σταυροφόρων, όπου και παρατηρείται η παρακμή τους. Ο ναός και πάλι επανιδρύθηκε περί τα τέλη του ΙΓ΄ αιώνα από την Μαρία Παλαιολογίνα, θυγατέρα του αυτοκράτορα Μιχαήλ Η΄ Παλαιολόγου, την οποία αποκαλούσαν και Δέσποινα των Μαγουλίων, από τον γάμο που σύναψε με τον Μόγγολο Χάνο Απαγά. Εξ ου, λοιπόν και η ονομασία ο ναός των Μαγουλίων.

Η μοναδική βυζαντινή εκκλησία σε συνεχή λειτουργία στην Κωνσταντινούπολη.

Η πορεία της στο χρόνο από τον 18ο αιώνα έως σήμερα με τον ένα ενορίτη
Η Μαρία Παλαιολογίνα αφιέρωσε ολόκληρη την περιουσία της, αργυρά και χρυσά σκεύη, βιβλία και κτήματα, για την συντήρηση του ναού. Μετά τον θάνατό της, η εποπτεία του ναού δόθηκε στη θετή θυγατέρα της Θεοδώρα. Η ιστορία του ναού εμφανίζεται και πάλι λίγα χρόνια μετά την άλωση, όπου σύμφωνα με τον Ηγεμόνα της Μολδοβλαχίας Δημήτριο Καντεμίρη, ο Μωάμεθ ο Β΄, ο Πορθητής, χάρισε, με Φερμάνι που εξέδωσε, τον ναό της Παναγίας της Μαγουλίωτισας και τους παρακείμενους, του ναού χώρους, ως επιβράβευση για το τέμενος του Πορθητού (Fatih Cammi) που έχτισε ο αρχιτέκτονας Χριστόδουλος, πάνω στον κατεδαφισμένο ναό των Αγίων Αποστόλων. Τον ναό αποπειράθηκε να μετατρέψει σε τέμενος ο Σουλτάνος Αχμέτ ο Γ΄, αλλά χάρη στις προσπάθειες του Δημητρίου Καντεμίρη, που διέμενε τότε στην Πόλη και στις επαφές που είχε με τον Βεζίρη Τσόρουλου Αλή Πασά, παρουσίασε το Φερμάνι του Πορθητή, οπότε και διεσώθη ο ναός.


Ο ναός της Παναγίας του Μουχλίου είναι ένας μικρός ναός τετράκογχος βυζαντινού ρυθμού. Στο δεξιό μέρος του κυρίως ναού, κάτω από το δάπεδο υπάρχει αρχαίο βυζαντινό αγίασμα της Κοιμήσεως της Θεοτόκου. Την παρούσα χρονική στιγμή το πηγάδι του αγιάσματος έχει σφραγιστεί, διότι το νερό κρίθηκε ακατάλληλο για πόση. Εκεί σώζονται και νωπογραφίες κατεστραμμένες εν μέρει. Κατά μια παράδοση, από το αγίασμα άρχιζε υπόγειος διάδρομος που συνέδεε τον ναό της Μουχλιώτισσας με τον ναό της Αγίας Σοφίας, που βρίσκεται στον πρώτο λόφο της Πόλης.


Εντός της αυλής του ναού, υπάρχει το αγίασμα-παρεκκλήσι της Αγίας Άννας. Πρέπει ν’ αναφερθεί ότι πριν από τα μελανά γεγονότα του 1955, στο ναό φυλάσσονταν πολύτιμα κειμήλια, όπως βυζαντινά δισκοπότηρα, χρυσόδετα ευαγγέλια, λειψανοθήκες, ιερά λείψανα του Αγίου Ιωάννου του Χρυσοστόμου.
Στην Παναγία του Μουχλίου εκκλησιάζονταν και εκκλησιάζονται οι μαθητές της Μεγάλης του Γένους Σχολής και παλαιότερα και του Ιωακειμίου Παρθεναγωγείου, όταν λειτουργούσε, μέχρι και το 1987. Ο ναός υπέστη κατά καιρούς επισκευές και τροποποιήσεις. Τις τελευταίες δεκαετίες, παρά τις προσπάθειες των εκκλησιαστικών επιτροπών άρχισε να παρουσιάζει δείγματα καταρρεύσεως. Έτσι, η τελευταία ανακαίνιση έγινε το 1997. Οι δαπάνες των εργασιών καλύφθηκαν από προσφορά του επιχειρηματία Γεράσιμου Βασιλόπουλου, Άρχοντα Μ. Ορφανοτρόφου του Οικουμενικού Θρόνου.
Ιδιάζουσα κατάνυξη


Η κοινότητα της Κοιμήσεως Θεοτόκου Μουχλίου, μια από τις 54 ελληνικές κοινότητες της Πόλης όπου βρίσκεται και ο ιερός ναός, είχε δραστήριο Φιλόπτωχο Αδελφότητα μέχρι και το 1970, μορφωτικό και αθλητικό σύνδεσμο μέχρι το 1940 και προσέφερε συσσίτιο παλιά και στη Μεγάλη του Γένους Σχολή. Εκκλησιαστικά ανήκει στην Περιφέρεια Φαναρίου-Κερατίου Κόλπου του Οικουμενικού Πατριαρχείου, με Αρχιερατικό Προϊστάμενο τον Θεοφιλέστατο Επίσκοπο Συννάδων κ. Διονύσιο. Έχει έναν ενορίτη και λειτουργεί κάθε 45 ημέρες.


Ιδιαίτερη είναι η κατάνυξη που νιώθει ο επισκέπτης κατά την παραμονή του στον ιερό ναό της Μουχλιώτισσας. Όταν μάλιστα από τα παράθυρα του βυζαντινού τρούλου φωτίζεται ο ναός με «φως ιλαρό», τότε μια ιδιάζουσα κατάνυξη μεταφέρει τον προσκυνητή στους ένδοξους βυζαντινούς χρόνους. Τότε που το πολύτιμο άρωμα της κατανύξεως παλλόταν μεταξύ ουρανού και γης.
____________
ΥΓ. : Ευχαριστούμε την Πόντια δημοσιογράφο κα Κιζιρίδου για τη σημαντική της συνεισφορά με γνωστά αλλά και ανέκδοτα στοιχεία.
____________
Σοφία Χατζή
δημοσιεύθηκε στην εφημερίδα
ΟΡΘΟΔΟΞΗ ΑΛΗΘΕΙΑ, 12.08.2020


Δεν υπάρχουν σχόλια: