Αναζήτηση αυτού του ιστολογίου

Δευτέρα 18 Οκτωβρίου 2021

Οι Έλληνες ραφτάδες της Βενετίας και η εμπλοκή τους στην Ελληνική επανάσταση | Χρήστος Ζαμπακόλας

 




Ο κ. Χρήστος Ζαμπακόλας, διδάκτωρ Αρχειονομίας και Μουσειολογίας του Ιονίου Πανεπιστημίου, παρουσιάζει μια μοναδική μελέτη για τους καποτάδες που μεγαλούργησαν στην ιταλική πόλη, μέσα από σπάνια και άγωνστα αρχεία που βρίσκονται στην Ιταλία

___

Η Ιστορία δεν εντάσσεται σε κανόνες. Μας εκπλήσσει στην επινοητικότητα της κι αυτό συμβαίνει επειδή η ιστορία φτιάχνεται από ανθρώπους που τη δημιουργούν. Μαθαίνοντας για τους Έλληνες καποτάδες της Βενετίας που μεγαλούργησαν στο εμπόριο, αλλά και τον ρόλο ορισμένων μελών τους στην εθνεγερσία ενάντια στους Τούρκους, παρατηρούμε μια ηρωική πλευρά του Ελληνικού παρελθόντος, βαθαίνει η σχέση μας με την ιστορία και παίρνουμε κουράγιο.

Ο κ. Χρήστος Ζαμπακόλας, διδάκτoρας αρχειονομίας και μουσειολογίας του Ιονίου Πανεπιστημίου, έχει κάνει μια μοναδική μελέτη για τους Έλληνες καποτάδες που μεγαλούργησαν στην Βενετία, μέσα από σπάνια αρχεία που βρίσκονται στην Ιταλία και παρουσιάζει στην Ο. Α. ένα ιστορικό αφήγημα που ελάχιστοι γνωρίζουμε:

«Καποτάδες, (Cappotteri στα ιταλικά) ονομάζονταν οι τεχνίτες, Έλληνες στην πλειονότητά τους, που κατασκεύαζαν και εμπορεύονταν καπότα (capoto), δηλαδή ένα είδος μάλλινης κάπας/πανωφοριού που χρησιμοποιούσαν κυρίως οι ναυτικοί, οι στρατιώτες και οι ψαράδες. Τα μάλλινα υφάσματα που χρησιμοποιούνταν για την κατασκευή των καπότων, τα προμηθεύονταν έτοιμα από διάφορες περιοχές του ελληνικού χώρου, κυρίως τη Θεσσαλονίκη, την Κέρκυρα και τη Ζαγορά. Επίσης, τα καπότα που κατασκευάζονταν στη Βενετία, διακρίνονταν ανάλογα με το χρώμα του μάλλινου υφάσματος, το μέγεθος, το σχέδιό τους ή σε εκείνα που, λόγω των ειδικών χαρακτηριστικών κατασκευής τους, προορίζονταν για συγκεκριμένες κοινωνικές και εθνοτικές ομάδες, όπως π.χ. των παιδιών ή των Εβραίων».




Σε όλες τις εποχές θα συναντήσουμε έναν ή και περισσότερους Έλληνες που αφήνουν ένα δυνατό αποτύπωμα στον κόσμο. Το 1742, με τα μέσα της εποχής, ταξιδεύει ένας Έλληνας στη Βενετία με εμπορικό σκοπό, για μια καλύτερη ζωή. Θα συμπαρασύρει συμπατριώτες του και θα ανοίξει ένας δρόμος εμπορικά αχαρτογράφητος, αλλά ο Έλληνας Ιωάννης Θεοχάρης θα βάλει τα θεμέλια για μια πολυετή ισχυρή παρουσία στο εμπόριο της κάπας, στο εξωτερικό. Ο κ. Χρήστος Ζαμπακόλας θα αναφερθεί στον πρώτο Έλληνα καποτά στη Βενετία:

«Ο πρώτος που εισήγαγε στη Βενετία την τέχνη της κατασκευής καπότων ήταν ο Έλληνας Ιωάννης Θεοχάρης από τα Ιωάννινα, ο οποίος το 1742 άνοιξε εργαστήρι στη συνοικία του San Provolo. Από το Θεοχάρη, που με βάση τα μέχρι τώρα στοιχεία, θεωρείται ο πρώτος έλληνας καποτάς της Βενετίας, έως την πτώση της Γαληνοτάτης Δημοκρατίας το 1797, αλλά και έως τις αρχές του 19ου αιώνα, δεκάδες Έλληνες εγκαταστάθηκαν στην πόλη, ασκώντας τη συγκεκριμένη τέχνη. Σχεδόν όλοι ήταν Ηπειρώτες από τα Ιωάννινα και συγκεκριμένα από τα βλαχοχώρια της Νότιας Πίνδου, το Συρράκο και τους Καλαρρύτες. Λιγότεροι προέρχονταν από άλλες πόλεις του τουρκοκρατούμενου ελληνικού χώρου Θεσσαλονίκη, Τρίκαλα, Λάρισα, κ.ά. ».




Μακριά από την πατρίδα θα προσαρμοστούν στους νόμους του ξένου κράτους και θα δημιουργήσουν εργαστήρια και απλούς χώρους διαμονής. Κατά τ’ άλλα η ψυχή έχει τις ρίζες της στην Ελλάδα και στην παράδοση των προγόνων. Εικόνες με αγίους, με τον Ορθόδοξο βυζαντινό τρόπο, θα κοσμούν τα εργαστήρια των Ελλήνων καποτάδων και οι Βενετοί θα μιλούν για τις εικόνες alla maniera greca, δηλαδή με τον ελληνικό τρόπο. O κ. Ζαμπακόλας συνεχίζει παραθέτοντας στοιχεία από σπάνια χειρόγραφα που μεταφράζει ο ίδιος:

«Σύμφωνα με τις αρχειακές πληροφορίες που έχουν έως τώρα εντοπιστεί, οι καποτάδες δεν ασκούσαν την τέχνη τους ανεξάρτητα, ως αυτοτελείς έμποροι, αλλά πάντα με συνομολόγηση συνεργασιών. Δύο έως και έξι άτομα μαζί, προχωρούσαν στη σύσταση συντροφίας ενώπιον συμβολαιογράφου, παρουσία όλων των μερών και δύο μαρτύρων. Ο χώρος εργασίας των καποτάδων ήταν το εργαστήρι. Επρόκειτο για έναν ισόγειο μονόχωρο, κατάλληλα διαμορφωμένο για τις ανάγκες των εργαζομένων: περιελάμβανε δύο ή τρεις πάγκους εργασίας και, ολόγυρα στους τοίχους, ράφια για την εναπόθεση των μάλλινων υφασμάτων και των έτοιμων καπότων. Σε κάποιον από τους πάγκους υπήρχε πάντα ένα συρτάρι με κλειδαριά για την πρόχειρη φύλαξη χρημάτων και αντικειμένων αξίας. Η ύπαρξη μιας ζυγαριάς και ενός ιδιαίτερου μέρους όπου θα τοποθετούνταν τα εργαλεία (ψαλίδια, βελόνες, νήμα ραψίματος κ.ά.), ήταν απαραίτητα. Σε κάθε εργαστήρι δεν απουσίαζαν οι εικόνες της Παναγίας και άλλων προστατών αγίων, πάντα alla maniera greca. Σε κοντινή απόσταση ή ακόμη και πάνω από το εργαστήρι, βρισκόταν και η κατοικία του καποτά. Απλή, χωρίς ιδιαίτερο πλούτο, λειτουργούσε ως η προέκταση του χώρου εργασίας...




Ως τεχνίτες και ελεύθεροι επαγγελματίες στην πόλη της Βενετίας, οι καποτάδες ήταν υποχρεωμένοι να εγγραφούν σε κάποια επαγγελματική συντεχνία, όμως το 1764 οι Έλληνες καποτάδες της Βενετίας κατόρθωσαν να ανεξαρτητοποιηθούν και να ιδρύσουν δική τους συντεχνία. Με απόφαση λοιπόν του Senato Terra, στις 10 Σεπτεμβρίου 1764, ιδρύθηκε η Συντεχνία των Ελλήνων Καποτάδων (Arte de Greci Capotteri), η οποία ήταν αφιερωμένη στην Αγία Τριάδα και είχε ως έδρα της τον ναό του Αγίου Γεωργίου των Ελλήνων στη Βενετία. Η νέα αυτή συντεχνία βρισκόταν υπό την επίβλεψη των κρατικών οργάνων της Βενετίας και πλήρωνε και τους απαραίτητους φόρους».

Η Συντεχνία των Ελλήνων Καποτάδων, ήταν καθαρά επαγγελματική· αποτελούσε δηλαδή τη συσσωμάτωση μιας συγκεκριμένης κατηγορίας επαγγελματιών. Δεν υπάρχει όμως καμία αμφιβολία ότι η συντεχνία αυτή ήταν οργανωμένη και σε εθνικές βάσεις. Ο κ. Χρήστος Ζαμπακόλας καταλήγει στο συμπέρασμα ότι:




«Όλα τα μέλη της συντεχνίας προέρχονταν από την Ήπειρο και ήταν χριστιανοί ορθόδοξοι. Η κοινή εθνική προέλευση διευκρινίζεται και από την ονομασία της συντεχνίας που ήταν «των Ελλήνων» - αναφορά τόσο στην καταγωγή όσο και στο ορθόδοξο δόγμα. Άλλωστε και στο άρθρο 5 της Mariegola (το επίσημο βιβλίο του καταστατικού της συντεχνίας) διατυπώνεται με σαφήνεια ότι κάθε Έλληνας cappomaestro μπορούσε να προσλάβει μαθητευόμενους και τεχνίτες μόνο από τη nazione greca της Βενετίας. Συνεπώς, επρόκειτο για μια συντεχνία, τα μέλη της οποίας μοιράζονταν κοινές πολιτισμικές αναφορές, είχαν κοινή γλώσσα και συμπεριφορά και ελληνική εθνική συνείδηση».

Από το χώρο των Ελλήνων καποτάδων της Βενετίας προέρχεται μια ενδιαφέρουσα μορφή της προεπαναστατικής περιόδου, εκείνη του Γεωργίου Τουρτούρη. Ο κ. Ζαμπακόλας ερεύνησε την ηγετική φυσιογνωμία του Ηπειρώτη Έλληνα:

«Ο Γεώργιος Τουρτούρης, με καταγωγή από τους Καλαρρύτες της Ηπείρου, γεννήθηκε περίπου το 1750 και σε νεαρή ηλικία εγκαταστάθηκε ως μαθητευόμενος καποτάς σε εργαστήρι της Βενετίας, ακολουθώντας την οικογενειακή παράδοση. Ο πατέρας του, Δημήτριος Τουρτούρης, ήταν καποτάς και έμπορος στην πόλη της Βενετίας, καθώς και ιδιοκτήτης μισού πλοίου, το οποίο χρησιμοποιούσε για τη μεταφορά των εμπορευμάτων από τα λιμάνια της ιταλικής χερσονήσου σε εκείνα του ελληνικού χώρου. Ο θείος του, Ιωάννης Τουρτούρης, διατηρούσε εργαστήριο κατασκευής καπότων στη Μεσσήνη της Ιταλίας, ενώ ο αδερφός του Κωνσταντίνος είχε ήδη εγκατασταθεί ως μαθητευόμενος καποτάς σε εργαστήρι της Πόλης. Από μαθητευόμενος καποτάς, ο Γεώργιος Τουρτούρης εξελίσσεται σε εξειδικευμένο τεχνίτη (cappomaestro capotter) με δικό του εργαστήρι, ενώ ασχολείται ενεργά και με τη συντεχνία της τέχνης του, καταλαμβάνοντας διάφορα αξιώματα στο Διοικητικό Συμβούλιο.

Το 1788, παράλληλα με την εργασία του ως καποτάς, ιδρύει με τον αδελφό του Κωνσταντίνο, τον εμπορικό οίκο «Των Αδελφών Τουρτούρη» με καταστήματα στη Βενετία και στα Ιωάννινα και με ένα εμπορικό δίκτυο που εκτείνεται σε όλη την ιταλική χερσόνησο και τον ελληνικό χώρο. Από τον ελληνικό χώρο, προμηθεύεται μαλλί, το βασικό προϊόν, τόσο ακατέργαστο όσο και μεταποιημένο σε μάλλινο ύφασμα.




Στις αρχές του 19ου αιώνα, ο Τουρτούρης εγκαθίσταται μόνιμα στα Ιωάννινα, αλλά δεν σταματά να ταξιδεύει συνεχώς για τη διευθέτηση των επαγγελματικών του υποχρεώσεων. Σε κάποιο από εκείνα τα ταξίδια του, μυείται στη Φιλική Εταιρεία και γίνεται μέλος της».

Γ. Τουρτούρης: ο Ηπειρώτης που έγινε σύμβουλος του Αλή Πασά και πρωτοστάτησε μαζί με τον Κωλέττη στο Συρράκο και στους Καλαρρύτες

Ο εμπορικός δρόμος ήταν μια εξαιρετική κάλυψη των σχεδίων αλλά και των έργων της αντίστασης. Ποιός θα μπορούσε να υποπτευθεί έναν πλούσιο έμπορο που ταξιδεύει, ως αγωνιστή κατά της Τουρκοκρατίας! Τα στοιχεία που παραθέτει ο κ. Ζαμπακόλας είναι πολύ ενδιαφέροντα:

«Τομή στην επαγγελματική και προσωπική του εξέλιξη αποτελεί η στενή σχέση που ανέπτυξε με τον Αλή Πασά, η οποία είχε ως αποτέλεσμα την περαιτέρω οικονομική και κοινωνική του άνοδο. Το 1817, ο Τουρτούρης δραστηριοποιείται ως υπενοικιαστής των τελωνιακών φόρων στην περιοχή της Τσαμουριάς. Την ίδια περίοδο, καθίσταται ουσιαστικός σύμβουλος του Αλή Πασά και τον εκπροσωπεί μάλιστα σε διάφορες διπλωματικές αποστολές (π.χ. στις βρετανικές αρχές της Μάλτας) με σκοπό να αποσπάσει την αγγλική βοήθεια κατά της Αυλώνας.

Το καλοκαίρι του 1821 και ενώ ο Αλή Πασάς πολιορκείται στα Ιωάννινα από τα σουλτανικά στρατεύματα, ο Γεώργιος Τουρτούρης, με τον Ιωάννη Κωλέττη και διάφορους τοπικούς καπετάνιους, πρωτοστατούν στην επανάσταση του Συρράκου και των Καλαρρυτών. Η εξέγερση στα δύο αυτά εύπορα χωριά της Πίνδου καταπνίγεται αμέσως κυρίως λόγω της πολεμικής απειρίας των ντόπιων και ο Τουρτούρης, μαζί με πολλούς συντοπίτες του, καταφέρνει να διαφύγει στη Ζάκυνθο. Στη νέα του πια πατρίδα συνεχίζει να ασχολείται με το εμπόριο μεταξύ Βενετίας και ελληνικού χώρου, ενώ δεν σταματά να επισκέπτεται επαναστατημένες περιοχές και να ενισχύει οικονομικά τον Αγώνα».




Η συνεργασία του με σπουδαίες προσωπικότητες της εποχής για ένα εθνικό όραμα

Όχι μόνο επικοινωνεί με μεγάλες προσωπικότητες της εποχής του, αλλά καταφέρνει να κάνει χρήσιμες επιλογές από πρόσωπα που θα μπορούσαν να ηγηθούν στην ελεύθερη Ελλάδα. Ο Ιωάννης Καποδίστριας σπούδασε γιατρός στο πανεπιστήμιο της Πάντοβας στην Βενετία. Ήταν παλιοί γνώριμοι και αυτή η γνωριμία αποτελεί κομμάτι στο παζλ της ιστορίας της επιλογής του πρώτου κυβερνήτη του ανεξάρτητου Ελληνικού κράτους. Ο καθηγητής της αρχειονομίας συνεχίζει:

«Στη συλλογική προσπάθεια για την απελευθέρωση της Ελλάδας και την ίδρυση του ελληνικού κράτους, ο Γεώργιος Τουρτούρης συμμετέχει αλληλογραφώντας με πολιτικές και στρατιωτικές προσωπικότητες της εποχής του, όπως με τον Ιωάννη Κωλέττη, με τον Αλέξανδρο Μαυροκορδάτο, τον Ιωάννη Θεοτόκη, τον Δημήτριο Παπαγιανόπουλο, τον Ανδρέα Ζαΐμη, τον Ιγνάτιο Ουγγροβλαχίας, τον Γεώργιο Κουντουριώτη, τον Ιωάννη Καποδίστρια και τον Οδυσσέα Ανδρούτσο. Δίνει πολύτιμες πληροφορίες, συμβουλεύει για την εξέλιξη του αγώνα, αλλά και κατακρίνει με δριμύτητα πολιτικές και στρατιωτικές αποφάσεις, παροτρύνει για ομόνοια, υπολογίζει την κατάσταση του οθωμανικού στρατού, ενδεχόμενα κέρδη από τις διενέξεις των πασάδων, καθώς και τις ενέργειες των Μεγάλων Δυνάμεων.

Θεωρεί απαραίτητη την παρουσία του Καποδίστρια στην Ελλάδα και προετοιμάζει την σχετική πρόσκληση. Όταν τελικά ο Καποδίστριας έγινε κυβερνήτης της Ελλάδος, ο Γ. Τουρτούρης ανέλαβε διάφορες διοικητικές και δικαστικές θέσεις, ενώ από το 1827 έως το θάνατό του - το 1831 - υπήρξε Πρόεδρος του Κριτηρίου (Δικαστηρίου)».

* * *

Η μεγάλη πατρίδα

Σημείο εκκίνησης των Ελλήνων καποτάδων μπορεί να είναι η κοινή προέλευση, η ιδιαίτερη πατρίδα, αλλά σημείο αναφοράς τους είναι το συλλογικό, η μεγάλη πατρίδα. Όχημα για να ενοποιηθούν αυτά τα δύο είναι το ιδιαίτερο επάγγελμα, η «τέχνη» τους. O κ. Ζαμπακόλας καταλήγει:

«Ο Γεώργιος Τουρτούρης, φορέας νοοτροπιών ευρωπαϊκού χώρου, εννοούσε να προσφέρει την εμπειρία του στην πατρίδα, να συμμετέχει στο νέο εθνικό όραμα. Με την προσωπική του δράση αισθάνεται ότι δικαιώνει όλη την επαγγελματική του κατηγορία, ότι προσφέρει στο κοινωνικό σύνολο και συνάμα ότι συμβάλλει στην απομάκρυνση από τον αλλόδοξο, τον “οθωμανό”».

* * *

Ευχαριστούμε τον κ. Χρήστο Ζαμπακόλα και ευχόμαστε η επετειακή αφορμή των 200 ετών να βοηθήσει να αποκτήσουν διάρκεια η έρευνα και η μελέτη του και όλη αυτή η επιστημονική γνώση να μεταφερθεί κάποτε στην εκπαίδευση και στα σχολεία μας.

_______

Σοφία Χατζή

δημοσιεύθηκε στην εφημερίδα

Ορθόδοξη Αλήθεια, 13.10.2021

Δεν υπάρχουν σχόλια: