Αναζήτηση αυτού του ιστολογίου

Κυριακή 9 Ιουνίου 2024

ΨΑΛΜΟΣ ΡΜΗ (148). ΕΡΜΗΝΕΊΑ.ΔΗΜΗΤΡΗΣ ΜΑΥΡΌΠΟΥΛΟΣ.02.Αἰνεῖτε αὐτόν, πάντες οἱ ἄγγελοι αὐτοῦ· αἰνεῖτε αὐτόν, πᾶσαι αἱ δυνάμεις αὐτοῦ.


Αἰνεῖτε αὐτόν, πάντες οἱ ἄγγελοι αὐτοῦ· αἰνεῖτε αὐτόν, πᾶσαι αἱ δυνάμεις αὐτοῦ.




Στον 102ο ψαλμό, ὁ ψαλμωδὸς ἔχει καταθέσει αὐτὴ τὴ θέση του, και
λώντας νὰ εὐλογήσουν τὸν Κύριο πάντες οἱ ἄγγελοι αὐτοῦ, δυνατοὶ ἰσχύϊ
ποιοῦντες τὸν λόγον αὐτοῦ τοῦ ἀκοῦσαι τῆς φωνῆς τῶν λόγων αὐτοῦ.
Ποιοὶ εἶναι αὐτοὶ οἱ ἄγγελοι ποὺ αἰνοῦν; Στὴν Ἀποκάλυψη τοῦ Ἰωάννη
περιγράφεται μία οὐράνια Λειτουργία, πρότυπο γιὰ τὴ ἐπίγεια Λειτουργία. (Ανοίγω μία παρένθεση γιὰ νὰ σᾶς πῶ ὅτι ὅλη ἡ λειτουργικὴ παράδοση τῆς Ὀρθόδοξης Ἐκκλησίας ἀναπτύχθηκε μὲ πρότυπο αὐτὴ τὴν
περιγραφή. Ακόμα καὶ ὁ τρόπος ποὺ φτιάχτηκε ὁ ναός, ἀκόμα καὶ τὰ
μέρη ποὺ ἔχει ὁ ναός, ἀποτυπώνουν αὐτὸ τὸ ὅραμα τοῦ ἀποκαλυπτῆ ὅταν
περιγράφει τὴν οὐράνια Λειτουργία.) Σ' αὐτὴν τὴν Οὐράνια Λειτουργία
δὲν εἶναι μόνον οἱ ἄγγελοι ποὺ ὑμνοῦν τὸν Θεό, δὲν εἶναι μόνον οἱ ἅγιοι
ποὺ ὑμνοῦν τὸν Θεό, δὲν εἶναι μόνον οἱ δίκαιοι ποὺ ὑμνοῦν τὸν Θεὸ ὡς
ὁμάδες, ἀλλὰ ὅλοι μαζὶ συνενωμένοι ὑμνοῦν τὸν Θεό.
Τί θὰ πεῖ τελικὰ «ὑμνῶ» τὸν Θεὸ καὶ τί θὰ πεῖ «αἰνῶ» τὸν Κύριο; Ὁ αἶνος, ποὺ δὲν ἀπέχει πολὺ ἀπὸ αὐτὸ ποὺ λέμε «προσευχή», εἶναι μία
ἄσκηση. Ὁ οὐράνιος Πατήρ, τὸ ἔχει καταθέσει ὁ ἴδιος ὁ Χριστὸς αὐτό,
δὲν ἔχει ἀνάγκη οὔτε νὰ τὸν εὐχαριστήσουμε οὔτε νὰ τὸν δοξολογήσουμε.
Παρουσιάζονται ἀσφαλῶς, μέσα στὴ Βίβλο καὶ μέσα στὴν ὑμνολογία
μας, πολλὲς εἰκόνες, ὅπου ὁ Θεὸς χαίρεται, ὄχι ὅμως μὲ τὴν ἔννοια ὅτι
ἔχει πάθη ὁ Θεός, νὰ χαίρεται ἢ νὰ λυπᾶται. Εἶναι μία προβολὴ στὸν Θεὸ
μιᾶς σχέσης ποὺ ἐμεῖς θὰ ἀναπτύξουμε. Ὁ αἶνος λοιπόν, ἡ δοξολογία ἢ
ἡ ἐλεητικὴ προσευχὴ ἢ ἡ προσευχὴ γιὰ κλήση σὲ βοήθεια ἢ ἡ κραυγή -
«ἐκέκραξα», λέει ὁ ψαλμωδός- ὅλα αὐτὰ εἶναι ὁδὸς ἀσκήσεως. Μέσῳ
τοῦ αἴνου, μέσῳ τῆς δοξολογίας, μέσῳ τῆς ἐλεητικῆς προσευχῆς, μέσῳ
τῆς καταθέσεως τῆς ἐκζητήσεως τοῦ Θεοῦ στὴ ζωή μου, ἐντάσσομαι σὲ
μία προοπτική, τὴν προοπτικὴ τῆς ἀναφορᾶς, ἀναφέρομαι. Καὶ αὐτὸ σιγὰ
σιγὰ λειτουργεῖ στὸ ἐσωτερικὸ τοῦ ἀνθρώπου ὡς ἀγωγή. Μαθαίνει ὁ ἄνθρωπος νὰ ὑπάρχει ἐν ἀναφορᾷ πρὸς τὸν οὐράνιο Πατέρα. Τὸ ἐπιτυγχάνει: Ἡ ἄσκηση εἶναι δύσκολη καὶ ἡ ἄσκηση διαρκεῖ ὅλη τὴ ζωὴ τοῦ ἀνθρώπου. Μπορεῖ καὶ νὰ τὸ ἐπιτυγχάνει. Τὰ ἁγιολογικὰ κείμενα ἀναφέρουν περιπτώσεις ἀνθρώπων, ποὺ τοὺς ὀνομάζουμε ἁγίους, ποὺ τοὺς θεωροῦμε πρότυπα μιᾶς τέτοιας ὁδοιπορίας, οἱ ὁποῖοι τὰ καταφέρνουν, φτάνουν κάποτε στὴν αἴσθηση τῆς παρουσίας τοῦ Θεοῦ. Αὐτοὺς τοὺς θεωροῦμε «φίλους» τοῦ Θεοῦ καὶ τοὺς ἐπικαλούμαστε ὡς φίλους τοῦ Θεοῦ,
ὅταν αἰσθανόμαστε ὅτι εἴμαστε ἁμαρτωλοὶ γιὰ νὰ ἐπικαλεστοῦμε κατευθείαν τὸν Θεό, γι' αὐτὸ καὶ ἐπικοινωνοῦμε μαζί του μέσῳ τῶν φίλων του.
Αὐτὸ ποὺ εἴπαμε μέχρι τώρα γιὰ τὴν προσευχὴ καὶ γιὰ τὸν αἶνο ὡς
ἄσκηση δίνει καὶ τὸ περιεχόμενο μιᾶς ἄλλης σημαντικῆς λέξης στὴν
ἀσκητικὴ τῆς δικῆς μας παράδοσης, τὸ περιεχόμενο τῆς λέξης «μετάνοια». Ἡ λέξη μετάνοια χρησιμοποιήθηκε ἀπὸ τοὺς Ο' μὲ ἕνα διαφορετικὸ περιεχόμενο ἀπὸ αὐτὸ ποὺ εἶχε στὴν ἑβραϊκὴ παράδοση. Στὴν
ἑβραϊκὴ παράδοση ἡ μετάνοια κατὰ λέξιν ἔχει τὴ σημασία τοῦ «ἀπολογοῦμαι», ἐνῶ οἱ Ο' χρησιμοποίησαν μία ἑλληνικὴ λέξη μὲ ἄλλο περιεχόμενο: μετά-νοῶ, δηλαδὴ φτάνω, πηγαίνω σὲ ἕναν ἄλλο τρόπο νοήσεως.
Σὰν νὰ ἐγκαθιστῶ ἐντός μου ἕναν ἄλλο νοῦ, ἕναν μετὰ-νοῦ, ὁ ὁποῖος δὲν
καταργεῖ τὸν παλαιὸ νοῦ, ἀλλὰ προχωράει ἀπὸ τὸν παλαιὸ νοῦ σὲ ἕναν
καινούργιο νοῦ. Πάντως, ὅπως χρησιμοποιεῖ ὁ Ἰωάννης ὁ Πρόδρομος τὸν
ὄρο, τὸ «μετανοεῖτε» ἀναφέρεται στὴν ἔναρξη ἑνὸς δρόμου. Δὲν εἶναι μία
αὐτόματη πράξη ἡ μετάνοια, μία πράξη καὶ τελειώσαμε. Εἶναι χαρακτηριστικὸ ὅτι στὴν ἀκολουθία τῆς Ἱερᾶς Ἐξομολογήσεως, ὅπως ἐτελεῖτο στὴν Ἐκκλησία (καὶ ὅπως δυστυχῶς δὲν τελεῖται πιὰ σήμερα),
ὑπάρχουν τρεῖς εὐχὲς τοῦ ἱερέα. Ἡ α' εὐχὴ ἔχει δώσει τὴν ἄφεση τῶν
ἁμαρτιῶν, ἂν καὶ ἀκόμα δὲν ἔχει ἐξομολογηθεῖ κανένας. Ἡ ἴδια ἡ προσέλευση δηλώνει τὴν πρόθεση. Αὐτὸ ποὺ ἀγκαλιάζει ἡ Ἐκκλησία ὡς μητέρα, εἶναι ἡ πρόθεση. Καὶ ἡ πρόθεση αὐτὴ ἤδη δικαιώνεται ἀπὸ τὴν ἀρχή. Κάποια στιγμή, μεταξὺ α' καὶ β' εὐχῆς θὰ ἀρχίσει ἕνας ἕνας ποὺ
παρίσταται στὴν ἀκολουθία νὰ πηγαίνει μπροστὰ στὸ Ἱερὸ Βῆμα, νὰ γονατίζει, νὰ σηκώνει τὰ χέρια του ψηλὰ καὶ νὰ ἐξομολογεῖται τὰ λάθη του,
ὅσα μπορεῖ νὰ θυμηθεῖ ἀπὸ τὰ λάθη του. Δὲν ἔχει σημασία πόσα θὰ θυμηθεῖ, σημασία έχει ὅτι πῆγε, ἀπάντησε στην κλήση. Στην τελευταία ὅμως εὐχή, αὐτὸ εἶναι τὸ πιὸ σημαντικό, λέει ὁ ἱερέας: δῶσε του καιρόν εἰς μετάνοιαν. Ἡ μετάνοια δὲν θὰ τελειώσει ποτέ, εἶναι δρόμος ή μετάνοια .Μόνο έτσι μποροῦμε νὰ καταλάβουμε τί σημαίνει προσευχητικό κείμενο, εἴτε ὡς δοξολογία, εἴτε ὡς παράκληση, εἴτε ὡς κατάθεση πόνου καὶ ἀγωνίας. Εἶναι ἕνας δρόμος, ἕνας δρόμος διαρκοῦς ἀσκήσεως.
Στὴ νηπτικὴ θεολογία, αὐτὸς ὁ δρόμος τῆς διαρκοῦς ἀσκήσεως κάθ ὀνόματος τοῦ Ἰησοῦ Χριστοῦ. Διαρκής ὅμως μνήμη τοῦ ὀνόματος τοῦ Ἰησοῦ Χριστοῦ. Καὶ φτάσαμε, ὅπως γνωρίζετε, στη λεγόμενη «μονολόγιστη εὐχή», στὸ «Κύριε Ἰησοῦ Χριστέ, Υἱὲ Θεοῦ, ἐλέησόν με», τὴν ποια στιγμὴ πήρε, ὅπως ξέρετε, ἕναν κορυφαῖο χαρακτήρα, ὡς μνήμη του ὁποίαν ἐπαναλαμβάνουμε δι᾿ ὅλου τοῦ βίου. Δὲν τὴν ἐπαναλαμβάνουμε μόνο σὲ προσευχητικὲς ὧρες, ἀλλὰ δι᾽ ὅλου τοῦ βίου. Δηλαδὴ τὸ ζητούμενο 
· εἶναι νὰ φτάσουμε σὲ ἕνα σημεῖο ὥστε ἡ συνεχὴς ἀναφορά μας νὰ
εἶναι στὴ σχέση μας μὲ τὸν Θεό. Ἂν αὐτὸ τὸ ἐπιτυγχάνουμε δοξολογώντας τον, θὰ τὸν δοξολογήσουμε. Ἂν αὐτὸ τὸ ἐπιτυγχάνουμε ζητώντας τὸ ἔλεός του, θὰ ζητήσουμε τὸ ἔλεός του. Ἂν αὐτὸ τὸ ἐπιτυγχάνουμε
θεολογώντας, δηλαδὴ ἀναλύοντας τὰ κείμενά του καὶ διαβάζοντας τὰ
ἱερὰ κείμενα, θὰ τὸ κάνουμε ὡς μία σπουδὴ τῆς Γραφῆς, τῶν ἱερῶν κειμένων κλπ. Ἂν αὐτὸ μποροῦμε νὰ τὸ κάνουμε τραγουδώντας τὴ λαχτάρα μας, θὰ τὸ κάνουμε ἔτσι. Δὲν εἶναι χωρὶς σημασία τὸ γεγονὸς ὅτι στὴ
νηπτικὴ παράδοση αὐτὸς ὁ ἀσκητικός δρόμος ταυτίζεται μὲ ἕναν ἐρωτικὸ δρόμο. Ἐκεῖ πλέον ὁ Θεὸς παρουσιάζεται ὡς Νυμφίος καὶ ἔχει ἰδιαίτερη σημασία ὅτι ὅλη ἡ Βίβλος κλείνει μὲ ἕνα βιβλίο χαρᾶς, ὑπογραμμίζω τὴ λέξη, χαρᾶς, μεγάλης χαρᾶς, γιατὶ ἐπιτελεῖται ἕνας
γάμος. Ἡ νύμφη ἑνώνεται μὲ τὸν Νυμφίο. Ἀναφέρομαι στὴν Ἀποκάλυψη
τοῦ Ἰωάννη. Ἕνα τραγούδι νυμφικὸ εἶναι ἡ Ἀποκάλυψη τοῦ Ἰωάννη. Ναὶ μέν, παρουσιάζει ὅλη τὴ δυσκολία τοῦ ἀνθρώπου νὰ φτάσει κάποια στιγμὴ σὲ αὐτὴ τὴ σχέση καὶ σὲ αὐτὴ τὴν ἕνωση, μὲ ἐσωτερικοὺς πολέμους,
μὲ πολέμους πειρασμῶν, μὲ ὅλα αὐτά, μὲ κριτικὴ θέση τῶν πράξεων τῶν
ἀνθρώπων, ὅπως βλέπουμε στὶς ἑπτὰ ἐπιστολές, ἀλλὰ ὅλα αὐτὰ εἶναι τὰ
προκαταρκτικὰ γιὰ νὰ χαροῦμε τὸν τελικὸ θρίαμβο ποὺ εἶναι ἡ ἕνωση τῆς νύμφης Ἐκκλησίας μὲ τὸν Νυμφίο Χριστό.

Τὸ ἔργο τῶν ἀγγέλων, τώρα, γιὰ τὸ ὁποῖο μᾶς μιλάει ὁ στίχος  τοῦ Κυρίου. Ἀλλὰ αὐτὸ εἶναι εἰκόνα. Ποιὰ εἶναι ἡ πραγματικότητα πίσω ἀπὸ τὴν εἰκόνα αὐτή; Ἡ πραγματικότητα εἶναι ἡ διαρκὴς σχέση τῶν
ἀγγέλων μὲ τὸν οὐράνιο Πατέρα. Τὸ τραγούδι τους εἶναι ἡ σχέση.
Ἐμεῖς οἱ ἄνθρωποι τὸ παρουσιάζουμε ὡς τραγούδι μὲ λόγια, «Ἅγιος, Ἅγιος, Ἅγιος...». Στὸ ὅραμά του ὁ Ἠσαΐας τὸ βλέπει ὡς τραγούδι γύρο
ἀπὸ τὸν θρόνο τοῦ Θεοῦ τοῦ Τρισαγίου. Ἅγιος, Ἅγιος, Ἅγιος, πλήρης ὁ οὐρανὸς καὶ ἡ γῆ τῆς δόξης σου... Αὐτὸ ἀντιλαμβάνεται καὶ ὁ τελευταῖος προφήτης, ὁ ἀποκαλυπτής προφήτης. Αντιλαμβάνεται τὴ
σχέση καὶ αὐτὴ τὴ σχέση μᾶς τὴν ἐκτυλίσσει ὡς ἕνα τραγούδι.
Αρχίζει, λοιπόν, ὁ ψαλμωδὸς ἀπὸ τὶς ἀόρατες δυνάμεις, τὶς νοερὲς δυνάμεις, τοὺς ἀγγέλους, ποὺ τοὺς καλεῖ νὰ λάβουν μέρος στὴ δοξολογία
ὅλης τῆς κτίσεως, καὶ περνάει σὲ μιὰ ποιητικὴ πρόσκληση πρὸς ὅλα τὰ
ἐπὶ μέρους δημιουργήματα τοῦ Θεοῦ. Τὴν ὀνομάζω ποιητικὴ αὐτὴ τὴν
πρόσκληση, γιατὶ τὰ κτιστὰ καὶ ὑλικὰ δημιουργήματα δὲν εἶναι λογικὰ
ὄντα, ἀλλὰ ἡ ἴδια ἡ παρουσία τους μέσα στὴ δημιουργία παραπέμπει στὴ
μεγαλοσύνη τοῦ Θεοῦ ποὺ τὰ ἔφερε στὸ εἶναι γιὰ νὰ φέρει τὴ ζωὴ στὴ γῆ,
μιὰ γῆ ποὺ προώρισται νὰ γίνει τόπος τῆς δράσης τοῦ ἀνθρώπου, μὲ τεςλικὸ μάλιστα προορισμὸ νὰ γίνει τόπος δράσης τοῦ Υἱοῦ τοῦ Θεοῦ ὡς Υἱοῦ
τοῦ ἀνθρώπου, ὅπως χαρακτηρίζει τὸν Χριστὸ ὁ εὐαγγελιστὴς Ἰωάννης.



Δεν υπάρχουν σχόλια: