Η Βασιλική
Χρυσανθοπούλου, επίκουρος καθηγήτρια Κοινωνικής Λαογραφίας, μας εξηγεί τι είναι
οι σκέπες της Ολύμπου, μια καθαρά γυναικεία υπόθεση.
___
Ο άγιος Ιωάννης ο Χρυσόστομος σε λόγο του περί
προσευχής, πρότεινε να συνοδεύεται η προσευχή του πιστού με ένα τάμα. Ίσως
γιατί ο κόπος του τάματος επικυρώνει την προσευχή. Η Βασιλική
Χρυσανθοπούλου, επίκουρη καθηγήτρια κοινωνικής λαογραφίας, έχει μελετήσει
και ερευνήσει για τις συμβολικές και κοινωνικές διαστάσεις στα γυναικεία
τάματα, τις «σκέπες», όπως τις αποκαλούν οι κάτοικοι της περιοχής της
Ολύμπου στη Βόρεια Κάρπαθο, αλλά συγχρόνως αναφέρεται στα τάματα από άποψη
εκκλησιαστική, κοινωνική και πολιτιστική. Όπως και να έχει, τα τάματα αυτά ήταν
μια γυναικεία υπόθεση.
Οι σκέπες των εικόνων της
Ολύμπου, αποτέλεσαν το έναυσμα για την μελέτη του θέματος της ένδυσης των
εικόνων από την εποχή που η κα Χρυσανθοπούλου τις πρωτοείδε στον τόπο καταγωγής
του συζύγου της. Η ίδια εξηγεί:
«Ήμουν σ’ ένα ταξίδι έρευνας στην
Αυστραλία όταν συνάντησα τον μελλοντικό σύζυγό μου κι από τότε δεν σταμάτησε ο
ενθουσιασμός μου για τον πολιτισμό της Ολύμπου Καρπάθου όπου πηγαίνουμε συχνά. Όσα θα σας πω για τις σκέπες
παρουσιάστηκαν αναλυτικότερα σε ανακοίνωσή μου στο Δ΄ Διεθνές Συνέδριο
Καρπαθιακής Λαογραφίας, που έλαβε χώρα στην Κάρπαθο τον Μάιο του 2013.
Περιλαμβάνονται εκτενέστερα σε άρθρο μου στα Πρακτικά του Συνεδρίου αυτού, που
εκδόθηκαν στην Αθήνα το 2016 με τον τίτλο «Κάρπαθος και Λαογραφία». Το άρθρο
μου έχει τον τίτλο «Ενδύοντας τις εικόνες: Συμβολικές και κοινωνικές διαστάσεις
στα γυναικεία τάματα (‘σκέπες’) της βόρειας Καρπάθου». Κάποια αποσπάσματά του
θα σας μεταφέρω κατά τη συνομιλία μας.
Από
τις πρώτες μου επισκέψεις στην περιοχή της Ολύμπου εντυπωσιάστηκα από τις σκέπες που κοσμούσαν τις
εκκλησίες. «Σκέπες από δαντέλα πλεγμένη στο χέρι κι άλλες, οι περισσότερες,
φτιαγμένες από λαμπερά υφάσματα σε εντυπωσιακά χρώματα, ροζ, κόκκινα, γαλάζια,
πορτοκαλί, στολισμένα με δαντέλες και πούλιες και με τα ονόματα των γυναικών
που τις αφιέρωσαν κεντημένα επάνω. Οι σκέπες περιβάλλουν σαν κουρτινάκια τις
φορητές εικόνες, αλλά και τις εικόνες των τέμπλων και των προσκυνηταριών των
εκκλησιών της Ολύμπου και του Διαφανίου και των απομακρυσμένων εκκλησιών που
βρίσκονται στα περίχωρά τους και στη σήμερα ακατοίκητη νήσο Σαρία στα
βόρεια της Καρπάθου.
Η
συνέχεια του ιερού και του κοσμικού, με το «μπόλιασμα» ενός κοσμικού χώρου ή
γεγονότος με στοιχεία που το εντάσσουν στο ιερό ή το συνδέουν με αυτό, είναι
χαρακτηριστικό του ολυμπίτικου
πολιτισμού. Αυτή η ώσμωση ιερού και κοσμικού είναι εμφανής στη δομή του
καθιστού γλεντιού, που αρχίζει με εκκλησιαστικούς ύμνους τραγουδισμένους από
τον ιερέα ή από πρωτομερακλήδες και συνεχίζει με τραγούδια και μαντινάδες
κοσμικού περιεχομένου, συνδέοντας τους συμμετέχοντες στο γλέντι με τους αγίους
και τους προγόνους της κοινότητας».
Η
ένδυση των εικόνων ως δίαυλος για την προσέγγιση της ταυτότητας των γυναικών
και του πολιτισμού του τόπου της Ολύμπου Καρπάθου.
Με ανάλογο τρόπο και με
κατεύθυνση από το ανθρώπινο προς το ιερό, όπως σημειώνει η κ. Χρυσανθοπούλου,
προεκτείνουν οι γυναίκες της Ολύμπου τον ανθρώπινο, οικιακό χώρο και τις
δραστηριότητές του στο «σπίτι του Θεού και των αγίων», στον ιερό χώρο των εκκλησιών και
των εξωκλησιών. Συνεχίζει την περιγραφή της:
«Οι
Ολυμπίτισσες επισκέπτονται τους χώρους αυτούς, τους καθαρίζουν και τους
τακτοποιούν, ανάβουν τα καντήλια, θυμιάζουν τις εικόνες και φροντίζουν την
ένδυσή τους με σκέπες, ποδιές και μαντήλια που παραπέμπουν στη γυναικεία
γιορτινή ενδυμασία του σακκοφούστανου με τα πολύχρωμα υφάσματα, τις δαντέλες
και τις πούλιες τους. Σκέπες, ποδιές και μαντήλια συνδέονται με τις εορτές των
αγίων, τις εικόνες των οποίων στολίζουν ως τάματα που προσφέρονται περισσότερο
τις ημέρες αυτές από τις αφιερώτριες. Παραμένουν όμως, ιδιαίτερα οι σκέπες, και
μετά τη γιορτή του αγίου στολίζοντας τις εικόνες του τέμπλου αλλά και τις
φορητές εικόνες, και λαμπρύνοντας με τα χρώματα και τα στολίδια τους τις
εκκλησίες».
Τι ήταν όμως αυτό που
ωθεί μέχρι σήμερα τις γυναίκες της Καρπάθου να ντύνουν τις εικόνες; Η κα
Χρυσανθοπούλου, έκανε επιτόπια έρευνα και απαντά:
«Ρωτώντας Ολυμπίτες και Ολυμπίτισσες
για τη σημασία της συνήθειας να προσφέρονται σκέπες ως τάματα από τις γυναίκες
στις εκκλησίες, έλαβα την απάντηση ότι η σκέπη υπάρχει «για να μην είναι ξεγύμνωτη η εικόνα». Η ιδέα της ένδυσης της
εικόνας και πέρα απ’ αυτήν, της ένδυσης του ιερού προσώπου που αναπαριστά,
είναι προφανής και δηλώνεται με εκφράσεις όπως: «Της έκανα τη φορεσιά της Παναγίας», φράση η οποία αναφερόταν στη
σκέπη της εικόνας της Παναγίας αλλά και σε κάλυμμα της Αγίας Τράπεζας του ναού
της, το οποίο προσφέρθηκε από την αφιερώτρια στην εκκλησία της Κοίμησης της
Θεοτόκου στην Όλυμπο».
Οι
συμβολικές και κοινωνικές διαστάσεις, ο δίαυλος μεταξύ αφιερώτριας και Αγίου
και τα μηνύματα προς τους προσκυνητές
Ποιές είναι οι συμβολικές
και κοινωνικές διαστάσεις στα γυναικεία τάματα, τις σκέπες;
«Το ένδυμα της εικόνας, η σκέπη, το
ραμμένο και κεντημένο από τις γυναίκες ύφασμα, λειτουργεί ως ένας δίαυλος που
εξασφαλίζει τη μέθεξη του ανθρώπου, της αφιερώτριας, δηλαδή, στην ύπαρξη και
στην οντότητα του αγίου και αντίστροφα, την ώσμωση μεταξύ ιερού και κοσμικού
που επιτυγχάνεται μέσα από αυτή την ανταλλαγή. Οι σκέπες των εικόνων είναι
φτιαγμένες από υφάσματα που παραπέμπουν στα γιορτινά ενδύματα των κοριτσιών και των νιόπαντρων γυναικών,
στα φανταχτερά σακκοφούστανα, και σηματοδοτούν έντονα την ανθρώπινη, γυναικεία
παρουσία κοντά στους αγίους και μέσα στην εκκλησία. Τα σακκοφούστανα φοριούνται
από τις ανύπαντρες και τις νύφες σε ιδιαίτερες εορταστικές περιστάσεις του
κύκλου του χρόνου και του κύκλου της ζωής (για παράδειγμα, σε γάμους και
πανηγύρια), είναι φτιαγμένα από πολύχρωμα μεταξωτά υφάσματα κεντημένα με
πούλιες και άλλα λαμπερά στολίδια και αποτελούν στοιχείο της προσωπικής
γυναικείας αλλά και της συλλογικής ολυμπίτικης ταυτότητας για τις κοπέλες που
τα φορούν με καμάρι, συνοδεύονται δε από βαρύτιμα συχνά χρυσά περιδέραια, τις
γνωστές κολαΐνες.
Ενδύοντας
τις εικόνες με τα λαμπρά γιορταστικά τους ενδύματα οι Ολυμπίτισσες τιμούν τους
αγίους με ό,τι επισημότερο και πολυτελέστερο διαθέτουν ως ύφασμα και μάλιστα με
υφάσματα που προορίζονται για τις ανύπαντρες κόρες, άρα συμβατά με την αγνότητα και την αγιότητα των
εικόνων.
Οι σκέπες των εικόνων της Ολύμπου και
της Σαρίας μεταδίδουν μηνύματα στους προσκυνητές με την χρωματική σημειολογία
τους. Τη Μεγάλη Εβδομάδα οι εικόνες του τέμπλου αλλά και φορητές εικόνες του
ναού της Κοίμησης της Θεοτόκου στην Όλυμπο καλύπτονται από μαύρες και μωβ,
πένθιμες σκέπες που εκφράζουν τη θλίψη των εικόνων και των αγίων τους, αλλά και
των πιστών, για τη δοκιμασία και τον θάνατο του Χριστού. Οι πένθιμες σκέπες της
Ολύμπου εκφράζουν δυναμικά τα ατομικά συναισθήματα των πιστών αλλά και το
συλλογικό πένθος της κοινότητας».
Τα τάματα δεν έχουν άλλον
ιδιοκτήτη, από τον άγιο στον οποίο αφιερώνονται, θα μας πει η κ. Χρυσανθοπούλου,
αναλύοντας έτσι τις αντιλήψεις και τις πρακτικές των πιστών για την σημασία και
την τύχη των αφιερωμάτων:
«“Τα αναθήματα δεν
ανήκουν σε κανέναν. Ιδιοκτήτης είναι ο άγιος στον οποίον αφιερώνονται. Μόλις ξεφύγουν από τα χέρια
του ευλαβούς πιστού, περνούν σε έναν άλλο κόσμο, όπου η ιδιοκτησία έχει ηθική
και συναισθηματική βαρύτητα”, σημειώνει ο Πλάτων Ριβέλλης στο βιβλίο «Λατρείας
τάματα» που εξέδωσε με την Σοφία Χανδακά το 2006. Η αντίληψη αυτή εξηγεί και το
γεγονός ότι οι παλιές σκέπες δεν πετιούνται ούτε καίγονται αλλά είτε παραμένουν
στην εικόνα ως αλλεπάλληλες φορεσιές της, με τις καινούργιες να τοποθετούνται
πάνω στις παλιές, ή τοποθετούνται σε μιαν άκρη για να φυλαχθούν τελικά με
ασφάλεια στο παγκάρι της εκκλησίας ή σε ένα ντουλάπι ή κιβώτιο μέσα στον χώρο
της εκκλησίας».
Η κ. Βασιλική
Χρυσανθοπούλου, έχοντας ερευνήσει επί χρόνια τις σημαντικές κοινωνικές
διαστάσεις και τους συμβολισμούς που φανερώνονται μέσα από την λαϊκή ευσέβεια
και αισθητική των γυναικών που ασχολούνται με τις σκέπες, αναφέρει:
«Οι σκέπες έχουν και σημαντική κοινωνική
σημειολογία. Αποτελούν προσωπικά δώρα των γυναικών στην εκκλησία και στη
θρησκευτική κοινότητα που συνδέουν πνευματικά και συναισθηματικά τον πιστό με
τους αγίους και το θείο, γενικότερα.
Τέτοιες αφιερώσεις αποτελούν σημαντική
προβολή των γυναικών ως δωρητριών στο δημόσιο χώρο της εκκλησίας και αποτελούν
δίαυλο απόκτησης προσωπικού κύρους για τις αφιερώτριες γυναίκες».
Οι
μαρτυρίες, οι δύο φημισμένες κεντήστρες και τα σημεία των αντιθέσεων
Η εξέλιξη στη δημιουργία των
σκεπών στην ολυμπίτικη λαϊκή τέχνη δεν θα μπορούσε να μην αποτελεί σημείο
αντιθέσεων, ανάμεσα στις νεώτερες και στις μεγαλύτερες γυναίκες, που όμως
δείχνει μια χαριτωμένη άμιλλα. Η κ. Χρυσανθοπούλου παραθέτει τις απόψεις δυο
Ολυμπιτισσών, που ήταν φημισμένες κεντήστρες στον καιρό τους, τις οποίες
αναφέρει ο ζωγράφος και εικαστικός μελετητής Μάνος Αναστασιάδης σε σχετικό του
άρθρο για τη λαϊκή υφαντική και κεντητική στην Όλυμπο στον Β΄ τόμο του
περιοδικού «Καρπαθιακά», το 2006. Λέει η Μαρία Χατζηπαπά-Μηνατσή (Μαρίτσα του
Γιάγκου):
«“Τα κεντήματα που μπαίνου στο σουφά ερχίσα να
γίνονται πίσω από το πόλεμο, μετά. Σιγά-σιγά εβαρυφορτώθην ο σουφάς και δε μ’
αρέσει, ετελειώσαν εκείνα με τα ’λί(γ)α, τα μετρημένα. Πρώτα ήτον ένα χρεμάκι
να διπλώσου τα παιδιά, τώρα είναι όξω των ορίων, η στολή εχάλασε και δεν
πρόκειται να ξαναδιορθωθεί, η Αμερική μας εκατάστρεψε πολλά έθιμα με τα πολλά
χρυσά υφάσματα και χάθηκε εκείνο το απλό, αφού η μια κοντραστέρει την άλλη για
να τη ξεπεράσει. Το ίδιο βλέπουμε και στη διακόσμηση του ολυμπίτικου σπιτιού,
εχάσαμεν εκείνο το ‘μέτρον άριστον’.”
Σύμφωνα με πληροφορίες, η Μαρία Χατζηπαπά-Μηνατσή, αξιόλογη λαϊκή καλλιτέχνις που οι ζωγραφιές και τα κεντήματά της εκτιμώνται ιδιαίτερα από την κοινωνία της Ολύμπου, αγαπούσε το λιτό και το απέριττο. Η δεύτερη μαρτυρία, της επίσης γνωστής για τα κεντήματα και τα υφαντά της, Μαρίας Παπαβασίλη, απηχεί την ανταπόκριση των γυναικών στις πρακτικές ανάγκες των καιρών τους, αλλά και τη βαθμιαία αλλαγή της λαϊκής αισθητικής των Ολυμπιτισσών, όπως την εκφράζουν και οι νεότερες, πολύχρωμες σκέπες των εικόνων:
“Τώρα στη σημερινήν
εποχή δεν χρειάζεται πλέα να σκοτίσεις τη κεφαλή σου για τίποτε. Είν’ όλα έτοιμα. Όλα σου τα
’χουν έτοιμα στα σχέδια και σου ’χουν και έτοιμες κλωστές και πανιά και δε χρειάζεται
ούτε να βάφεις, ούτε να κλώθεις. Πριν, για να κάμεις το χρέμι ήπρεπε ν’
απλώσεις το νήμα το άσπρο κι απέει να το μπουγιατίσεις, να το γιαστείς, (δ)εν
ήτο ψιλοουλεμένη, ολόχοντρη ήτο τότες εκείνη η κλωστή, κ’ (δ)εν ήτον όμορφη σαν
εατούτη την εποχή. Εμένα μου ’ρέσου τα σημερινά, για να σου πω την αλήθεια. Τα
παλαιά δε μου ’ρέσου πλέα, θέλω να’ ναιν όμορφα, εξελιγμένα, φανταχτερά, έξαλλα
…”
* * *
Εστιάζοντας
στην κεντητική, την υφαντική και τη ραπτική τέχνη και παραγωγή των
Ολυμπιτισσών, αντιλαμβανόμαστε τον ρόλο των γυναικών στη διαμόρφωση και στην
εξέλιξη της λαϊκής αισθητικής της Ολύμπου. Η εφαρμογή της τέχνης και της
αισθητικής αυτής στην κατασκευή των σκεπών των εικόνων ενδυναμώνει τις
αφιερώτριες πνευματικά, λόγω της επικοινωνίας τους με τους αγίους, αλλά και
κοινωνικά, αφού τα τάματά τους παραμένουν μόνιμα στην εκκλησία αποτελώντας
πλέον μέρος του συλλογικού ιερού κεφάλαιου της κοινότητας.
Υ.Γ. Οι φωτογραφίες είναι από το
προσωπικό αρχείο της κας Βασιλικής Χρυσανθοπούλου
___________
Σοφία Χατζή
δημοσιεύθηκε στην εφημερίδα
Ορθόδοξη Αλήθεια, 16.02.2022
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου