Αναζήτηση αυτού του ιστολογίου

Κυριακή 3 Νοεμβρίου 2024

Μοναχός Γεννάδιος Σταυροβουνιώτης. Ὁ ἄθεος πού ἀφοσιώνεται στό Θεό.


Μοναχός Γεννάδιος Σταυροβουνιώτης
Ὁ ἄθεος πού ἀφοσιώνεται στό Θεό

 H ἱστορία τῆς Ἐκκλησίας μας εἶναι κατάσπαρτη  απο περιπτώσεις ανθρώπων που ήταν άθεοι κι ὄχι ἁπλά πίστεψαν στό Θεό, ἀλλά ἀφιέρωσαν ὅλη τή ζωή τους σ᾿ 

Αὐτόν, μέ τό νά ἐνταχθοῦν στή Μοναχική πολιτεία. Ἕνας τέτοιος ἄθεος, μέ συνειδητή πίστη στήν ἀπιστία του, μέ «ἄσωτη ζωή, χορούς, τραγούδια καί χαρτοπαίγνιο», μέ ρίζες ὅμως, χριστιανικές, πού σε κάποια στιγμή, μέ τή Χάρη τοῦ Θεοῦ, καρποφόρησαν καρπόν ἑκατονταπλασίονα, ἦταν ὁ π. Γεννάδιος Σταυροβουνιώτης.


Τον συνάντησα στις 22 Αυγούστου του 2006, στο «Λινό», Μετόχι τῆς Ἱ. Μονῆς Σταυροβουνίου, πού εἶναι γνωστό ως Ἅγιος Μόδεστος, ἕνεκα τῆς ἐκκλησίας πού ὑπάρχει στό χῶρο. Παλαιότερα ἔμεναν οἱ πατέρες γιά τίς γεωργικές εργασίες τοῦ Μοναστηριοῦ. Νοτιοδυτικά, ψηλά ὡς νά σκέπει ὄχι μόνο τό Μετόχι ἀλλά καί ὅλη τήν περιοχή, εὑρίσκεται το Σταυροβούνι.


Τώρα, μέ τά λίγα κελλιά καί τό μικρό κῆπο, φιλοξενεῖ τόν 87χρονο μοναχό, μέ τό νεανικό ζῆλο καί ένθουσιασμό γιά προσευχή, ἄσκηση καί «ἱεραποστολή».

Ἔφτασα γύρω στις 10:00 το πρωί. Ὁ Μιχαλάκης Μιχαήλ, ὁ ἐπικληθείς Θαδδαῖος, ὁ ὁποῖος μέ πῆρε καί μέ ἐνημέρωσε γιά τόν π. Γεννάδιο, μέ πληροφόρησε ὅτι δέχεται κόσμο μέχρι τις 11:00, ἐπειδή τίς ἄλλες ὧρες ἔχει εἰδικόν πρόγραμμα.
Μᾶς δέχτηκε μέ χαρά καί μᾶς ὁδήγησε στο ναό.

Προσκυνήσαμε καί καθίσαμε ἔξω ἀπό τήν κουζίνα, κάτω ἀπό τή ζέστη τῆς τσίγγενης στέγης, πού ἦταν βέβαια, πιό δροσερή ἀπό τό ὕπαιθρο. Σκληρό τό καλοκαίρι τῆς Κύπρου! Μᾶς κέρασε παπουτσόσυκα πού εἶχε στόν κῆπο του. Οἱ δυό γυναῖκες μέ τό παιδί, πού τόν ἐπισκέφθηκαν πρίν ἀπό ἐμᾶς, ἔφυγαν κι ἔτσι ἄνετα μπορούσαμε να συζητήσουμε.

Ἦταν τό ἐπίκαιρο, τότε, θέμα τῶν Ἀρχιεπισκοπικῶν ἐκλογῶν, πού ἀναπόφευκτα, εἴπαμε τίς ἀπόψεις μας.
Συμφωνήσαμε γιά τήν ἀναγκαιότητα νά ἀναδειχθεῖ Ἀρχιεπίσκοπος Κύπρου μέ πνευματικά κριτήρια γιά νά ὁδηγήσει κλῆρο καί λαό ἀπό τήν ἐκκοσμίκευση στήν Εὐαγγελική βιοτή.
Μιλήσαμε γιά τό πρόγραμμα πού ἀκολουθεῖ καθημερινά, νύχτα καί μέρα. Τίς ἀκολουθίες τις κάμνει με κομποσχοίνι, βασισμένες στον τρόπο πού γράφει τό φυλλάδιο – ἔκδοση Ἱ. Μονῆς Ἁγίου Διονυσίου Ἁγίου Ὄρους, τό ὁποῖο εἶχε κρεμασμένο στόν τοῖχο τοῦ κελιού του. Κάποια στιγμή κάνει τήν «παγκόσμια προσευχή», ὅπως τήν ὀνόμασε. Εἶναι μία αὐτοσχέδια προσευχή ὑπέρ τοῦ σύμπαντος κόσμου. Ἐδῶ μνημονεύει καί τά ὀνόματα ζώντων καί κεκοιμημένων πού τοῦ δίνουν γραμμένα αὐτοί πού τόν ἐπισκέπτονται.


Στό ἀναλόγιο τοῦ κελλιοῦ του, εἶχε τό βιβλίο τοῦ Χρήστου Γιανναρᾶ «Τό ἀλφαβητάρι τῆς πίστης», τό ὁποῖο μᾶς σύστησε. Μᾶς εἶπε ὅτι διαβάζει καί Ρωμανίδη, ὅπως καί Ἰσαάκ τόν Σύρο πού τοῦ ἀρέσει πολύ.


Αὐτό, ὅμως, πού μᾶς εἶπε μέ ταπείνωση καί δέος ήταν ή μεταστροφή του. Ένα σημαντικό γεγονός που το διηγεῖται «πρός οἰκοδομήν». Στην πρώτη καί στις μετέπειτα συναντήσεις πού εἴχαμε, μᾶς δόθηκε ἡ εὐκαιρία νά ἐμβαθύνουμε στην προηγούμενη ζωή του.


Οι μαγνητοφωνήσεις πού ἔγιναν μέ τή συγκατάθεσή του, μέ βοηθοῦν στήν ἀναφορά τῶν λεγομένων του πού, βέβαια, θα γίνει περιληπτικά. Ὅσα εἶναι σέ εἰσαγωγικά σημαίνει ὅτι τά εἶπε ὁ ἴδιος.

«Ο πατέρας μου ἦταν ψάλτης τῆς Ἐκκλησίας, ἅγιος ἄνθρωπος, καλοσυνάτος, καλότατος. Τό ἴδιο καί ἡ μάνα μου, ἡ ὁποία ἦταν ἀγράμματη καί πολύ πλούσια. Μοναχοκόρη. Ορφάνεψε ἀπό δυό χρονῶν καί τή μεγάλωσαν οἱ θεῖες της. Ὡς τά 15 μου χρόνια διάβαζα Αγία Γραφή, ἤμουν μέσα στό ἱερό, ἔπαιρνα ἑξαπτέρυγα. Ἄκουγα να λένε γιά τό Θεό ὅτι εἶναι ἀγάπη, εἶναι δίκαιος. Όμως, ἔβλεπα ὅτι ὁ κόσμος δυστυχεῖ, ἀδικεῖται κι ὁ Θεός δέν ἐπεμβαίνει. Ὁ παπάς ἄλλα ἔλεγε, ἄλλα ἔκαμνε. Προβληματιζόμουν, ἔψαχνα.


Οἱ ἄθεοι ἔλεγαν ὅτι ὁ κόσμος ἔγινε ἀπό τό “big bang”.
Ναί, ἀλλά ποιός τό ἔκαμε; Τό ὑδρογόνο που βρέθηκε;
Γιά νά διασπαστεῖ τό ἄτομο χρειάζεται ἐνέργεια πέρα ἀπό τό κέντρο τῆς ἡλιακῆς δύναμης. Πῶς διασπάστηκε, πῶς ἔγινε; Ἄρχισα να διαβάζω τήν Ἁγία Γραφή και εἶδα γιά τή δημιουργία. Πίστεψα ὅτι ὑπάρχει Θεός, ἀλλά ἡ πίστη μου ἦταν τοῦ λογικοῦ.


Ἔβλεπα γύρω μου φτώχεια, ἀνισότητα, ὁ ἕνας νά καλοπερνᾶ κι ὁ ἄλλος νά δυστυχεῖ. Τότε δημιουργήθηκε το ΑΚΕΛ. Γύρω στο 1940. Διάβασα τό καταστατικό του καί εἶπα: «τούτη εἶναι ἡ ζωή που πρέπει νά ζεῖ ἕνας χριστιανός». Έγινα συνειδητό μέλος του ΑΚΕΛ κι ἐργαζόμουν με όλες μου τις δυνάμεις. Μισοῦσα τήν ἀδικία. Αμα καταλάβαινα ότι κάποιος ἀδικεῖται, ἐπενέβαινα κι ἄς μήν τόν ἤξερα. Θυμᾶμαι το περιστατικό πού ἀντίκρυ ἀπό τό σπίτι μου ήταν ἕνας ἄγνωστός μου γέρος. Κάποιος συγχωριανός μου τόν χτυποῦσε στο κεφάλι. 

Ετρεξα κοντά καί τόν γλύτωσα μέ τόση μανία πού αὐτόν πού τόν κτυποῦσε «ἦταν νά τόν φάω».
Μεγαλώνοντας ἔγινα ἄσωτος, ἔπαιζα χαρτιά, πήγαινα μέ γυναῖκες, περνοῦσα τή ζωή μου χωρίς Θεό.

Ἀφοῦ δέν πίστευα ὅτι ὑπάρχει, δέν εἶχα περιορισμούς.

Ἔκαμνα ὅ,τι μοῦ ἄρεσε, ὥστε ὁ πατέρας μου να ντρέπεται να συναντήσει συγχωριανούς του. 
Μία φορά,κρυμμένος, ἄκουσα τούς γονιούς μου νά μιλοῦν:
- Μαρία, ντρέπομαι νά βγῶ στόν κόσμο. Ὅλοι μιλοῦν γιά τίς ἀσωτίες τοῦ γιοῦ μας.
- Αὐτό τό παιδί θά συνέλθει, τοῦ εἶπε.

Η μάνα μου ποτέ της δέν μοῦ θύμωσε, παρόλο ὅτι ἤμουν ὁ πιό ἀνάποδος ἀπ᾿ ὅλα τ' ἀδέρφια μου, τρίαἀγόρια καί τρία κορίτσια. Πάντα μέ προσφωνοῦσε«Ανδρέα μου». Καταλάμβαινε ὅτι ἀκούω μέ τόν καλόν τρόπο, μέ κάμνεις ὅ,τι θέλεις ἔτσι, ἐνῶ ἄν μέ ζόριζες«γινόμουν Τοῦρκος». 

Ἔτσι μοῦ ἄρεσε. Ήμουν ἀνάποδος, εὐλοημένε!»
Μεγάλωσε, παντρεύτηκε, πῆγε στην Αγγλία για μία καλύτερη ζωή, πρῶτα μόνος του κι ὅταν σε δυό χρόνια ἔκανε δική του δουλειά (Γαλλικό εστιατόριο στο City του Λονδίνου), πῆρε μαζί τή γυναίκα καί τά παιδιά του. Αργότερα ἐπέστρεψαν ὅλοι πίσω καί ἐργάζονταν, ὁ ἴδιος καί τά παιδιά του, στίς ἐπιχειρήσεις του. Ἡ ἀθεΐα του συνεχίστηκε παρόλο πού ἡ σύζυγός του πίστευε κι ἐκκλησιαζόταν. Τήν πήγαινε ἐκκλησία, δεχόταν μέ σεβασμό τήν πίστη της, ἀλλά ὁ ἴδιος ἐξακολουθοῦσε νά μένει ἀποστασιοποιημένος.


Μᾶς διηγήθηκε τή συμφωνία πού ἔκαμε μαζί της, πρίν τήν παντρευτεῖ, τήν ὁποία δέχτηκε και πέρασαν θαυμάσια. «Ὅταν βρῆκα τή γυναίκα πού ἦταν να παντρευτῶ, τῆς εἶπα: «Εγώ εἶμαι δημοκράτης. 

Τά προβλήματά μας θά τά συζητοῦμε γιά νά βρίσκουμετό συμφέρον τοῦ σπιτιοῦ μας. Ὅταν, όμως, διαφωνούμε θά γίνεται αὐτό πού λέω ἐγώ. Δέν μπορεῖ νά διευθύνουν δυό κεφαλές ένα σπίτι. Αν συμφωνεῖς θα παντρευτοῦμε, ἄν ὄχι πήγαινε σπίτι σου». Δέχτηκε καί περάσαμε πολύ ωραία. Εκείνη διηύθυνε το σπίτι, ἐγώ τίς ἔξω δουλειές πού εἶχα. Ποτέ δεν τσακωθήκαμε. 

Τό «πουντζίν» ἦταν κοινόν. Επαιρνε ὅ,τι καί ὅποτε ἤθελε.
Δέν ὑπῆρχε ἔλεγχος».
Στόν Καλοπαναγιώτη είχε μεγάλο κτῆμα ἡ σύζυγός του, κληρονομικό. Ἐκεῖ ἐφτίαξε ἕνα λυόμενο σπίτι καί ζοῦσαν μέ τούς δυο γιούς καί τή μία κόρη. Ἡ παραμονή του στην Αγγλία τόν βοήθησε να κάμει, μεταξύἄλλων, καί ξενοδοχεῖο στη Λεμεσό. Ὅμως, τό ἔκτισαν χωρίς ἄδεια καί ἡ ἀπόφαση τοῦ δικαστηρίου ἦταν ἡ κατεδάφιση. «Πῆγα μέ τόν Καζαμία, μέ τόν ὁποῖον ἤμασταν στενοί φίλοι, καί βρήκαμε τόν Εζεκία Παπαϊωάννου, πού γνώριζα ἀπό νωρίς στο ΑΚΕΛ καί ἦταν ὁ πρόεδρός του. Τοῦ ζήτησα να περάσει συμπληρωματικό νομοσχέδιο, να γλιτώσει τό ξενοδοχεῖο.


Προσπάθησε, ἀλλά δέν μπόρεσε νά κάνει τίποτε. Μετά δυό χρόνια μέ φωνάζει καί μοῦ λέει: «Κάμε ὅ,τι μπορεῖς. Μέ κοροϊδεύουν. Δέν μπορῶ νά κάνω τίποτε».


Νόμιζα ὅτι ἔπεσε ὁ οὐρανός στο κεφάλι μου. Τά εἶχα ὅλα τακτοποιημένα, Αγγλία καί Κύπρο, ὥστε νά προχωροῦν καλά οἱ ἐπιχειρήσεις χωρίς να πάθω τίποτε καί τώρα ἀνατρέπονται ὅλα. Δέν περίμενα ποτέ τέτοιαν κατάσταση.

Πῆγα σπίτι ἀπελπισμένος. Γονάτισα κι ἔκλαψα. Δέν πίστευα στό Θεό ἀλλά τοῦ εἶπα: «Κύριε, καταστρέφουμαι. Βοήθα με». Την επόμενη βδομάδα ψηφίστηκε το νομοσχέδιο στη Βουλή. Κι ακόμα δέν πίστευα...
Τοῦ εἶπα: «Ἂν ὑπάρχεις, θέλω να μάθω τήν Ἀλήθεια».


Δέν πίστευα ἀπό ἄγνοια.
Μία μέρα, ἐνῶ ἡ γυναίκα μου βρισκόταν σπίτι κι ἐγώ στόν κῆπο, ἦλθε ἡ Χάρις τοῦ Θεοῦ. Ἄρχισα να φωνάζω «Ἔχει Θεό! Εχει Θεό!» Πίστεψα! Πῶς νά τό πῶ; Πίστεψα! Ἡ γυναίκα μου χάρηκε πολύ! Αμέσως πῆγα καί γιά ἐξομολόγηση στην Τροοδίτισσα, στόν π. Κύριλλο. Ἦταν τῆς ἡλικίας μου, πολύ καλός. Ἤμουν 70 χρόνων. 55 χρόνια μακριά ἀπό τό Θεό. 

Αποφασίσαμε, ἡ γυναίκα μου κι ἐγώ, νά ζήσουμε ὡς ἀδελφοί κι ἄν μᾶς θέλει ὁ Θεός νά γίνουμε μοναχοί.
Ὅταν πέθανε ἡ γυναίκα μου ζητοῦσα ἀπό τό Θεό νά μοῦ δείξει ἄν μέ θέλει να πάω μοναχός. Νόμιζα ὅτι θά μοῦ δείξει ἀπ᾽ εὐθείας ὁ ἴδιος».

Μᾶς ἐξιστορεῖ τίς δυσκολίες που συνάντησε μέχρι να καταλήξει στο Σταυροβούνι, ὅπου ἀγωνίζεται μέ ζῆλο καί ἀφοσίωση καί πλήρη ὑπακοή. «Ο γέροντας θα καταλάβει ἄν ἔχεις ὑπακοή, πού εἶναι τό πρῶτο κριτήριο. Ὡς μοναχός δέν ἔχεις δική σου γνώμη. Ἡ γνώμη σβήνει. Ὅταν ἀποφάσισα να πάω μοναχός, εἶπα ὅτι θά εἶμαι ὅπως τό παιχνίδι κοντά τους. Ὅ,τι θέλουν. Ἔτσι ἔζησα. Στα πέντε χρόνια ἔγινα μεγαλόσχημος.
Ἤθελα νά ἀσκοῦμαι πιό πολύ. 

Πέρασα τόσα χρόνια στήν ἄγνοια, στήν ἁμαρτία. Πρέπει να προλάβω στα ὑπόλοιπα χρόνια τῆς ζωῆς μου να μετανοήσω"

Τὴν ἀπόφασή του γιά νά ζήσει τήν αυστηρή ερημική ζωή τήν θέτει στην κρίση τοῦ Γέροντα Αθανασίου κι ἐκεῖνος στο Ηγουμενοσυμβούλιο. Ήταν ἐπιφυλακτικοί, ἕνεκα ἡλικίας καί ἐνδεχόμενης πλάνης τοῦ πονηροῦ. Ἦταν τότε 80 χρόνων.

Ἐκεῖνο τόν καιρό ὁ μεγάλος του γιός ἔφυγε γιά τήν Αγγλία, ἀφήνοντας το σπίτι στο χωριό. Ὁ π. Γεννάδιος ζήτησε εὐλογία γιά μερικές βδομάδες να τακτοποιήσει τα περιουσιακά. Ήταν, ὅμως, καί μία εὐκαιρία νά δεῖ κατά πόσον ἡ ἀσκητική ζωή κάνει γι᾽ αὐτόν. Ἕνα βιβλίο τοῦ Ἰωσήφ τοῦ Βατοπεδινοῦ τόν βοήθησε να μάθει πῶς ζοῦν ὅσοι μοναχοί ἐγκαταβιοῦν ἐρημικά, μόνοι τους.
«Απίστευτο! Ἀπό τήν πρώτη μέρα ἦλθε ἡ Χάρις.

Ζοῦσα, γιά εἰκοσιπέντε μέρες πού ἔμεινα ἐκεῖ μόνος μου, τή Χάρη. Μία κατάνυξη μέσα μου! Πῶς νά τήνπεριγράψω; Πῶς νά καταλάβει κανείς ἄν δέν τή ζήσει;». Επιστρέφει στο Μοναστήρι κι ἐνημερώνει τό Γέροντα, ὁ ὁποῖος ἐνθουσιάζεται γιά τό βίωμά του, πού, ὡς ἔμπειρος, καταλαβαίνει ὅτι ἦταν ἐκ Θεοῦ,


Στή συνέχεια, επειδή συνέχισαν νά ἀντιδροῦν οἱ πατέρες τοῦ Ἡγουμενοσυμβουλίου, ζήτησε εὐλογία νά περάσει τήν ἐπικείμενη Μ. Σαρακοστή στο χωριό του πάλι. «Νά μοῦ δώσετε δυό μήνες να δοκιμάσω,
Ἄν εἶναι ἀπό τό διάβολο θά τά παρατήσω».


Ἡ παρουσία του στόν ἴδιον τόπο καί τρόπο ζωῆς τόν γέμιζε πολλή χαρά. «Πέρασα τό πενηνταήμερο χαρά Θεοῦ, παράδεισο». Πρίν, ὅμως, ἐπιστρέψει στή Μονή, σκέφτηκε νά περάσει ἀπό τό Ἅγιο Ὄρος γιά να ρωτήσει διακριτικούς γέροντες «τί δέον γενέσθαι».


Μέ τήν εὐλογία τοῦ Γέροντά του συναντᾶ τό Μοναχό Ἰωαννίκιο στή Μονή Διονυσίου, τό Μόναχο Παΐσιο πού ἀσκήτευε μόνος του κοντά στη Διονυσίου καί κάποιον ἄλλον πού δέν θυμᾶτο τό ὄνομά του. Καί οἱ τρεῖς τοῦ εἶπαν: «πήγαινε πίσω καί ρώτησέ τους ξανά.


Ἄν ὁ Θεός θέλει νά ἀσκητέψεις, οὐδείς θά σ᾽ ἐμποδίσει».
Πράγματι, ἐπιστρέφοντας δέν ἔφερε κανένας ένσταση καί τοῦ ἔδωσαν τό μετόχι τοῦ ἁγίου Μοδέστου.
Αρκετός κόσμος τόν ἐπισκεφτόταν κι αὐτός τούς δεχόταν μέ ἀγάπη, συμβουλεύοντας ἀπό τήν πεῖρα καί τή φώτιση τοῦ Θεοῦ ὅποιον τοῦ ἔθετε το πρόβλημα του.


Πρός τά τέλη τῆς ζωῆς του οἱ πατέρες τοῦ Σταυροβουνιοῦ τόν φρόντισαν μέ πολλή ἀγάπη. Κοιμήθηκε στις 23 Ιουλίου 2018 στήν ἡλικία τῶν 98 ἐτῶν.


Βιβλιογραφία. Συναντήσεις -Αναζητήσεις-Αποκαλυψεις. Πατήρ Ανδρέας Αγαθοκλέους.

Δεν υπάρχουν σχόλια: