Αναζήτηση αυτού του ιστολογίου
Τετάρτη 20 Αυγούστου 2025
ΔΙΑΒΆΖΟΥΜΕ..
Διαβάζουμε: «Στη Μονή Παντοκράτορος
ὑπῆρχε ἕνας ἁπλούστατος Γέροντας, ἀγράμματος
αλλά πολύ καλόκαρδος, ὁ π. Πανάρετος -τόν προλάβαμε κι ἐμεῖς—. Αὐτός ἔκανε τόν ταχυδρόμο τοῦ Μοναστηριοῦ. Τότε δέν εἶχε δρόμους· μέ τά ζῶα
πηγαίνανε. Αὐτός, ὅμως, ἐπειδή ἦταν δυνατός στόν
ὀργανισμό, πήγαινε μέ τά πόδια κάθε μέρα. Εἶχε
ἕνα μεγάλο σάκκο. Τοῦ εἶχε ἀναθέσει τό Μοναστήρι
νὰ ἔρχεται ἐδῶ στις Καρυές να παίρνη τό ταχυδρομεῖο καί νά πηγαίνη στο Μοναστήρι. Μάλιστα, γιά νά τόν πειράξουν λίγο, γιά νά γελᾶνε οἱ Πατέρες
ἐκεῖ πέρα —ὁ π. Εὐθύμιος καί ἄλλοι προϊστάμενοι,
τοῦ ἀγοράσανε μιά ντουντούκα, ὅπως εἶχαν οἱ πα-
λαιοί ταχυδρόμοι. "Ντούουου!”, φυσοῦσε καί σφύριζε. Τοῦ εἶπαν: “Οταν θά ἔρχεσαι πάνω στο Σταυρό,
ἀπ' ὅπου φαίνεται τό Μοναστήρι, θά σφυρίζης, να
ἀκοῦμε ὅτι ἔρχεσαι". Αὐτός, ὅμως, εἶχε τέτοια παιδική ψυχή, πού ἔκανε τόσο μεγάλη χαρά, σάν νά τοῦ εἶχαν δώσει τό πιό πολύτιμο πράγμα, ἐπειδή εἶχε πολλή ἁπλότητα· σαν παιδί ἤτανε. Μιά μέρα τοῦ λέει ἕνας ἀδελφός τῆς Μονῆς, ὁ Γερο-Παρθένιος ἀπ' την Πάρο: "Σέ παρακαλῶ, π. Πανάρετε, τώρα πού ἀνεβαίνεις στις Καρυές, ἐπειδή ἔχω γρίππη, πάρε
μου λίγα πορτοκάλια ἀπ' τόν Ταλέα να φάω, διότι
μέ ταλαιπωρεῖ τώρα λίγες μέρες ἡ ἴωσι αυτή γιά νά δυναμώση ὁ ὀργανισμός μου". Ἔφθασε στις Καρυές.
Ὅμως, σὰν ἄνθρωπος καί αὐτός, ξέχασε να πάρη τά
πορτοκάλια. Πῆρε τό ταχυδρομεῖο καί ἐπέστρεψε.
Ὅταν, ὅμως πλησίασε στο Μοναστήρι, το θυμήθη
κε, ἀφοῦ, ὅμως, εἶχε σφυρίξει ὅταν ἔφθασε στο ὕψωμα ἀπ' ὅπου φαίνεται το Μοναστήρι. "Έρχεται ὁ ταχυδρόμος”, εἶπαν οἱ Πατέρες, ἀλλά ἄν καί περνοῦσε
ἡ ὥρα δέν φαινόταν. Μόλις θυμήθηκε τά πορτοκάλια, γύρισε πίσω στις Καρυές —ἡ ἀπόστασι εἶναι μιάμισυ ὥρα ἀνηφόρα. Ὁ καημένος τόση ἀγάπη εἶχε,
πού ἀναλογίσθηκε: "Πῶς θά πάω να παρουσιασθῶ
στο Γέροντα χωρίς τά πορτοκάλια;". Γυρνάει πίσω,
παρότι ἦταν χειμωνιάτικη ἡμέρα καί εἶχε ἀρχίσει να
βραδυάζη. Παίρνει τά πορτοκάλια καί ἐπιστρέφει.
Ὅμως, νύκτωσε στο δρόμο καί τόν ἔπιασε καί μία
χιονοθύελλα ξαφνικά. Ἀναγκάσθηκε να καθήση κάτω
ἀπό ἕνα δένδρο. "Παναγία μου", ἄρχισε νά παρακαλῆ, "σῶσε με νά μήν παγώσω". Τότε ἐμφανίσθηκε
ξαφνικά μιά μαυροφόρα κυρία μέ ἕνα φαναράκι καί
τοῦ λέει: "Γερο-Πανάρετε, ἀκολούθησέ με”. Τήν ἀκολουθεῖ ὁ Γερο-Πανάρετος, καί χωρίς να καταλάβη τό
πῶς, βρέθηκε μέσα στον περίβολο τοῦ Μοναστηριοῦ.
Μόλις τόν εἴδανε, τρόμαξαν οἱ Πατέρες. "Πῶς; Ποιός;".
“Αὐτό καί αὐτό”, τούς λέει, "μιά κυρία μ' ἔφερε".
Μάλιστα παρήγγειλε σ' ἕναν ἁγιογράφο μία εἰκό-
να τῆς Παναγίας. Σέ αὐτήν εἰκονίζεται ἡ Παναγία να
ὁδηγῆ τό Γέρο-Πανάρετο στο Μοναστήρι»
Ἀγάπη πρός τόν ἀδελφό.
Εγγραφή σε:
Σχόλια ανάρτησης (Atom)
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου