Μοναχός Τρύφων Βοϊκουλέσκου Μοναστήρι Τισμάνα νομού Γκόρζ (+1944)
Στον μοναχό π. Τρύφωνα εκπληρώνεται επακριβώς ό λόγος του Κυρίου μας Ιησού Χρίστου, πού λέγει ότι «οι πρώτοι θα γίνουν έσχατοι και οι έσχατοι πρώτοι».
Αυτός ήταν μία μορφή καλοσυνάτου μοναχού, πού προώδευσε πνευματικά στα βαθειά του γεράματα, αφού έζησε λίγα χρόνια στο μοναστήρι. «Τελειωθείς εν ολίγω πλήρωσε χρόνους μακρούς», όπως λέγει ό προφήτης Σολομών.
Πράγματι, ό π. Τρύφων ήλθε γέρος στην μοναχική άσκηση. Δεν εισήλθε από νέος στην μεγάλη πόρτα της Μονής. Δεν έζησε κοντά σε κάποιον έμπειρο μοναχό σαν μαθητής του. Δεν μεγάλωσε κοντά σε φημισμένους και μορφωμένους Γέροντες. Δεν γνώρισε τις μεγάλες δύσκολες μάχες των μοναχών της νεανικής τους ηλικίας. Δεν έπιασε από μικρός στο χέρι το κομποσκοίνι, το Ψαλτήρι, τον κανόνα της νηστείας, την καλογερική πτώχεια. Όχι. Απ' όλα αυτά ήταν ξένος ό π. Τρύφων.
Καταγόταν από την πόλι Τίργκου Ντζίου. Από μικρός ασχολήθηκε στον κόσμο με το εμπόριο, με την μάχη για την ύπαρξη στην ζωή. Νυμφεύθηκε και απέκτησε τρία παιδιά. Όλα έμαθαν γράμματα. Το επάγγελμα του στην κοσμική του ζωή του ήτο μάγειρας σ' ένα εξοχικό εστιατόριο. Κανείς ανάμεσα στους υπαλλήλους και στον λοιπό κόσμο, πού τον γνώριζαν, δεν μπορούσε να διανοηθεί ότι ό μάγειρας τους ήταν π.χ. άδικος, γκρινιάρης, άπιστος ή κλέπτης ή γαστρίμαργος. Διότι πράγματι ήταν άνθρωπος του Θεού, αξιοτίμητος, αγαπητός σε όλους και γνήσιο πνευματικό τέκνο της Εκκλησίας του Χριστού.
Αφού τακτοποίησε τα παιδιά του και τα υπάνδρευσε, μετά από λίγο καιρό απέθανε και ή γυναίκα του, και ό καλός αυτός χριστιανός απεφάσισε ν' αφήσει τον κόσμο. Και ήλθε στην μονή Τισμάνα την 11ην ώρα της ζωής του. Ήταν το 1934. Την επόμενη χρονιά εκάρη μοναχός και έζησε στην Μονή δέκα ακριβώς χρόνια. Το δεκαετές αυτό και τελευταίο διάστημα της ζωής του το αφιέρωσε και πάλι με εντολή του ηγουμένου στην διακονία του μαγειρείου της Μονής του. Στο διάστημα αυτό έζησε παραδειγματική ζωή, με σπάνια μοναχική άσκηση. Σιωπούσε, προσευχόταν, νήστευε, αγρυπνούσε, βοηθούσε στην εκκλησία, δεν απουσίαζε από τις ακολουθίες και κοινωνούσε συχνά των Άχραντων Μυστηρίων.
Ας διαβάσουμε παρακάτω τί έγραψε ένας αυτόπτης μάρτυς, ό άρχιμ. π. Ίωάσαφ Γκανέα, ό όποιος στην εποχή του γερο-Τρύφωνος ήτο φοιτητής και έμενε μερικές φορές στο μοναστήρι αυτό: «Ήταν στο Τισμάνα ένας μάγειρας, του οποίου το μνήμα είναι εκεί ανάμεσα στα άλλα των Πατέρων, ό π. Τρύφων Βοϊκολέσκου. Αυτός ό άνθρωπος, πριν γίνει μοναχός, ήτο πρώτος και υπεύθυνος μάγειρας στο τάδε εστιατόριο της πόλεως Τίργκου Ντζίου. Το 1934 εγκατέλειψε τα πάντα, και ασπάσθηκε το αγγελικό σχήμα των μοναχών το 1935. Από τότε μέχρι τον θάνατο του ήταν ό μάγειρας της μονής Τισμάνα. Δεν γνωρίζω πότε εκοιμάτο και πότε αναπαυόταν. Στην εκκλησία ερχόταν ανελλιπώς, ήμερα και νύκτα. Παρά τα γεράματα του ανέβαινε πολλές φορές τις σκάλες του καμπαναριού για να κτυπήσει τις καμπάνες, μετά τον κόπανο, το σιδεράκι, οι όποιες ακούονταν από πολύ μακριά. Άλλοτε τον έβλεπες στο μαγειρείο να μαγειρεύει και τις νύκτες να ευρίσκεται στην εκκλησία και να προσεύχεται. Ένα τέτοιο μάγειρα, φθασμένο στην αρετή και στην αγιότητα, συνάντησα και στην μονή Τσερνίκα.
Μου άρεσε πολύ ή ζωή του π. Τρύφωνος. Ήταν ένα πρότυπο στην ζωή μου και πολύ με ωφελούσε. Όταν τον έβλεπα με το ωχρό πάντα πρόσωπο του, με έντονα τα σημεία της νηστείας στην μορφή του, ενθυμούμουν τούς μεγάλους ασκητές των μεγάλων κοινοβίων του αγίου Παχωμίου, του αγίου Ευθυμίου και άλλων. Δεν είχα την παραμικρή αμφιβολία στην ψυχή μου ότι κι αυτός ό γέροντας της μονής Τισμάνα, ήτο μεγάλος αγωνιστής στην νηστεία, στην προσευχή και στην υπακοή.
Όταν έκοιμήθη, πολλά λουλούδια και κρίνα βάλαμε δίπλα του, και μέσα στο τάφο του όταν τον θάπταμε. Περισσότερο κλαίγαμε παρά ψάλλαμε. Όλοι τον αγαπούσαμε και τον θεωρούσαμε σαν το πιο πολύτιμο μαργαριτάρι της Μονής μας, κι αυτό για την αγία και ταπεινή ζωή του.
Ό π. Τρύφων ήτο άρρωστος στο συκώτι και παρ' όλα αυτά βίαζε τον εαυτό του και κατέβαινε στο μαγειρείο να μαγειρεύει καθημερινά. Τότε εγώ ήμουν φοιτητής».
Ιδού λοιπόν, ότι ό Θεός δεν ζητεί μακρότητα ήμερων και ετών στη μοναχική ζωή, αλλά να προσφέρουμε ολόκληρη την ψυχή μας σ' Αυτόν. Ό π. Τρύφων εργάσθηκε στο πιο δύσκολο διακόνημα της Μονής. δούλευε ήμερα και νύκτα για τούς άλλους, υποδεχόταν στο μαγειρείο Πατέρες και λαϊκούς χριστιανούς, παρηγορούσε τούς πτωχούς και τούς βοηθούσε ποικιλοτρόπως. Έκανε ότι ημπορούσε. Το έτος 1944 ό π. Τρύφων μετέβη στον Κύριο. Είθε ή ταπεινή του ψυχή να προσεύχεται στον ουρανό για τις ψυχές όλων μας.
ΒΙΒΛ. ΟΣΙΑΚΕΣ ΜΟΡΦΕΣ ΤΟΥ ΡΟΥΜΑΝΙΚΟΥ ΜΟΝΑΧΙΣΜΟΥ. "ΟΡΘΟΔΟΞΟΣ ΚΥΨΕΛΗ
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου