Αναζήτηση αυτού του ιστολογίου
Τετάρτη 10 Οκτωβρίου 2012
ΥΠΑΡΧΕΙ Η ΑΝΑΣΤΑΣΗ ΤΩΝ ΝΕΚΡΩΝ; ΑΓΙΟΥ ΝΙΚΟΛΑΟΥ ΑΧΡΙΔΟΣ
Αδερφοί μου, το βλέμμα πού στρέφετε
πάνω μου σήμερα, έχει αποτυπωμένη μια και μοναδική ερώτηση:
Υπάρχει ή ανάσταση των νεκρών; Έχετε
θέσει πολλές φορές αυτό το ερώτημα σε επιστήμονες, σε φιλοσόφους, σε
καλλιτέχνες, σε ιστορικούς, σε μέντιουμ, σε χειρομάντες. Και, επειδή έχετε δεχτεί,
απαντήσεις γεμάτες δισταγμό και ανασφάλεια, στραφήκατε σήμερα προς την εκκλησία
και θέτετε πάλι το ίδιο ερώτημα. Υπάρχει ή ανάσταση των νεκρών; Επείγεστε να
λάβετε μια απάντηση, γιατί και ό θάνατος βιάζεται να σας συναντήσει. Επείγεστε,
επειδή ό θάνατος καθημερινά περιφέρεται σ' αυτή την πόλη και «απαγάγει» ένα
μεγάλο αριθμό ανθρώπων και δεν τούς επιστρέφει πίσω. Όλοι σας αισθάνεστε πώς
είστε μέρος σ' αυτή την κλήρωση της ζωής. Ό θάνατος κυκλοφορεί ανάμεσα σας, στα
σπίτια σας και συγκεντρώνει τούς λαχνούς πού κληρώνονται.
Οι λαχνοί πού κληρώνονται είναι οι
γονείς σας, τα παιδιά σας, τα αδέλφια σας, οι φίλοι σας και εσείς οι ίδιοι. Άτομα
προσφιλή και αγαπημένα, πού σας προσέφεραν ζεστασιά, νόημα στη ζωή σας,
γλυκύτητα και χαρά. Αυτούς ό θάνατος τούς μεταμορφώνει ενώπιον σας, σε άκαμπτες
κέρινες φυσιογνωμίες.
Συχνά σας είναι βαρετό το σήμερα και
ανυπομονείτε για την αυριανή μέρα. Ξεχνάτε
όμως, πώς κάθε μέρα ό τροχός με την κλήρωση του λαχνού είναι όλο και πιο
κοντά στο δικό σας νούμερο. Κάποτε θα κληρωθεί και το δικό σας νούμερο και ό
θάνατος κοιτάζοντας το με ένα αδιάφορο, απαθές βλέμμα, θα το πάρει.
Και ό καθένας από εσάς, φίλοι μου, θα
ξαπλώνει μπροστά στους φίλους του σαν κέρινη φιγούρα. Οι φίλοι του θα βάλουν στα
κρύα χέρια του το κερί και θα στέκονται όρθιοι γύρω από το κεφάλι του. Θα
στέκονται όρθιοι. Θα λυπούνται και θα λένε: Κοίτα τον φίλο μας, πού ήταν τόσο
ενεργητικός και ομιλητικός, τόσο ζεστός, λαμπερός και αγαπητός. Κοίταξε πώς
τώρα στέκεται ενώπιον μας ακίνητος και σιωπηλός. Ή λαμπερή του ψυχή δεν έχει
ούτε το φώς, πού έχει το κερί στα χέρια του. Ή ζεστή του καρδιά δεν έχει τόση
θερμότητα, όσο ή τρεμάμενη φλογίτσα του κεριού.
Αδερφοί μου, κάθε φορά πού βλέπετε
έναν νεκρό, αναρωτιέστε:
Στ' αλήθεια, υπάρχει ή ανάσταση των
νεκρών;
Κάθε φορά πού απομακρύνεστε από
αυτόν, κάθε φορά πού ό κρύος ιδρώτας στεγνώνει στο μέτωπο σας και τα δάκρυα στα
μάτια σας ή ίδια ερώτηση διαπέρνα το νου σας. Επιστρέφετε στις καθημερινές σας
απασχολήσεις και μέριμνες, ράβετε ή υφαίνετε, διαβάζετε ή γράφετε, χτίζετε ή
κυβερνάτε μία χώρα, αλλά στο μυαλό σας παραμένει ή σκέψη του θανάτου και το
ερώτημα της ανάστασης των νεκρών.
Πριν από λίγο καιρό μια μάνα μου
έθεσε την ίδια ερώτηση: Υπάρχει ή ανάσταση των νεκρών; Ό γιός της σκοτώθηκε στον
Α' παγκόσμιο πόλεμο. Επισκέφτηκε το πεδίο της μάχης και έψαχνε τον κάθε τάφο, για
να βρει τον τάφο του γιου της. Οι νεκροί από καιρό ήταν θαμμένοι κάτω από τη γη
και ήδη είχαν γίνει ένα με το χώμα. Ή μάνα αναγνώρισε το γιό της, από ένα
μενταγιόν πού είχε στο στήθος του. Ή κακόμοιρη τον αναγνώρισε από ένα
αντικείμενο, αφού δεν μπορούσε πια να τον αναγνωρίσει από το πρόσωπο του. Ακόμη
και τα ρούχα του φαίνονταν πιο αθάνατα από τον ίδιο. Ή μάνα δεν μπορούσε ούτε να
κλάψει: ή καταστροφική φρίκη του θανάτου γυάλιζε στα μάτια της και ή ψυχή της
είχε παγώσει. Μπροστά της απλωνόταν ένα φρικτό μυστήριο.
Ένα σώμα, μια ζωή πού
είχε γίνει ένα με το χώμα. Από ένα ανθρώπινο δημιούργημα, το όποιο κάποτε ήταν
μέρος του σώματος της και της ψυχής της, από έναν άνθρωπο πού κάποτε τη φώναζε
μάνα, φορούσε στολή, είχε όπλα και πολεμούσε, έμεινε μία άμορφη μάζα, αναμειγμένη
με χώμα. Μια χωματένια μάζα χωρίς ζωή, πού δεν είχε συγγένεια με τίποτε άλλο,
παρά μόνο με τη γη.
Με δυσκολία ή μάνα βρήκε το θάρρος να
αγγίξει με τα χέρια της το γιό της. Επιθυμούσε να χαϊδέψει ότι είχε απομείνει από
το γιό της. Αλλά αποτινάχτηκε όπως αποτινάσσεται κανείς από εφιάλτη: τα δάχτυλα
της βυθίστηκαν βαθιά στο χώμα και κυριεύτηκε από φόβο. Αισθάνθηκε πώς μια
απροσπέλαστη άβυσσος χώριζε την ίδια από το γιό της. Τίποτε δικό της, τίποτε
ευχάριστο δεν μπόρεσε να δει σ' αυτό τον ανοικτό τάφο, σ' αυτό το σκοτεινό, υπόγειο,
χημικό εργαστήριο. Επέστρεψε συντετριμμένη και όταν μου διηγήθηκε το φρικτό θέαμα,
μου έθεσε το ερώτημα: Υπάρχει ή ανάσταση των νεκρών;
Ή θλιμμένη μάνα, μου έθεσε την ίδια
ερώτηση, την οποία και εσείς, αδερφοί μου, σήμερα μου θέτετε.
Πώς να σας απαντήσω;
Εάν σας μιλήσω με τη γλώσσα των
απαισιόδοξων και των απελπισμένων, θα σας απαντήσω:
Όχι, ανάσταση νεκρών δεν υπάρχει.
Εάν σας μιλήσω με τη γλώσσα των
λογικών ανθρώπων, θα σας απαντήσω: Ή ανάσταση είναι ένα γοητευτικό παραμύθι του
παλιού και του σύγχρονου καιρού.
Εάν σας μιλήσω με τη γλώσσα των
σκλάβων, των κακόμοιρων, των βασανισμένων, των κυνηγημένων, δίκαιων ανθρώπων σ'
αυτή τη ζωή, θα σας απαντήσω: Ή ανάσταση των νεκρών είναι αναγκαία, για την
αποκατάσταση της δικαιοσύνης.
Εάν σας μιλήσω με τη γλώσσα του
Σωκράτη και του Πλάτωνα, των δύο πιο σοφών ανθρώπων της αρχαίας εποχής, θα σας
απαντήσω: Ναι, ή ψυχή είναι αθάνατη, ό θάνατος είναι το ξύπνημα από τον ύπνο και
το πέρασμα στον ιδανικό κόσμο.
Εάν σας μιλήσω με τη γλώσσα του
Δάντη, του μεγαλύτερου ποιητή των τελευταίων τριάντα αιώνων, θα σας απαντήσω:
όλη τη ζωή μου έβλεπα και έψαλα αυτή την άλλη, μετά θάνατο, μεταμορφωμένη και
θεϊκή, αναστημένη ζωή των νεκρών.
Εάν σας μιλήσω με τη γλώσσα του
Μιχαήλ Αγγέλου και του Ραφαήλ, θα σας απαντήσω: Ό μεγαλύτερος γλύπτης και
ζωγράφος αφιέρωσαν όλη την ιδιοφυΐα και όλη τη ζωή τους, στην υπηρεσία της
εκκλησίας πού βασίζεται στο δόγμα της ανάστασης των νεκρών.
Εάν σας μιλήσω με τη γλώσσα του Καντ,
του μεγαλύτερου φιλοσόφου της σύγχρονης εποχής, θα σας απαντήσω: Ή ζωή μετά τον
τάφο είναι αναπόφευκτο γεγονός, το όποιο βασίζεται στους κανόνες της οργανικής και
της ηθικής. Εάν ή ζωή διακόπτονταν με το θάνατο, θα διακόπτονταν και ή εξέλιξη
σ' αυτόν τον κόσμο. Εάν ή ζωή καταστρεφόταν με το θάνατο, τότε και ό πιο κατηγορηματικός
νόμος, ό νόμος της συνείδησης και της ηθικής, θα έπαυε να υπάρχει.
Εάν σας μιλήσω με τη γλώσσα του
σύγχρονου προέδρου της ακαδημίας του Λονδίνου, του Όλιβερ Λόουτς, ό όποιος
πρόσφατα έδωσε μία διάλεξη για την αθανασία της ανθρώπινης ψυχής, δηλαδή, εάν χρησιμοποιήσω
τη γλώσσα αυτού του φημισμένου επιστήμονα της φυσικής, θα σας πω: Πάνω από το
φυσικό κόσμο υπάρχει και ένας πνευματικός κόσμος, του οποίου συνειδητά μέλη
γινόμαστε μετά το θάνατο.
Εάν χρησιμοποιήσω τη γλώσσα του
Λαμπρόζα, του διάσημου ανθρωπολόγου και ψυχιάτρου, θα σας πω: Ό πνευματισμός
είναι αληθινός. Υπάρχει ένας πνευματικός κόσμος, ό όποιος ανακατεύεται με τον
φυσικό κόσμο και συμμετέχει στη ζωή του.
Μήπως επιθυμείτε να σας μιλήσω με τη
γλώσσα πού μιλούν στις παγόδες ή στις αιγυπτιακές πυραμίδες με τις μούμιες ή
στα αραβικά τζαμιά, είτε να χρησιμοποιήσω τη γλώσσα του Μωάμεθ; Επιθυμείτε να
σας μιλήσω με τη γλώσσα πού μιλούν στη Μέκκα ή με τη γλώσσα του Πέρση προφήτη
Ζαρατούστρα ή με τον τρόπο πού μιλούσαν παλαιότερα οι αρχαίοι "Έλληνες
στην Ακρόπολη ή οι Ρωμαίοι στην αρχαία Ρώμη; "Η να σας μιλήσω με τη γλώσσα
πού χρησιμοποιούν στο Νορβηγικό βορά; Όπως και να 'ναι θα σας δώσω την ίδια
απάντηση: Θα ζήσουμε και θα κριθούμε μετά το θάνατο μας.
Θέλετε να σας απαντήσω με τη γλώσσα της
λογικής; Οι νεκροί είναι αναγκαίο να αναστηθούν.
Επιθυμείτε να σας απαντήσω με τη
γλώσσα του ενστίκτου; Οι νεκροί πρέπει να αναστηθούν.
Είτε να απαντήσω με τη γλώσσα της
χριστιανικής πίστης: Οι νεκροί ήδη αναστήθηκαν.
Με προσκαλέσατε να μιλήσω στο όνομα της
χριστιανικής πίστης και έτσι θα σας απαντήσω.
Ή απάντηση είναι: Είναι αναγκαίο οι
νεκροί να αναστηθούν. Πρέπει οι νεκροί να αναστηθούν και ήδη οι νεκροί
αναστήθηκαν. Αυτό είναι πολύ σημαντικό. Το έχουν επιβεβαιώσει οι Απόστολοι του Χριστού,
την πεντηκοστή μέρα μετά το θάνατο του Δασκάλου τους. "Αχ, εάν ό Θεός χάριζε
σε μένα τη φλογερή γλώσσα πού χάρισε στους Αποστόλους, θα μπορούσα να θερμάνω την
πίστη σας για την ανάσταση των νεκρών. Θα μπορούσα να ανυψώσω τις καρδιές σας
από το βάθος της απελπισίας και της καχυποψίας. Μακάρι να μπορούσα να φωτίσω τα
μάτια σας και μέσα από τα κρύα και σκοτεινά σύννεφα του θανάτου να αντικρίσετε το
φώς της ζωής!
Αυτή τη φλογερή γλώσσα απέκτησαν οι
Απόστολοι, όταν με τα ίδια τους τα μάτια είδαν το Δάσκαλο τους μετά το θάνατο
Του. Αυτό ήταν το πειστήριο. Δεν τούς ήταν απαραίτητα ούτε μαθηματικά, ούτε ή λογική,
μόνο ή εμπειρία. Τα πειστήρια τους ήταν υπαρκτά με τις φυσικές αισθήσεις τους.
Οι Απόστολοι γνωρίζουν μόνον αυτό το
όποιο ισχυρίζονται, δηλαδή πώς με τα μάτια τους αντίκρισαν ολοζώντανο τον
άνθρωπο, τον όποιο είχαν θάψει στη γη νεκρό. Όποιος ζητάει από τούς Αποστόλους να
αποδείξουν αυτό πού είδαν, αυτός ζητάει να αποδειχτεί το πιο ισχυρό πειστήριο, με
τις πιο αδύναμες αποδείξεις. Γιατί σ' αυτή την περίπτωση και τα μαθηματικά και
ή λογική, είναι πιο αδύναμα ως απόδειξη απ' ότι ένα ορατό γεγονός. Για κάθε
ορατό γεγονός επαρκούν σήμερα δύο μάρτυρες στο δικαστήριο. Όμως στην περίπτωση
αυτή δεν είναι δύο, αλλά δώδεκα. Οι Απόστολοι δεν αποδεικνύουν αυτό το ορατό
γεγονός, αλλά το επιβεβαιώνουν με τη ζωή τους και με τις πράξεις τους.
Αφιέρωσαν όλη τη ζωή τους στη διακήρυξη εκείνου πού είδαν τα μάτια τους. Γι' αυτό
το λόγο εγκατέλειψαν τις εστίες τους, τις οικογένειες τους, την πατρίδα τους και
εξέθεσαν τον εαυτό τους σε χλευασμούς, σε διωγμούς, υπέμειναν τα χειρότερα
βασανιστήρια και πέθαναν μαρτυρικά.
'Αν οι Απόστολοι διακήρυτταν την
ανάσταση του Χριστού και γι' αυτόν τον ισχυρισμό τους αποκτούσαν παλάτια
μαρμάρινα, δίπλα στο παλάτι του Ηρώδη στα Ιεροσόλυμα, ή αποκτούσαν κάποιο
σημαντικό τίτλο στην αρχαία Ρώμη, ό ισχυρισμός τους θα αποκαλύπτονταν ως
ψεύτικος και ως κατασκεύασμα λογικής. Το ιερό όμως κήρυγμα τους, πήρε τη μορφή της
αλήθειας, από τη στιγμή πού οι Απόστολοι κήρυξαν την ανάσταση και εξαιτίας
αυτού θυσίασαν την περιουσία τους, το χρόνο τους, τούς φίλους τους, την υγεία
τους, την ευτυχία τους και άλλα πολλά.
Όταν για πρώτη φορά, οι Απόστολοι
άρχισαν να κηρύττουν για τον αναστημένο Χριστό, οι άνθρωποι γέλασαν και τούς
θεώρησαν μεθυσμένους. Όταν ξεκίνησαν να μιλούν για δεύτερη φορά, οι άνθρωποι δεν
γέλασαν αλλά σκέφτηκαν μήπως κάποιος τούς δωροδόκησε. Όταν άρχισαν να τούς
βασανίζουν και άκουσαν πάλι τα ίδια λόγια από το στόμα τους, τότε οι άνθρωποι
γύρω τους άρχισαν να προβληματίζονται. Και μόλις είδαν πώς δεν λυπόντουσαν να
χύσουν το αίμα τους για τα λόγια της ανάστασης, τότε τούς πίστεψαν.
Όχι ή λογική, αλλά το αίμα των
μαρτύρων -αποδεικνύει την ανάσταση του Χριστού.
Σε καμιά περίπτωση, δεν πρέπει να
σκεφτούμε πώς οι Απόστολοι θεώρησαν το κήρυγμα της ανάστασης των νεκρών, ως
κάποιο πλαστό, ελκυστικό στοιχείο της ηθικής τους διδασκαλίας.
Οι Απόστολοι παντού διεκήρυξαν το
γεγονός της ανάστασης του Χριστού, σαν το πιο σημαντικό γεγονός, σαν την πιο
σωτήρια, χαρμόσυνη είδηση. Την είδηση πού θα γινόταν ή νέα βάση της ανθρώπινης
δικαιοσύνης και της ανθρώπινης ευτυχίας στη γη.
Ό Απόστολος Πέτρος αρχίζει κάθε
κήρυγμα του στο λαό, επαναλαμβάνοντας την ιστορία του εσταυρωμένου Χρίστου, πού
αναστήθηκε από τούς νεκρούς. Ό Απόστολος Παύλος γράφει στους Κορινθίους: Και αν
ό Χριστός δεν έχει αναστηθεί, τότε το κήρυγμα μας είναι χωρίς νόημα, το ίδιο και
ή πίστη μας (Κορ. 15, 14).
Με τον ίδιο τρόπο και για μας, ή
πίστη στην ανάσταση πρέπει να είναι το πιο σημαντικό γεγονός. Επειδή χωρίς την
ανάσταση και ή πίστη μας είναι χωρίς νόημα και περιττή. Χωρίς την πίστη στην
ανάσταση και το κήρυγμα μου είναι ανόητο. Μοιάζω και εγώ σαν μύλος τον όποιο κινεί
το νερό και αλέθει αέρα.
Θα ήμουν το πιο αξιοθρήνητο πλάσμα στη
γη, αν σας κήρυττα την ανάσταση των νεκρών και δεν πίστευα σ' αυτή.
Θα ήμουν ό πιο ασυνεπής άνθρωπος στον
κόσμο, εάν σας συμβούλευα: να είστε αισιόδοξοι και συγχρόνως πίστευα πώς οι
νεκροί είναι μόνον ύλη σε αποσύνθεση και τίποτε άλλο!
Θα ήμουν ό πιο πλανεμένος άνθρωπος, εάν
σας δίδασκα: να είστε δίκαιοι, ενώ πίστευα πώς τα ίδια συμβαίνουν μετά το
θάνατο στους δίκαιους και στους άδικους ανθρώπους. Εάν πίστευα πώς ό θάνατος δεν
επιφέρει ούτε αμοιβή, ούτε τιμωρία, παρά μόνο το αιώνιο σκοτάδι, τον αιώνιο ύπνο
χωρίς ξύπνημα.
Ήταν ό θάνατος του Χριστού ένα αιώνιο
σκοτάδι, ένας αιώνιος ύπνος χωρίς ξύπνημα; Αν είναι έτσι, τότε ό θάνατος είναι
μία άβυσσος, στην οποία όλοι οι άνθρωποι πέφτουν και ή ζωή είναι μόνο στιγμιαία
και άστοχη περιπλάνηση, γύρω από αυτή την άβυσσο.
Αν ό Χριστός δεν αναστήθηκε από τούς
νεκρούς, τότε κανένας νεκρός δεν αναστήθηκε. Τότε ό φλοιός της γης δεν είναι
παρά μία επιτάφια πλάκα, στην οποία εμείς είμαστε μόνο μια χαραγμένη επιγραφή,
πάνω από την σκόνη των προγόνων μας.
Αν ό Χριστός, πού σταυρώθηκε στον
Γολγοθά, τον καιρό του Ποντίου Πιλάτου, δεν είναι ζωντανός τώρα, τότε ή
χριστιανική πίστη είναι ένα ψέμα και μια παρηγοριά της ανθρωπότητας, για το
βασίλειο των ονείρων.
Τότε για ποιό λόγο υπάρχει εκκλησία σε
κάθε χωριό και πόλη της Ευρώπης; Για ποιό λόγο υπάρχει ή εκκλησία και ή
προσευχή;
Τότε ή ελπίδα υπάρχει άδικα; Τότε και
ή αγάπη είναι ανοησία; Ολόκληρη ή ζωή μας είναι καπνός και ανοησία; Ή
χριστιανική τέχνη είναι άποθανάτιση του ψέματος; Ή χριστιανική μεγαλοψυχία κάτι
πού δεν έχει βάση;
Και οι απόστολοι του Χριστού, τί
είδους άνθρωποι ήταν; Φανατικοί; Και ό Δάντης τί ήταν; Ένας άρρωστος
ονειροπαρμένος;
Και ό Καντ; Ένας άμαθης;
Ό Ολιβερ Λότζ; Ένας παράλογος;
Ό Λαμπρόζο; Πλανεμένος πνευματιστής;
Και εμείς όλοι; Όλοι μας είμαστε
κληρονόμοι άρρωστων ονειροπαρμένων, της αμάθειας, της ανοησίας και της πλάνης;
Μήπως τούς τελευταίους δέκα εννέα
αιώνες, ό Χριστός είναι νεκρός; Μήπως καμιά προσευχή πού απευθύνθηκε προς Αυτόν
δεν εισακούστηκε, μήπως σε καμία λειτουργία, στην οποία δοξαζόταν το όνομα Του,
δεν παρίστατο;
Προσπαθήστε να αναλογιστείτε, πώς, αν
συμβαίνει κάτι τέτοιο, αυτό σημαίνει, πώς ό Χριστός δεν συνέπασχε σε κανέναν
πόνο και για δέκα εννέα αιώνες, όσο εμείς προσευχόμασταν, όσο γονατίζαμε
ενώπιον Του, ήταν κουφός και άλαλος.
Όχι, αυτή ή σκέψη δεν είναι δυνατή. Ή
ζωή πού είναι θεμελιωμένη στον Χριστό είναι τόσο όμορφη, πού δεν μπορεί να
βασίζεται στο θάνατο, αλλά μόνο στη ζωή. Τέτοιο παλμό, τέτοια ώθηση πού έδωσε ό
Χριστός στον κόσμο, δεν θα μπορούσε να τη δώσει ένας άνθρωπος, πού έζησε μόνον
τριάντα τρία χρόνια.
Τόσες προοδευτικές ιδέες και
πνευματικές αλλαγές πού συνέβησαν στον κόσμο, θα μπορούσε να δημιουργήσει μόνον
Εκείνος, πού έζησε και ζει όλα τα χρόνια μέχρι σήμερα, Εκείνος πού επαγρυπνεί και
βλέπει από ψηλά το έργο Του. Τέτοιος παντοδύναμος κυβερνήτης της ανθρώπινης
ιστορίας και τέτοιος κυρίαρχος της ανθρώπινης σκέψης και καρδιάς, δεν θα μπορούσε
να γίνει παρά μόνον ό άνθρωπος εκείνος, πού μετά το θάνατο του, φανερώθηκε
ζωντανός. Μ' αυτόν τον τρόπο ενίσχυσε την πίστη των ανθρώπων: πώς ό θάνατος δεν
είναι το τέλος της ζωής, αλλά ή μετάβαση από τη μία ζωή στην άλλη.
Ό «εν ζωή» Χριστός είναι ή εγγύηση της
πίστης μας. Ό Χριστός, πού έζησε τριάντα τρία χρόνια στη Γαλιλαία και στην
Ιουδαία, κατά τη διάρκεια αυτών των τριάντα τριών χρόνων, διέπραξε το ένα
εκατομμυριοστό από τα θαύματα πού συνέβησαν μετά το θάνατο Του και μετά την
φανέρωση Του στους μαθητές Του.
Αυτός, ό αναστημένος Χριστός, ίδρυσε τον
χριστιανισμό και αποτελεί την εγγύηση της πίστης μας, την εγγύηση του νοήματος της
ζωής μας, την εγγύηση της ανάστασης των νεκρών.
Σε κάποιους ανθρώπους ή εγγύηση αυτή
φαίνεται παλιά και υπερβολικά απόμακρη ως προς τον χρόνο και τον τόπο και γι'
αυτό ψάχνουν νέες εγγυήσεις.
Σας λέω λοιπόν, πώς ή ανάσταση του Χριστού
είναι ή πιο βασική εγγύηση και δεν είναι μοναδική....
Πάντοτε γύρω από κάθε αλήθεια συσσωρεύονται
πολλές πλάνες, όπως οι πεταλούδες συσσωρεύονται γύρω από το φώς του κεριού....
Ό σύγχρονος τρόπος σκέψης, απαιτεί ή
κάθε αλήθεια, να τεκμηριώνεται με πειράματα επιστημονικά. Οι σύγχρονοι άνθρωποι
δεν θέλουν να πιστέψουν, μέχρι να δουν και να ακούσουν και μέχρι να θέσουν τα
χέρια τους στα πλευρά του αναστημένου Χριστού. Αυτός ό τρόπος σκέψης έχει και
θετικά στοιχεία. 'Αλλά δείχνει και κάτι άλλο, πώς οι άνθρωποι έχασαν την
ικανότητα τους για έναν ανώτερο θεωρητικό τρόπο αντίληψης.
Οι άνθρωποι και προ Χριστού, πίστευαν
στη ζωή του ανθρώπου μετά το θάνατο. Οι απλοί άνθρωποι το πίστευαν ενστικτωδώς και
οι φιλόσοφοι το πίστευαν και ενστικτωδώς και με τη λογική τους.
Στην καρδιά μας, όπως και στην καρδιά
των αδελφών μας αρχαίων Αιγυπτίων και Ινδών, υπάρχει αυτή ή ενστικτώδης υποψία.
Στο μυαλό μας, όπως και στο μυαλό των αδελφών μας, των αρχαίων φιλοσόφων όλων των
λαών, μπορεί να χωρέσει ή ίδια λογική των πραγμάτων, σύμφωνα με την οποία ό θάνατος
δεν σημαίνει το τέλος, αλλά αλλαγή και παράταση της ζωής.
Οι άνθρωποι πάντοτε ενστικτωδώς
προαισθανόταν όλες τις σπουδαίες εφευρέσεις, ανακαλύψεις. Ό Κολόμβος
οδηγούμενος από ένστικτο, ανακάλυψε τη νέα ήπειρο, ό Στέφενσον τον σιδηρόδρομο.
Ό Μπεργκσόν, ό σύγχρονος γάλλος φιλόσοφος, απέδειξε την αθανασία της ανθρώπινης
ψυχής, λέγοντας: το ένστικτο μας λέει ότι είμαστε αθάνατοι και αφού το ένστικτο
δεν πλανά τα άτομα, δεν πλανά ούτε τις κοινωνίες. Ολόκληρη ή ανθρωπότητα
ελπίζει ενστικτωδώς, πώς υπάρχει μία άλλη ζωή μετά το θάνατο. Δεν είναι δυνατό να
διανοηθεί κανείς, πώς το καθολικό ένστικτο της κοινωνίας απατάται. Γιατί
διαμέσου του ενστίκτου, μας μιλά ό Θεός και ό Θεός δεν μας εξαπατά, αλλά μας
λέει την αιώνια αλήθεια.
Το ένστικτο αποδεικνύεται αλάνθαστο,
επειδή στηρίζεται στη λογική των πραγμάτων και επειδή οι προφητείες του
ενστίκτου επιβεβαιώθηκαν.
Σύμφωνα με την λογική, υπάρχει
περίπτωση να αυτοκτονεί ό Θεός; Κανείς από εσάς δεν θα μπορούσε να το
ισχυριστεί. Ό Θεός είναι ό αιώνιος φορέας της ζωής του σύμπαντος. Ή αυτοκτονία του
ίδιου του Θεού, είναι επομένως ακατανόητη. Αυτός είναι ό πρώτος συλλογισμός.
Ό δεύτερος συλλογισμός είναι ό
παρακάτω: ή ζωή του καθενός μας μεμονωμένα, προέρχεται από το Θεό. Και ή δική
μου και ή δική σου ζωή, όπως και ή ζωή όλων μας προέρχεται από το Θεό. Ό Θεός στέκεται
μπροστά στην κάθε μεμονωμένη ζωή, όπως ένα σύνολο μπροστά σε ένα κομμάτι του, ή
όπως ένα πορτραίτο μπροστά σε μια μικρογραφία.
Σημαντικό είναι ότι ό Θεός υπάρχει
μέσα στην κάθε μεμονωμένη ζωή. Αν ό θάνατος σημαίνει το τέλος της κάθε
μεμονωμένης ζωής, τότε ό θάνατος σημαίνει το τέλος του Θεού. Γιατί, αν
καταστρέφει ό Θεός τη ζωή μας, καταστρέφει και τη δική Του ζωή. Και επειδή στο
τέλος των καιρών, όλα τα ζωντανά όντα θα πρέπει να υποκύψουν στο θάνατο, τότε και
ό Θεός ό ίδιος θα πρέπει να πεθάνει, να αυτοκτονήσει.
Έτσι προκύπτει το παρακάτω
συμπέρασμα: ό θάνατος είναι αδύναμος μπροστά στη ζωή μας και μπροστά στη ζωή του
Θεού.
Για ποιό λόγο λοιπόν, είναι
απαραίτητο, να αποδεικνύει κανείς την αθανασία της ζωής;....
Και ό Χριστός δεν τεκμηρίωσε την
ύπαρξη του Θεού, ούτε τη ζωή μετά το θάνατο. Ήταν μάρτυρας και του ενός και του
άλλου. Έβλεπε και μαρτυρούσε αυτά πού έβλεπε. Ή πόρτα του μέλλοντος ήταν
ανοιχτή μπροστά στα μάτια Του και έβλεπε τον εαυτό Του ζωντανό μετά το θάνατο. Έβλεπε
τον εαυτό Του να περπατά πάνω στα σύννεφα, περικυκλωμένος από πνεύματα, λουσμένος
από φώς και δοξασμένος. "Έβλεπε τούς αγγέλους Του να ξυπνούν με τρομπέτες
τούς νεκρούς, από όλες τις πλευρές του κόσμου για να τούς συγκεντρώσουν στο
Δικαστήριο του Θεού. Έβλεπε όλα αυτά και τα παρουσίαζε, χωρίς να τα αποδεικνύει.
Όποιος είχε μάτια να βλέπει αυτόν τον πνευματικό κόσμο, αυτός έβλεπε τα ίδια.
Όποιος δεν είχε πνευματικά μάτια, δεν έβλεπε και δύσκολα θα του αποδεικνύονταν με
τη λογική.
Οι πιο σημαντικοί άνθρωποι στην
ιστορία, προέβλεψαν το μέλλον. Οι πιο διορατικοί, ήταν και οι πιο
θεοσεβούμενοι. Οι πιο θεοσεβούμενοι διαμόρφωσαν την ανθρώπινη ζωή. Και εμείς αδελφοί
μου, πρέπει να ακολουθήσουμε το δρόμο των πιο σημαντικών, των πιο διορατικών και
των πιο θεοσεβούμενων ανθρώπων. Πρέπει να πορευτούμε, ακολουθώντας τους με
εμπιστοσύνη. Ό Θεός δεν θα επιτρέψει οι άνθρωποι αυτοί να οδηγηθούν στην καταστροφή
και αυτοί δεν θα αφήσουν εμάς να «χαθούμε».
Ό Θεός είναι ό πιο σπουδαίος εγγυητής
της αθανασίας μας, της ανάστασης μας μετά το θάνατο.
Ή ζωή μας είναι ή ζωή Του.
Αγαπά τη ζωή μας, όπως αγαπά και τη ζωή Του. Ό Θεός δεν δημιούργησε τη ζωή, για
να μπορεί στη συνέχεια να την καταστρέψει. Προτιμά να δείχνει τη δημιουργική Του
δύναμη και όχι την καταστροφική, την δύναμη πού χτίζει και δεν γκρεμίζει. Όλα όσα
έκτισε Αυτός, τα έκτισε για να εξελιχθούν και να ζήσουν. Όλοι μας είμαστε σκεύη
θεϊκής ζωής. Βαθμιαία εξελισσόμαστε, ώστε όλο και περισσότερο να περικλείουμε
μέσα μας το δώρο της ζωής. Όλο και περισσότερο να πλησιάζουμε τον Θεό και ό
Θεός να πλησιάζει εμάς.
Ό θάνατος δεν είναι ό «αφέντης», αλλά
ό υπηρέτης του Θεού και της ζωής. Ό πλανήτης μας δεν είναι το βασίλειο του
θανάτου, είναι το βασίλειο της ζωής. Εμείς τόσο πιστεύουμε στη ζωή, πού ακόμη και
τον θάνατο τον αναπαριστάνουμε σαν κάτι ζωντανό. Οι ζωγράφοι αναπαριστάνουν τον
θάνατο σαν ένα σκελετό
Περπατά κρατώντας στα χέρια του ένα δρεπάνι πού θερίζει
το λιβάδι της ζωής. Ό θάνατος εικονίζεται από τούς . καλλιτέχνες σαν μία
σκοτεινή ύπαρξη, πού καταπατά με το άλογο του την ανθρώπινη μυρμηγκοφωλιά.
Συχνά εικονίζεται σαν μουσικός, πού παίζει με το βιολί και με τη μαγική μουσική
του θέλγει τούς ανθρώπους και στη συνέχεια τούς αφαιρεί τη ζωή. Γενικά ή
ανθρώπινη φαντασία εικονίζει τον θάνατο σαν ανθρώπινο πλάσμα. Παράλογο λοιπόν δεν
είναι να πιστεύουμε πώς ό θάνατος ζει και πώς εμείς πεθαίνουμε; Παράλογο δεν
είναι να θεωρούμε το θάνατο, πού είναι εχθρός της ζωής, αθάνατο και εμάς, πού
είμαστε φορείς της ζωής, θνητούς;
Ή ζωή μας δεν εξαρτάται από αυτή την
μαύρη δύναμη, πού ονομάζεται θάνατος αλλά εξαρτάται από το Θεό. Καλύτερα είναι να
εξαρτιόμαστε από το Θεό και όχι από τον ίδιο τον εαυτό μας, επειδή το να
εξαρτιόμαστε από το Θεό, σημαίνει να εξαρτιόμαστε από την ατέρμονη καλοσύνη, από
την τέλεια αγάπη και αρμονία, από την πατρική καρδιά, από τη δικαιοσύνη και το
φως, από τη σταθερότητα και την αιωνιότητα. Το να εξαρτιόμαστε από τον ίδιο μας
τον εαυτό, σημαίνει πώς εξαρτιόμαστε από την αμάθεια, την κακία, το μίσος και τη
μελαγχολία, την περηφάνια και την αστάθεια, από το σκοτάδι.
Υπάρχει λόγος για τον όποιο ό Θεός
άφησε να υπάρχει ό θάνατος. Ό θάνατος διαλύει, για να συνθέσει στη συνέχεια,
γκρεμίζει για να χτίσει, κοιμίζει για να ξυπνήσει.
Πλαστήκαμε από τη γη και πάλι στη γη
γυρνούμε. Ας μην μάς φοβίζει αυτό, ότι επιστρέφουμε στη γη. Το χώμα είναι
καθαρό και αγνό. Ό τάφος δεν είναι πιο κρύος από το λίκνο.
Το χώμα της γης είναι γεμάτο ζωή. Το πνεύμα
του Θεού είναι αδιαλείπτως μέσα του. Το πνεύμα του Θεού ξαναζωντανεύει συνεχώς τη
γη. Τα σκορπισμένα κόκαλα, τα θαμμένα στη γη, φοβίζουν τα μάτια και όχι το πνεύμα.
Το σάπιο κρέας κάτω από τη γη, φοβίζει τον άνθρωπο και όχι το Θεό. Επειδή με
ένα βλέμμα του Θεού, ότι είναι σκόρπιο ενώνεται και ότι είναι σάπιο ξαναζωντανεύει.
Αδελφοί μου, ας αναγνωρίσουμε τον
Θεό, ως τον κυρίαρχο της ζωής. Τον Θεό και όχι τον θάνατο. Αυτή ή αποδοχή θα
μας οδηγήσει, να έχουμε εμπιστοσύνη στον ουράνιο Πατέρα μας και ή εμπιστοσύνη στο
Θεό θα μας γεμίσει χαρά.
Ας προσευχόμαστε: Θεέ μου, είμαστε
χώμα πού ζωντανεύει με το πνεύμα Σου. Δώσε μας τη δύναμη, να αντέχουμε μπροστά στη
φρικτή μορφή των νεκρών. Δώσε μας δύναμη, να ακούμε το νούμερο των νεκρών πού
σήμερα ή αύριο εμείς θα αυξήσουμε.
- Εσύ Θεέ μου, θα μας αναστήσεις όπως
ανάστησες τον καλύτερο υιό σου, τον Χριστό, τον αδελφό μας. Πατέρα, δεν γέννησες
τα παιδιά Σου, για να δουν για λίγο τον οίκο Σου και μετά να πεταχτούν στο
σκοτεινό δεσμωτήριο. Δεν μας γέννησες, για να μας καταπιεί το σκότος. Μας
έπλασες, για να Σε συντροφεύουμε στην αιωνιότητα. - Δεν σε ρωτάμε, Πατέρα, πώς,
με ποιά μορφή σώματος θα μας «ντύσεις» στην άλλη ζωή. Ούτε Σε ρωτάμε, με ποιό
τρόπο θα μας δώσεις ξανά ζωή. Όχι! Εμείς μόνο προσευχόμαστε σε Σένα. Δυνάμωσε την
εμπιστοσύνη μας σε Σένα και την πίστη μας για ζωή. Επειδή όλα όσα σκέφτεσαι να
πράξεις για μάς, θα είναι ασύγκριτα πιο σοφό από εκείνο πού θα πράτταμε εμείς
οι ίδιοι για τον εαυτό μας. Τα σχέδια Σου είναι καλύτερα από τις επιθυμίες μας.
Ή δύναμη Σου ξεπερνάει την κενοδοξία μας.
- Εσύ
έχεις τη δύναμη να δίνεις ζωή, έχεις και τη δύναμη και να την αφαιρείς.
- Εσύ
πού έχεις τη δύναμη να νεκρώνεις, έχεις τη δύναμη και να ζωντανεύεις.
- Δημιουργέ
των ζωντανών.
- Εσύ
πού είσαι ό «άναστάς» των νεκρών, δυνάμωσε σε μας την πίστη για την ανάσταση.
- Επειδή
εμείς, χωρίς αυτήν την πίστη, είμαστε ζωντανοί νεκροί.
Επέστρεψε σε μας, μετά τον θάνατο
μας, για να ξαναζωντανέψουμε.
"Ας είσαι μαζί μας και στη ζωή
και στο θάνατο, για να έχουμε όλα όσα επιθυμούμε.
Επειδή Εσύ είσαι ή Ζωή, ή Ζωοδόχος
πηγή, από πάντα και για πάντα.
Αμήν.
Εγγραφή σε:
Σχόλια ανάρτησης (Atom)
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου