O
άγιος Νικόλαος είχε δοθεί
ολόκληρος στο Χριστό και στην Εκκλησία Του. Τη ζωή του όλη την δαπάνησε στην υπηρεσία του Χριστού
και
των αδελφών Του των ελαχίστων, τηρώντας έτσι απαρέγκλιτα τις δύο κεφαλαιώδεις
εντολές.
Ιδιαίτερα
όμως τον απασχολούσε κι ή ιδιαίτερη πατρίδα του, ή Σερβία, καθώς κι οι
ομοεθνείς του, πού στη διάρκεια πού ζούσε ό ίδιος είχαν βιώσει δύο παγκόσμιους
πολέμους με τα γνωστά και ολέθρια αποτελέσματα. Οι χήρες κι ιδιαίτερα τα ορφανά
πού προέκυψαν από τούς πολέμους αυτούς τον είχαν συγκινήσει πολύ κι όπως είδαμε,
είχε κάνει τιτάνιες προσπάθειες για να τούς ανακουφίσει.
Δεν
ήταν λίγες οι φορές πού ή ανήσυχη ψυχή του ξεσπούσε σε δάκρυα όταν θυμόταν τούς
βασανισμένους αδελφούς του και τα ορφανά. Και τότε ο λυρισμός του τον οδηγούσε σε
εμπνεύσεις ποιητικές πού τις αποτύπωνε στο πρώτο χαρτί πού έβρισκε μπροστά του.
Στα
ποιήματα του αυτά εκδήλωνε όλα του τα αισθήματα και τους αναστεναγμούς πού
άφηνε ενώπιον του Θεού για τη δύστυχη πατρίδα και τον πονεμένο λαό της.
Σήμερα
παρουσιάζουμε εδώ μια μικρή αλλά πολύ σπουδαία ποιητική εργασία του αγίου
Νικολάου, την Ουράνια Λειτουργία. Είναι ένα ποίημα πού αγαπήθηκε πολύ από το
σερβικό λαό. Αργότερα μάλιστα επενδύθηκε μουσικά και τραγουδήθηκε με τη
συνοδεία παραδοσιακών μουσικών οργάνων.
Το
θέμα του ποιήματος είναι απλό και κατανοητό. Ό Θεός επιτρέπει να δοκιμαστεί από
βάσανα ό λαός του Θεού, για να τον κάνει, μέσω της μετάνοιας, ν' αγαπήσει τη
βασιλεία του Θεού κι όχι τις βασιλείες αυτού του κόσμου. Το ίδιο θέμα το
πραγματεύεται και σ' άλλα έργα του ό άγιος Νικόλαος. Στη «Διαθήκη του
Τσάρου» , για παράδειγμα, ό
μεγαλομάρτυρας τσάρος Λάζαρος της Σερβίας ( + 1389) δέχεται να υποστεί την
επίγεια ήττα του στρατού του, χάρη της πνευματικής κάθαρσης του λαού. * Ό
πρίγκιπας Λάζαρος (Χρεμπελιάνοβιτς) δε στέφθηκε ποτέ τσάρος. Το προσωνύμιο
«τσάρος» πού αναφέρεται εδώ, του δόθηκε από το λαό ως αναγνώριση της αρετής
του, ότι ήταν κατά κάποιο τρόπο δηλαδή, «τσάρος της αρετής».
Την ώρα
πού ψυχορραγούσε κι ενώ βασανιζόταν από την αμφιβολία κατά πόσο ή απόφαση του
ήταν σωστή, του παρουσιάστηκε άγγελος και του είπε:
«Όπως
γίνεται με τούς ανθρώπους ατομικά, πρίγκιπα, έτσι είναι ή κατάσταση και με τις
ομάδες των συγγενών ανθρώπων, δηλαδή με τα έθνη. Το καθεστώς σας έπρεπε να
πέσει. Δε φταίει ή χρονολογική γήρανση πού έπεσε, αλλά το δηλητήριο πού παίρνει
και το έχει συσσωρεύσει πάνω του... Υπήρχε κίνδυνος να πεθάνει πνευματικά ή
ψυχή του λαού, να καταστραφεί από το πνεύμα της κακίας, του πονηρού. Μόνο ένας
μεγάλος τρόμος θα μπορούσε να φυσήξει σαν δυνατός άνεμος και να παρασύρει
μακριά το πονηρό αυτό πνεύμα, να σώσει το λαό του Θεού από τον όλεθρο. Το
γεγονός επομένως πού έπεσε το βασίλειο σου, ήταν για να σωθεί πνευματικά ό λαός
σου».
Το
δυνατό μα αγαπητικό χέρι της τιμωρίας του Θεού είχε πάντα ρόλο στην Ιστορία των
εθνών. Κάθε τόσο άφηνε τον αρχαίο εβραϊκό λαό να δοκιμάζεται σκληρά για τις αμαρτίες
του. Για παράδειγμα, οι Εβραίοι υποδουλώθηκαν στους Αιγυπτίους, οι Φιλισταίοι
τούς άρπαξαν την Κιβωτό της Διαθήκης, είχαν δύο αιχμαλωσίες από τούς
Βαβυλώνιους, καταστράφηκε ή Ιερουσαλήμ από τούς Ρωμαίους. Στην καινούργια εποχή
του Νέου Ισραήλ, δηλαδή της Εκκλησίας του Χριστού, ό Κύριος επέτρεψε να
δοκιμαστούν πολύ σκληρά οι χριστιανικοί λαοί για να τους
συνετίσει, να τους καθαρίσει. Έτσι έχουμε την ήττα του σέρβικου βασιλείου
από τους Τούρκους την εποχή του τσάρου Λαζάρου, την πτώση του Βυζαντίου στα
χέρια των μουσουλμάνων τον δέκατο πέμπτο αιώνα, καθώς και την αιχμαλωσία των
ορθοδόξων λαών της ανατολικής Ευρώπης από τους κομμουνιστές τον εικοστό αιώνα.
Ως
λαός του Νέου Ισραήλ οι ορθόδοξοι χριστιανοί συνηθίζουν να μη βλέπουν τα
ιστορικά γεγονότα ως απλά συγκυριακά αποτελέσματα. Παντού βλέπουν το χέρι του Θεού,
ένα χέρι πού τούς καθοδηγεί στη μετάνοια για τις αμαρτίες τους, ατομικές και
συλλογικές, πού οδηγεί τις καρδιές τους στο Θεό και την ατελεύτητη βασιλεία
Του. Αυτή είναι ή συνείδηση κι ή βεβαιότητα της Εκκλησίας. Ό νεοφανής άγιος
Νικόλαος μας παρακινεί όλους ν' αποκτήσουμε αυτή τη συνείδηση όταν λέει:
«Διαβάστε
την ιστορία σας όπως πρέπει, και θα δείτε χαραγμένο σ' αυτήν ολόκληρο το νόμο του
Θεού. Ό Κύριος γράφει το νόμο Του με γράμματα βαθιά και έντονα, σα να
χαράχτηκαν με φλεγόμενο κέδρο. Έτσι ακόμα κι οι αγράμματοι μπορούν να τον
διαβάσουν πνευματικά. Τον έγραψε και τον σφράγισε μια φορά στη Βίβλο, μα δεν
αποκάμει να τον ανανεώνει στη ζωή κάθε λαού... Γι' αυτό ξυπνήστε πνευματικά και
μην εμπιστευτείτε την ψυχή σας σε επίγεια βασίλεια. Ή ελευθερία δεν άφορα ποτέ την
επίγεια βασιλεία, αλλά την ουράνια. Ή ελευθερία είναι ένας επισκέπτης από τον άλλο
κόσμο, δεν είναι μόνιμος κάτοικος αυτού του κόσμου. Ή ελευθερία μας επισκέπτεται
όπως ένας φτερωτός άγγελος, διάφανος και λεπτός σαν τον αιθέρα, δυνατός και
αναζωογονητικός σαν άνεμος. Πετάει ανάμεσα μας και ξαναγυρίζει με τα φτερά της
μετά στον άλλο κόσμο». Ιδού το θαυμάσιο ποίημα του Αγίου:
ΟΥΡΑΝΙΑ
ΛΕΙΤΟΥΡΓΙΑ
1.
Αφουγκραστείτε!
Ήχος μακρινός ακούγεται. Μην είναι άνεμος πού πνέει ή ζέφυρος; Μήπως τα φύλλα του
σφένδαμου θροΐζουν; Μη το γρασίδι ψιθυρίζει στη γη; ή τ' άστρα ψάλλουν στον
ουρανό;
2.
Όχι!
Ούτε άνεμος είναι ούτε ζέφυρος, ούτε και το μουρμούρισμα του σφένδαμου. Δεν είναι
του γρασιδιού το ψιθύρισμα, ούτε κι ή υμνωδία των άστρων.
Είναι
ή Λειτουργία πού γίνεται στου Χριστού το άγιο βασίλειο.
Λειτουργεί
ό Ιωάννης ό Χρυσόστομος
και
μαζί του τριακόσιοι αρχιερείς
πού
μαρτύρησαν στον κόσμο,
τρεις
χιλιάδες Ιερείς,
παπάδες
θεόφιλοι.
Ό
άγιος Στέφανος διακονεί,
μαζί
του κι ό άγιος Λαυρέντιος.
Ό
άγιος Παύλος διαβάζει τον απόστολο,
ό
άγιος Λουκάς το Ιερό βαγγέλιο.
Τον
σταυρό βαστά ό Κωνσταντίνος, ό αυτοκράτορας,
τα
λάβαρα οι άγιοι μάρτυρες
Δημήτριος
και Προκόπιος,
Γεώργιος
και Ευστάθιος,
μαζί
με πολλούς άλλους.
Ή
άγια Μαρίνα κρατά στα χέρια της φλόγα
με
θυμίαμα πού ανάβει ό πυρφόρος Ηλίας.
Οι
άγιοι Ανάργυροι χρίζουν με λάδι
κι
ό Βαπτιστής ραντίζει με νερό.
Τα
χερουβίμ ψάλλουν τον ύμνο τους
κι
ό Βασιλιάς της Δόξης κάθεται στο θρόνο Του,
με το
φως Του να γεμίζει τον ουρανό.
Στα
δεξιά Του ή ευλογημένη Θεοτόκος
με βασιλική πορφύρα κοσμημένη ο άγιος Σάββας
βαστά το σκήπτρο.
Αμέτρητοι άνθρωποι λειτουργούνται,
περισσότεροι από τ' άστρα
τ' ουρανού.
Άγιοι και άγγελοι στέκονται ανάκατα,
κανένας τους δεν ξέρει ποιος
είναι πιο όμορφος.
Τελειώνει
ή λειτουργία
κι οι
άγιοι πλησιάζουν το Χριστό.
Σκύβουν
όλοι και Τον προσκυνούν.
Τελευταίος
τους ό άγιος Σάββας
κι από
κοντά του οι άγιοι Πάντες της Σερβίας.
Σκύβει
κι αυτός και προσκυνά,
να
σηκωθεί δε θέλει. Στέκει εκεί
με το
πρόσωπο στο έδαφος,
μπροστά
στο θρόνο.
Τον
πλησιάζει ή Αγία Παρθένος
να τον
σηκώσει.
Σε
Κείνην αφιέρωσε το Χιλανδάρι ό Σάββας,
μα ορθώνεται μόνο ίσαμε τα γόνατα του.
Άλλο
να σηκωθεί, δε θέλει μένει γονατιστός μπροστά στο Χριστό.
5.
Τρυφερά
παρηγορεί τον Σάββα ό πανάγαθος: Τέκνον μου Σάββα, γιε του Νέμανια, γιατί είσαι
τόσο θλιμμένος; γιατί θρηνείς;
Ποτέ
πριν δεν είχες θρηνήσει τόσο γοερά.
Δεν
έκλαψες έτσι για το Κόσσοβο,
τότε
πού χάθηκε το βασίλειο της Σερβίας,
μαζί
με τούς κυβερνήτες του.
Πες
μου, αγαπητό μου παιδί,
πώς
στέκεται ή Σερβία;
Πώς
εΐν' ή πίστη του λαού της;
Εΐν'
όπως τα χρόνια τα παλιά
ή
άλλαξε;
Κάνουν
λειτουργίες πολλές,
χτίζουν
εκκλησιές
όπως
την εποχή του Νέμανια
και
του γιου του, του αγίου Σάββα,
την
εποχή του ένδοξου βασιλιά Μιλούτιν
και
του αγαπημένου μου Στέφανου της Ντετσάνης
την
εποχή του Λάζαρου, του μάρτυρα μου,
της
ένδοξης Μίλιτσα της Λιουμπόστινια,
της
Αγγελικής, μάνας του Κρουσέντολ
και
των άλλων βασιλιάδων και πριγκίπων;
Ακούγονται
ιεροί ύμνοι σ' όλη τη Σερβία;
Το
ευαγγέλιο μου διαβάζεται στη γη της Σερβίας;
Ευωδιάζει
ή χώρα από λιβάνι;
Είναι
ή στάση των Σέρβων έντιμη
μπροστά
σε ανθρώπους και αγγέλους;
Σκέφτονται
οι ευγενείς με δικαιοσύνη,
δίνουν
οι πλούσιοι ελεημοσύνες;
Συγχωρούν
οι άνθρωποι ό ένας τον άλλον;
Βοηθούν
οι δυνατοί τούς αδύνατους;
Σέβονται
οι νέοι τούς γεροντότερους;
Αγαπούν
την παρθενία οι κοπέλες;
Οι
ιερείς ζουν με αγιότητα;
Προσεύχονται
οι μοναχοί για το λαό,
ποτίζουν
το κελί τους με δάκρυα
και
θερμές προσευχές για τούς ανθρώπους;
Σέβονται
οι άνθρωποι τις Κυριακές;
Γεμίζουν
οι εκκλησιές τις γιορτινές μέρες;
Πες
μου, καλέ μου άγιε,
σωτήρα
δεύτερε του σέρβικου λαού,
ποιος
είναι ό λόγος της θλίψης σου;
Γιατί
τα δάκρυα χάραξαν το πρόσωπο σου,
γιατί
τελειώνεις με θρήνο την ουράνια υμνωδία;
6.
Κι
ό άγιος Σάββας απάντησε:
ΕΓΩ,
Κύριε, μεγάλε, παντοδύναμε,
πού
τρέμουν μπροστά Σου τα Χερουβίμ,
υπάρχει
κάτι πού δεν γνωρίζεις;
Βλέπεις
τα μύχια της ανθρώπινης καρδιάς,
τις
πιο κρυφές της σκέψεις τις γνωρίζεις.
Βλέπεις
το σκουλήκι κάτω από τη φλούδα της βελανιδιάς,
την
οχιά κάτω απ' την πέτρα,
κάθε
κόκκο άμμου στα βάθη της θάλασσας.
Δεν
κρύβονται των αμαρτωλών οι ανομίες,
πού
γι' αυτές σταυρώθηκες.
Μα
ή αγάπη σου τα καλύπτει όλα.
Σε
παρακινεί να κάνεις πώς δεν βλέπεις.
Από
αγάπη με ρωτάς αυτό πού γνωρίζεις.
Εσύ
ξέρεις καλύτερα από μένα.
7.
»Δεν
εΐν' οι Σέρβοι αυτοί πού ήταν,
είναι πιο κακοί μετά το Κόσσοβο.
Προς το
χειρότερο άλλαξαν παντού.
Ελευθερία τούς έδωσες, δόξα και νίκες.
Βασιλεία
μεγαλύτερη από του Ντούσαν,
μα τα
δώρα Σου τούς έκαναν αλαζόνες
κι απέστρεψαν
το πρόσωπο τους από Σένα.
Εκφυλίστηκαν
οι Σέρβοι ευγενείς
φλερτάρουν
με τρία πιστεύω,
αν και
δεν εμπιστεύονται κανένα τους.
Την
Ορθοδοξία την άλλαξαν,
τα
σερβικά ονόματα τ' αρνήθηκαν.
Τις
σλάβες τους λησμόνησαν,
τούς
αγίους τους τούς πρόσβαλαν.
Όποιος
χτίζει εκκλησιά
για
τον εαυτό του το κάνει, όχι για Σένα.
Χτίζουν
εκκλησιές για να τις βλέπουν οι άνθρωποι,
μα
μέσα τους δεν προσεύχονται στο Θεό,
ούτε
το νόμο Του τηρούν.
Καταπάτησαν
τη δικαιοσύνη οι ευγενείς,
αδιαφορούν
για την ελεημοσύνη οι πλούσιοι.
Οι
νέοι προσβάλλουν τούς γεροντότερους,
θαρρούν
πώς είναι πιο έξυπνοι.
Ό
ισχυρός αγνοεί τον αδύναμο,
τον
βασανίζει μέχρι να τον τελειώσει.
Δε
συγχωρούν οι άνθρωποι,
αδιαφορούν
ό ένας για τον άλλον,
τον
απαρνιέται για το κέρδος,
για
λίγο πηλό.
Δεν
πιστεύουν όπως πριν οι ιερείς
ξέχασαν
τη νηστεία τους οι μοναχοί.
Δε
νοιάζονται για την παρθενία οι κοπέλες,
μα
ντύνονται στα μεταξωτά,
κορδώνονται
για την αμαρτία τους.
Περιφρονούν
οι νέοι την τιμή
και
καμαρώνουν για τη διαφθορά τους.
Τις
Κυριακές οι άνθρωποι δεν τις τιμούν,
ούτε
γιορτές και παραδόσεις.
Άδειες
οι εκκλησιές τις γιορτές,
μοιάζουν
με έρημες σπηλιές.
Άδειες
οι εκκλησιές, άδειες κι οι ψυχές.
Μαύρη
ανομία βασιλεύει παντού.
Με
ερεθίζει ή ντροπή, με παροργίζει
ή
αμαρτία των ανθρώπων,
και
δεν είμαι άξιος να στέκομαι μπροστά Σου.
Γι
αυτό θρηνώ,
αγαπημένε
μου Σωτήρα.
Στενή
και λίγη ή αιωνιότητα για την οδύνη μου. Κάλλιο να ήμουν στην κόλαση... Φτάνει να
γύριζαν οι Σέρβοι σε Σένα!»
8.
Ήρεμα
άκουσε ό Κύριος τον θρήνο του Σάββα
ύστερα
το άγιο κεφάλι Του σήκωσε.
Δόνησαν
τον ουρανό οι σκέψεις Του.
Αστραπές
και κεραυνοί άστραψαν,
μαύρα
σύννεφα έτρεχαν παντού.
Ήταν
του αποστόλου Πέτρου, κι έπεσε χαλάζι,
ώσπου
όλη ή γη των Σέρβων άσπρισε,
σαν
πρόσωπο λεπρού ή πόρνης.
Τη
δυστυχία τους έκλαιγαν οι Σέρβοι,
άλλ'
ό ζωντανός Θεός δεν τούς θυμήθηκε -
γιατί
εκείνοι δε θυμήθηκαν το Θεό,
ούτε
τις αμαρτίες τους.
Κι
ό άγιος Σάββας έμενε γονατιστός,
με
πρόσωπο νεκρικό από τον τρόμο.
9.
Τα
σύννεφα μάζεψε ύστερα ό Θεός.
και
το χαλάζι έπαψε να πέφτει.
Λαμπάδιασε
ό ήλιος, ό άλλοτε γλυκός,
ζάρωσε
ή σερβική γη.
Ποτάμια
και χείμαρροι στέρεψαν,
Στέγνωσαν
τα πηγάδια τα βαθιά.
Από
τη δυστυχία τους φώναζαν οι Σέρβοι,
μα
ό ζωντανός Θεός δεν τούς θυμήθηκε-
γιατί
εκείνοι δε θυμήθηκαν το Θεό,
ούτε
τις αμαρτίες τους.
Κι
ό άγιος Σάββας έμενε γονατιστός,
με
πρόσωπο χλωμό από το δέος.
10.
Ύστερα
έστειλε έντομα ό Θεός
πού
τούς καρπούς των δέντρων κάλυψαν.
Πεινασμένα
έντομα
δαμάσκηνα
και μήλα καταβρόχθισαν,
αγρούς
καλλιεργημένους αφάνισαν
σ'
ολόκληρη την άλλοτε όμορφη γη.
Ούρλιαξαν
από τη δυστυχία τους οι Σέρβοι
μα
ό ζωντανός Θεός δεν τούς θυμήθηκε-
γιατί
εκείνοι δε θυμήθηκαν το Θεό,
ούτε
τις αμαρτίες τους.
Κι
ό άγιος Σάββας έμενε γονατιστός,
με
πρόσωπο πελιδνό από τη φρίκη...
11.
Κ
υστέρα ά Θεός το θάνατο λευτέρωσε,
γέρους και νέους να θερίσει
Κακές
αρρώστιες σκόρπισαν παντού,
πέθαναν πολλοί- τα κοιμητήρια γιόμισαν.
Οι
νεκροθάφτες λίγοι,
τα
μπράτσα τους ατόνησαν.
Δε
θυμήθηκαν το ζωντανό Θεό,
ξέχασαν
τις αμαρτίες τους.
Κι
ό άγιος Σάββας έμενε γονατιστός,
στο
πρόσωπο του το ωχρό, ό τρόμος καρφωμένος.
12.
Συγκράτησε
υστέρα ό Κύριος το κακό,
γιόμισαν
οι αγροί από καρπούς.
Οι
άνθρωποι όμως φώναζαν ακόμα:
«Τίποτα
δεν έχουμε πια, πουθενά!»
Οι
Σέρβοι ακόμα και στο θρήνο τους
δε
θυμήθηκαν το ζωντανό Θεό, ούτε τις αμαρτίες τους
Κι ό
άγιος Σάββας έμενε γονατιστός,
με
πρόσωπο χλωμό από τη φρίκη.
13.
Τότε
τον Σατανά ό Κύριος έλυσε.
Από
τον Άδη τον λευτέρωσε,
στους
Σέρβους για να πάει,
το
ιδικό του θέλημα προσώρας να περάσει.
Τη
χώρα αυτή να κάνει ότι θέλει,
σώματα
ανθρώπινα να κυριέψει, φτάνει
να μην
αγγίξει τις ψυχές.
Μάζεψε
το στρατό του ό Σατανάς,
ξεσήκωσε
θεριά κι ανθρώπους,
πού
'ταν τού Θεού εχθροί,
αλλά
μαζί του ομονοούσαν,
μ'
εκείνον πού τα θεριά θα ντρέπονταν,
τ' αγριογούρουνα θα σκύλιαζαν.
Με τη
φωτιά της κόλασης ό Σατανάς τούς όπλισε
τη
γη τη σερβική να πολεμήσουν.
14.
Ούρλιαζαν
οι πυρκαγιές
από της κόλασης τις πύλες
φωτιά
στο σπίτι έβαλε
ό Σατανάς των Σέρβων.
Τα
κτίρια τ' αφάνισε,
έκαψε
τα εργόχειρα,
τα
υφάσματα τα καταλήστεψε,
όσα
είχαν διασωθεί τα λεηλάτησε.
Όλες
τις αποθήκες τις ρήμαξε,
μαγάρισε
όλα όσα είχαν αγιαστεί.
Με
αλυσίδες έδεσε τούς ευγενείς, τούς άρχοντες
τούς κρέμασε, στη φυλακή για
να
πεθάνουν άφησε. Σκότωσε νιους,
κοπέλες
πού κλαίγανε, σαβάνωσε.
Μητέρες
μάζεψε πάνω από κούνιες,
άδειες
κούνιες, πού έσταζαν αίμα.
Έδεσε
τη γλώσσα του Σέρβου,
να
μη τραγουδήσει, ούτε να κλάψει,
ή να
προφέρει του Θεού το όνομα.
Δεν
άφησε να νιώσει αδερφός τον αδερφό.
Τα
πόδια του Σέρβου έδεσε,
λεύτερος
μην περπατήσει
κι
άφησε τόσο μόνο το σκοινί,
ως εκεί
πού έσπρωχνε ή μπάρα.
Τα
χέρια έδεσε του Σέρβου ό Σατανάς
λεύτερος
να μη δουλεύει,
μόνο
στα κάτεργα να πάει.
Να μην
μπορεί να φάει το ψωμί του
δίχως
του Σατανά την αγέρωχη εντολή.
Μην
λογαριάσει τα παιδιά του για δικά του,
ούτε
ελεύθερα να σκεφτεί, ... ούτε και ν' ανασάνει.
15.
Χρόνια
πολλά αυτό γινόταν
ωσότου
ή γη των Σέρβων να πρηστεί.
Να
γιομίσει από τα σώματα των νεκρών της,
από
το αίμα των μαρτύρων της, πού 'γιναν ζύμη, από μαγιά δυνατή.
Και τότε άρχισε να
κλαίει ό άγγελος κι οι Σέρβοι θυμήθηκαν το Θεό, φίλο τους μοναδικό, κι αληθινό
Σωτήρα τους.
Το βλέμμα στρέψαν στο Θεό μα και στον άγιο Σάββα.
Έντρομος έκλαιγε
ό Σάββας.
Μα ξάφνου πετάχτηκε κραυγάζοντας σπαραχτικά:
«Φτάνει,
Κύριε! Λυπήσου αυτούς πού γλίτωσαν!»
Κι ό Κύριος εισάκουσε τον Σάββα, σπλαχνίστηκε
τούς δούλους Σέρβους, συχώρεσε τις αμαρτίες τους.
16.
Φωτίστηκε
το πρόσωπο του Σέρβου
και
οι καμπάνες χτύπησαν χαρωπά.
Ευωδίασε
ή γη από θυμίαμα
κι
ή αλήθεια του Χριστού έλαμψε παντού.
Ή
αγάπη κι ή τιμιότητα βασίλεψαν,
οι
άγγελοι κατέβαιναν από ψηλά
για
ν' αγκαλιάσουν τη γη σερβική.
17.
Αφουγκραστείτε!
Ήχος μακρινός ακούγεται.
Είναι
ή λειτουργία πού γίνεται
στου
Χριστού το άγιο βασίλειο.
Ό
άγιος Σάββας λειτουργεί
και
μαζί του τριακόσιοι αρχιερείς
και
τρεις χιλιάδες Ιερείς.
Ό
άγιος Στέφανος διακονεί,
μαζί
με τον Άββακούμ,
πού
βρήκε θάνατο μαρτυρικό
μέσα
στο Βελιγράδι.
Ό
Βασιλιάς της Δόξης κάθεται στο θρόνο Του,
ενώ ως φωνή υδάτων πολλών
ακούγεται
από τη γη ή φωνή των Σέρβων, πού κραυγάζουν:
Αλληλούια!
Ευλογημένη
ή μάνα πού γέννησε τον Σάββα
κι
ευλογημένοι οι Σέρβοι όταν αυτός τούς οδηγεί.
Άγιος
Νικόλαος Βελιμίροβιτς, Επίσκοπος Αχρίδος και Ζίτσης. Ή μνήμη αυτού τιμάται τη
18η Μαρτίου.
ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ. Η ΤΡΑΓΩΔΙΑ ΤΗΣ ΠΙΣΤΕΩΣ. ΑΓΙΟΥ ΝΙΚΟΛΑΟΥ ΒΕΛΙΜΙΡΟΒΙΤΣ.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου