ΜΕΡΟΣ Β’
Στο β’ μέρος της συνέντευξης ο
Σύρος Άγγελος μιλά για το πώς αντιμετώπισαν τη μεταστροφή του προς τον Χριστό
οι μουσουλμάνοι γονείς του, αλλά και για όσα αισθάνθηκε την ώρα της βάπτισής
του
___
Ο Άγγελος, ένας νεαρός μουσουλμάνος
από τη Συρία πληγωμένος και αμήχανος από την παράδοση των προγόνων του που του
έδειχναν έναν Θεό τιμωρό και ταυτόχρονα, για λόγους ανεξερεύνητους, χορηγό μιας
τρυφηλής ζωής στον Παράδεισο με ρύζια, μέλια και ζευγαρώματα, βίωνε με απορία
την ασυνέπεια της διδασκαλίας της πίστεώς του. Μας εκμυστηρεύτηκε με οδύνη, πως
τη νύχτα μετά την επίσκεψη του Τζιχαντιστή θείου του στο πατρικό του και τις
συζητήσεις των μεγάλων περί δολοφονίας των συνανθρώπων του, ως πράξη ανώτερης
αρετής ανέβηκε στην ταράτσα του σπιτιού του, κοιτούσε τον Ουρανό φοβισμένος,
ρωτώντας με δάκρυα τον Θεό γιατί ζητούσε το αίμα των ανθρώπων, ενώ ήταν Θεός
του Ελέους. Εκείνη τη βραδιά δεν του δόθηκε απάντηση.
Εντούτοις σύντομα οι εξελίξεις
στην οικογένειά του και ο πόθος του για να μάθει την Αλήθεια τον οδήγησαν να
ζήσει γεγονότα μοναδικής σημασίας. Ο ίδιος μας διηγείται :
Ο πατέρας μου με τον αδελφό μου κι εμένα φύγαμε από
τη Συρία και είχαμε σκοπό να ξεκινήσουμε μια νέα ζωή στην Αμερική. Φτάσαμε στην
Ελλάδα. Εγώ έλεγα πως είμαι περαστικός από εδώ, περιμένοντας 3 μήνες με τον
πατέρα μου και τον αδερφό μου. Η έκδοση της βίζας μου καθυστερούσε. Ήταν 1982,
όταν μας ρώτησε ο πρέσβης αν είμαστε πρόσφυγες και στη θετική απάντησή μας,
εκείνος γέλασε καθώς δεν είχε ξαναδεί τόσο καθαρούς και καλοντυμένους πρόσφυγες.
Ο πατέρας μου του εξήγησε ότι δεν είμασταν οικονομικοί μετανάστες αλλά πως
φύγαμε από τη χώρα μας γιατί δεν συμφωνούσαμε με τη θρησκεία της και τις
κοινωνικές καταστάσεις. Τελικά ο πατέρας μου με τον αδελφό μου κατάφεραν να
αναχωρήσουν για την Αμερική, αλλά εγώ παρέμεινα.
Σας φόβισε το αβέβαιο μέλλον
σε μια άγνωστη χριστιανική χώρα;
Δεν είχα πρόβλημα να μένω μόνος. Είχα συνέχεια συζήτηση
με τον Κύριο. Εντωμεταξύ ένιωθα ότι η ζωή τρέχει και εγώ χάνω τον χρόνο μου και
ήθελα να ξεκινήσει το μέλλον μου. Στην αρχή γνωρίστηκα με πολλά πρόσωπα που
ήταν μακριά από τον Θεό. Αυτό με επηρέαζε αρνητικά. Εξ’ αιτίας αυτού, έφτασα να
έχω πολύ εσωτερική πίεση μέσα μου και όταν είχα αυτή την πίεση πάλι
προσευχόμουν στον Θεό και του μιλούσα. Βέβαια για μένα ήταν απρόσωπος ο Κύριος,
εκείνη την εποχή, όμως Τον αναζητούσα. Μερικές φορές περπατούσα στην εξοχή και
έμπαινα σε κάποιο εξωκλήσι και καθόμουν. Μου άρεσε η μυρωδιά του λιβανιού και η
αίσθηση του μικρού ναού. Όμως μετά ξαναπήγαινα στις παρέες των φίλων που δεν
είχαν παρόμοιες με μένα αναζητήσεις και ήμουν πάλι μπερδεμένος. Ωστόσο πιστεύω
ότι ο Θεός πάντα προσπαθούσε να μου πει “μην ανησυχείς, είμαι εδώ, ακόμα δεν με
ξέρεις, αλλά Eγώ θα σε πλησιάσω με κάποιο τρόπο.”
Συνήθως ο Θεός απευθύνεται σ’
εμάς μέσω των ανθρώπων Του. Υπήρξε κάποιο τέτοιο πρόσωπο και στην περίπτωσή
σας;
Πράγματι, υπήρξε! Ήταν ένα καλοκαίρι στο οποίο ο
πιο τρελός της παρέας εκείνης που σχετιζόμουν ήρθε με αλλαγμένη συμπεριφορά,
προσεγμένη εμφάνιση και είχε αφήσει γενειάδα. Τον ρώτησα τι έγινε και ήταν τόσο
μαζεμένος και μου απάντησε ότι το πιο σημαντικό είναι να εξομολογείσαι και να
κοινωνάς. Πέρασε το καλοκαίρι και εγώ είχα πατώσει τελείως, δεν είχα δουλειά και
είχα μείνει σχεδόν άφραγκος. Έτσι πήρα τηλέφωνο αυτόν τον φίλο μου και
συναντηθήκαμε. Του ζήτησα να μου πει περισσότερα για τη γνώση που απέκτησε
τελευταία. Μου λέει “Kοίταξε, είναι απλά τα πράγματα, οι τρεις είναι Ένας
και ο Ένας είναι τρεις” και στην απορία μου, για ποιόν μιλούσε, μου απαντάει “Για
τον Θεό”.
Τελικά με φιλοξένησε σπίτι του για αρκετούς μήνες
καθώς έψαχνα για δουλειά, αλλά κάθε Κυριακή πήγαινε εκκλησία και πήγαινα και
εγώ μαζί του στον ναό της Αγίας Αικατερίνης στον Πειραιά. Αυτός ήθελε να μάθει
να ψέλνει και εγώ καθόμουν δίπλα του σε όλη τη λειτουργία. Κάποια στιγμή μου
είπε ότι θα πάμε σε μια διαφορετική ενορία και πήγαμε στον ναό της Υπαπαντής
και αφού τελείωσε η λειτουργία με πήγε σε μια αίθουσα κατηχητικού, που ήταν
μαζεμένοι παιδιά και δύο κοπέλες κατηχήτριες στην ηλικία μου. Ήταν μια μικρή
χορωδία. Εκείνη την ημέρα συγκινήθηκα πολύ με τα αγνά τραγούδια των παιδιών.
Βλέπετε εγώ είχα μεγαλώσει με τα μουσουλμανικά πιστεύω και τον τιμωρό Θεό και
τα τραγούδια αυτά μιλούσαν για Θεό Αγάπης.
Είχατε κριτική στάση απέναντι
στη νέα πίστη με την οποία ήρθατε σε επαφή;
Σε μια συνάντηση πολλών κατηχητών ρώτησα τον φίλο
μου γιατί ο διάβολος σας έχει χωρίσει σε τόσα κομμάτια καθολικούς, ορθόδοξους,
προτεστάντες; Με άκουσε ένας κατηχητής ο Κωσταντίνος και μου είπε τι σημαίνει
πραγματικά η ορθοδοξία, ενώ όλοι οι υπόλοιποι μου ανέφεραν μόνο για το Σχίσμα
της Εκκλησίας. Ο Κωσταντίνος με μάθαινε με απλό τρόπο την ιστορία της
Ορθοδοξίας που το δόγμα της είχε μια συνέχεια και μια συνέπεια. Διαβάζοντας το
κοράνιο έβρισκα πολλές αντιφάσεις, αλλά έπρεπε να γκρεμιστεί τελικά όλο το
παλιό κτίσμα που είχα μέσα μου.
«Μπήκα στην κολυμβήθρα με τα
μάτια μου ανοιχτά στο νερό και δεν είχα ανάγκη από οξυγόνο. Βγαίνοντας, ένοιωθα
κάτι φοβερό που δεν περιγράφεται με λόγια. Από εκείνη τη στιγμή είχα πολύ πόθο
να προσευχηθώ»
Πώς πραγματοποιήθηκε η αληθινή
συνάντηση με την Ορθόδοξη Εκκλησία;
Άρχιζα να συνομιλώ με τον Χριστό παρόλο που δεν τον
ένιωθα σαν Θεό. Είχα βρει δουλειά ως βοηθός ενός αγιογράφου. Μια μέρα
εργαζόμενος έπεσα και μπήκε η σπάτουλα μέσα στο δάχτυλό μου και μου άφησε
σημάδι. Αφού το έδεσα πήγα κοντά στον Εσταυρωμένο έσκυψα μπροστά στον σταυρό
και παρακάλαγα τον Χριστό και τότε ένιωσα ολοζώντανα ένα χέρι να μου χαϊδεύει
το κεφάλι. Άλλαξαν όλα μέσα μου.
Εντωμεταξύ, η Μητρόπολη Πειραιώς με είχε αγκαλιάσει
πάρα πολύ, μου έδωσαν αγάπη. Με προσκαλούσαν στις κατασκηνώσεις και μου δινόταν
μεγάλη χαρά, παρόλο που ήμουν αβάφτιστος. Με τον καιρό σκεφτόμουν την
πιθανότητα να είμαι και εγώ μαζί με αυτά τα παιδιά. Στην πατρίδα μου τη Συρία,
υπήρχε μια ξεκάθαρη εικόνα για τους χριστιανούς, οι οποίοι ήταν από όλες τις
απόψεις πιο καθαροί. Πιστεύω ότι η πίστη των Χριστιανών είναι καρποφόρα:
θέλοντας και μη αν είσαι Χριστιανός έχεις κάποια χαρίσματα, ξεχωρίζεις από
κάποιον μη Χριστιανό, έστω κι αν εσύ μπορεί να μην το καταλαβαίνεις αλλά ένας άλλος,
μη Χριστιανός, το βλέπει γιατί δεν το έχει ο ίδιος.
Πώς ο πατέρας του, αδελφός
ενός τζιχαντιστή, ακολούθησε κι εκείνος το δρόμο του Θεού
Η τελική απόφαση να
βαπτιστείτε προέκυψε από κάποιο ιδιαίτερο γεγονός, ή ήταν συνέπεια της επαφής
σας με τους νεαρούς χριστιανούς φίλους σας;
Βρήκα μια δουλειά σ’ έναν ξυλέμπορο ο οποίος θα
γινόταν στη συνέχεια νονός μου. Αυτός με έφερε σε επαφή μ’ έναν γέροντα
αγιορείτη: Ο πατήρ Αντώνιος ήρθε στο σπίτι του νονού μου για επίσκεψη και εκεί
τον συνάντησα. Κάθισα απέναντί του και με κοίταγε πολύ βαθιά στα μάτια και
κάποια στιγμή άρχισε να μου αποκαλύπτει πράγματα που είχα κάνει, σα να ήξερε το
παρελθόν μου. Έμεινα με ανοιχτό το στόμα. Χαμογέλασε, μου είπε πως πρέπει σιγά
σιγά να κατηχηθώ σωστά και να βαφτιστώ.
Πώς βιώσατε το μυστήριο της
βάπτισής σας σε μια ηλικία που είχατε την ευθύνη της επιλογής σας;
Καταρχάς στην ώρα της βάφτισής μου, όταν μπήκα στην
κολυμβήθρα, μπήκα με ανοιχτά τα μάτια στο νερό και δεν είχα ανάγκη από οξυγόνο.
Βγαίνοντας από εκεί ένιωθα κάτι φοβερό που δεν περιγράφεται με λόγια και από
εκείνη τη στιγμή και μετά είχα τόσο πολύ πόθο να προσευχηθώ. Ήταν άνθρωποι γύρω
μου κι εγώ ήθελα να κρυφτώ κάπου και να πω ένα “Πάτερ Ημών”.
Η μεταστροφή σας σε χριστιανό
πώς αντιμετωπίστηκε από τους γονείς σας, οι οποίοι ήταν μουσουλμάνοι;
Είχα επικοινωνία αλληλογραφώντας με τον πατέρα μου.
Ο άνθρωπος αυτός από παιδί διάβαζε κάθε μέρα το κοράνιο, προσευχόταν πέντε
φορές την ημέρα, νήστευε κανονικά, ήταν πολύ θεοφοβούμενος. Αυτό όμως δεν με
εμπόδιζε να συζητώ μαζί του ελεύθερα όλες τις σκέψεις μου. Ο πατέρας μου με
αγαπούσε πολύ και είχαμε πολλά κοινά στοιχεία. Ό,τι ενδιαφέρον έβρισκα σχετικό
με τη χριστιανική πίστη, του έστελνα και τα διάβαζε. Εντωμεταξύ θα παντρευόμουν
μια κοπέλα που αγάπησα και με αγάπησε εν Χριστώ, μια κατηχήτρια από τις
κατασκηνώσεις του Πειραιά.
Ο πατέρας μου ήρθε μια μέρα πριν τον γάμο μου από
την Αμερική για να βρίσκεται κοντά μου αυτή την ιερή για μένα ώρα της ζωής μου.
Μου είπε ότι είχε μελετήσει όλα τα γράμματα που του είχα στείλει και ότι
προσπάθησε να ελέγξει γιατί το κοράνι γράφει τόσο μπερδεμένες θεωρίες. Αγόρασε
ένα Ευαγγέλιο γραμμένο στην Αραβική και το διάβαζε συνεχώς. Ο πατέρας μου δεν
ήταν καθόλου τυχαίος στον τρόπο σκέψης. Ο νονός μου μας έδωσε τότε να διαβάσουμε
τον βίο του Μεγάλου Αντωνίου και μετέφερα στον πατέρα μου το περιεχόμενο του
βιβλίου για τον καθηγητή της ερήμου. Μετά την έρευνά του ο πατέρας μου
αποφάσισε να γίνει ορθόδοξος Χριστιανός και βαφτίστηκε και εκείνος με το όνομα Αντώνιος.
Γίνατε Ιεραπόστολος στον πατέρα
σας. Δεν ήταν εύκολη υπόθεση, ο αδελφός ενός τζιχαντιστή, να στραφεί στον
Χριστό και τους Αγίους Του. Πώς τα ένιωθε όσα άφησε πίσω του;
Ο πατέρας μου, έζησε από παιδί τη σκληρή ζωή του
πολέμου στη Συρία. Ήταν από 15 χρονών πάνω στο άλογο, πολεμούσε και μου έλεγε
ιστορίες πώς ο Θεός τον προστάτευε πάντα από τον θάνατο. Μου είπε γέροντας πια,
πως ο Θεός τού επέτρεψε να ζήσει, για να γίνει Χριστιανός. Πρόλαβε να δει κι
εγγόνι με το ίδιο όνομα με αυτόν. Το τέλος του παππού ήταν οσιακό. Έπασχε από καρκίνο
του προστάτη και προς το τέλος της ζωής του, έμεινε στο κρεβάτι 8 μήνες και
τότε περάσαμε συγκινητικές στιγμές.
Λέγαμε ιστορίες από το παρελθόν, του διάβαζα
πατερικά κείμενα και το Ευαγγέλιο, ενώ εκείνος είχε πάντα το κομποσκοίνι στο
χέρι του. Είχε πολλούς και δυνατούς πόνους, καθώς είχε γίνει μετάσταση στα οστά
και παρόλα αυτά, λόγω της πίστης του γινόταν ακόμα πιο πιστός: ούρλιαζε από τον
πόνο, μα λέγοντας την ευχή στα Αραβικά. Όταν ήρθε το τέλος του, προσευχόμουν
έχοντάς τον στην αγκαλιά μου και κάποια στιγμή άφησε το πνεύμα του.
«Η μητέρα μου, όταν το άκουσε,
μου είπε ότι δεν είμαι πια γιός της. Είχε το φόβο του Αλλάχ»
Δεν μιλήσαμε για τη μητέρα σας
που έμεινε στη Συρία.
Η μητέρα είναι μια περίεργη ιστορία και πολύ
πονεμένη. Η μητέρα μου είχε ψυχρό χαρακτήρα, είχε πολλές ανασφάλειες, μας
μεγάλωσε με πίστη, ηθική και φόβο Θεού. Μετά από 27 χρόνια γάμου οι γονείς μου
διέλυσαν τον γάμο τους γιατί είχαν διαφορετικούς σκοπούς και έτσι εκείνη έμεινε
μόνη της στη Συρία. Εγώ από τότε που παντρεύτηκα έστελνα γράμματα και έπαιρνα
τηλέφωνα σε όλους τους συγγενείς και τους είπα ότι βαφτίστηκα Χριστιανός
Ορθόδοξος γιατί πιστεύω ότι με αυτόν τον τρόπο θα σωθώ και ήθελα πολύ να γίνω
παιδί της Αγίας Τριάδος και βέβαια το 90% από φίλους και συγγενείς μού κλείσανε
την πόρτα.
Η μητέρα μου όταν το άκουσε μου είπε ότι δεν είμαι
πια ο γιος της και δεν είναι πια μητέρα μου. Εγώ εξακολουθούσα μια φορά τον
μήνα να παίρνω τηλέφωνο και όταν με άκουγε εκνευριζόταν και δεν ήθελε να με ακούει.
Μετά απ’ αυτό απλώς έπαιρνα τηλέφωνο να δω ότι είναι ζωντανή, ότι είναι καλά, δεν
μιλούσα και το έκλεινα. Μετά από καιρό, κάποια στιγμή δεν το σήκωνε και έκανα
μια έρευνα από το τηλέφωνο και τελικά έμαθα ότι είχε πεθάνει πριν 2 μήνες. Θα
μπορούσε να μου πει ότι είχα κάνει λάθος και ότι κατά 99% θα πάω στην κόλαση,
αλλά εξακολουθούσα να είμαι ο γιος της. Δεν το έκανε, ίσως γιατί φοβόταν, είχε
τον φόβο του Αλλάχ γιατί για τους μουσουλμάνους όπως εκείνη, όποιος φεύγει και
γίνεται άπιστος τιμωρείται με θάνατο.
* * *
Ο γιός του έγινε ιερέας
Ο Άγγελος σε αυτό το σημείο
σταμάτησε λυπημένος τη διήγηση. Η σιωπή του αντανακλούσε την οδύνη ενός ορφανού
από μητέρα ανδρός. Ήταν όμως μόνο για μια στιγμή. Το χαμόγελο επανήλθε στο
πρόσωπό του. Δεν λεηλατήθηκε ουδέποτε η καρδιά του από την αδύναμη πολεμική των
οικείων του. Την προστάτευε η απόλυτη εγκατάλειψή του στην Αγάπη του προς τον
Θεό που έξω βάλει τον φόβο. Η σύζυγός του στάθηκε συμπαραστάτης του μέχρι
σήμερα. Έκαναν μαζί τέσσερα παιδιά, ένα από αυτά, ο Αντώνης, που έφερε και το
όνομα του παππού, είναι σήμερα έγγαμος ιερέας.
_________
Σοφία Χατζή
δημοσιεύθηκε στην εφημερίδα
ΟΡΘΟΔΟΞΗ ΑΛΗΘΕΙΑ, 10.03.2021
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου