Αναζήτηση αυτού του ιστολογίου

Δευτέρα 8 Νοεμβρίου 2021

«Ο πατήρ Ιωάννης ποτέ δεν ήθελε να παρεμβάλλεται ανάμεσα στον άνθρωπο και τον Θεό»

 



Συζήτηση με τον Πρωθιερέα Αλέξανδρο Σεκρεταριόβ

Αρτέμιος Μπάνσικοβ

 

Η μνήμη του Αρχιμανδρίτη Ιωάννη (Κρεστιάνκιν) για πολλούς πιστούς παραμένει ζωντανή και χαρωπή. Είναι αυτή που στερεώνει και ζεσταίνει τις καρδιές. Σήμερα, συνομιλούμε με τον Πρωθιερέα Αλέξανδρο Σεκρεταριόβ, πνευματικό της εκκλησιαστικής επαρχίας Οριόλ, κληρικό του Ιερού Καθεδρικού Ναού της Παναγίας του Αχτίρσκ, της πόλης Οριόλ. Ο πατήρ Αλέξανδρος γνώριζε τον αειμακάριστο γέροντα για πολλά χρόνια και ρύθμιζε τα της ζωής του, έχοντας κατά νου τις συμβουλές του γέροντα.

– Γεια σας, σεβαστέ πατέρα Αλέξανδρε! Μιλήστε μας, σας παρακαλώ, για το πώς ξεκίνησε ο δικός σας δρόμος της διακονίας στην Εκκλησία και πώς γνωριστήκατε με τον Αρχιμανδρίτη Ιωάννη;

 

Στη Μονή περνούσαμε σχεδόν όλο το καλοκαίρι: δουλεύαμε, προσευχόμασταν στις ιερές ακολουθίες

 

– Ο πατέρας μου, αιωνία του η μνήμη, Μιτροφόρος Πρωθιερέας Νικόλαος Σεκρεταριόβ, όταν σπούδαζε στην Ιερατική Σχολή της Μόσχας, το διάστημα 1950-1952, γνώρισε τον Αρχιμανδρίτη Αλύπιο (Βόρονοβ), πολύ γνωστό καθηγούμενο της παλαιάς Ιεράς Μονής των Σπηλαίων του Πσκοβ. Τότε, ο πατήρ Αλύπιος ήταν ακόμα ιερομόναχος και συμμετείχε στις εργασίες αποκατάστασης και συντήρησης των τοιχογραφιών της Λαύρας της Αγίας Τριάδας και του Αγίου Σεργίου, που είχε ανοίξει το 1944. Όταν ο πατέρας μου τελείωσε τις σπουδές του και τον τοποθέτησαν σε μια ενορία, τον πατέρα Αλύπιο τον μετέθεσαν στην Ιερά Μονή των Σπηλαίων του Πσκοβ ως καθηγούμενο, όπου ασχολήθηκε με τη συντήρηση του αρχιτεκτονικού συγκροτήματος και των τοιχογραφιών του. Όταν αυτό το έμαθε ο πατέρας μου, αποφάσισε να πάει στην Μονή των Σπηλαίων του Πσκοβ για να βοηθήσει και για να συναντηθεί με τον πατέρα Αλύπιο. Εκεί ηχογραφούσε σε κασέτες κηρύγματα, ψαλμωδίες, μοναστικές ιερές ακολουθίες και κατέγραφε τις εντυπώσεις του. Ύστερα, αυτά τα μοιράζονταν μαζί μας, τα παιδιά του, και με αυτόν τον τρόπο έστρωνε το δρόμο για μένα και τον αδελφό μου (μελλοντικό καθηγούμενο, Αρχιμανδρίτη Τύχωνα (Σεκρεταριόβ)), μια και είχαμε αρχίσει να πηγαίνουμε εκεί οικογενειακώς, όλοι μαζί: ο πατέρας, εγώ, ο Αλέξιος (ο μελλοντικός Αρχιμανδρίτης Τύχων) και ο Γρηγόριος, ο οποίος και αυτός έχει γίνει ιερέας και τώρα λειτουργεί στην πόλη Πετσόρι. Στη Μονή περνούσαμε σχεδόν όλο το καλοκαίρι: δουλεύαμε, προσευχόμασταν στις ιερές ακολουθίες και επικοινωνούσαμε με τον πατέρα Αλύπιο. Μετά από λίγο, αρχίσαμε, εγώ και τα αδέλφια μου, να πηγαίνουμε μόνοι μας στην Ιερά Μονή των Σπηλαίων του Πσκοβ.

 

Με τον Αρχιμανδρίτη Ιωάννη γνωρίζονταν όλη η μεγάλη οικογένειά μας: 9 αδέλφια, η αδελφή, ο πατέρας και η μητέρα. Όλοι είχαμε επικοινωνία με τον παππούλη. Τον αδελφό μου, τον μελλοντικό Αρχιμανδρίτη Τύχωνα, ο πατήρ Ιωάννης τον είχε ευλογήσει να ακολουθήσει την μοναχική οδό, λέγοντας του: «Μόνο στο μοναστήρι». Έτσι, το 1975, ο Αλέξιος έγινε δόκιμος στην Ιερά Μονή των Σπηλαίων του Πσκοβ. Εγώ τελείωσα τη θητεία μου στο στρατό, και μετά, ακολουθώντας την εσωτερική κλήση, μπήκα στην Ιερατική Σχολή. Είχα μεγάλη επιθυμία να σπουδάσω στην Ιερατική Σχολή, ένιωθα την κλήση του Θεού. Με τραβούσε προς τα κει, αν και στον κόσμο είχα πολύ καλή προοπτική επαγγελματικής εξέλιξης, ως ζωγράφος, κάτι που το είχα καλλιεργήσει, πριν το στρατό. Η ζωγραφική μου άρεσε, αλλά δεν μπορούσα με τίποτα να δουλεύω ως ζωγράφος, επειδή η ηθική κατάσταση στον κύκλο των συναδέλφων ήταν δυσμενής: απιστία, βρισιές, αλκοόλ, κάπνισμα, ακολασία και πολλά άλλα. Καθώς έβλεπα γύρω μου όλο αυτό, αποφάσισα αμετάκλητα να μπω στην Ιερατική Σχολή, η οποία βρίσκεται στην Θεολογική Ακαδημία της Μόσχας, όπου μετά από λίγο καιρό ο πατέρας μου είχε υποβάλει τα δικαιολογητικά μου. Σύντομα, λάβαμε πρόσκληση από την Ακαδημία και πήγαμε για εισαγωγικές εξετάσεις. Το 1975, άρχισα τη θεολογική μου μόρφωση στην Θεολογική Ακαδημία της Μόσχας.

– Μετά την εισαγωγή σας στην Ακαδημία, πηγαίνατε συχνά στον παππούλη;

 

– Στον πατέρα Ιωάννη πηγαίναμε από τα σχολικά μας χρόνια, όπως σας είπα προηγουμένως. Εκείνο τον καιρό, δε θυμάμαι να είχαμε μακράς διάρκειας συναντήσεις, αλλά πάντα πηγαίναμε να πάρουμε την ευλογία του, όπως και όλοι όταν αναχωρούσαν από τον μοναστήρι. Αυτό είχε επικρατήσει ως παράδοση ανάμεσα στους προσκυνητές. Με το που φοίτησα στην Ακαδημία, η επιθυμία μου να επισκέπτομαι πιο συχνά τη Μονή των Σπηλαίων έγινε πιο δυνατή, καθώς είχαμε τη δυνατότητα να ζούμε για λίγο σε αυτήν την ευλογημένη ατμόσφαιρα, να προσευχόμαστε, να εργαζόμαστε, να παίρνουμε πνευματικές δυνάμεις μέσα από το πνεύμα του μοναστηριού, των ιερών ακολουθιών και μέσα από την επικοινωνία μας με τους γέροντες. Τότε, ο αδελφός μου, ιερομόναχος Τύχων (Σεκρεταριόβ), ήδη εγκαταβίωνε στην Μονή των Σπηλαίων, και κάθε φορά πριν αναχωρήσω για το σπίτι, μου υπενθύμιζε ότι πρέπει να δω τον παππούλη Ιωάννη, να του ζητήσω τις προσευχές του και την ευλογία του.

 

Ο πατήρ Ιωάννης ευλογούσε πάντα πολύ πρόσχαρα, ράντιζε με αγίασμα, έχριε με Άγιο έλαιο και διάβαζε ευχές από το προσευχητάρι. Όλο αυτό το έκανε με μεγάλη αγάπη και χαρά και αυτό προκαλούσε πολύ μεγάλη εντύπωση. Μετά τα τρία χρόνια των σπουδών μου στην Ιερατική Σχολή, στη ζωή μου εμφανίστηκε ένα πολύ σημαντικό ερώτημα που με ανησυχούσε: τι να κάνω στη συνέχεια, να παντρευτώ ή να γίνω μοναχός; Δεν ήταν ξεκάθαρα, δεν είχα βρει νύφη, ούτε στο μοναστήρι ήμουν έτοιμος να πάω… Και υπέβαλα αίτηση για την Θεολογική Ακαδημία, όπου με δέχτηκαν. Και εκεί είδα την Πρόνοια του Θεού. Ήταν Μεγάλη Τεσσαρακοστή. Ο Ιερομόναχος Τύχων (Σεκρεταριόβ), αδελφός μου, σπούδαζε στην ίδια Ακαδημία, με μερική παρακολούθηση, και, όταν είχε έρθει μια φορά για εξεταστική, μου έδωσε τυλιγμένο σε άσπρο χαρτί ένα πακέτο, λέγοντας: «Να, αυτό σου το στέλνει ο πατήρ Ιωάννης». Το ανοίγω και βλέπω ότι το πακέτο είχε τον ιερατικό σταυρό, που εμείς τον ονομάζουμε «άσπρο», το πετραχήλι με επιμανίκια, και τον όρκο του ιερέα εκτυπωμένο σε χαρτί. Ήταν αξέχαστη η χαρά, που ο γέροντας, τον οποίο δεν ήξερα κιόλας καλά-καλά, έδειχνε τέτοιο ενδιαφέρον και φροντίδα. Με ταρακούνησε αυτό κάπως. Σκέφτηκα: «Μόλις έρθει το καλοκαίρι, θα πάω στον πατέρα Ιωάννη στη Μονή Σπηλαίων, να του μιλήσω. Όχι, θα πάω στις διακοπές του Πάσχα, γιατί να το αναβάλλω». Μόλις έφτασα στη Μονή, πήγα τρέχοντας στον πατέρα Ιωάννη, και κατάφερα να τον δω αρκετά γρήγορα, επειδή το κελλί του αδελφού μου βρισκόταν δίπλα στο κελλί του γέροντα. Αυτά που μου έλεγε ο παππούλης τα άκουγα με άγχος και φοβόμουν μήπως με επιπλήξει για κάποιες ξεχασμένες αμαρτίες. Αλλά ο παππούλης με πολλή αγάπη με προσκάλεσε να καθίσω στον καναπέ, μου φέρθηκε με τόση καλοσύνη, απλότητα, ειλικρίνεια, ανεπιτήδευτη παιδικότητα και φροντίδα, που λες και ήμουν ο μοναδικός άνθρωπος στη γη την παρούσα στιγμή. Και αυτήν τη στάση την είχε για κάθε άνθρωπο που απευθυνόταν σε αυτόν. Ο πατήρ Ιωάννης πολύ γρήγορα μου είπε: «Πρέπει να διακονείς την Εκκλησία», λόγια που χαράχτηκαν για πάντα στη μνήμη μου.  

 

Ο πατήρ Ιωάννης πολύ γρήγορα μου είπε: «Πρέπει να διακονείς την Εκκλησία», λόγια που χαράχτηκαν για πάντα στη μνήμη μου

 

Δεν καταλάβαινα και πολύ για ποιο λόγο μου το είπε, καθώς το ερώτημά μου ήταν άλλης φύσεως και αφορούσε στον μετέπειτα τρόπο της ζωής μου, μοναχικό ή συζυγικό. Όμως, παρόλα αυτά, ο παππούλης δεν μου είπε κάτι παραπάνω στη διάρκεια εκείνης της συνάντησής μας. Φαίνεται, έτσι έπρεπε. Σύντομα, επέστρεψα στην Ακαδημία. Το ακαδημαϊκό έτος συνεχιζόταν και τα ερωτήματα ζωής έμεναν αναπάντητα, προκαλώντας μου ανησυχία και θλίψη. Ομολογώ ότι ήθελα να παντρευτώ. Είχα και γνωριμίες, αλλά δεν προχωρούσαν. Την ίδια περίοδο, έγραφα και την μεταπτυχιακή διατριβή με θέμα: «Η χριστιανική αντίληψη της ομορφιάς του ανθρώπου».

 

– Πολύ ενδιαφέρον θέμα. Πώς καταλήξατε σε αυτήν τη διατύπωση;

– Στην επιλογή του θέματος με επηρέασε η περιβάλλουσα ατμόσφαιρα: η ομορφιά των ακολουθιών, των ψαλμωδιών, των λιτανειών, των ναών και ιδιαίτερα του μοναχικού περιβάλλοντος. Πρέπει να πω ότι ο μοναχισμός με έλκυε, αλλά κάποια φορά είχα πει στον εαυτό μου: καλή είναι η ομορφιά, αλλά πόσο σοβαρός και δύσκολος είναι αυτός ο δρόμος, ο δρόμος των πολλών στερήσεων, των περιορισμών, της ασκητικής ζωής.

 

– Πατέρα Αλέξανδρε, μα, σε αυτή την κατάσταση αναζήτησης βρίσκονται πολλοί από τους σπουδαστές των Ιερατικών Σχολών στη διάρκεια των σπουδών τους.

 

– Ναι, όντως, σε κατάσταση αναζήτησης του εαυτού τους, του δρόμου της ζωής, βρίσκονταν πολλοί γνωστοί μου από την Ιερατική Σχολή. Αν υπάρχει έστω και ελάχιστη αμφιβολία, καλύτερα, όπως το έχουν ορίσει οι πατέρες, να μην πάει κανείς σε μοναστήρι. Εκείνο το διάστημα, Πρύτανης της Ακαδημίας ήταν ο Επίσκοπος Βλαδίμηρος (Σαμποντάν) (μελλοντικός Μητροπολίτης Κιέβου και πάσης της Ουκρανίας), ο οποίος μας αποκαλούσε «ενδιαφερόμενους αναζητητές». Στον Σεβασμιώτατο συχνά έφταναν επιστολές από διάφορους ιερείς με το ακόλουθο περιεχόμενο περίπου: «Έχω κόρη για παντριά, παρακαλώ, βοηθήστε με να βρω ενδιαφερόμενο σπουδαστή». Ο Σεβασμιώτατος Βλαδίμηρος έβαζε τέτοιες επιστολές στον πίνακα των ανακοινώσεων με υπογραφή: «Αρχιεπίσκοπος Βλαδίμηρος. Για ενδιαφερόμενους». Παρόλα αυτά, δεν κατάφερνα να συναντήσω άνθρωπο κοντινό στο δικό μου πνεύμα. Ταυτόχρονα, ήμουν σίγουρος ότι δε θα γίνω μοναχός. Και να, τι συνέβη.  

 

Δεν κατάφερνα να συναντήσω άνθρωπο κοντινό στο δικό μου πνεύμα. Ταυτόχρονα, ήμουν σίγουρος ότι δε θα γίνω μοναχός

 

Ο πατήρ Ιωάννης είχε τη συνήθεια να στέλνει Χριστουγεννιάτικες και Πασχαλινές ευχές με την υπογραφή του σε όσους, με οποιονδήποτε τρόπο, έμπαιναν στο οπτικό του πεδίο. Μια από αυτές τις επιστολές είχε έρθει και σε μένα. Στην κάρτα είχε τις ευχές του που την συμπλήρωνε με ένα πολύ σημαντικό και συνάμα μυστηριώδες μήνυμα, γραμμένο με το χέρι του ίδιου του γέροντα (συνήθως τις επιστολές τις έγραφε η Τατιάνα Σμιρνόβα – βοηθός του γέροντα): «Αλέξανδρε, έλα στη Μονή των Σπηλαίων. Το ζήτημά σου λύνεται πολύ καλά». Ποιο ζήτημα, δεν είχα καταλάβει… Αλλά, με την πρώτη ευκαιρία πήγα στη Μονή, όπως μου ζήτησε ο γέροντας. Τότε, τελείωνα τις σπουδές μου και έγραφα τη διατριβή μου για τη χριστιανική αντίληψη της ομορφιάς του ανθρώπου. Έτσι, είχα κάποιες ελεύθερες μέρες και πήγα στο γέροντα. Όταν τον συνάντησα, ο πατήρ Ιωάννης με ευλόγησε να πάω στην πόλη Οριόλ και μου είπε ότι πρέπει να επισκεφτώ μια ηλικιωμένη χήρα ενός ιερέα. Τότε, δεν μπορούσα καν να φανταστώ ότι στο σπίτι αυτής της κυρίας, της Τατιάνας Νικολάεβνα, θα συναντούσα τη μελλοντική μου σύζυγο. Έτσι, ο δρόμος της ζωής μου οριστικοποιήθηκε, με τις πρεσβείες του Αρχιμανδρίτη Ιωάννη, με τελείως φυσικό τρόπο, χωρίς οποιαδήποτε επιτήδευση. Από τότε, άρχισα να επικοινωνώ με τον παππούλη πολύ πιο συχνά, έχοντας ως οδηγό τις συμβουλές και τις ευλογίες του. Όταν παντρεύτηκα, με χειροτόνησαν πρώτα σε διάκονο και μετά από μικρό χρονικό διάστημα σε ιερέα, το 1982. Από τότε, διακονώ την Αγία μας Εκκλησία, στην εκκλησιαστική επαρχία Οριόλ.

– Πώς ήταν ο παππούλης στην επικοινωνία;

 

– Πρέπει να πούμε ότι η προσευχή του πατέρα Ιωάννη βοηθούσε όλους όσοι έρχονταν σε αυτόν. Ποτέ δεν επιβαλλόταν. Οι συμβουλές του, οι συστάσεις του ποτέ δεν είχαν χαρακτήρα προφητείας ή επίπληξης. Ο πατήρ Ιωάννης πάντα ήταν πολύ καλός, πολύ εύκολος, πολύ απλός. Τις όποιες δυσκολίες, που εμφανίζονταν, ο παππούλης τις έλυνε με αγάπη και με χιούμορ, που ήταν πολύ λεπτό και ενδιαφέρον. Συχνά, μιλούσε με παραβολές, με παρόμοιες ιστορίες, και με αυτόν τον τρόπο μας βοηθούσε να καταλαβαίνουμε πώς να ενεργούμε. Πολλές φορές διαπίστωνα τις λυπηρές επιπτώσεις, σε περίπτωση που δεν ακολουθούσαμε τις ευλογίες του πατέρα Ιωάννη. Ο αδελφός μου, ο Αρχιμανδρίτης Τύχων, συνέχεια έλεγε ότι ο πατήρ Ιωάννης πάντα βοηθούσε, βοηθάει και θα βοηθάει τους πάντες στη ζωή. Οι γιορταστικές του ευχές, οι επιστολές και η επικοινωνία μαζί του δεν άφηναν κανέναν αδιάφορο.

 

Οι νουθεσίες του πατέρα Ιωάννη πρέπει να γίνουν πρακτικό εγχειρίδιο για έναν σύγχρονο πιστό άνθρωπο

 

Να αναφέρω ως παράδειγμα μια ιστορία από τη ζωή μας. Είχαμε με τη σύζυγο πρόβλημα με τις συνθήκες διαβίωσης. Η σύζυγος έγραψε επιστολή στον πατέρα Ιωάννη, του παραπονέθηκε και του ζήτησε προσευχές. Αυτός απάντησε: «Τα πάντα γίνονται στον καιρό τους για όποιον ξέρει να περιμένει». Ήταν μια πολύ σοφή συμβουλή, που έδινε ελπίδα, σιγουριά και αίσθηση ηρεμίας. Γενικώς, οι νουθεσίες του πατέρα Ιωάννη πρέπει να γίνουν πρακτικό εγχειρίδιο για έναν σύγχρονο πιστό άνθρωπο. Σε αυτές μπορεί να βρει κανείς το ύψος και το βάθος της σκέψης, απαντήσεις σε πολλές ερωτήσεις, απαντήσεις που δίνονται με πολύ εύκολο, προσιτό και κατανοητό τρόπο.

 

– Βεβαίως, ελπίζουμε και περιμένουμε την αγιοκατάταξη του πατέρα Ιωάννη στη χορεία των Αγίων…

 

– Θεωρώ ότι η αγιοκατάταξη του πατέρα Ιωάννη είναι θέμα χρόνου. Εμείς, βεβαίως, τον μνημονεύουμε στις προσευχές μας. Τον μνημονεύουμε, όμως, με την αίσθηση βαθιάς πεποίθησης ότι πρέπει να απευθύνουμε τις προσευχές μας σε αυτόν ως Άγιο του Θεού. Συχνά συμβαίνει να ζητάς βοήθεια από τον πατέρα Ιωάννη και την ίδια στιγμή βρίσκεις απάντηση στα κηρύγματά του ή στις επιστολές του. Ο πατήρ Ιωάννης είχε λάβει από τον Θεό το χάρισμα της διάκρισης. Αναμφίβολα, ήταν και διορατικός, κάτι, άλλωστε, που το μαρτυρούν τα παραδείγματα από τη ζωή πολλών ανθρώπων! Αλλά δεν ήταν αυτό το σημαντικότερο στη ζωή του πατέρα Ιωάννη. Το πιο σημαντικό από όλα ήταν η αγάπη, το χάρισμα της διάκρισης και η ταπείνωση που είχε.

 

Ο πατήρ Ιωάννης είχε λάβει από τον Θεό το χάρισμα της διάκρισης

 

Η διορατικότητα είναι μόνο βοηθητικό μέσο που το χαρίζει ο Κύριος για βοήθεια στους ανθρώπους. Λυπάμαι που εμείς συχνά πηγαίνουμε σε ιερείς αναζητώντας τον «διορατικό». Καμιά φορά και εγώ λέω κάτι και διαπιστώνω ότι έπεσα μέσα. Και βιαζόμαστε να πούμε ότι να, αυτό είναι ένα πρώτο σημάδι αγιότητας, η διορατικότητα. Κατά τη γνώμη μου, αυτό δεν είναι σωστό. Μόλις πεις κάτι που ταιριάζει στην περίσταση και πέφτεις μέσα, σε βλέπουν σχεδόν άγιο. Όταν, όμως, βλέπουν ότι δεν πέφτεις πλέον μέσα, τέλειωσε. Είσαι κοινός άνθρωπος. Πάμε να ψάξουμε για άλλον «διορατικό».

 

 

Πριν από εκείνη τη σοβαρή συνομιλία που είχα με τον παππούλη, όταν με ευλόγησε για διακονία στην πόλη Οριόλ, είχα μεγάλο φόβο και αμφιβολίες, ότι θα μου έλεγε κάτι, εγώ θα έκανα λάθος και θα ακολουθούσα λάθος δρόμο. Αυτό συμβαίνει συχνά, η αμφιβολία είναι γνώρισμα του ανθρώπου. Και πριν από τη συνομιλία μου με τον πατέρα Ιωάννη, διάβαζα την προσευχή «Μη καταπιστεύσης με, ανθρωπίνη προστασία, παναγία Δέσποινα». Αυτή η προσευχή χαράχτηκε στην ψυχή μου από τότε που σπούδαζα ακόμα, και την διάβαζα συνέχεια. Όταν μπήκα στο κελλί του παππούλη, αυτός άρχισε να διαβάζει αυτή την προσευχή. Αυτό το περιστατικό μου αποκάλυψε την πραγματική σοφία και διορατικότητα.

 

Ο πατήρ Ιωάννης ποτέ δεν ήθελε να παρεμβάλλεται ανάμεσα στον άνθρωπο και τον Θεό, να υποκαθιστά τον Χριστό. Έλεγε: «Οι προσευχές μου είναι βοήθεια για σας. Εσείς, όμως, προσπαθήστε οι ίδιοι. Η δική μου δουλειά είναι να κουρδίσω τον άνθρωπο στη σωστή κλίμακα».

 

Πρέπει να απευθυνόμαστε στην πνευματικότητά του, για να μην χάσουμε το δρόμο.

 

Με τον Πρωθιερέα Αλέξανδρο Σεκρεταριόβ

συνομίλησε ο Αρτέμιος Μπάνσικοβ

Μετάφραση για την πύλη gr.pravoslavie.ru: Αναστασία Νταβίντοβα

 

Pravoslavie.ru

 

10/26/2021

Δεν υπάρχουν σχόλια: