Αναζήτηση αυτού του ιστολογίου
Τετάρτη 10 Αυγούστου 2022
ΤΌ ΧΡΏΜΑ ΛΟΥΛΑΚΊ.
Μονότονο χρώμα το λευκό του ασβέστη, οπότε το λουλάκι ήταν πραγματικά πολύτιμο για να εξασφαλίζει το γαλάζιο χρώμα:
«Τώρα είναι ό,τι σόι (τύπος, ποικιλία) χρώμα θέλ’ς. Όχι μαναχά για τα ρούχα, αλλά και για να βάφ’ς…
Στ’ μέρα τ’ θ’κή μας δεν ήξεραμαν αυτά τα χρώματα π’ βάφουν τα σπίτια, γιατί εμείς μ’ ασβέστη ασβέστωναμαν. Άσπρο χρώμα, αυτό ήταν ολούθε. Και για τα σπίτια και για τα τοίχια και για τ’ς μάντρες (αυλές) απόξω…
Άμα ήθελαμαν να φκιάσουμε άλλο χρώμα, έρ’χναμαν λίγο λουλάκι μέσα στ’ν ασβέστη.
Το λουλάκι το πούλαγαν με το δράμι, όχι με τ’ν οκά (μονάδες βάρους αντίστοιχες με το γραμμάριο και το κιλό). Ήταν ακριβό, το πούλαγαν τα μπακάλικα, γιατί πούλαγαν και βαφές για γνέματα (νήματα), είχαν και λουλάκι.
Έπαιρναμαν αυτήνη τ’ σκόνη και ’ν’ έρχ’ναμαν στο ντενεκέ με τον ασβέστη, μια χ’λιαριά (κουταλιά σούπας). Έσπαγε τ’ άσπρο, έρθονταν το χρώμα προς το γαλάζιο.
Μ’ αυτό το λουλακί το χρώμα έβαφαμαν το σπίτι μέσα, για να φαίνεται όμορφο.
Καλά, ξέρ’ς, το λουλάκι τού ’χαμαν και για να βάνουμε στα ασπρόρουχα τότε π’ τά ’πλεναμαν, για να βαρούν (τείνουν) λίγο προς το μπλε κι αυτά».
«Η νοικοκυροσύνη φαίνονταν κι απ’ τα τενεκέδια…»
Η μητέρα μου ξαναπαίρνει τον λόγο, για να μας υπενθυμίσει πως πριν από χρόνια τα πάντα αξιοποιούνταν…
«Τότε που ’μαν μ’κρή, δεν υπήρχαν γλάστρες, ούτε τενεκέδια.
Τα λουλούδια τα φύτευαμαν καταή στο χώμα, ρίζωναν εκεί και μεγάλωναν. Όσο και να πάαινε μέσα η ρίζα, δεν είχαν ανάγκη…
Γλάστρες πού να ήξεραμαν τι είναι… Εδώ δεν είχαμαν πιάτα να βάλουμε το φαΐ, γλάστρες θα τήραγαμαν…
Κοντύτερα (αργότερα) αρχίν’σαμαν και συμμάζωναμαν κάνα ντενεκέ, από τυρί, απ’ ό,τι ήταν.
Όταν σκούριαζε, δεν τον πέταγαμαν. Τον τρύπαγαμαν απ’κάτω με μία βελόνα, τον γιόμωζαμαν χώμα και φύτευαμαν βασιλικούδια, μαντζουράνες, μπαρμπαρόζες (αρμπαρόριζες), ό,τι λουλούδια είχαμαν.
Και για να φαίνονται όμορφα τα ντενεκέδια, τ’ ασβέστωναμαν απόξω. Τ’ Λαμπρή ή και το καλοκαίρι π’ ασβέστωναμαν τα σπίτια, ασβέστωναμαν και τα ντενεκέδια, να μη φαίνονται σκουριασμένα.
Η νοικοκυροσύνη φαίνονταν κι απ’ τα ντενεκέδια, ποια ήταν ν’κοκυρά και ποια δεν ήταν…»
Εγγραφή σε:
Σχόλια ανάρτησης (Atom)
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου