Αναζήτηση αυτού του ιστολογίου

Τετάρτη 10 Απριλίου 2024

Θυμᾶται ὁ Milovan Djilas:




Θυμᾶται ὁ Milovan Djilas: «Ζοῦσε μονάχος [ὁ Ρώσος ἐμιγκρέ Κρεστελέφσκυ] σ' ἕνα μικρό καμαράκι στὴν ἄκρη τῆς πόλεως. Ἐκεῖ μαγείρευε καί ἔπλενε τά ροῦχα του καί ὁλάκερα χρόνια, πουθενά ἀλλοῦ δέν
πήγαινε παρά μονάχα στο σχολειό καί σέ κανένα
μαγαζί να ψωνίση. Ητανε σχολαστικά καθαρός καί
νοικοκυρεμένος. Ποτέ του ὅμως δέν ἔπινε, ζοῦσε μέ τσάι καί παξιμάδια. Έστελνε καί λεφτά σέ μιά συγγένισσά του, ἀπ' τόν πενιχρό καί ἀξιοθρήνητο μισθό τὸν ὁποῖο ἔπαιρνε. Η λάμπα στην κάμαρή του ἔκαιγε αργά μέσα στήν νύχτα. Τί νά ἔκανε ἄραγε τοῦτο τὸ ἔρημο γεροντάκι πού τσιγκουνευότανε καί ἔκανε οἰκονομία στα πάντα ἐκτός ἀπ' τό πετρέλαιο τῆς λάμπας του; Μπάς κι ἔκανε ἐπαναλήψεις ἀπ' τό βιβλίο
τῆς χημείας γιά νά μήν ξεχνᾶ σέ τέτοια ηλικία που
ήτανε; Μήπως διάβαζε τήν Ἁγία Γραφή; Κανένας δέν
μποροῦσε νά πῆ μέ σιγουριά.
Ὅλοι ἐμεῖς οἱ μαθητές πιστεύαμε πώς ἄλλο δέν
ήτανε παρά ένας σκληρός καί ἄκαρδος γέρος πού
μᾶς μισοῦσε, μισοῦσε τήν πόλι καί τόν ἑαυτό του καί ὅτι, ἄν μποροῦσε, θα συντριβε τόν κόσμο ὁλάκερο κάτω ἀπ' τήν ἀρβύλα του, μόνο καί μόνο γιά νά βασιλέψουνε ἡ ἡσυχία καί ἡ τάξι. Όμως δέν ἦταν ἔτσι.
Καί αὐτός εἶχε ψυχή.
Σάν ήμασταν στην τέταρτη τάξι του Γυμνασίου,
δεν ξέραμε ἀκόμη καί πολλά γιά τήν πολιτική και
ἀκόμη περισσότερο, ἤμασταν ἀνίκανοι να ερευνήσουμε τα θολά βάθη τῆς ἀνθρωπίνης ὑπάρξεως. Στην
ἕκτη τάξι ὅμως, τά πράγματα ἀλλάξανε. Μιά φορά
σαν ἦρθε ὁ Κρεστελέφσκυ στή θέσι κάποιου ἄλλου
δασκάλου, ἀρχίσαμε νά τοῦ κάνουμε ἐρωτήσεις. Δέν εἶχε οἰκογένεια; Γιατί ζοῦσε μονάχος; Καί τότε, τό σκληρό γεροντάκι ἄρχισε νά κλαίη σιγανά, γυρισμένο κατά τόν τοῖχο διότι ντρεπότανε γιά τόν πόνο του. Ὅμως ἐμεῖς βλέπαμε τά δάκρυα πού γλυστρούσανε στις φαβορίτες του καί στάζανε, σιγανά, στο
σκονισμένο πάτωμα. Συγκλονιστήκαμε, τά κορίτσια
ἄρχισαν νὰ κλαῖνε μέ λυγμούς. Ὁλάκερη ἡ οἰκογένειά του εἶχε σκοτωθῆ στήν ἐπανάστασι.
Στήν ἀρχή βλέπαμε τόν Κρεστελέφσκυ σάν γελοῖο ἀνθρωπάκο, μετά τόν μισούσαμε καί στό τέλος
τόν σεβαστήκαμε, γιά τήν ἀσκητική του ζωή, γιά τή
συνειδητότητά καί τήν αυστηρότητά του, γιά τήν
τιμιότητά του στο καθετί, γιά τόν ἄδολο χαρακτῆρα του καί διότι ἔστελνε βοήθεια,
μέ τίμημα τήν πεῖνα του σε κάποιο  μακρυνό συγγενῆ πούτοῦ εἶχε ἀπομείνει, σέ μιά γωνιά τοῦ κόσμου. Σάν ἅγιο τόν βλέπαμε. Σάν πέθανε, ὁλάκερη ἡ πόλι τόν θρήνησε, ὅμως,
μ᾿ ἕνα θρῆνο πού ἔσβησε πριν καλά-καλά προλάβη να ξεσπάση, ὅπως ἂν εἶχε μαραθῆ κανένα σπάνιο φυτό, στα μποστάνια πού ἁπλώνονταν στα περίχωρα»



Δεν υπάρχουν σχόλια: