Αναζήτηση αυτού του ιστολογίου

Πέμπτη 20 Ιουνίου 2019

Ο παππούς μου ήταν ένας από τους ήρωες προσκόπους στο Αϊδίνι


Ο παππούς μου ήταν ένας από τους ήρωες προσκόπους στο Αϊδίνι
____
Η εγγονή του Μικρασιάτη Φιλοκτήτη και κόρη του Μίνου Αργυράκη, Μαρία Αργυράκη, μιλάει για τη σφαγή των 31 ανθρώπων στις 19 Ιουνίου 1919 από Τσέτες και μονάδες του τουρκικού στρατού
Η γιαγιά μου φυγαδεύτηκε μεταμφιεσμένη σε χανούμισσα. Η ιστορία αυτή ενέπνευσε τον ήρωα στο βιβλίο «Οι νεκροί περιμένουν»
Στις 19 Ιουνίου του 1919 στο Αϊδίνι της Μικράς Ασίας σφαγιάζονται 31 πρόσκοποι από Τσέτες και μονάδες του Τουρκικού στρατού. Ένας από αυτούς τους μάρτυρες που το αίμα του κύλησε στον παραπόταμο Εύδωνα, ο Φιλοκτήτης, είναι ο παππούς της Μαρίας Αργυράκη η οποία μας παραχώρησε συνέντευξη για τη ζωή και το μαρτύριο του πρόσκοπου παππού της. Το αίμα των προσκόπων έρρεε στο ποτάμι και πότισε την περιοχή. Με τους κόμπους αυτού του αίματος ανακατεμένους με το ποταμίσιο νερό ξεδίψασαν χιλιάδες πουλάκια και ζώα που ήπιαν από τις όχθες. Το νερό έγινε σύννεφο και έβρεξε στην Μικρά Ασία και ίσως ο άνεμος το έφερε και στην Ελλάδα και έβρεξε στα χώματά της και φύτρωσαν λουλούδια και καρποί να θρέψουν τους υπόλοιπους. Το μαρτύριο των ανθρώπων δεν πάει ποτέ χαμένο, έχει απτές, ψηλαφητές επιδράσεις στο ανθρώπινο γένος.

Η εγγονή του Φιλοκτήτη, από το Αϊδίνη, κόρη του θεατράνθρωπου Μίνου Αργυράκη,  η Μαρία, διπλωματούχος ξεναγός και μεταφράστρια θα μας μιλήσει για τους προγόνους της:

«Από την πλευρά του πατέρα μου είμαι πρόσφυγας δεύτερης γενιάς από το Αϊδίνι Μικράς Ασίας. Στο σπίτι της γιαγιάς μου της Γαλάτειας στην οδό Ερμού, δέσποζαν οι ψηφίδες της οικογενειακής σημειολογίας: Το ελαφρά ειρωνικό βλέμμα και το περήφανο τσιγκελωτό μουστάκι  της προσωπογραφίας του 32άχρονου παππού μου του “ήρωα Φιλοκτήτη”, η μελαγχολική ματιά της αυτοπροσωπογραφίας του πατέρα μου που ποτέ δεν γνώρισε τον πατέρα του, η ευωδιά των γιασεμιών στο κρυστάλλινο μπολάκι, το ασημένιο σαμοβάρι από τη Σμύρνη και το ξύλινο κασελάκι της γιαγιάς με τα υλικά για την κατασκευή σομόν σατέν κορσέδων.
Ο πατέρας μου Μίνως, γιος του Φιλοκτήτη και της Γαλάτειας Αργυράκη, γεννήθηκε στο πολυώνυμο Αϊδίνι (αρχαίες Τράλλεις από τα πιο γνωστά), στο βόρειο τμήμα της εύφορης κοιλάδας του Μαιάνδρου, στο σαντζάκι Αϊδινίου του Βιλαετίου Σμύρνης, στις 26 Φεβρουαρίου του 1919.

Απόβαση
Σχεδόν δυο μήνες αργότερα, 80 χιλιόμετρα βορειοδυτικά, στη Σμύρνη, ο ελληνικός στρατός είχε ήδη κάνει απόβαση με εντολή των Συμμάχων, Βρετανών και Γάλλων, με σκοπό την τήρηση της “τάξης και της ασφάλειας”, τον αφοπλισμό δηλαδή του τουρκικού στρατού,  του όχλου, και τον έλεγχο του άτακτων ενόπλων ομάδων, των Τσετών, που λυμαίνονταν το νομό. Ταυτόχρονα, η περιοχή νοτίως του Μαιάνδρου, τελούσε αυθαιρέτως υπό Ιταλική κατοχή και οι Σύμμαχοι ήθελαν να αποτρέψουν τη διεκδίκηση της Σμύρνης από την Ιταλία - παρόλο που της την είχαν  υποσχεθεί το 1915. Εξάλλου τον Μάρτιο του 1919 είχαν διαρρεύσει στις ελληνικές αρχές οθωμανικά έγγραφα που αποδείκνυαν το σχέδιο εξόντωσης των ελλήνων κατοίκων στην περιοχή.  

«Η Διδώ Σωτηρίου και η φωτογράφος Nelly’s ήταν φίλες της γιαγιάς μου»
Η πόλη του Αϊδινίου αριθμούσε εκείνη την εποχή περίπου 25-30.000 κατοίκους, μουσουλμάνους στην πλειοψηφία τους, με 8-10.000 Έλληνες και μικρότερες κοινότητες Εβραίων, Αρμενίων και Καθολικών. Η ελληνική κοινότητα αποτελούνταν κυρίως από μια δραστήρια αστική τάξη εμπόρων, βιοτεχνών, επιχειρηματιών, τραπεζιτών και διπλωματών. Είχε αρκετά σχολεία, δύο εκκλησίες, ένα νοσοκομείο, τέσσερις - πέντε πολιτιστικούς και πληθώρα εμπορικών συλλόγων.

Η ελληνική συνοικία, πάνω στο ύψωμα, προς την πλευρά της ακρόπολης των Τράλλεων, είχε όμορφα περιποιημένες κατοικίες με κήπους. Την άνοιξη στα σοκάκια ξεχύνονταν οι μεθυστικές  ευωδιές από τα γιασεμιά, τις τριανταφυλλιές και τους λεμονανθούς. Σ’ αυτή τη γειτονιά γεννήθηκε ο πατέρας μου. Εκεί γεννήθηκαν επίσης και οι δυο φίλες της γιαγιάς μου, η συγγραφέας Διδώ Σωτηρίου και η φωτογράφος Νέλλυ Σουγιουλτζόγλου (Nellys), καθώς και ο συνθέτης Μιχάλης Σουγιούλ, η στιχουργός Ευτυχία Παπαγιαννοπούλου, και ο συγγραφέας Βάσος Βαρίκας. Εκεί και ο Χρυσόστομος Χατζησταύρου, Μητροπολίτης Φιλαδελφείας πρώτα, Επίσκοπος Ηλιουπόλεως & Θείρων κατόπιν και Αρχιεπίσκοπος Αθηνών Χρυσόστομος Β’ την δεκαετία του ‘60.


Οι Τράλλεις, όπου δίδαξε και ίδρυσε την πρώτη εκκλησία ο Άγιος Φίλιππος ο Διάκονος από την Καισάρεια, περικλείονταν στην αγκάλη των Επτά Εκκλησιών της Αποκάλυψης: Έφεσο, Σμύρνη, Πέργαμο,  Θυάτειρα, Σάρδεις, Φιλαδέλφεια και Λαοδίκεια. Μετονομάστηκαν σε Αydın (Αϊδίνιον) τον 14ο αι. από τον εμίρη Αϊδίνογλου. Το Αϊδίνι υπήρξε για ένα σύντομο χρονικό διάστημα μέχρι το 1840 διοικητικό κέντρο του νομού Αϊδινίου οπότε και μεταφέρθηκε η διοίκηση στη Σμύρνη. Βρισκόταν πάνω στον εμπορικό δρόμο των καραβανιών που ένωναν τη Σμύρνη με την ενδοχώρα μέσω της Απάμειας και είχε τα βουνά της Μεσωγίδος στην πλάτη του, ενώ στα πόδια του ανοίγονταν η κοιλάδα του Μαιάνδρου: Από την Αφροδισιάδα και την Ιεράπολη (Παμούκαλε) μέχρι τις υπώρειες του όρος Λάτμος με τις σπηλιές των πρώτων ασκητών, από την Μίλητο και τα Δίδυμα μέχρι τις υπώρειες της οροσειράς της Μυκάλης με την Πριήνη σκαρφαλωμένη στις πλαγιές της, η κοιλάδα θεωρούνταν η πλουσιότερη περιοχή της Δυτικής Μ. Ασίας. Στις δυο όχθες του ποταμού καλλιεργούνταν κατά παράδοση σύκα και ελιές, αλλά από τον 19ο αι. εισάχθηκε και η καλλιέργεια βαμβακιού και πιπερόριζας, ενώ σε πολλές τοποθεσίες γίνονταν εξορύξεις μεταλλευμάτων.  Ήδη από το 1866 είχε συνδεθεί σιδηροδρομικώς με την Σμύρνη και το Αϊδίνι αποτελούσε βασικό σταθμό στην μεταφορά προϊόντων από και προς το λιμάνι της Σμύρνης και την ενδοχώρα.
Ο κεραυνοβόλος έρωτας και ο γάμος του με τη 16χρονη Γαλάτεια, οι πρώτες επιθέσεις, η σύλληψη και η φυλάκιση, και ο τραγικός θάνατός του
Τη γιαγιά μου την Γαλάτεια, του Γιάγκου και της Καλλιρρόης Ιωαννίδη από τη Σμύρνη, την ερωτεύτηκε ο 22 χρονος αϊδινιώτης Φιλοκτήτης, γιος ενός εμπόρου, κτηματία και μετέπειτα δημογέροντα του Αϊδινίου, του Δημήτρη Αργυράκη και της Σοφίας. Ο κεραυνοβόλος έρωτας του παππού μου γεννήθηκε όταν την είδε 12 ετών κοριτσάκι να απλώνει ρούχα στην ταράτσα του πατρικού της σπιτιού, στη Σμύρνη. Την περίμενε υπομονετικά ώσπου να τελειώσει την Ευαγγελική Σχολή, και την παντρεύτηκε όταν έκλεισε τα 16. Έτσι η Γαλάτεια μετακόμισε μαζί με τους γονείς της στο Αϊδίνι, στο σπίτι του Φιλοκτήτη, όπου και έκανε τα δύο της αγόρια.


Η γιαγιά μου στην αρχή του γάμου δυσανασχετούσε με τη διαφορά της ηλικίας τους αλλά τελικά ο γάμος αποδείχτηκε πετυχημένος γιατί εκείνος την υπεραγαπούσε. Φρόντιζε να μην λείψει τίποτα τόσο από την ίδια όσο και από τους γονείς της και η γιαγιά είχε πάντα να το λέει για το κιμπαριλίκι του.  Στο σπίτι τους, στο υψηλότερο σημείο της ελληνικής συνοικίας, υπήρχε αναρτημένη σε περίοπτη θέση η φωτογραφία του Ελευθερίου Βενιζέλου. Ένας οικογενειακός μύθος θέλει το σπίτι του Αργυράκη να φιλοξενεί τον Ελευθέριο Βενιζέλο και την οικογένεια Μπενάκη, αλλά η πληροφορία αυτή ελέγχεται ιστορικά.

Ο παππούς μου ο Φιλοκτήτης, πέρα από τη δουλειά του ως τραπεζίτης – επάγγελμα που τότε σήμαινε μάλλον δανειστή χρημάτων με τόκο και όχι ιδιοκτήτη τράπεζας – είχε προσχωρήσει στο προσκοπικό κίνημα μόλις το ιδεώδες μεταλαμπαδεύτηκε στη Σμύρνη το 1918. Διετέλεσε αρχηγός της 1ης Ομάδας Προσκόπων του Αϊδινίου, υπό τον Έφορο Νικόλαο Αυγερίδη.

Και η τούρκικη κοινότητα όμως οργάνωσε αντίστοιχη προσκοπική ομάδα, με αρχηγό κάποιον Αντνάν. Πρόκειται για τον γνωστό Αντνάν που μετέπειτα απέκτησε το επίθετο Μεντερές (από τον ποταμό Μαίανδρο), διετέλεσε πρωθυπουργός της Τουρκίας, υποκίνησε τα  Σεπτεμβριανά της Κωνσταντινούπολης το 1955, απαγχονίστηκε το 1961, ενώ πρόσφατα η υστεροφημία του αποκαταστάθηκε από τον τέως πρωθυπουργό και νυν Πρόεδρο της Τουρκίας Ερντογάν. Ο Αντνάν φέρεται να είχε έντονη αντιπαλότητα και με τους έλληνες προσκόπους επειδή η δική του ομάδα δεν κατάφερε να αρθεί στον ίδιο βαθμό πειθαρχίας και αίγλης μ’ εκείνους.


Στο έλεος των Τούρκων
Ο ελληνικός στρατός, από την ημέρα της απόβασής του στη Σμύρνη, επέκτεινε την ζώνη δράσης του από την Πέργαμο μέχρι βορείως του ποταμού Μαιάνδρου. Στο  Αϊδίνι μπήκε στις 15 Μαΐου υπό την διοίκηση του Συνταγματάρχη Σχοινά όπου και φιλοξενήθηκε από τους έλληνες κατοίκους με μεγάλες τιμές και ενθουσιασμό. Ωστόσο στα περίχωρα δρούσαν ανεξέλεγκτα οι ομάδες των ατάκτων, οι Τσέτες, υπό τον εφέ Γιουρούκ Αλή, και ανεφοδιάζονταν ανενόχλητοι από το ιταλικό στρατόπεδο της Τσίνα, νοτίως του Μαιάνδρου. Ο Σχοινάς δεν έδωσε την προσήκουσα προσοχή στις πρώτες επιθέσεις που υπέστη ένα απόσπασμά του στις 14 Ιουνίου. Την 15η Ιουνίου οι Τσέτες μαζί με μονάδες τουρκικού στρατού, μπήκαν στην πόλη όπου άρχισαν λυσσώδεις μάχες, κάψιμο σπιτιών και δηώσεις, με την σύμπραξη των οπλισμένων τούρκων κατοίκων. Στις 17 Ιουνίου ο Σχοινάς πανικόβλητος διέταξε οπισθοχώρηση του ελληνικού στρατού, αφήνοντας στο πόδι του τους προσκόπους του Αϊδινίου, και όλους τους κατοίκους στο έλεος των Τούρκων. Οι μεγαλύτεροι σε ηλικία πρόσκοποι συνέχισαν να πολεμούν, ενώ οι νεότεροι φρόντιζαν τους τραυματίες και μετέφεραν μηνύματα. Τότε χάθηκαν περίπου 1000 – 2000 έλληνες κάτοικοι. Ένας από αυτούς ήταν και ο παππούς μου, ο “ήρωας Φιλοκτήτης”.

Στις 18 Ιουνίου το πρωί, η γιαγιά μου ικέτευσε τον παππού μου να μην βγει από το σπίτι τους. Εκείνος όμως, ως αναμενόμενο, γύρισε στη θέση του στην 1η Ο.Π. και συνελήφθη μαζί με τους 30 εναπομείναντες προσκόπους των τριών ομάδων. Οι Τσέτες τούς έκλεισαν προσωρινά στις φυλακές του υπόγειου του Διοικητηρίου Αϊδινίου. Την επόμενη μέρα, οι 31 πρόσκοποι μεταφέρθηκαν σε έναν ελαιώνα, στις παρυφές του παραπόταμου Εύδωνα, έναν τόπο ιδιαίτερου φυσικού κάλλους όπου οι Ρωμιοί απολάμβαναν τις γιορτινές εξόδους τους. Εκεί εκτελέστηκαν ένας-ένας, αποτρόπαια και παραδειγματικά από τον Αντνάν και τη συμμορία του. Οι λεπτομέρειες είναι γνωστές. Ζήτησαν πρώτα από τον Έφορο και μετά από τους τρεις αρχηγούς να αποκηρύξουν την Ελλάδα και να ασπαστούν τον μωαμεθανισμό. Εκείνοι αρνήθηκαν ηρωικά και παρέδωσαν το πνεύμα φωνάζοντας “Ζήτω η Ελλάδα”. Ακολούθησαν οι φρικιαστικές εκτελέσεις, οι ευνουχισμοί, το κρέμασμα και τα παλουκώματα των νεαρών προσκόπων που δεν λύγισαν από το δράμα που εκτυλίσσονταν μπροστά στα μάτια τους.


Τον έγδαραν ζωντανό!
Του Αυγερίδη του έβγαλαν τα μάτια, τον παππού μου τον Φιλοκτήτη τον έγδαραν ζωντανό και τον έκοψαν κομματάκια, τον Μίνω Βεϊνόγλου τον αποκεφάλισαν, ενώ για τον Αιμίλιο Παπαδόπουλο δεν υπάρχει ακόμη κάποια μαρτυρία για τον τρόπο της θανάτωσής του. Μόνο ένας πρόσκοπος γλύτωσε, ο 14χρονος Ορέστης Χατζημικές, ο οποίος πέθανε το 1938 στη Θεσσαλονίκη. Κατά τα λεγόμενα της γιαγιάς μου, μια τουρκάλα αυτόπτης μάρτυρας της θηριωδίας μετέφερε τις σκηνές στην οικογένεια, και την επόμενη μέρα, ένας εβραίος παρέδωσε στην μητέρα του παππού μου τη Σοφία έναν σάκο με κομμάτια του διαμελισμένου γιου της. Το σίγουρο είναι πως ο Εύδωνας που κύλαγε ήρεμα στον Μαίανδρο, κοκκίνησε μέχρι τις εκβολές του.

Με την επιστροφή του ελληνικού στρατού στην πόλη, την 20ή Ιουνίου, η Γαλάτεια εγκατέλειψε το σπίτι των Αργυράκηδων και γύρισε στη Σμύρνη με τα δυο της παιδιά και τους γονείς της. Τον 4 μηνών αβάπτιστο πατέρα μου τον μετέφερε σε ένα καλαθάκι ενώ στην αγκαλιά της κρατούσε τον επίσης αβάπτιστο αδελφό του, δυόμιση ετών, ο οποίος με τη σειρά του κρατούσε σφιχτά στην αγκαλιά του δυο-τρία παιχνιδάκια. Όταν  βαπτίσθηκαν τα δυο αδέλφια, ο πρωτότοκος γιος, ο θείος μου, πήρε το όνομα του πατέρα του Φιλοκτήτη, ενώ ο  δευτερότοκος, ο πατέρας μου, το όνομα Μίνως προς τιμήν του αρχηγού της 2ης Ο.Π., του Μίνωα Βεϊνόγλου. Αργότερα ο πατέρας μου διαφοροποίησε την γενική του ονόματός του και έτσι επικράτησε ο τύπος του Μίνου και όχι του Μίνωος ή Μίνωα Αργυράκη.



Λυσσώδεις μάχες, απάνθρωπα βασανιστήρια, φρικιαστικές εκτελέσεις
Το 1922, στην Καταστροφή της Σμύρνης, η γιαγιά μου με τα παιδιά και τους γονείς της πέρασε κάποιες ώρες φιλοξενούμενη του Χόρτον στο Αμερικανικό Προξενείο και είδε τον Μητροπολίτη Χρυσόστομο Σμύρνης να μπαίνει για μια συνάντηση μαζί του και να βγαίνει αλλόφρωνας. Κατόπιν η οικογένεια πέρασε κάποιες νύχτες κρυμμένη στα μνήματα ενός κοιμητηρίου, και φυγαδεύτηκε - με την γιαγιά μεταμφιεσμένη σε χανούμισσα  - μαζί με τους γονείς της, τον τρίχρονο Μίνω και τον πεντάχρονο Φιλοκτήτη, με μια βάρκα που τους εξασφάλισε ο τούρκος επιστάτης των κτημάτων της οικογένειας. Οι τελευταίες της αναμνήσεις από την Σμύρνη, εκτός από τις φλόγες, τις σφαγές, τις κραυγές και την κλαγγή των όπλων, ήταν να πατούν αλλόφρονες πάνω στα πτώματα των σφαγιασθέντων για να σωθούν, να αφήνει όλα της τα κοσμήματα στον Τούρκο που προσπάθησε να της κόψει το χέρι για να τα πάρει, και να επιβιβάζονται από τη βάρκα σε ένα πλοίο για τον Πειραιά. Έφτασε στο λιμάνι με τον μικρό Φιλοκτήτη να σφιχταγκαλιάζει για δεύτερη φορά τα παιχνιδάκια του. Μία και μοναδική φωτογραφία είχε διασωθεί τότε από τον «ήρωα Φιλοκτήτη». Από αυτήν, ο μεν πατέρας μου ζωγράφισε το πορτρέτο του παππού μου με το περήφανο μουστάκι, ο δε θείος μου για αρκετά χρόνια έβαζε την ίδια φωτογραφία σ’ ένα  παιδικό καροτσάκι του και την πήγαινε βόλτα αντί για κούκλα. Η διήγηση της ιστορίας του “ήρωα Φιλοκτήτη” από τη γιαγιά μου στη φίλη της Διδώ Σωτηρίου ενέπνευσε το πρότυπο του χαρακτήρα του κεντρικού ήρωα στο μυθιστόρημα Οι νεκροί περιμένουν.
Η Πηνελόπη Δέλτα
Φτάνοντας στον Πειραιά – κατά τα λεγόμενα της γιαγιάς μου – τους περίμενε στην προκυμαία η Πηνελόπη Δέλτα που συνδέονταν στενά με την οικογένεια Αργυράκη. Η Δέλτα τούς περιέθαλψε και τους στήριξε, στέλνοντας τα δυο παιδιά αργότερα να φοιτήσουν με υποτροφία, εσωτερικοί, στο Κολλέγιο Αρρένων Ψυχικού. Κατά την κοινή πρακτική των προσφύγων τα δυο παιδιά δηλώθηκαν με άλλες ημερομηνίες γέννησης προκειμένου να μείνουν λίγο περισσότερο στους κόλπους της οικογένειας. Αρχικά η οικογένεια έμεινε στον Βύρωνα. Αργότερα μετακόμισε στην οδό Ερμού 14, στο ρετιρέ μιας παλιάς πολυκατοικίας. Στον ίδιο δρόμο βρισκόταν και το studio της φίλης της Nellys η οποία αποθανάτισε την ολύμπια μορφή της προγιαγιάς μου Καλλιρρόης, την Γαλάτεια με το υπέροχο φιλντισένιο δέρμα, καθώς και τα δυο αδέλφια σε μια σειρά φωτογραφικών πορτρέτων τις οποίες δεν έχουμε ακόμη στα χέρια μας.


Ο αγώνας για την επιβίωση και μακροχρόνια φιλία με τον Αρχιεπίσκοπο Μακάριο
Η Γαλάτεια ξαναπαντρεύτηκε τη δεκαετία του ‘30 με τις ευλογίες της Πηνελόπης Δέλτα τον δικηγόρο Τάσο Τσόχα, ο οποίος όμως έφυγε από τη ζωή μετά από δύο χρόνια γάμου. Για δεύτερη φορά χήρα, η Γαλάτεια που είχε και την επιμέλεια των ηλικιωμένων γονιών της, επιφορτίστηκε με την εξεύρεση πρόσθετων πόρων προς επιβίωση. Χρυσοχέρα και εξαίρετη μαγείρισσα, μετέτρεψε το σαλονάκι της σε ατελιέ όπου κατασκεύαζε σουτιέν και κορσέδες, με σημαντικό πελατολόγιο. Παράλληλα αποφάσισε να διαθέσει ένα δωμάτιο προς ενοικίαση σε κάποιο φοιτητή. Ο πρώτος ενδιαφερόμενος, ένας νεαρός κύπριος φοιτητής της Θεολογικής  Σχολής, λεγόταν Μιχαήλ Μούσκος. Πρόκειται για τον μετέπειτα Αρχιεπίσκοπο Μακάριο, με τον οποίο συνδέθηκαν με βαθιά και μακρόχρονη φιλία μέχρι το τέλος της ζωής τους. Έτσι, στο δωμάτιο εκείνο, δεν φιλοξενήθηκε ποτέ άλλος φοιτητής. Μόνο κατά καιρούς οι 3 εγγονές της: εγώ και οι ξαδέλφες μου Γαλάτεια και Μαγδαληνή Αργυράκη. Οι τρεις μας, μαζί με την δισέγγονή της, Ιφιγένεια Θεοχαρίδη, βάλαμε κάτω συλλογικά τις αναμνήσεις μας από τα λεγόμενα της πρώτης γενιάς για την συνέντευξη αυτή στην “Oρθόδοξη Αλήθεια”. Για το φωτογραφικό υλικό, εκτός από τις οικογενειακές φωτογραφίες και τα ζωγραφικά πορτρέτα, ευχαριστούμε το αρχείο Παύλου Χατζημωυσή στην ιστοσελίδα του ΑΪΔΙΝΙ ΜΙΚΡΑΣ ΑΣΙΑΣ. Τα screen shots των φωτογραφιών της Νellys είναι από το ντοκιμαντέρ Μονόγραμμα - Μίνως Αργυράκης, 





Λέγεται ότι όπου η ιστορία επαναλαμβάνεται, αυτό γίνεται άλλοτε ως φάρσα κι άλλοτε ως τραγωδία. Η ιστορία επαναλαμβάνεται γιατί τα πάθη των ανθρώπων δεν έχουν πρωτοτυπία. Το κακό δεν είναι πρωτότυπο, αλλά μονότονα ίδιο και τραγικό. Όμως οι ήρωες είναι μοναδικοί και δεν επαναλαμβάνεται η αρετή της θυσίας τους. Είναι ολοκαίνουργια κάθε φορά και λάμπει σαν διαμάντι που πρωτοανακαλύφθηκε. Ευχαριστούμε την Μαρία Αργυράκη που έβγαλε από το θησαυροφυλάκιο του αρχοντικού της την ιστορία του «ήρωα Φιλοκτήτη» και τον σύζυγό της Παύλο Χατζημωυσή για τη χρήση του αρχείου του.
___________
Σοφία Χατζή
δημοσιεύθηκε στην εφημερίδα
ΟΡΘΟΔΟΞΗ ΑΛΗΘΕΙΑ, 20.06.2018

σχετική ραδιοφωνική εκπομπή: https://youtu.be/gGf14SCEGo4


Δεν υπάρχουν σχόλια: