Αναζήτηση αυτού του ιστολογίου

Κυριακή 11 Απριλίου 2021

Ποιος είναι ο Ισραήλ;

….Ποιος είναι ο Ισραήλ; Βεβαίως, υπάρχει, ο ιστορικός λαός του Ισραήλ, υπάρχει όμως και ο πνευματικός Ισραήλ. Κατά την Εβραϊκή γλώσσα «Ισραήλ» σημαίνει, «νους ορών τον Θεόν». Οι Χριστιανοί, δηλαδή, που προσβλέπουν στον Αόρατο Θεό διά της πίστεως, είναι το «άγιο έθνος» [Θ. Λειτουργία, Μ. Βασιλείου, Ευχές Αγίας Αναφοράς], ο άγιος Ισραήλ του Θεού.

Από την ανατολή της ζωής του θείου Βρέφους διακρίνουμε το άφατο μυστήριο της κενώσεως του Υιού και Λόγου του Θεού. Ακατάληπτη και ανεκδιήγητη η μεγαλωσύνη Του, άπειρη και ανεξιχνίαστη και η κατάβασή Του. Αδυνατούμε να συλλάβουμε με το χοϊκό μας νού το μεγαλείο του Θεού και δεν ισχύουμε να αντιληφθούμε την ταπείνωση και την κατάβασή Του· διότι ο Θεός των Χριστιανών, ο Κύριος του Ισραήλ είναι Άπειρος στην πλούσια Θεότητα Του και Τέλειος στην άμετρη κένωσή Του.

Τι συμπέρασμα, λοιπόν, μπορούμε να βγάλουμε για μας από τον εμπερίστατο και τελείως αφανή τρόπο με τον οποίο γεννιέται ο Ιησούς; Όσοι έχουν αυτιά που ακούν [Ματθ. 11,15], μάτια που βλέπουν [Ψαλμ. 113,13] και καρδιές που κατανοούν, αντιλαμβάνονται ότι όσο ζούμε σε αυτόν τον κόσμο, κατέχοντες αυτόν, απολαμβάνοντας αυτόν, ικανοποιημένοι και κορεσμένοι από αυτόν, τόσο ο Χριστός δεν θα μπορεί να μορφωθεί στις καρδιές μας.

Ο μάταιος αυτός κόσμος αγωνίζεται να αφήσει στην ψυχή μας τις εντυπώσεις του, παλεύει να αιχμαλωτίσει τον νού μας με τα είδωλά του και να μας κρατήσει κοντά του με τις παρερχόμενες εικόνες, που προσπαθεί να εντυπώσει όσο το δυνατόν βαθύτερα μέσα μας.
Ο κόσμος αυτός εξάπτει τις επιθυμίες των παθών και όταν αυτές ικανοποιηθούν γεννούν άλλα μεγαλύτερα πάθη, δημιουργώντας στην καρδιά σύγχυση μεγάλη, τη Βαβυλώνα των παθών. Ο Προφήτης έλεγε, «μακάριος εκείνος που θα πιάσει και θα συντρίψει τα νήπια της Βαβυλώνος πάνω στην πέτρα [Ψαλμ. 136,9]. Μακάριος, δηλαδή, είναι ο άνθρωπος που συντρίβει τις απαρχές των λογισμών και των παθών πάνω στην πέτρα της πίστεως.

…Δεν μένει παρά να γίνουμε και εμείς ξένοι για τον κόσμο αυτόν. Έτσι μας διδάσκει άλλωστε και ο στίχος του Ακάθιστου Ύμνου: «Ξένον τόκον ιδόντες, ξενωθώμεν του κόσμου, τον νούν εις ουρανόν μεταθέντες» [οίκος 14ος]. Θα γίνουμε ξένοι στη ματαιότητα του πονηρού αυτού κόσμου, μόνο όταν μεταθέσουμε τον νού μας στον ουρανό, γιατί «το πολίτευμα ημών εν ουρανοίς υπάρχει» [Φιλιπ. 3,20], εκεί όπου είναι ο Χριστός, εκεί όπου είναι κρυμμένη η ζωή μας.

Ο μέγας Παύλος λέει: «αδελφοί, όταν ο Χριστός φανερωθή, η ζωή ημών, τότε και υμείς συν Αυτώ φανερωθήσεσθαι εν δόξη» [Κολ. 3,4]. Με άλλα λόγια, τώρα πρέπει να κρύψουμε τη ζωή μας μέσα στον Χριστό. Με το σώμα μας, δηλαδή, να διάγουμε μέσα στον πρόσκαιρο αυτόν κόσμο, αλλά με τον νού μας να μεταφέρουμε όλη μας τη ζωή στον Ουρανό. Ο κόσμος αυτός δεν θα γίνει για εμάς η «μένουσα πόλις», αλλά θα ζούμε ως περαστικοί σε αυτόν τον κόσμο, μιμούμενοι την Παναγία Μητέρα του Θεού και τον μνήστορα Ιωσήφ, που ήταν περαστικοί από τη Βηθλεέμ. Πρέπει να είμαστε παρεπίδημοι σε αυτόν τον κόσμο, αν θέλουμε να δώσουμε στην καρδιά μας τόπο στον Χριστό να γεννηθεί. Πρέπει να μην έχουμε εδώ «μένουσαν πόλιν», αλλά να αναζητούμε την μέλλουσαν [Εβρ. 13,14], όπως μας συστήνει ο Απόστολος στην προς Εβραίους επιστολή.

Αν ο Αβραάμ δεν έφευγε από την πατρίδα του με πίστη, αν δεν γινόταν πρόσφυγας και δεν εγκατέλειπε τους συγγενείς του, δεν θα λάμβανε την ένδοξη διαθήκη, τις μεγάλες επαγγελίες και την απίστευτη κληρονομιά, ότι από το σπέρμα του θα ευλογηθούν όλα τα έθνη της γης. Ο Αβραάμ έκανε την έξοδο αυτή με πίστη και δικαιώθηκε, «πίστει παρώκησεν (Αβραάμ) εις την γην της επαγγελίας ως αλλοτρίαν». Με την πίστη και την απόλυτη εμπιστοσύνη στον Θεό μετανάστευσε στη γη που του έδειξε ο Θεός και εκεί ζούσε ως ξένος σε ξένο τόπο. Αυτό φαίνεται, άλλωστε και από τις σκηνές που είχε στήσει εκεί. Διαβάζουμε στη Γραφή, «εν σκηναίς κατοικήσας, μετά Ισαάκ και Ιακώβ των συγκληρονόμων της επαγγελίας της αυτής, εξεδέχετο γαρ την τους θεμελίους έχουσαν πόλιν, ης τεχνίτης και δημιουργός ο Θεός» [Εβρ. 11,9-10]. Δεν είχε κτίσει παλάτια ο Αβραάμ, δεν έκανε μόνιμο ενδιαίτημά του την ευλογημένη γη, που του έδειξε ο Θεός, αλλά προσδοκούσε μία άλλη πόλη, που είχε διαφορετικά θεμέλια και που τεχνίτης και δημιουργός της είναι ο Θεός.

Η διορατική Ρεβέκκα έδιωξε τον αθώο γιό της, Ιακώβ, σώζοντάς τον από τον μνησίκακο Ησαύ [Γέν. 27]. Αν ο Ιακώβ δεν έφευγε από υπακοή στη μητέρα του και με πίστη στον Θεό, δεν θα ερχόταν στον φοβερό τόπο και δεν θα οραματιζόταν το μελλοντικό γεγονός της Ενσαρκώσεως του Χριστού [Γέν. κεφ. 28, 10-22]. Ο Ιακώβ είδε την επουράνια κλίμακα που ένωνε τη γη με τον ουρανό, δηλαδή γνώρισε προφητικά το μυστήριο της Θεοτόκου, της Πύλης του ουρανού. Η Αγία Παρθένος έγινε η γέφυρα η μετάγουσα τον Θεό από τον Ουρανό στη γη και τον άνθρωπο από τη γη στον Ουρανό [οίκος 3ος].

Επίσης, εάν ο Ισραήλ δεν αποφάσιζε να πάσχει και να κακοπαθεί σαράντα χρόνια με πίστη μέσα στην έρημο, δεχόμενος το άγνωστο της οδού του Γιαχβέ, ο Κύριος των δυνάμεων δεν θα ερχόταν με όλες τις αγγελικές δυνάμεις Του να οικοδομήσει το σκήνωμά Του ανάμεσα στον περιούσιο λαό Του και να έχει «τους οφθαλμούς Του ηνεωγμένους» στον ναό του Σολομώντος.

Ο λαός του Ισραήλ έλαβε τις μεγαλύτερες αποκαλύψεις στην έρημο, εκεί όπου δεν είχε «μένουσαν πόλιν», αλλά με πόνο αναζητούσε τον προορισμό που του είχε υποσχεθεί ο Θεός. Κατ’ ανάλογο τρόπο οι μεγαλύτερες αποκαλύψεις δίνονται στον νέο Ισραήλ στη νοητή έρημο, εκεί όπου ο άνθρωπος δεν προσκολλάται σε τίποτα μάταιο και παροδικό, αλλά κολλάει με το πνεύμα του στον άυλο και άναρχο Θεό, στον Οποίο και μόνο προσβλέπει.

Ο Κύριος Ιησούς … είναι ο Παντοκράτωρ Θεός και «ο άρτος του Θεού ο καταβαίνων εκ του ουρανού και ζωήν διδούς τω κόσμω» [Ιωάν. 6,33]. Ο Άρτος αυτός, δίδεται μόνο σε όσους είναι απερριμμένοι σε αυτόν τον κόσμο. Ο Θεός, λέει ο απόστολος Παύλος, διάλεξε τα ασθενή του κόσμου τούτου, τα ταπεινά, τα εξουθενημένα [Α′ Κορ. 1,27-28], τα «περικαθάρματα» [Α′ Κορ. 4,13] και αυτά ευλόγησε και σκέπασε με τη χάρη Του, για να δοξάζεται ακόμη περισσότερο. Ο Χριστός με την Ενανθρώπησή Του έκανε και πάλι βασιλιά τον ταλαίπωρο και εξουθενημένο άνθρωπο και θέλει να γνωρίζουμε ότι όλο μας το είναι το έχουμε δανεικό από Αυτόν. Όλα όσα έχουμε είναι δώρα της αγαθότητάς Του και οφείλουμε βαθειά ευγνωμοσύνη.

Μόνο όσοι γίνονται θεληματικά απερριμμένοι και πτωχοί σε αυτή τη γη, μιμούμενοι Εκείνον που «δι’ υμάς επτώχευσε πλούσιος ων» [Β′ Κορ. 8,9] θα ευλογηθούν από τον Κύριο. Δηλαδή, όσοι άνθρωποι πτωχεύουν, προπαντός τω πνεύματι, για τον Χριστό με νήψη και προσοχή.

Στο βιβλίο των Παροιμιών γράφει: «πάση φυλακή τήρει σην καρδίαν εκ γαρ τούτων έξοδοι ζωής» [Παροιμ. 4,23]. Δηλαδή, η ζωή και ο θάνατος προκύπτει από τους λογισμούς της καρδιάς μας. Οι βίοι των Αγίων μας μιλούν για την τήρηση της καρδιάς και του νού, διότι από την καρδιά αναβλύζουν οι έξοδοι της ζωής. Αν εξέρχονται από αυτή λογισμοί πονηροί και κακοί, τότε παραδιδόμαστε στον θάνατο, «τα γαρ οψώνια της αμαρτίας θάνατος» [Ρωμ. 6,23]. Αν, όμως, καθαρίζουμε την καρδιά μας και καλλιεργούμε αγαθές διαθέσεις, τότε είμαστε στις «οδούς της ζωής» [Ψαλμ. 15,11].

…Η υψηλότερη σοφία είναι να αρνηθεί κάποιος τη δική του σύνεση για χάρη του Ιησού, να γίνει μωρός για τον Θεό με την πίστη. Τότε θα δεί να μεταμορφώνεται η μωρία του Θεού σε «Θεού δύναμη και Θεού σοφία» [Α’ Κορ. 1,24].
Όταν σταυρώνουμε τον νού μας χάρη των εντολών του Θεού, γινόμαστε νήπιοι, «μωροί διά Χριστόν» [Α′ Κορ. 4,10] και αξιωνόμαστε να δεχθούμε τον Κύριο στην καρδιά μας, όπως η Θεοτόκος δέχθηκε τον Υιό του Θεού. Όσο πιο πολύ κατεβούμε με την ταπείνωση – αν δεν φοβηθούμε, βέβαια, να κατεβούμε – τόσο πιο πολύ θα υψωθούμε από τον Θεό.

… Από την Παλαιά Διαθήκη γνωρίζουμε ότι ο Θεός είναι ζηλωτής [Εξ. 20,5· 32,14]. Δεν θέλει μόνο ένα μέρος της καρδιάς, αλλά τη ζητά ολόκληρη. Δεν αρέσκεται να μοιράζεται η αγάπη του ανθρώπου, διότι ο Ίδιος δίδει τα πάντα στον άνθρωπο: «πάντα τα Εμά σα εστιν» [Λουκ. 15,31]. Ο Θεός δίδει όλον τον Εαυτό Του σε μας και αναμένει όλη την καρδιά μας. «Υιέ Μου», λέει, «δος Μοι, σην καρδίαν»[Παρ. 23,26].

Κάθε απομάκρυνση, ακόμη και του λογισμού του ανθρώπου, από τον Θεό θεωρείται ως πνευματική μοιχεία, ως απιστία και πτώση. Για τον λόγο αυτό ο Θεός εντέλλεται το, «ου μοιχεύσεις». Η εντολή αυτή δεν είναι επί ηθικού επιπέδου, αλλά επί πνευματικού. Η καρδιά του ανθρώπου δεν πρέπει να χωρισθεί από τον Θεό ούτε με ένα μάταιο λογισμό.

Αυτό εργάσθηκαν στη ζωή τους οι Άγιοι με την καλλιέργεια της αδιάλειπτης νοεράς προσευχής. Με την ευχή βρήκαν τον πρακτικό τρόπο να ζούν συνέχεια στη ζωντανή Παρουσία του Θεού με όλο τους το είναι και να παραμένουν αχώριστοι από Αυτόν.

Με τη συνεχή και τη διηνεκή στροφή προς τον Ουρανό η καρδιά καθαρίζεται και βλέπει τον Θεό. «Μακάριοι οι καθαροί τη καρδία ότι αυτοί τον Θεόν όψονται» [Ματθ. 5,8]. Αλλά που βλέπουν τον Θεό; Όχι στις εικόνες, ούτε στη φύση και στις αστραπές, όχι στα σημεία και τέρατα των καιρών, αλλά κυρίως και εναργώς μέσα στην καρδιά τους. Όσο πιο διάφανη θα γίνεται η καρδιά, τόσο πιο ευδιάκριτη θα γίνεται η μορφή της εικόνας του Ιησού μέσα της. Διότι, όπως το καθαρό νερό και το λαμπρό κρύσταλλο αντανακλούν τον ήλιο, όμοια και η καρδιά του ανθρώπου ως καθαρός καθρέφτης αντανακλά την δόξα του μεγάλου Βασιλέως, τη μορφή του Χριστού.

Όσοι από εμάς θέλουμε να αναγεννηθούμε με την χάρη του εν Σαρκί τεχθέντος Χριστού, πρέπει να ασκηθούμε στην πνευματική παρθενία, δηλαδή την αδιάλειπτη διαμονή του νού στον Θεό με τη νήψη και την τήρηση της καρδιάς. Πρέπει να παραδώσουμε όλη την καρδιά για να σκηνώσει εκεί ο Αχώρητος, αν και ο Θεός είναι πάντοτε «μείζων της καρδίας ημών» [Α′ Ιωάν. 3,20].

Όσοι θέλουμε να ενωθούμε με τον Χριστό, πρέπει, «πάση φυλακή», με κάθε τρόπο, προσοχή και σπουδή να φυλάγουμε την καρδιά μας, διότι, όπως ήδη αναφέραμε, από αυτή είναι οι έξοδοι της ζωής, αλλά και του θανάτου [Παρ. 4,23]. Ο Νυμφίος της Εκκλησίας, ενώνεται με εκείνους που είναι άμωμοι και καθαροί και είναι ξένος για όσους υπνώττουν από ακηδία ενώπιον του Νυμφώνα Του [Ματθ. 25,8]. Ο Θεός έκανε τρανό πανηγύρι, ετοίμασε πλούσιο δείπνο και μας καλεί. Εμείς δεν πρέπει να ραθυμούμε σκοτισμένοι με τις μέριμνες του κόσμου, αλλά με αναμμένες «λαμπάδες» να ανταποκριθούμε στο κάλεσμα, ειδάλλως κινδυνεύουμε ο ύπνος μας να είναι «εις θάνατον» [Ψαλμ. 12,4]. Όταν η ψυχή είναι αγνή και στραμμένη στον Θεό, τότε συλλαμβάνει την πνευματική ζωή, που είναι η μακαριότητα της θεωρίας του Θεού.

…Οι Άγγελοι έψαλλαν τη δόξα του Θεού, που έφερε στο είναι τα σύμπαντα, και τον ίδιο ύμνο ψάλλουν κάθε φορά που εμείς μετανοούμε. Χαρά μεγάλη γίνεται στον ουρανό, όταν επιστρέφουμε ως ο άσωτος υιός στον Πατέρα. Τότε οι Άγγελοι αινούν και πάλι τη δόξα της χάριτος του Θεού, που έφερε σε πέρας το έργο της επιστροφής και της αναγεννήσεως του αμαρτωλού. Ψάλλουν την ειρήνη που έγινε μεταξύ του Δημιουργού και του ανθρώπου. «Ευαγγελίζονται χαρά μεγάλη» [Λουκ. 2,10] ότι η κάθε μέρα είναι αρχή μετανοίας για όσους κατέχουν σταθερή την ελπίδα ότι, «χαρά έσται εν τω ουρανώ επί ενί αμαρτωλώ μετανοούντι» [Λουκ. 15,7]. Ο Ιησούς ήταν πριν η «προσδοκία των εθνών» [Γέν. 49,10], τώρα είναι η μόνη ελπίδα τους. Στον Θεό των μετανοούντων «έθνη ελπιούσιν» [Ρωμ. 15,12]. «Πλήθος στρατιάς ουρανίου» [Λουκ. 2,13] δοξολογεί αενάως τη Σαρκωμένη Αγάπη, που δέχεται τη μετάνοιά μας κάθε στιγμή…

Τον καιρό της Γεννήσεως του Ιησού ο Ηρώδης εμαίνετο και η Ιερουσαλήμ αναστατώθηκε. Έτσι και τώρα οι άρχοντες του κόσμου τούτου συγκρούονται και τα έθνη μάχονται. Εμάς, όμως, ο Κύριος μας έχει κρύψει εν τόπω αποκρύφω του σκηνώματός Του. «Εσκέπασέ με εν αποκρύφω της σκηνής Αυτού» [Ψαλμ. 26,5] , λέει ο Δαυΐδ. Η ύπαρξή μας «κέκρυπται συν τω Χριστώ εν τω Θεώ» [Κολ. 3,3] , είναι κεκρυμμένη και αποταμιευμένη στον Ουρανό, γιατί όπου είναι ο Χριστός εκεί είναι και η ζωή μας…

…Ας ευπρεπίσουμε τον εαυτό μας… να δοξάσουμε πραγματικά και αληθινά τον Θεό, «εν τω σώματι και εν τω πνεύματι υμών» [Α′ Κορ. 16,19-20 ] με τον αγιασμό μας.

π. Ζαχαρίας Ζάχαρου του Έσσεξ

Δεν υπάρχουν σχόλια: