Τον Αύγουστο του 1992 ξέσπασε ένας σφοδρός εμφύλιος πόλεμος στη βορειοδυτική περιοχή της Γεωργίας, στην Αμπχαζία . Οι μουσουλμάνοι αυτονομιστές της Αμπχαζίας παίρνοντας συμμάχους από την Ανατολική Τουρκία, την κεντρική Ασία, την Συρία, την Ιορδανία, τη Ρωσία και την Ουκρανία, σκότωσαν 20.000 ανθρώπους και έδιωξαν 250.000 από την πατρίδα τους πεζούς. Ή κάποτε γνωστή για τις φυσικές ομορφιές της στις ακτές της Μαύρης Θάλασσας Αμπχαζία, έγινε τόπος εθνικής καθάρσεως. Οι περισσότεροι εκδιωχθέντες ήταν Γεωργιανοί —οι όποιοι αποτελούσαν το 44% του πληθυσμού της περιοχής— όπως επίσης Αρμένιοι, Έσθονοί και Εβραίοι.
Με την κατάρρευση της σοβιετικής κυβερνήσεως στις αρχές της δεκαετίας του 90, στην περιοχή αυτή —πού είχε ήδη έμποτισθή από τις εθνικές διακρίσεις και την προπαγάνδα των σοβιετικών αρχών— δεν υπήρχε πλέον καμία απολυταρχική αρχή. Έτσι ή περιοχή έγινε θύμα εθνικών εχθροπραξιών, πού οδήγησαν σε εμφύλιο πόλεμο και άφησαν την Αμπχαζία θρυμματισμένη.
Από ένα τόσο πυκνό σκοτάδι όμως έλαμψε μια ακτίνα φωτός αποκαλύπτοντας τη δόξα του Θεού μέσα από τον ανθρώπινο πόνο. Ό π. Ανδρέας με την ασκητική ζωή του —πού ήταν σύμφωνη με τη ζωή των πατέρων της έρημου της πρώτης Εκκλησίας— έθεσε τα θεμέλια για τη μαρτυρική του θυσία προβάλλοντας την παρουσία του Θεού. Στα επόμενα άρθρα παρουσιάζουμε τόσο τούς ασκητικούς αγώνες του π. Ανδρέα όσο και το μαρτύριο του. Είθε ή ζωή του να μας εμπνέει να σηκώνουμε αγόγγυστα το σταυρό μας και να ακολουθούμε το παράδειγμα του Χριστού.
I. Νεανικά χρόνια και μεταστροφή στον Χριστιανισμό
Στις 3 Απριλίου του 1966 ή οικογένεια του ELGUDJA KURASHUILLI απέκτησε ένα αγόρι στο όποιο έδωσαν το όνομα Πάατα (ΡΑΑΤΑ). Ονομάστηκε έτσι, επειδή ένας πρόγονος της οικογένειας πού έφερε το όνομα αυτό θυσίασε τη ζωή του σ' έναν πόλεμο εναντίον των ειδωλολατρών.
Αν και ό πατέρας του Πάατα είχε γαλουχηθεί μέσα στην κομμουνιστική ιδεολογία, μεγάλωσε τα παιδιά του με τα ιδανικά της ειλικρίνειας και της αξιοπρέπειας. Τον καιρό πού υπήρχε ό κομμουνισμός στη Γεωργία ό ELGUDJA κατάφερε να διάσωση όλες τις εικόνες από την εκκλησία του χωριού και άλλες μεν να τις δώσει στον πατριάρχη Εφραίμ τον Β' και τις υπόλοιπες να τις φυλάξη στο τοπικό Εθνολογικό Μουσείο το όποιο είχε ιδρύσει ό ίδιος.
Ή μητέρα του Πάατα, ή LAMARA, δούλευε στο σπίτι ανατρέφοντας τα οκτώ παιδιά της, από τα οποία τα τέσσερα υπηρέτησαν την Εκκλησία• δυο αγόρια της έγιναν Ιερείς και δύο από τις κόρες μοναχές. Το παράδειγμα της ευγενείας της μητέρας άλλα και ή αγάπη της τα βοήθησε να πλησιάσουν το Θεό.
Ό Πάατα ήταν ένα ευγενικό αγόρι πού, αν και κάποιες φορές ήταν υπερήφανο και θυμώδες, ήταν πάντοτε δίκαιο. Μετά— την ογδόη τάξη συνέχισε την εκπαίδευση του σε τεχνικό σχολείο και παράλληλα δούλευε σ' ένα εργοστάσιο πού κατασκεύαζαν σύρματα. Τα περισσότερα χρήματα πού κέρδιζε από τη δουλειά του πήγαιναν στην οικογένεια του.
Ό Πάατα ήταν προικισμένος με φοβερή σωματική δύναμη. Στα γυμνασιακά του χρόνια ήταν πρωταθλητής της ελληνορωμαϊκής πάλης και του καράτε. Ή μελέτη δεν του άρεσε πολύ, αλλά αγαπούσε τη λογοτεχνία.
Με το πέρας των σπουδών του στο τεχνικό σχολείο γύρισε στο χωριό του το BAGRAT, στην Ίμερετία, και άρχισε να ζει μια συνηθισμένη ζωή έχοντας πολλούς φίλους και διασκεδάζοντας συχνά μαζί τους. Πολύ γρήγορα όμως συνειδητοποίησε ότι τέτοια ζωή δεν τον ικανοποιούσε, και έτσι άρχισε να ψάχνει το θησαυρό της πνευματικής ζωής πού δεν είχε γνωρίσει ποτέ.
Στα 18 του χρόνια υπηρέτησε στο σοβιετικό στρατό και στάλθηκε στην Ουγγαρία. Κατά τη διάρκεια της θητείας του έστελνε και λάμβανε πολλά γράμματα από την οικογένεια του. Ιδιαίτερα όμως χαιρόταν όταν λάμβανε από τη μητέρα του επιστολές οι όποιες ήταν γεμάτες ενδιαφέρον και μητρική αγάπη. Όταν απολύθηκε ό Πάατα, εξέφρασε όλη την εσωτερική του δυσαρέσκεια για το στράτευμα με το να μαζέψει όλα όσα είχε στο στρατό και να τα πετάξει στο ποτάμι, πνίγοντας μ' αυτό τον τρόπο όλες τις αναμνήσεις της στρατιωτικής του θητείας στα νερά του.
Εκείνη την εποχή ή ανεξαρτησία της Γεωργίας άνοιξε σε πολλούς το δρόμο για τη γνωριμία τους με την Εκκλησία. Στο χωριό ΒAGDATI υπήρχε μια Χριστιανική βιβλιοθήκη, πού είχε υπεύθυνο τον Ηλία ΚARKADZE, ό όποιος έγινε ό νονός του Πάατα , και τώρα είναι Ιερέας. Ό π. Ηλίας θυμάται ότι μία μέρα συνάντησε τον Πάατα και, μετά από μία σύντομη συνομιλία, ό Πάατα του ζήτησε βιβλία, επειδή είχε αρχίσει να δείχνει ενδιαφέρον για τη Χριστιανική πίστη. 'Αφού διάλεξε αρκετά βιβλία, πήγε σπίτι του και από κείνη τη στιγμή άρχισε να αλλάζει τρόπο ζωής. Διάβαζε για πάρα πολλές ώρες και δεν έβγαινε καθόλου έξω. Το ενδιαφέρον του για την πίστη μεγάλωνε και ή γνώσι του βάθαινε. Τα θεόπνευστα κείμενα τον άγγιξαν κατάβαθα, ώστε μία φορά, τόσο απορροφήθηκε από το θείο λόγο, πού δεν βγήκε από το σπίτι για μία εβδομάδα. Από εκείνη την περίοδο ό Πάατα άρχισε να ζει ασκητικά και με πολύ ζήλο, αποδοκιμάζοντας τις εφήμερες απολαύσεις. Έτσι προσέφερε όλη του τη νεότητα στο Χριστό.
Το 1991 ό Πάατα ανακάλυψε ότι ό «ιερέας» πού τον είχε βαπτίσει δεν ήταν χειροτονημένος, έτσι ζήτησε από τον φίλο του Ηλία να γίνει ό ανάδοχος του. Την ίδια χρονιά ό Πάατα πήγαινε για προσκύνημα κατά τη διάρκεια της Μεγάλης Τεσσαρακοστής στην ΑDJATA και συγκεκριμένα στο μοναστήρι του Αγίου Ανδρέα. Μετά την πρώτη του επίσκεψι στο μοναστήρι, ξαναγυρνά για δεύτερη φορά, αλλά αύτη τη φορά δεν θα ξαναφύγει, θα καθίσει εκεί.
Επισκεπτόμενος κάποτε την οικογένεια του αποσύρθηκε σε μια σπηλιά του χωριού και παρέμεινε εκεί μέσα δύο εβδομάδες εν προσευχή.
Ανήμερα των γενεθλίων του, στις 3 Απριλίου του 1992, έκάρη μοναχός παίρνοντας το όνομα του αποστόλου Ανδρέα, ό όποιος κάποτε είχε κηρύξει στην ΑDJATA. Τον Αύγουστο της ίδιας χρονιάς χειροτονείται Ιερεύς και ως ιερομόναχος αναλαμβάνει την ηγουμενία του μοναστηρίου.
Ό π. Ανδρέας είχε το δικό του κήπο. Τον καλλιεργούσε μόνος του και ή σοδειά ήταν αρκετή για τις ανάγκες του μοναστηρίου. Έψηνε ψωμί και έφτιαχνε ωραία πρόσφορα. Διάβαζε καθημερινά όλο το Ψαλτήρι και έκανε 200 μετάνοιες. Στη συνέχεια διάβαζε τούς Χαιρετισμούς της Παναγίας και του αγίου Ανδρέα του Πρωτοκλήτου.
Για πέντε μήνες είχε αποκλειστεί στο μοναστήρι εξ αιτίας του χιονιού. Όλο εκείνο το διάστημα ό π. Ανδρέας προσευχόταν έντονα και έλεγε χαρακτηριστικά• «'Άν ξέραμε τί είναι ή απομόνωση αύτη, θα αφήναμε τα πάντα και θ' ακολουθούσαμε αυτή την οδό».
"Ή άσκηση του πατρός Ανδρέα ήταν πολύ αυστηρή• έτρωγε και κοιμόταν ελάχιστα, και στην πραγματικότητα κανείς δεν έπαιρνε είδηση πότε ξέκλεβε λίγο ύπνο. Δεν κοιμόταν ποτέ σε κρεβάτι. Συνήθιζε να κάθεται πάνω σε σανίδες κοντά στον τοίχο, να βάζει τα πόδια του στην καρέκλα, και έτσι να αναπαύεται. Ή ψυχή του επιζητούσε τη μόνωση, να ζει σε μέρος πού δεν υπήρχε άνθρωπος και να ζει εκεί σε μυστική συζήτησι με τον Ένα πού τον είχε καλέσει σε μια τόσο υψηλή αποστολή. Αρχικά, ό γέροντας του, π. Δανιήλ, του απαγόρευε να κάνη αυτού του είδους την άσκηση. Καθώς ό π. Ανδρέας προχωρούσε όμως στην ιερατική του πορεία, ποθούσε όλο και περισσότερο την ερημική ζωή. Απέφευγε να μιλά πολύ, τόσο με λαϊκούς όσο και με γυναίκες. Απαιτούσε την αυστηρότητα από τούς άλλους, επειδή πρώτα έδειξε αυστηρότητα στον εαυτό του.
[πηγή• περιοδικό «THE ORTHODOX WORD», τ. 218-219, σσ. 159-193 - μετάφραση• I. μονή Αγίου Αυγουστίνου Φλωρίνης]
ΣΥΝΕΧΙΖΕΤΑΙ ΠΕΡΙΟΔΙΚΟ ΧΡΙΣΤΙΑΝΙΚΗ ΣΠΙΘΑ. ΝΟΕΜΒΡΙΟΣ 2011
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου