Ο δημοσιογράφος Νίκος Ψιλάκης μιλά για την υπόθεση «Τάναϊς» που βυθίστηκε
μυστηριωδώς στις 7 Ιουνίου 1944 κοντά στη Μήλο. Είχε φύγει από την Κρήτη με
κατεύθυνση το λιμάνι του Πειραιά και κουβαλούσε οικογένειες Εβραίων και
αντιστασιακούς. Όλοι βρήκαν μαρτυρικό τέλος
Το κακό στον
κόσμο, αν και οδυνηρό μοιάζει αναπόφευκτο. Οπωσδήποτε, η παραλογία των πολέμων
με τους μαζικούς θανάτους και τα βασανιστήρια είναι αδιανόητο να έχουν λόγο
ύπαρξης. Η ψυχή του ανθρώπου υποφέρει. Το κακό ασχημίζει τον κόσμο. Ο πόνος που
προκαλεί είναι σκάνδαλο για τη Δημιουργία.
Πώς να
εξηγήσει κάποιος ότι πριν από σχεδόν οκτώ δεκαετίες, στις 7 Ιουνίου του 1944,
το φορτηγό πλοίο Τάναϊς, με ναζιστική σημαία, βυθίζεται κοντά στη Μήλο και τη
Σαντορίνη υπό μυστηριώδεις συνθήκες, παίρνοντας μαζί του στα βάθη του Αιγαίου
500-600 ψυχές περίπου.
Ο κ. Νίκος
Ψιλάκης, δημοσιογράφος και συγγραφέας ερεύνησε την υπόθεση Τάναϊς μέσα από τις
λιγοστές πηγές, καθώς και από κάποιες μαρτυρίες ανθρώπων που έζησαν και μετέφεραν
τα γεγονότα που συγκλονίζουν μέχρι σήμερα, όχι μόνο την Κρήτη όπου γράφτηκε η
σκοτεινή αυτή ιστορία, αλλά και το Πανελλήνιο, και μας μεταφέρει τα γεγονότα:
«Aπό κατάθεση που έδωσε
στο κεντρικό Λιμεναρχείο Πειραιώς το 1946 ο τριαντάχρονος ναύτης Μενέλαος
Αναστασίου, προκύπτει ότι το Τάναϊς βυθίστηκε και ότι μόνο αυτός κατάφερε να
διασωθεί. Επίσης υπάρχει μία βεβαίωση της αρμόδιας γερμανικής υπηρεσίας του
Πειραιά που δηλώνει ότι σώθηκε και ο Γεώργιος Παυλογιάννης θερμαστής. Το
φορτηγό ατμόπλοιο, πρώην Hollywood, το οποίο ήταν πλοιοκτησίας του Στέφανου
Συνοδινού, βομβαρδίστηκε από Γερμανικά αεροπλάνα και βυθίστηκε. Σύντομα
ανελκύστηκε και επισκευάστηκε από τους Γερμανούς, οι οποίοι από τότε ξεκίνησαν να
το χρησιμοποιούν για δικές τους μεταφορές με το όνομα Τάναϊς. Οι Γερμανοί δεν
είχαν, ιδιαίτερα κατά την τελευταία περίοδο του Β´ Παγκοσμίου Πολέμου, επαρκή
ναυτιλία, οπότε ό,τι έβρισκαν το χρησιμοποιούσαν.
Το
προβλεπόμενο δρομολόγιο Κρήτη - Πειραιάς με τους ομήρους που βρίσκονταν στ’
αμπάρια δεν ολοκληρώθηκε ποτέ. Ο κ. Ψιλάκης περιγράφει:
«Το πλοίο είχε φύγει από
την Κρήτη, από το λιμάνι του Ηρακλείου και κατευθυνόταν προς το λιμάνι του
Πειραιά και από τον Πειραιά οι φυλακισμένοι επιβάτες θα προχωρούσαν στο
Άουσβιτς ή σε άλλο στρατόπεδο. Μη φανταστείτε κάποιο πλοίο με καμπίνες ή καταστήματα.
Οι άνθρωποι ήταν στοιβαγμένοι στα αμπάρια, χαμηλά 4 μέτρα κάτω από το
κατάστρωμα. Οι ναύτες ήταν Έλληνες, η φρουρά γερμανική και το πλοίο εκτελούσε
το συγκεκριμένο δρομολόγιο εκείνη τη μέρα.
Ήμουν πολύ νέος ακόμα όταν
συνάντησα έναν άνθρωπο ο οποίος κατέγραφε τις αφηγήσεις ενός διασωθέντος από το
μεγάλο ναυάγιο του πλοίου Τάναϊς. Ο άνθρωπος που σώθηκε ήταν συγγενής του,
Έλληνας ναύτης που υπηρετούσε στο πλοίο. Όταν πήρα αυτό το υλικό στα χέρια μου
και κατάφερα να ακούσω αυτές τις φοβερές συνομιλίες και τις περιγραφές, δεν
ήξερα τι να κάνω. Πέρασαν χρόνια, έψαξα, μελέτησα, αναζήτησα και συγγενείς των
ανθρώπων που υπηρετούσαν, αλλά και των θυμάτων»
Ελάχιστες οι
μαρτυρίες, που ωστόσο συνθέτουν, έστω και ψηλαφώντας, το σκηνικό της εποχής. Οπωσδήποτε
παραμένουν αναπάντητα πολλά ερωτήματα. Η θλιβερότερη απορία είναι «Γιατί να
μετράμε πνιγμένους;». Σε αυτό κανείς δεν μπορεί να απαντήσει. Μας αναφέρει
βέβαια ο Κρητικός δημοσιογράφος ποιοι ήταν αυτοί οι άνθρωποι:
«Οι νεκροί ήταν όλοι οι
Εβραίοι της Κρήτης, γύρω στους 340. Η Κρήτη τότε είχε δύο εβραϊκές κοινότητες,
μια στα Χανιά και μια κατά πολύ μικρότερη στο Ηράκλειο. Θέλω να σας περιγράψω
την πομπή αυτών των μελλοθανάτων από τη περιοχή του Μαρτινένγκο, των οχυρών του
Χάνδακα, του σημερινού Ηρακλείου προς το λιμάνι. Μια μαρτυρική πομπή, με νέους,
ηλικιωμένους, παιδιά και μανάδες να περπατούν στους δρόμους, κλαίγοντας, με
τους Γερμανούς να τους κυνηγούν, τους βωβούς θεατές να στέκονται ανήμποροι να
βοηθήσουν στις άκρες του δρόμου. Πάνω σε μια πόρτα κουβαλούσαν έναν ανάπηρο οι
συγγενείς του, μια τυφλή γυναίκα υποβασταζόμενη έκανε άθλο για να περπατήσει.
Από εβραϊκές αναφορές
μαθαίνουμε ότι κάποιες μητέρες νεογέννητων παιδιών έδιναν τα μωρά τους κρυφά σε
ορισμένους ιερείς που είχαν πάει να βοηθήσουν. Εκείνοι τα έκρυψαν κάτω από τα
ράσα τους και τα επέστρεψαν στο χωριό. Όταν οι αιχμάλωτοι κατέληξαν κοντά στο
λιμάνι, τους άφησαν στον ήλιο. Τον Ιούνιο στην Κρήτη ο ήλιος καίει, οι Γερμανοί
δεν τους έδωσαν καν νερό και φαγητό. Βρέθηκαν κάποιοι, από τον Ερυθρό σταυρό,
και μερικές κοπέλες που τους προσέφεραν φαγητό, που δεν ήταν νόμιμες του
Ερυθρού Σταυρού, αλλά προσποιούνταν ότι είναι για να προσφέρουν φαγητό σε
αυτούς τους ανθρώπους»
«Ο Γερμανός φρουρός που είχε τα κλειδιά αρνήθηκε να ανοίξει τα αμπάρια
των αιχμαλώτων»
Κάπως έτσι
μετριέται το καλό στον κόσμο κι έρχεται μια ισορροπία, να μαζέψει με μπαμπάκι
το αίμα από την πληγή. Ο κ. Ψιλάκης συνεχίζει με παρηγορητικές σκηνές:
«Ένας φωτισμένος ιερέας, ο
μελλοντικός αρχιεπίσκοπος Κρήτης, ο μακαριστός Ευγένιος Ψαλιδάκης, το μαθαίνει,
παίρνει παιδιά από το κατηχητικό, ανάμεσα τους και τον γιατρό Γιαμαλάκη. Πήραν
κουβάδες με νερό και πήγαν εκεί και πραγματικά δεν ξέρω αν μπορεί κάποια πένα
να περιγράψει αυτή τη σκηνή “τους ανθρώπους να πέφτουν με τα μούτρα πάνω στο
νερό και ως επιστέγασμα τον δικό μας αρχιμανδρίτη να αγκαλιάζει τον Ραβίνο τον
εβραίο και να μιλούν αγκαλιασμένοι πάνω από το ποτιστήρι αυτό”».
Στα αμπάρια
του Τάναϊς θα πετιόνταν κι άλλοι εκτός από τους Εβραίους, των οποίων το νήμα
της ζωής θα κοβόταν λίγο αργότερα από την απόφαση των Γερμανών φρουρών που
είχαν εκπαιδευτεί να πιστεύουν ότι ανήκουν σε μια ανώτερη φυλή. Ο ερευνητής κ.
Ψιλάκης παρουσιάζει και τους υπόλοιπους που μαρτύρησαν:
«Ήταν πάνω από 120 Κρήτες
αντιστασιακοί. Οι περισσότεροι, κατηγορήθηκαν για συγκάλυψη των απαγωγέων του
Γκράιπερ, του στρατηγού που απήχθη το ’44, τον Απρίλιο, από την Κρήτη. Και αυτός
μέσα στο πλοίο. Κοντά σε αυτούς, ήταν περίπου 20 Ιταλοί αντιστασιακοί, ήταν
εκείνοι οι οποίοι είχαν εναντιωθεί στην συνεργασία με τους Γερμανούς. Μέσα στο
αμπάρι και αυτοί.
Οι Γερμανοί είχαν συγκεκριμένη
πολιτική, οδήγησαν στα πίσω αμπάρια τους Εβραίους, στα δύο μπροστινά τους
Έλληνες και τους Ιταλούς. Θα ήθελα εδώ να σας διηγηθώ ένα περιστατικό το οποίο
και εμένα με συγκλόνισε. Ανεβαίνοντας οι άνθρωποι αυτοί πάνω, ένας από τους
τελευταίους Έλληνες σηκώνει τα χέρια ψηλά, οι Γερμανοί τον σημαδεύουν με τα όπλα
και εκείνος τους λέει “δεν υπάρχει κανένα θέμα, εγώ δεν θα κάνω τίποτα” και
αρχίζει και τραγουδά :
Τρεις αντριωμένοι κάθονται
στην πρύμνη του κατέργου
και έχουν και σκλάβον
όμορφο στα σίδερα δεμένο
και ο σκλάβος αναστέναξε
κι εστάθη το καράβι
Ποιος είναι που αναστέναξε
κι εστάθη το καράβι;
Εγώ είμαι που αναστέναξα
κι εστάθη το καράβι
Που ήμουν τριών ημερών γαμπρός και μια ξανθή
αναμένει».
Παρακάτω ο
Κρητικός συγγραφέας και δημοσιογράφος θα μας μιλήσει για το μυστηριώδες χρονικό
ενός φονικού, για το οποίο οι θύτες δεν πλήρωσαν. Οι αδιευκρίνιστες συνθήκες
κάτω από τις οποίες συνέβησαν τα γεγονότα αφήνουν ερωτηματικά:
«Έτσι
ξεκινάει το πλοίο και κάπου ανοιχτά της Σαντορίνης δέχεται τορπιλισμό από εγγλέζικο
υποβρύχιο. Θα μου πείτε τώρα “Οι Άγγλοι γνώριζαν τι μετέφερε το πλοίο;” και
θα σας απαντήσω ότι “ναι γνώριζαν”. Γνώριζαν ότι μετέφερε ομήρους, ότι δεν είχε μόνο πολεμικό
υλικό. Το γνώριζαν σίγουρα γιατί είχε δοθεί
σήμα από πράκτορες των Εγγλέζων, οι οποίοι ζούσαν στην Κρήτη. Προφανώς η ανθρώπινη ζωή έχει μηδαμινή αξία σ’ ένα πόλεμο. Εκείνη την ώρα που πέφτει η τορπίλη, τρέχουν οι Έλληνες, οι
επιταγμένοι ναύτες και προσπαθούν να ανοίξουν
τα αμπάρια, τα οποία ήταν κλειδωμένα με λουκέτα και για να καταλάβετε, για να κατεβεί κανείς στο αμπάρι είναι κοπιώδες.
Υπάρχουν
ανεμόσκαλες κάθετες, στις οποίες δεν μπορεί να ανέβει ένα παιδί, μια γυναίκα,
ένας ηλικιωμένος. Ο Γερμανός επικεφαλής της φρουράς κάνει πως δεν καταλαβαίνει
και δεν επιτρέπει να ανοίξουν τα αμπάρια του πλοίου. Έτσι αν υπήρχε μια ελπίδα,
θα σώζονταν κάμποσοι ή έστω και ένας, θα άξιζε τον κόπο. Ο Γερμανός
φρουρός που είχε τα κλειδιά μαζί του δεν έκανε
καμία κίνηση. Πήγαν τον βρήκαν και τον παρακάλεσαν να
ανοίξει τα αμπάρια, αλλά αυτός αρνήθηκε. Πέθαναν μαρτυρικά σ’ ένα υγρό
κλουβί που βυθιζόταν».
«Για το αγγλικό υποβρύχιο υπάρχει μια αναφορά της επίθεσης. Απέκρυψαν τις
λεπτομέρειες και τις αιτίες του εγκλήματος»
Η παράνοια
του πολέμου, αλλά και των ανθρώπων, θρέφει το κακό στον κόσμο. Ποιοι σώθηκαν;
Οι Γερμανοί και μια χούφτα Έλληνες ναύτες από τους οποίους ένας έδωσε την
μαρτυρία κι έτσι έχουμε γνώση του αποτρόπαιου εγκλήματος. Ο κ. Ψιλάκης
τελειώνει την διήγησή του:
«Η
γερμανική φρουρά σώθηκε σχεδόν όλη. Είχαν βγάλει
τις σωσίβιες λέμβους και έφυγαν με αυτές. Γλύτωσαν
ακόμη εφτά Έλληνες ναυτικοί. Επισήμως έχουμε το όνομα ενός, ο οποίος είχε κληθεί να
καταθέσει στο Υπουργείο Εμπορικής Ναυτιλίας. Η κατάθεση του υπάρχει, αλλά μου κάνει και αυτή
τρομερή εντύπωση, γιατί αναφέρεται απλά στη βύθιση του πλοίου. Και δεν έχει
ούτε κουβέντα για το ποιοι ήταν μέσα. Υπάρχουν άνθρωποι που έχουν πνιγεί με το Τάναϊς και οι οικογένειες δεν
ξέρουν καν τι απέγιναν οι άνθρωποι τους.
Όσο για το αγγλικό
υποβρύχιο, υπάρχει αναφορά της επίθεσης, ξέρουμε ακριβώς και την ώρα, ξέρουμε ποιος ήταν ο
κυβερνήτης του υποβρυχίου. Ωστόσο απέκρυψαν τις λεπτομέρειες και τις αιτίες του
εγκλήματος».
* * *
Ευχαριστούμε
τον κ. Νίκο Ψιλάκη για την έρευνά του. Στον πόλεμο τέτοιες υποθέσεις κλείνουν
σιωπηλά. Δεν απαγγέλθηκαν κατηγορίες και η ατιμωρησία των ενόχων συνοδεύτηκε με
την αναίδεια τους ότι ξέφυγαν ξεγελώντας ένα λαό.
Οι πληγές
εκείνων που έχασαν τους δικούς τους, παραμένουν έστω κι αν δεν αιμορραγούν πια.
Άραγε θα παραμεριστεί κάποτε η μάσκα του πολιτισμού που φορούν κάποια
ευπαρουσίαστα έθνη σήμερα και που τους επιτρέπει να προσποιούνται;
___________
δημοσιεύθηκε στην
εφημερίδα
Ορθόδοξη
Αλήθεια, 10.11.2021
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου