Δεν ήταν εύκολο να δει κανείς το γέροντα και να συνομιλήσει μαζί του.
Προτιμούσε να προσεύχεται μέσα στο δάσος.
Όλη μέρα γυρίζαμε από μοναστήρι σε μοναστήρι μήπως και τον πετύχουμε αλλά προς μεγάλη μας απογοήτευση δεν φαινόταν πουθενά.
Πήραμε ευλογία από τα προσκινήματα αυτά και αργά το απόγευμα καταλήξαμε στο γεροκομείο της περιοχής-εκεί μας είπαν ότι θα τον βρούμε- αλλά η πόρτα του μικρού γραφείου του ήταν κλειδωμένη.
Τα παιδιά είχαν κουραστεί, σκεφτόμασταν να γυρίσουμε πια στο ξενοδοχείο όταν ανακαλύπτουμε ένα σημείωμα στην πόρτα:
«Περιμένετε ως τις 5.30, θα γυρίσω».
Περιμέναμε. Στις 5.30 εμφανίστηκε ο γέροντας ιλαρός.
Λες και μας ήξερε χρόνια μας πήρε στο γραφειάκι, έβγαλε την ανακοίνωση από την πόρτα και αρχίσαμε να συζητάμε. Είχα την έγνοια μου στα παιδιά και ιδιαίτερα στον μικρό. Σκεφτόμουν ότι δεν θα μας αφήσει να κουβεντιάσουμε ήρεμα. Ο γέροντας έβγαλε ένα κουτί με σοκολάτες και μας πρόσφερε. Και πάλι το μυαλό μου πήγε στις αντιδράσεις των παιδιών και ήμουν έτοιμη να τους πω: «μία να πάρετε» αλλά άκουσα τη γλυκιά φωνή του γέροντα να τους λέει σχεδόν συνωμοτικά: «βάλτε το χέρι και πάρτε πολλές ...;πολλές ...;» Τα παιδιά έκπληκτα με αυτή την ασυνήθιστη φιλοξενία πήραν 1-2 αλλά ο γέροντας επέμενε να πάρουν κι άλλες. Ο άντρας μου κι εγώ ρωτήσαμε το γέροντα για διάφορα θέματα. Η καρδιά μας αναπαύθηκε με τις απαντήσεις του. Ήταν γλυκός και σοφός μαζί, όπως όλοι οι άγιοι. Η συζήτηση συνεχίστηκε αρκετή ώρα μέσα σε μια ατμόσφαιρα γαλήνης και γλυκύτητας. Ξαφνικά θυμήθηκα τα παιδιά, μου φάνηκε παράξενο που δεν έκαναν τη συνηθισμένη τους φασαρία. Γύρισα και τα κοίταξα: κοιμόνταν ήσυχα ήσυχα αγκαλιασμένα και γαληνεμένα. Και τότε κατάλαβα πώς οι άγιοι μας φέρνουν τη γαλήνη του Θεού στη ζωή μας.
Την ευχή του να έχουμε.
Από την Πνευματική αδελφή Αναστασία.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου