Αναζήτηση αυτού του ιστολογίου

Τετάρτη 13 Αυγούστου 2025

Προσωπικά, μὲ ἀξίωσε ὁ Θεὸς νὰ γνωρίσω τὸν Στυλιανό ή τὸν Στυλλῆ τὸν Μυλωνά, πολὺ καλά, ἀφοῦ γιὰ ἕνα μακρὺ χρονικό διάστημα ἤμουν ὁ Πνευματικός του.


Μητροπολίτης Μόρφου Νεόφυτος: «ἡ Θεοτόκος είπε μερικοὶ ἄνθρωποι τῆς προσευχῆς πρέπει νὰ ἐπιστρατευτεῖτε»

orthodoxia.gr

Μητροπολίτης Μόρφου Νεόφυτος:
Προσωπικά, μὲ ἀξίωσε ὁ Θεὸς νὰ γνωρίσω τὸν Στυλιανό ή τὸν Στυλλῆ τὸν Μυλωνά, πολὺ καλά, ἀφοῦ γιὰ ἕνα μακρὺ χρονικό διάστημα ἤμουν ὁ Πνευματικός του. Ἡ σχέση αὐτὴ κατὰ πρόνοια Θεοῦ ἔδωσε σ’ ἐμένα τὴ χαρὰ νὰ γνωρίσω τὴ μυστικὴ ζωὴ ἑνὸς ἀνθρώπου τῆς μετανοίας, ποὺ ἐπιμελῶς ἔκρυβε ἀπὸ τοὺς ἀνθρώπους. Διότι θὰ πρέπει νὰ γνωρίζετε ὅτι ὅλοι μας ἔχουμε μιὰ ζωή, ποὺ γνωρίζουν οἱ δικοί μας ἄνθρωποι καὶ ὁ κόσμος, ἀλλὰ ἔχουμε καὶ μιὰ ζωή, ποὺ τὴ γνωρίζει μόνο ὁ Θεὸς καὶ ὁ Πνευματικός μας, ἂν εἴμαστε βεβαίως ἄνθρωποι ποὺ ἔχουμε ἔγνοια γιὰ τὴ σωτηρία τῆς ψυχῆς μας.

Ὁ Στυλιανός, ὅπως μοῦ εἶπαν παλαιοὶ ἄνθρωποι, ὅπως καὶ ὁ ἱερέας τῆς κοινότητάς σας, ὁ σεβαστὸς πατήρ Μενέλαος, ἀπὸ τὴ νεανική του ἡλικία μαθήτευσε στὴν εὐσέβεια τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας καὶ στὴν ἀσκητικὴ καὶ θεραπευτική της παράδοση κοντὰ σὲ δύο ἀνθρώπους: τὸν εὐλαβέστατο ἱερέα τῆς Εὐρύχου, τὸν ἱερομόναχο πατέρα Σωφρόνιο, καὶ τὴν ἀδελφή του Χατζηπαναγιώτα, ποὺ ἦταν ψάλτριά του. Κοντά σὲ αὐτοὺς τοὺς φιλακόλουθους εὐσεβεῖς ἀνθρώπους ὁ Στυλλῆς μυήθηκε στὶς μετάνοιες, στὶς γονυκλισίες, στις μεγάλες προσευχὲς καί, κατὰ κάποιο τρόπο, διαμόρφωσε ἕνα έκκλησιαστικὸ τυπικὸ γιὰ τὸν ἑαυτό του, τὸ ὁποῖο κράτησε γιὰ πάντα.

Ὁ πατὴρ Σωφρόνιος καὶ ἡ ἀδελφή του Χατζηπαναγιώτα ἦταν φορεῖς τῆς λαϊκῆς εὐσέβειας τῆς Κύπρου.

Ἡ Χατζηπαναγιώτα, ὅταν γέρασε, ζοῦσε ζωὴ ἔγκλειστη καὶ ἀσκητική. Δὲν ἔβγαινε ἔξω ἀπὸ τὸ σπίτι της, γιὰ νὰ ἔχει ἐσωτερικὴ ἡσυχία στὴν καρδία της καὶ ἀδιάλειπτη προσευχή. Ὁ πατήρ Σωφρόνιος στὰ τέλη τῆς ζωῆς του εἶχε φώτιση ἀπὸ τὸ Ἅγιο Πνεῦμα καί, πολὺ πρὶν τὴν Τουρκικὴ εἰσβολὴ τοῦ 1974, εἶπε σὲ μερικοὺς ἔμπιστους ἀνθρώπους του τὸ ἑξῆς: «Ἄχ, τὸ Ἅι Γιωρκούδι μου, τώρα εἶναι ταπεινό. Ἀλλὰ θἄρθει ἐποχή, ποὺ θὰ γίνει Μητρόπολις». Ὅπως κι ἔγινε! Ἀφοῦ, μετὰ τὴν κατοχὴ τῆς φυσικῆς μας ἕδρας στὴν κατεχόμενη Μόρφου, τὸ ἐπισκοπεῖο τῆς Μητροπόλεώς μας μεταφέρθηκε προσωρινά στὴν Εὐρύχου, δίπλα ἀπὸ τὴν ἐκκλησία τοῦ Ἁγίου Γεωργίου.

Ὁ Στυλλῆς, ὅμως, δὲν εἶχε μόνο τὴν εὐλογία νὰ βρεῖ ἀνθρώπους ποὺ τοῦ μεταλαμπάδευσαν τὴν ἐκκλησιαστικὴ εὐσέβεια καὶ τάξη, ἀλλὰ ἔμελλε νὰ βρεῖ καὶ μία πιστὴ γυναίκα ἀπὸ τὸ διπλανό χωριό, τὸ Σινᾶ Ὄρος, τὴν ἀγαπητὴ σὲ ὅλους μας Ἀφροδίτη, ποὺ δὲν ἦταν ἁπλῶς ἡ σύζυγος καὶ ἡ σύντροφός του, ἀλλὰ μία συναθλήτριά του στοὺς ἀσκητικοὺς καὶ πνευματικοὺς ἀγῶνες του…

Ἔχοντας αὐτὴν τὴν τάξη τῆς μετανοίας καὶ τῆς προσευχῆς, ὁ Στυλιανὸς μὲ τὰ χρόνια ὡριμάζει πνευματικά, κι ἀρχίζει νὰ παρακινεῖ καὶ τοὺς χωριανούς του νὰ κάνουν τὸ ἴδιο. Οἱ περισσότεροι, ὅμως, δὲν τὸν καταλάβαιναν, ὁρισμένοι δὲ τὸν κοροϊδευαν. Ἀναφερόμαστε σὲ μιὰ ἐποχή, ποὺ οἱ Κύπριοι ζοῦσαν μέσα στὸ ὄνειρο τῆς ἐπίπλαστης ἐλευθερίας ποὺ μᾶς δώρησαν οἱ Ἄγγλοι καὶ οἱ συμφωνίες τῆς Ζυρίχης. Δὲν μποροῦσαν νὰ ὑποψιαστοῦν στὴ δεκαετία τοῦ 1960 ὅτι ἄλλα ὄνειρα εἶχαν γιὰ τὸν τόπο οἱ Ἕλληνες καὶ ἄλλα οἱ Τοῦρκοι.

 

«Στυλιανέ, πρέπει νὰ ἀρχίσεις τὶς νυχτερινές προσευχές»

Αὐτὴν τὴν ἐποχή, γύρω στο 1964, ὁ Στυλλῆς ὁ Μυλωνάς εἶχε μία θαυμαστὴ καὶ παράδοξη πνευματικὴ ἐμπειρία, ἡ ὁποία θὰ ἀποτελέσει ὁρόσημο γιὰ τὴν ὑπόλοιπη ζωή του.

Τὸν ἐπισκέφθηκε ἡ Δέσποινα τοῦ κόσμου, ἡ Παναγία μας, καὶ τὸν κατέστησε προφήτη τοῦ γένους μας, χωρὶς ὁ ἴδιος νὰ θέλει νὰ προφητεύει. Τοῦ εἶπε ἡ Παναγία: «Στυλιανέ, πρέπει νὰ ἀρχίσεις τὶς νυχτερινές προσευχές». Καὶ ὁ ταπεινὸς Μυλωνᾶς τῆς λέει: «Τί ὧρες νὰ προσεύχομαι, Παναγία μου»; «Ἀπὸ τὶς δώδεκα μέχρι τὶς τρεῖς», τοῦ λέει ἡ Θεοτόκος. «Μὰ ἐγώ», τῆς λέει, «πέντε καὶ κάτι πρέπει νὰ ξυπνῶ καὶ νὰ πηγαίνω στη Λευκωσία. Ἔχω καὶ δύσκολη δουλειά». Καὶ τοῦ λέει· «Ὄχι. Στυλιανέ μου, πρέπει στὴν Κύπρο νὰ ἐπιστρατευτεῖτε»! Ἀκούσατε λέξη ποὺ χρησιμοποίησε ἡ Θεοτόκος; «Μερικοὶ ἄνθρωποι τῆς προσευχῆς», τοῦ λέει, «πρέπει νὰ ἐπιστρατευτεῖτε, γιατὶ σὲ δέκα χρόνια θὰ ἔρθει πολὺ μεγάλο κακὸ στὴν Κύπρο». Καὶ ὁ Στυλιανὸς μὲ πολλὴ ἁπλότητα τῆς λέει: «Παναγία μου, ἀφοῦ θὰ γίνει τὸ κακό, γιατί νὰ χάσω τὸν ὕπνο μου»; Καὶ τοῦ ἀπαντᾶ ἡ Παναγία· «Γιὰ νὰ ἔρθει τὸ κακὸ λιγότερο».

Καὶ ἔκτοτε ὁ Στυλιανὸς ἔκαμε ἀπόλυτη ὑπακοή. Ντυνόταν συνήθως μὲ ροῦχα χρώματος μπλέ, γιατί μέσα του πέρασε τὸ «κατὰ Θεὸν» πένθος, καὶ γιατὶ τὸν προετοίμασε ἡ Παναγία γι’ αὐτά, τὰ ὁποῖα ζήσαμε ὅλοι τὸ 1974.

Τὴν ἴδια ἐποχή, στὴ Μηλιά Ἀμμοχώστου, ὁ ἄνθρωπος τοῦ Θεοῦ ὁ Χατζηφλουρέντζος, ἔλεγε στὰ παιδιά του καὶ στοὺς χωριανούς του: «Ἐσεῖς θὰ πεθάνετε ἀπ᾿ ἐκεῖ, ἐγὼ ἀπ’ ἐδῶ, Τοῦρκοι θὰ κατοικήσουν στὰ χωριά μας. Ἀλλὰ θὰ ᾿ρθεῖ ὥρα, ποὺ θὰ γίνει μεγάλος πόλεμος μὲ τοὺς Ρώσους καὶ θὰ διαλυθεῖ ἡ Τουρκία. Καὶ τότε θὰ ἐπιστρέψετε πίσω». Ἕνας ἱεροψάλτης στὸ χωριό μου τὴ Ζώδια, ὁ Δημήτρης τοῦ Πρωτόπαπα, τὸ 1973 προετοιμάστηκε ἀπὸ ἄγγελο Κυρίου, γιὰ νὰ πεῖ στὰ παιδιά του· «Τοῦρκοι θὰ κατοικήσουν στὸ χωριό μας». Καὶ ὁ ἁγιώτατος Παναῆς τῆς Λύσης, ἔλεγε στοὺς Λυσιώτες· «Κτίζετε μεγάλα σπίτια; Τοῦρκοι θὰ κατοικήσουν μέσα»! Ὅλους αὐτοὺς τοὺς ἀνθρώπους τοὺς προετοίμασε ἡ Παναγία μας καὶ ὁ Κύριός μας Ἰησοῦς Χριστός! Ἀλλὰ ἐμεῖς δὲν τοὺς ἀκούσαμε καὶ παραμείναμε δέσμιοι τῶν μεγάλων ἀπατηλῶν μας ὀνείρων!

 

Προσευχὴ καὶ μετάνοιες κάθε βράδυ

Μετὰ ἀπὸ αὐτὴν τὴν ἐμπειρία, ὁ Στυλιανὸς ἄλλαξε όριστικὰ τὸν τρόπο τῆς ζωῆς του. Κάθε βράδυ, ἀπὸ τὸ 1964 μέχρι καὶ τὸ 2007, προσευχόταν καὶ μετανοοῦσε γιὰ ὅλο τὸν κόσμο. Ἡ μετάνοιά του μέσα στὸν Μύλο συνοδευόταν ἀπὸ ὀκτακόσιες μετάνοιες. Ἰδιαιτέρως κάθε Τρίτη βράδυ πρὸς Τετάρτη καὶ κάθε Πέμπτη βράδυ πρὸς Παρασκευή. Ἡ σύζυγός του Ἀφροδίτη κρατοῦσε ἀνάλογο τυπικὸ κατὰ τὴ δύναμή της στὸ σπίτι ποὺ ἦταν.

Κάθε ἑκατὸ μετάνοιες σταματοῦσε καὶ ἄναβε κεριὰ καὶ προσευχόταν λέγοντας· «Χριστέ μου, σῶσε τὴν πατρίδα μας τὴν Ἑλλάδα». Ἑκατὸ μετάνοιες καὶ ἄναβε κερί. Μετά, «Χριστέ μου, σῶσε τὴν Κύπρο μας». Ἄλλες ἑκατὸ μετάνοιες καὶ ἄναβε ἄλλο κερί. «Χριστέ μου, σῶσε τὴν οἰκουμένη σου». Ἄλλη λαμπάδα. «Χριστέ μου, σῶσε τὸ χωριό μου τὴν Εὐρύχου». Ἄλλη λαμπάδα γιὰ τὰ παιδιά του, τὴ γυναίκα του, τὰ ἐγγόνια του.

Δηλαδὴ ὁ τρόπος προσευχῆς τοῦ μακαριστοῦ Στυλιανοῦ φανέρωνε ἕναν ἄνθρωπο, ποὺ ἀπὸ πολὺ νωρὶς κατάλαβε τὸ νόημα τῆς ζωῆς καὶ τὸν προορισμὸ τοῦ ἀνθρώπου, ποὺ δὲν εἶναι ἄλλος, παρὰ νὰ γνωρίσει καὶ νὰ ἑνωθεῖ μὲ τὸν Δημιουργό του· καὶ ποὺ κατάλαβε τὴ δύναμη τῆς μετανοίας καὶ τῆς προσευχῆς, ποὺ ὅταν γίνονται μὲ πόνο, κατευθύνεται ὁ ἄνθρωπος πρὸς τὶς ἐντολὲς τοῦ Χριστοῦ. Μὲ ἄλλα λόγια, ὁ τρόπος μετανοίας τοῦ Στυλλῆ τοῦ Μυλωνά φανέρωνε ὅτι ἦταν ἕνα γνήσιο τέκνο τῆς λαϊκῆς εὐσέβειας τῆς Κύπρου καὶ γόνος τῆς ἀποστολικῆς παράδοσης, ποὺ σὲ κάθε ἐποχὴ γεννὰ ἀνθρώπους ποὺ ἔχουν μυστικὴ ζωή, ἀνθρώπους τοῦ Θεοῦ ποὺ ἐργάζονται σιωπηλὰ καὶ μὲ τὰ δάκρυά τους, τὶς προσευχές τους καὶ τὶς μετάνοιές τους κρατοῦν τὸν τόπο μας ζωντανὸ καὶ Ὀρθόδοξο. Γιὰ τοῦτο θεωρήσαμε πολύ σημαντικὸ καὶ ὠφέλιμο νὰ καταγράψουμε τὸ «προσευχητικό» τυπικό, ποὺ ἐφάρμοζε ὁ ταπεινὸς μυλωνᾶς τῆς Εὐρύχου, κι αὐτὸ κάναμε μὲ τὴ βοήθεια τοῦ πατρὸς Χριστοφόρου, ποὺ παρέστη διακριτικὰ σὲ μία ἀπὸ τὶς «ἀγρυπνίες» του, ἀφοῦ προηγουμένως ὁ μακαριστὸς Στυλιανὸς ἔκανε ὑπακοὴ σὲ ἐμᾶς ἀποδεχόμενος τὴν ἐπιθυμία μου γιὰ καταγραφή του.

Παραθέτουμε πιὸ κάτω τὸ προσευχητικὸ τυπικὸ τοῦ μακαριστοῦ Στυλιανοῦ, ὅπως τὸ κατέγραψε ὁ πρωτοπρεσβύτερος τῆς Μητροπόλεως Μόρφου π. Χριστοφόρος Δημητρίου.

 

Ὁ τρόπος προσευχῆς τοῦ Στυλλῆ τοῦ Μυλωνά

«Εἴχαμε ἀκούσει πρὸ πολλῶν ἐτῶν γιὰ τὸν καλὸ ἄνθρωπο τῆς Εὐρύχου, τὸν κ. Στέλιο, τὸν Στυλλῆ τὸν Μυλωνά, ὅπως τὸν ἤξεραν οἱ περισσότεροι. Ὁ Στυλιανὸς ἦταν ἄνθρωπος χαμηλών τόνων, ταπεινός, ἐργατικός, εὐγενικὸς καὶ πολὺ φιλακόλουθος. Ἄνθρωπος τοῦ Θεοῦ, ὅπως ἔλεγαν οἱ περισσότεροι ποὺ τὸν γνώριζαν. Ἄνθρωπος τῆς μετάνοιας καὶ τῆς προσευχῆς, μὲ πολὺ εὐαίσθητη συνείδηση, ποὺ φρόντιζε μὲ τὴν καθημερινή του μετάνοια καὶ τὴν ἐξομολόγηση νὰ τὴ διατηρεῖ καθαρή.

Εἶχα τὴ μεγάλη εὐλογία, καθ’ ὑπόδειξη τοῦ Μητροπολίτη μας, νὰ εἶμαι ὁ Πνευματικός του τὰ τελευταία 10 χρόνια τῆς ζωῆς του, ἀφοῦ γιὰ ἀρκετά χρόνια Πνευματικός του ἦταν ὁ Πανιερώτατος, ὁ ὁποῖος εἶχε ἐνημερωθεῖ ἀπὸ τὸν ἴδιο τὸν Στυλλῆ γιὰ τὸν τρόπο προσευχῆς του, ἀλλὰ καὶ γιὰ τὶς ἀγρυπνίες ποὺ ἔκανε δύο φορές τὴν ἑβδομάδα.

Ὁπόταν ὁ Πανιερώτατος, γιὰ νὰ μὴ χαθεῖ τὸ προσευχητικὸ τυπικὸ τοῦ Στυλλῆ, ἀνέθεσε σ’ ἐμένα τὴν καταγραφή του. Και, θυμᾶμαι, ὅταν ζήτησα ἀπὸ τὸν ἴδιο τὴν ἄδεια νὰ παραστῶ σὲ μιὰ ἀπὸ τὶς ἀγρυπνίες του,

μοῦ εἶπε: «Ἀφοῦ αὐτὸ εἶναι ἐπιθυμία τοῦ Πανιερωτάτου μας καὶ τὸ θέλει καὶ ἡ Παναγία, νὰ κοπιάσει ὅποτε θέλει ἡ ἀφεντιά σου».

Ήταν Ὀκτώβριος μήνας καὶ εἴχαμε ἀγρυπνία στὸ μοναστήρι τοῦ Ἁγίου Ἰωάννη τοῦ Λαμπαδιστῆ γιὰ τὶς γυναῖκες τοῦ Συνδέσμου Φιλανθρωπίας Γυναικῶν τῆς Ἱερᾶς Μητροπόλεως Μόρφου, ποὺ πραγματοποιοῦσαν τριήμερο στὸν κατασκηνωτικὸ χῶρο τῆς Μητροπόλεώς μας στὴν κοινότητα Καλοπαναγιώτη. Μετὰ τὸ τέλος τῆς ἀγρυπνίας, εἴχαμε ὀρίσει ραντεβοῦ μὲ τὸν κ. Στυλιανό στὶς 3 ἡ ὥρα τὸ πρωί, νὰ συναντηθοῦμε ἔξω ἀπὸ τὸ σπίτι του, ποὺ εἶναι κοντὰ στὸν Μύλο. Ὅταν πῆγα ἐκεῖ, μὲ ὑποδέχθηκε βάζοντάς μου μετάνοια, κι ἀφοῦ πῆρε τὴν εὐχὴ ἀσπαζόμενος τὴν δεξιά μου, πῆρα κι ἐγὼ τὴ δική του, καὶ κατευθυνθήκαμε πρὸς τὸν μύλο, τὸν τόπο τῆς μετανοίας του. Ἀφοῦ μπήκαμε μέσα στὸν μύλο, ἄναψε μιὰ μικρὴ λάμπα, δημιουργώντας μὲ αὐτὸ τὸν τρόπο κατανυκτικὴ ἀτμόσφαιρα στὸν χῶρο, ἐνῶ τὸ λιγοστὸ φῶς φώτιζε τὶς 10 περίπου κρεμασμένες μικρὲς εἰκόνες τοῦ Χριστοῦ, τῆς Παναγίας, τῆς Ἁγίας Μαρίνας, τοῦ Ἁγίου Νικολάου, τοῦ Ἁγίου Γεωργίου καὶ ἄλλες, ποὺ δὲν θυμᾶμαι, ποὺ ἦσαν ἀναρτημένες στὸν νότιο τοίχο.

Ἄρχισε τὴν προσευχή του, κάνοντας ἀρκετὲς ἐδαφιαῖες μετάνοιες καὶ λέγοντας χαμηλοφώνως τὸ «Κύριε Ἰησοῦ Χριστέ, ἐλέησόν με». Μετά, ἄρχισε ν᾿ ἀνάβει κεριά, τὰ ὁποῖα ἦταν τοποθετημένα πάνω στὸν τοῖχο καὶ πάνω στὰ μηχανήματα τοῦ μύλου. Μετὰ τὸ ἄναμμα τῶν πρώτων κεριών, στάθηκε ἀπέναντι ἀπὸ τὶς εἰκόνες, ἔχοντας μιὰ πολὺ σεμνή στάση καί, μὲ ὑψωμένα τὰ χέρια, συνέχισε τὴν προσευχή του.

Ἐγὼ βρισκόμουν στὸ πίσω μέρος τοῦ μύλου, παρακολουθώντας μὲ πολὺ προσοχὴ τὸ κάθε τί ποὺ ἔκανε, γιατί αἰσθανόμουν ὅτι αὐτὸ ποὺ συνέβαινε ἐνώπιον μου, κι ἔβλεπα ἐκείνη τὴν στιγμή, ἦταν κάτι πολὺ πνευματικό, κάτι ἔνθεο, ποὺ τὸ κάλυπτε μὲ τὴ χάρη της ή Παναγία μας, ή Υπερευλογημένη Θεοτόκος, κι ἔτσι συμμετείχα κι ἐγὼ ὅσο μποροῦσα μυστικά.

Ξεκίνησε νὰ ψάλλει τὰ ἀπολυτίκια ὅλων τῶν Ἁγίων, ποὺ οἱ εἰκόνες τους ἦταν κρεμασμένες στὸν τοῖχο. Εἶπε τὸ Σύμβολο τῆς Πίστεως καὶ τὴν Κυριακὴ προσευχή.

Ἄρχισε νὰ ἐπικαλεῖται τὴν Ἁγία Τριάδα, τὸν Χριστό, τὴν Παναγία (τοῦ Κύκκου, τοῦ Μαχαιρᾶ καὶ μὲ ἀρκετὰ ἀπὸ τὰ ἐπίθετα ποὺ ἔχει), τὸν Τίμιο Πρόδρομο καὶ ἀρκετοὺς Ἁγίους, πάρα πολλοὺς Ἁγίους. Μετὰ ξανάκανε ἀρκετὲς ἐδαφιαῖες μετάνοιες, χωρὶς νὰ λέει τίποτα. Ἄναβε ἕνα δύο κεριὰ καὶ συνέχιζε. Ζητοῦσε ἀπὸ ὅλους αὐτοὺς τοὺς Ἁγίους, νὰ δείξουν ἀνοχή καὶ νὰ ἐλεήσουν τὸν ἁμαρτωλὸ κόσμο, νὰ δείξουν μακροθυμία καὶ νὰ συγχωρήσουν ὅλο τὸν κόσμο, ὅλη τὴν οἰκουμένη. Εἶχε ἔγνοια οἰκουμενική, τοῦ σύμπαντος κόσμου. Ένδιαφερόταν γιὰ ὅλο τὸ δημιούργημα τοῦ Θεοῦ, μέχρι καὶ περιβαλλοντικά θέματα (βροχές, πυρκαγιές, βλάστηση, πείνα, ἀποφυγὴ πολέμων, γῆ, θάλασσα καὶ οὐρανό) κ.ἄ. Ζητοῦσε ἀπὸ τὸν Θεὸ τὴν ἐλευθερία τῶν κατεχομένων ἐδαφῶν μας καὶ ἐπιστροφὴ τῶν προσφύγων στὰ σπίτια τους. Μετάνοιες πάλι καὶ ἄναμμα κεριῶν. Μετὰ ἄρχιζε προσευχὴ γιὰ τὸν Οἰκουμενικό Πατριάρχη, τοὺς Πατριάρχες τῆς Ὀρθοδοξίας καὶ τοὺς Ἐπισκόπους. Εὐχόταν νὰ εἶναι καλὰ καὶ νὰ καθοδηγοῦν σωστὰ τὸν λαὸ τοῦ Θεοῦ. Παρακαλοῦσε εἰδικὰ γιὰ τὸν Ἐπίσκοπο τῆς δικῆς του περιοχῆς, νὰ τοῦ δίνει ὁ Θεὸς φώτιση καὶ πολυχρονία. Μετὰ ἄρχιζε προσευχὴ γιὰ τοὺς ἱερεῖς, τοὺς λειτουργοὺς τοῦ Ὑψίστου. Ἔλεγε προσευχὲς γιὰ τοὺς ἱερεῖς τῶν κοινοτήτων τῆς περιοχῆς Σολέας. Ἀναφερόταν στὸν κάθε ἕνα μὲ τὸ ὄνομά του καὶ παρακαλοῦσε πολὺ γι’ αὐτούς, νὰ τοὺς χαρίζει φώτιση καὶ  πολυχρονία. Μετὰ παρακαλοῦσε γιὰ τοὺς διδασκάλους, τοὺς μαθητές καὶ τὸν φιλόχριστο στρατό. Παρακαλοῦσε τὸν Θεὸ καὶ τὴν Παναγία νὰ φωτίζει τοὺς ἀνθρώπους. Παρακαλοῦσε γιὰ τοὺς ἀσθενοῦντας (εἶπε καὶ κάποια ὀνόματα, ποὺ εἶχε κατὰ νοῦ), νὰ τοὺς δίνει ὁ Θεὸς ὑγεία καὶ χαρά, μακροημέρευση καὶ νὰ τοὺς ἀξιώσει νὰ κερδίσουν τὸν παράδεισο. Μετά, μετάνοιες πάλι καὶ ἄναμμα ἄλλων κεριῶν. Ἄλλαξε καὶ ἄναψε πάρα πολλὰ κεριὰ ἐὰν ἀναλογιστοῦμε ὅτι αὐτὴ ἡ ἀγρυπνία κράτησε 3 ώρες. Ἔμεινε λίγη ὥρα ἐντελῶς σιωπηλὸς καὶ μετὰ συνέχισε. Ἄφησε τελευταίους τοὺς δικούς του καὶ τὴν οἰκογένειά του. Θυμᾶμαι, ποὺ εἶπε καὶ τοὺς Χαιρετισμοὺς τῆς Παναγίας μας. Πάλι μετάνοιες καὶ ἄναμμα κεριών. Ὕστερα πήραν σειρὰ οἱ κεκοιμημένοι. Ἄρχισε νὰ μνημονεύει ὀνόματα, ποὺ ἄλλα τὰ ἔλεγε ἐκφώνως, κι ἄλλα χαμηλοφώνως, σιωπηλά μέσα του. Ἡ μνημόνευση τῶν κεκοιμημένων κράτησε πάρα πολλὴ ὥρα καὶ συνοδευόταν ἀπὸ πολλὲς μετάνοιες.

Ἀφοῦ τελείωσε τὴν προσευχή του γιὰ τοὺς κεκοιμημένους, ἄρχισε νὰ προσεύχεται γιὰ τὸν ἑαυτό του. Ἔλεγε γιὰ τὶς ἁμαρτίες του, τὶς ἀδυναμίες του, τὰ λάθη καὶ τὰ πάθη του, καὶ ζητοῦσε συγχώρηση ἀπὸ τὸν Χριστὸ γιὰ τὸν ἐλεεινὸ ἑαυτό του, κάτι ποὺ ἔλεγε συχνά. Παρακαλοῦσε νὰ ἀξιωθεῖ τῆς ἐπουρανίου Βασιλείας τοῦ Κυρίου, νὰ κερδίσει θέση στὸν Παράδεισο. Αὐτὴ ἡ τελευταία προσευχὴ ἦταν μὲ συνεχόμενες μετάνοιες καὶ μὲ δάκρυα στὰ μάτια.

Στὸ τέλος ἔψαλλε τὰ τροπάρια «Τῇ Ὑπερμάχω» καὶ «Τὴν ὡραιότητα». Πάλι μετάνοιες, σβήσιμο τῶν κεριῶν καὶ Δι’ εὐχῶν.

Αἰσθανόμουν ὅτι εἶχε ξεχάσει πὼς ἤμουνα ἐκεῖ, κι ἔκανε αὐτὰ ποὺ κάνει πάντα. Μόλις τελείωσε, γυρίζει καὶ μοῦ λέει· «Αὐτὰ ποὺ ἔκανα ἦταν καλά; Ἐὰν ἔκανα κάτι ποὺ δὲν ἦταν καλό, δάσκαλέ μου, νὰ μοῦ τὸ πεῖς νὰ τὸ διορθώσω». Ἐγώ, νὰ σᾶς πῶ τὴν ἀλήθεια, ἔμεινα ἔκθαμβος μὲ αὐτὰ ποὺ εἶδα καὶ προβληματίστηκα πολὺ ὡς ἱερέας τοῦ Ὑψίστου. Ἁπλῶς τοῦ εἶπα ὅτι ὅλα αὐτὰ ποὺ ἔκανε ἦταν πολύ ὡραῖα καὶ ὠφέλιμα, ἀλλὰ καὶ θεάρεστα. Τὸν ρώτησα ἐὰν δὲν κουράζεται μὲ ὅλες αὐτὲς τὶς μετάνοιες καὶ μοῦ εἶπε ὅτι τώρα ἔκανε λίγες, γύρω στὶς 200, ἐνῶ πιὸ παλιὰ ἔκανε 800 μετάνοιες. Θαύμασα, εἶπα, “Δόξα τῷ Θεῷ”, καὶ τέλος…

Δύο μέρες πρὶν τὸ θάνατό του, ἀποκάλυψε σὲ κάποιον ὅτι φεύγει ἀπὸ τὸν κόσμο αὐτὸ καὶ τοῦ ἔδωσε ἐντολή, παρακαλώντας τον νὰ πηγαίνει κάθε μέρα στὸν ἐξωκκλήσι τοῦ Προφήτη Ηλία (στὴν Εὐρύχου), γιὰ νὰ ἀνάβει τὸ κανδήλι του. Τοῦ λέει τὸ ἄλλο πρόσωπο· «Καὶ ὁ Ἅγιος Κυριακός»; Τοῦ εἶπε νὰ μὴν ἀνησυχεῖ καὶ ὅτι ἐκεῖ θὰ εἶναι αὐτὸς καὶ θὰ τὸ κανονίζει».

Μὲ αὐτὸν τὸν τρόπο μετανοίας ὁρισμένοι Κύπριοι κράτησαν τὸν ἑαυτό τους, τὴν οἰκογένειά τους, τὴ συζυγία τους, τοὺς συνανθρώπους τους. Οἱ μυστικές προσευχὲς τοῦ Στυλλῆ τοῦ Μυλωνά, τοῦ Χατζηφλουρέντζου, τῆς Μηλιᾶς Ἀμμοχώστου, τοῦ γέρο Παναῆ τῆς Λύσης, τοῦ Δημήτρη τοῦ Πρωτόπαπα, τῆς Μυροφόρας τῆς Ζώδιας, κράτησαν αὐτὸν τὸν τόπο Ὀρθόδοξο καὶ ἑλληνικό. Οὔτε τὰ ὅπλα μας, οὔτε τὰ χρήματά μας, οὔτε ἡ πολιτεία μας, οὔτε καὶ οἱ ἡγέτες μας, ἀλλὰ ἡ μετάνοια καὶ ἡ προσευχή, ἡ ὑπομονὴ καὶ ἡ πίστη στὸν Τριαδικὸ Θεό, στὴν Παναγία, στοὺς ἀποστόλους, καὶ στοὺς ἁγίους κρατοῦν τὸν ἄνθρωπο αἰώνια ζωντανό.

Σημειωτέον, ὅταν τὸν ἐπιστράτευσε ἡ Παναγία γιὰ νὰ κάμει αὐτὸ τὸ νυχτερινό πρόγραμμα προσευχῆς καὶ μετανοιῶν, ὁ Στυλλῆς συνέχισε νὰ πηγαίνει στὴ δουλειά του τὸ πρωί, ἀφοῦ ἔπρεπε νὰ θρέψει τὴν οἰκογένειά του: εἶχε τρεῖς κόρες καὶ ἕναν υἱό. Ἐκεῖ στὴ δουλειά, λόγῳ τῆς νυκτερινῆς του αὐτῆς ἀγρυπνίας, ἡ ἀπόδοσή του εἶχε πέσει. Ὁπότε μιὰ μέρα, ὁ μάστορας, ποὺ εἶχε παρατηρήσει ὅτι ἔπεσαν οἱ ρυθμοὶ τῆς ἐργασίας του, τοῦ λέει· «Κύριε Στέλιο, δὲν δουλεύεις τώρα ὅπως παλιά»! «Ἕ, ξέρεις», τοῦ λέει ὁ Μυλωνᾶς, «ἔχω ἕνα καινούριο πρόγραμμα τώρα τὴ νύχτα καὶ δεῖξε λίγη κατανόηση». Τοῦ λέει· «Νὰ δείξω κατανόηση, κύριε Στέλιο, ἀλλὰ στὴ δουλειὰ πρέπει νὰ δουλεύεις, ὅπως δούλευες παλιά». Καὶ γυρίζει ὁ ἑτοιμόλογος καὶ ἔξυπνος Στυλιανὸς καὶ μὲ χιούμορ τοῦ λέει· «Ναί, μάστρε, ἀλλὰ ἐσὺ δὲν ἐπιστρατεύτηκες! Εἶναι ἐγώ, ποὺ ἐπιστρατεύτηκα»! Καί, ὅταν τοῦ ἐξήγησε τί ἔγινε, τοῦ λέει ὁ μάστοράς του «Νὰ ἐργάζεσαι, κύριε Στέλιο μου, ὅσο θέλεις καὶ ὅσο μπορεῖς, καὶ νὰ προσεύχεσαι καὶ γιὰ μένα».

Πηγή: «Μητροπολίτου Μόρφου Νεοφύτου Ὁμιλίες» Ἱερὰ Μητρόπολις Μόρφου, τόμος Β’, ἐκδ. Θεομόρφου, σελ. 164-174

Δεν υπάρχουν σχόλια: