Αναζήτηση αυτού του ιστολογίου

Σάββατο 15 Σεπτεμβρίου 2012

Η ΆΝΝΑ KAI NINA OI ΠΡΟΣΚΥΝΗΤΡΙΕΣ ΠΟΥ ΓΝΩΡΙΣΑΝ ΤΟΝ ΑΔΗ.




Κάποιες φορές δεν είχα που να κοιμηθώ και ο φίλος μου ο Βλαδίμηρος, ο ψάλτης στο μοναστήρι Νοβοντέβιτσυι, με καλούσε αργά το βράδυ να πηγαίνω σε αυτόν, στο ναό του αγίου Νικολάου, στην περιοχή Χαμόβνικι, όπου τότε εργαζόταν ως φύλακας. Εκεί, συχνά ερχόταν μία θαυμάσια προσκυνήτρια, η Άννα που τις νύχτες διάβαζε το ψαλτήρι για την ανάπαυση των νεκρών. «Είσθε εκλεκτός του Θεού», της άρεσε να μου λέει, όταν συναντιόμασταν. Άγνωστο γιατί, κάθε φορά μετά τις τακτικές, βραδινές συναντήσεις μας επαναλάμβανε τα ίδια λόγια. Ζούσε με ελεημοσύνη και προσευχή. Ήταν πολύ αγαθοεργή και διακρινόταν, ιδιαίτερα, για τη ζεστή, τρυφερή ματιά της. Η όψη της και τα συγκλονιστικά, καθαρά, γαλάζια μάτια της, μαρτυρούσαν ότι δεν ήταν άνθρωπος από αυτό τον κόσμο και γι' αυτό η εμπειρία της ήταν για μένα ιδιαιτέρως πολύτιμη. Μου εκμυστηρεύτηκε το λόγο για τον οποίο αποφάσισε να ζει σαν ξένη σε αυτήν τη γη και ερχόταν να διαβάζει το Ψαλτήρι για τους νεκρούς. Ιδού, τι μου αφηγήθηκε.

Στην Ουκρανία ζούσε μία οικογένεια. Η μητέρα ήταν πολύ πιστή γυναίκα και ήθελε να αναθρέψει την κόρη της με τιμιότητα και αληθινή πίστη στο Θεό. Αλλά η επίδραση του σχολείου και του γενικού πνεύματος της σοβιετικής διαπαιδαγώγησης σταδιακά διέφθειραν την κοπέλα. Ήταν είκοσι χρονών και είχε μεγαλώσει ως άθεη, αρνούμενη την Αιώνια Ζωή και τη μελλοντική ανταμοιβή. Όσο κι αν η μητέρα της προσευχόταν για να της αλλάξει γνώμη και ν' αφήσει την αμαρτωλή ζωή, η κόρη μόνο γελούσε, γύριζε την πλάτη της και έβριζε. Η καρδιά της μητέρας αρρώστησε και, για πολλά χρόνια, πήγαινε σε διάφορες άγιες τοποθεσίες, προσευχόμενη στον Κύριο να νουθετήσει την ανυπάκουη κόρη της για να μην πεθάνει στην αμαρτία. Όμως η κόρη της συνέχιζε να αγαπά την ελεύθερη ζωή, της άρεσαν οι βόλτες και όταν έγινε τριάντα χρονών παντρεύτηκε με πολιτικό γάμο και χωρίς την ευχή της μητέρας της. Εργαζόταν σε ένα εργοστάσιο και στο σπίτι της επέστρεφε το βράδυ με το λεωφορείο. Κάποιο βράδυ υπήρχε πολύς κόσμος στο λεωφορείο και γι' αυτό στάθηκε κοντά στην πόρτα. Σε κάποια από τις στάσεις μπήκε στο λεωφορείο ένας περίεργος άνθρωπος, χαμηλού ύψους, στάθηκε δίπλα της και της ψιθύρισε:

-  Εσύ, Νίνα, να ετοιμάσεις το μνημόσυνο του συζύγου σου. Δυστυχία για σένα, ωχ, δυστυχία!
Ο σύζυγος της, τρεις ημέρες πριν, είχε φύγει με αποστολή σε κάποια πόλη της Σιβηρίας και ύστερα από μία εβδομάδα έπρεπε να επιστρέψει. Συγχυσμένη και χωρίς να έχει κατανοήσει τα λόγια αυτά, ήθελε να ρωτήσει αυτό τον άνθρωπο τι σήμαιναν. Όμως ο παράξενος άνδρας, με ανεξήγητο τρόπο, κρύφτηκε και κατέβηκε από την ανοιχτή πόρτα του λεωφορείου. Έκπληκτη η Νίνα, με όσα συνέβησαν, κατέβηκε στη στάση της και πήγε στο σπίτι. Εκεί, την περίμενε ένα επείγον τηλεγράφημα, το οποίο της γνωστοποιούσε τον ξαφνικό θάνατο του συζύγου της. Συγκλονισμένη από την είδηση αυτή, με κλάματα, έτρεξε στην παλιά εκκλησία, που κάποτε την βάπτισαν, και η μητέρα της την είχε πάει για να μεταλάβει. Ο ιερέας κατοικούσε κοντά στο ναό. Τον φώναξε και του διηγήθηκε όλα όσα συνέβησαν. Ύστερα του ζήτησε να ψάλλει το μνημόσυνο για τον αποθανόντα σύζυγο της. Ο ασπρομάλλης παππούλης, μετά από την παράκληση της, διάβασε τις απαιτούμενες προσευχές και της είπε :

-           Πίστεψε με, παιδάκι μου, ο Θεός δε σου έστειλε απλά τον άγνωστο άνθρωπο για να σε προειδοποιήσει για το θάνατο του συζύγου σου. Είναι φανερό ότι Αυτός θέλει να σε σώσει. Προσευχήσου, μικρούλα μου, προσευχήσου.
Επιστρέφοντας στο σπίτι, δεν μπορούσε να ησυχάσει. Όλη η ζωή της πέρασε μπροστά από τα μάτια της και με πίκρα και απαρηγόρητη θλίψη έβαλε τα κλάματα. «Τι θα κάνω τώρα, τι θα κάνω;» θρηνούσε η Νίνα.

Ύστερα από λίγες μέρες, έφεραν το σώμα του συζύγου της από τη Σιβηρία και το έθαψαν στο νεκροταφείο. Πέρασε, ίσως, μία εβδομάδα μετά από όλα αυτά τα γεγονότα, όταν κάποιο βράδυ, καθήμενη στον καναπέ της, ξαφνικά άκουσε μια φωνή :

-           Πιάσου από το χερούλι!
Μπροστά στα μάτια της εμφανίστηκε κάποιο χερούλι, από το οποίο κρατήθηκε, χωρίς να καταλαβαίνει το γιατί. Εκείνη τη στιγμή ήταν σα να άνοιξε η γη και κάποια αόρατη δύναμη την έσπρωξε στη τρομερή άβυσσο. Το φοβερό κρύο και το σκοτάδι την αγκάλιασαν και με τρόμο φώναξε: «Σώστε με!».

«Ωχ, τι θέλει; Εδώ, δεν υπάρχει σωτηρία!» ακούστηκαν χιλιάδες φωνές.
Εκείνη τη στιγμή, κατάλαβε ότι είχε βρεθεί στον Άδη και στην κραυγή της απήντησαν οι ψυχές των νεκρών. Αυτό της φάνηκε αιώνιος εφιάλτης και πάλι αναφώνησε:
-           Σώστε με! Σώστε με!
Όμως οι κραυγές των νεκρών και το άγριο γέλιο τους έπνιγαν φρικτή κραυγή της. Και ξαφνικά άκουσε μία άλλη φωνή:
-           Πιάσου από το χερούλι!

Κρατήθηκε και στη στιγμή βρέθηκε πάλι στο δωμάτιο της. Το όραμα της κολάσεως και η τρομερή εμπειρία των φοβερών βασάνων που πραγματικά υπάρχουν, άλλαξαν ριζικά όλη της τη ζωή και πήρε τη μεγάλη απόφαση. Άφησε την εργασία της και όλα τα επίγεια κ γύριζε από χωριό σε χωριό και από ναό σε ναό, μιλώντας στους ανθρώπους για τα αιώνια βάσανα του Άδη. Μαθαίνοντας να λέει Ψαλτήρι, το διάβαζε στους νεκρούς, ζητώντας γι' αυτούς χάρη, χωρίς να παίρνει ούτε μία δραχμή γι' αυτήν τη δουλειά. Τρεφόταν μόνο από ελεημοσύνη και το μόνο που ζητούσε από το Θεό ήταν να συγχωρήσει για την απερίσκεπτη ζωή της.
Ακούγοντας από την ίδια τη Νίνα αυτή την ιστορία, η άλλη κοπέλα, η Άννα, αποφάσισε να ακολουθήσει το παράδειγμα της.  Περίπου 45 χρόνια, περιόδευε στους ναούς και όταν μάθαινε πως κοιμήθηκε κάποιος χριστιανός, προσευχόταν στο Φιλεύσπλαχνο Σωτήρα για την ανάπαυση του, διαβάζοντας του το Ψαλτήρι στην εκκλησία, πριν την εξόδιο ακολουθία.

ΑΠΟ ΤΗΝ ΑΙΧΜΑΛΩΣΙΑ ΣΤΟ ΦΩΣ. ΑΡΧΙΜΑΝ. ΙΩΑΝΝΗΣ ΚΟΓΚΑΝ.

Δεν υπάρχουν σχόλια: