Αναζήτηση αυτού του ιστολογίου

Τετάρτη 8 Μαΐου 2024

Η ΛΈΞΗ ΠΤΩΧΌΣ ΣΤΗΝ ΒΊΒΛΟ. ΔΗΜΉΤΡΗΣ ΜΑΥΡΌΠΟΥΛΟΣ.

 


Ἡ λέξη, νομίζω, κλειδὶ στὴν ἐπιγραφὴ βρίσκεται στη λέξη «πτωχός».Λέξη ποὺ ἔχει ένα ιδιαίτερο περιεχόμενο στη βιβλικὴ καὶ τὴν ἐκκλησιαστική παράδοση. Ὁ πτωχός, λοιπόν, καὶ ἡ πτωχεία ὡς βιβλικὸς ὄρος, δὲν ἀναφέρονται μόνο στη στέρηση ὑλικῶν ἀγαθῶν – ἀπεναντίας μάλιστα.

Κλειδί γιὰ νὰ κατανοήσουμε τὸ περιεχόμενο τῆς πτωχείας ἀποτελεῖ

στὸν Κατὰ Ματθαῖον Εὐαγγέλιο: Μακάριοι οἱ πτωχοὶ τῷ πνεύματι ότι

μακαρισμός τοῦ Κυρίου στὴν ἐπὶ τοῦ Ὅρους ὁμιλία, όπως διασώζεται αὐτῶν ἐστι ἡ βασιλεία τῶν οὐρανῶν. «Ὅτι αὐτῶν ἐστι ἡ Βασιλεία τῶν

ἀλλὰ εἶναι συνέπεια. Κατὰ λέξη ὁ στίχος ἀναφέρεται σὲ ὅσους ἔχουν τὸ

οὐρανῶν», δὲν εἶναι ἐπιβράβευση ἐπειδὴ εἶναι «πτωχοὶ τῷ πνεύματι»,

πνεῦμα τῆς πτωχείας: κατὰ τὸ πνεῦμα, αὐτοὶ δηλαδὴ ποὺ ἔχουν τὸ πνεῦμα τῆς πτωχείας, καὶ ὄχι αὐτοὶ ποὺ ἔχουν μειωμένη λογικότητα. Καὶ

πνεῦμα πτωχείας ἔχουν αὐτοὶ ποὺ δὲν εἶναι ἐγκλωβισμένοι στὴν αὐτάρκεια ποὺ προσφέρει ἡ ἱστορία, ἀλλὰ ἀνοίγονται στὸν πλοῦτο τῆς Βασιλείας τοῦ Θεοῦ. Τὸ λάθος, δηλαδή, ἑνὸς ἐνδοϊστορικοῦ πλουτισμοῦ περιγράφεται στὴν ἀρχὴ τῆς Δημιουργίας, ὡς λάθος τοῦ ἀνθρώπου, του Ἀδάμ, ὁ ὁποῖος, παρασυρόμενος ἀπὸ τὸν πατέρα τοῦ ψεύδους, προσπαθεῖ νὰ πλουτίσει ὄχι ἀπὸ τὸν θησαυρὸ τῶν πραγματικῶν ἀγαθῶν, ποὺ

εἶναι ὁ Θεός, ἀλλὰ ἀπὸ αὐτὸ ποὺ τὰ βιβλικὰ κείμενα ἀποκαλοῦν φρέατα συντετριμμένα, κατεστραμμένα πηγάδια.

Κατὰ τὸν Γρηγόριο Νύσσης, ἀναγκαῖο γιὰ τὴν κατὰ Θεὸν ἀνάβαση

εἶναι ἡ συναίσθηση τοῦ περιεχομένου τῆς πτωχείας μας, πῶς θὰ ἔχω τὸ

πνεῦμα τῆς πτωχείας. Δὲν εἶναι δυνατὸν νὰ ἐπιθυμήσουμε τὰ ἀληθινὰ

ἀγαθὰ ἂν δὲν κατανοήσουμε ὅτι τὰ στερούμεθα. Πρῶτα ἀναγνωρίζω καὶ

μετὰ γνωρίζω. Δὲν μποροῦμε νὰ δεηθοῦμε γιὰ τὴν ἐκ Θεοῦ βοήθεια, ἐὰν

ἐνδιαθέτως δὲν γνωρίσουμε ἀπὸ ποιὰ ἀληθινὰ ἀγαθὰ πτωχεύουμε. Τὸ

κείμενο: Πολλὴ γὰρ ἡμῖν χρεία τῆς κατὰ θεὸν ἀναβάσεως, ἵνα νοήσωμεν τίνων πτωχεύομεν· οὐ γὰρ ἂν εἰς ἐπιθυμίαν ἔλθοιμεν τῶν ἀληθινῶν

ἀγαθῶν, εἰ μὴ τὴν ἐν τοῖς τοιούτοις ἑαυτῶν πτωχείαν κατανοήσαιμεν.

Ἀλλ᾽ ἔμψυχός τις γίνεται καὶ ἐνδιάθετος τῆς προσευχῆς ὁ τόνος, ὅταν

γνῶμεν τίνων πτωχεύομεν καὶ πρὸς τὴν ἀναβολὴν τῶν ποθουμένων

ἀκηδιάσωμεν· καὶ οὕτως ἐκχεῖται ἡ δέησις ἡμῶν. Καὶ κατὰ ἕναν

ἄλλον ἑρμηνευτή, τὸν Δίδυμο τὸν Τυφλό, καθένας που προσεύχεται στὸν

Θεὸ αἰτεῖται νὰ μετέχει ἀγαθῶν ποὺ ὁ ἴδιος ἀδυνατεῖ νὰ ἀποκτήσει. Γι'

αὐτὸ καὶ καθένας, ὡς πρὸς τὸν Θεό, εἶναι πτωχός: Πᾶς οὖν προσευχόμενος θεῷ ἀγαθῶν αἰτεῖται μετουσίαν, ταύτην ἐξ ἑαυτοῦ ἔχειν οὐ

δυνάμενος· ὅθεν καὶ πάντες πρὸς Θεὸν πτωχοί.

Τὸ νὰ ὑπάρχεις ἐν πτωχείᾳ, καὶ αὐτὸ νὰ εἶναι στάση καὶ τρόπος ζωῆς,

σημαίνει ὅτι εἶσαι πραγματικά πλούσιος. Μόνο, ποὺ αὐτὸς ὁ πλοῦτος

είναι μία διαρκής σχέση μὲ τὸν σαρκωμένο Χριστό. Αὐτὸς πρῶτος

ἐπτώχευσε, γιὰ χάρη τῶν ἀνθρώπων, ὅπως ἐπισημαίνει ὁ ἀπόστολος

Παῦλος στὸ περίφημο χωρίο του, στὴν Β' πρὸς Κορινθίους: Γινώσκετε

τὴν χάριν τοῦ Κυρίου ἡμῶν Ἰησοῦ Χριστοῦ, ὅτι δι᾽ ὑμᾶς ἐπτώχευσε

πλούσιος ὤν, ἵνα ὑμεῖς τῇ ἐκείνου πτωχείᾳ πλουτήσητε (Β' Κορ. 8,9).

Εἶναι ἐξαιρετικὴ ἡ ἐναλλαγὴ τῶν δύο λέξεων, πλοῦτος - πτωχεία, στὸ

χωρίο αὐτό. Αὐτὸ σημαίνει ὅτι τὸ πνεῦμα τῆς πτωχείας σὲ προσάγει πρὸς

τὸν ἄλλο, δηλαδὴ σὲ κατευθύνει στὴν κατάσταση τῆς ἀγάπης. Καὶ τὸ

πνεῦμα αὐτὸ τῆς πτωχείας δὲν ἀναφέρεται μόνο στὰ ὑλικὰ ἀγαθά, τὸ εἴπαμε καὶ στὴν ἀρχή, ἀλλὰ σὲ κάθε ἐγκλωβισμὸ τοῦ ἀνθρώπου σὲ

αὐτάρκειες, εἴτε γνώσης, εἴτε ἐξουσίας, εἴτε ἐγωτικῶν συμπεριφορῶν. Ἂν

ἐπιλέγω νὰ πτωχαίνω γιὰ νὰ εἶμαι μὲ τὸν Κύριο, δηλαδὴ γιὰ νὰ εἶμαι

πλούσιος ὡς πολίτης τῆς Βασιλείας του, τότε ἐπίσης ἐπιλέγω νὰ πτω-

χαίνω γιὰ νὰ βρίσκομαι σὲ κοινωνία μὲ τὰ μέλη τοῦ σώματός του, μὲ

τοὺς ἀδελφούς μου, γιατὶ ἡ φύση τοῦ ἀληθῶς ἀγαθοῦ εἶναι κοινωνία ἀγά-

πης, κοινωνία προσώπων, ὅπως αὐτὴ ὑπάρχει στὴν κοινωνία τῶν τριῶν

προσώπων τοῦ Θεοῦ. Αὐτὸν τὸν τρόπο ἡ ἁγιογραφικὴ καὶ ἐκκλησιαστικὴ

γλώσσα τὸν ὀνομάζει κένωση. Μιὰ κένωση ποὺ ὁδηγεῖ στὴν πλήρωση

τοῦ ἀνθρώπου ἀπὸ τὸ κατ' ἐξοχὴν ἀγαθό. Γιὰ νὰ ἔρθει τὸ ἀγαθὸ πρέπει

νὰ ἀδειάσω, ἀλλιῶς δὲν ἔρχεται αὐτὸ τὸ κατ' ἐξοχὴν ἀγαθό, δηλαδὴ ἡ παρουσία τοῦ Θεοῦ. Θυμόσαστε αὐτὴ τὴ φράση ἀπὸ τὸ εὐαγγέλιο ποὺ λέει, σκότωσε τὴν ψυχή σου γιὰ νὰ βρεῖς τὴν ψυχή σου. Ὁ πλουτισμὸς γιὰ τὸν ὁποῖο πλάστηκε ὁ ἄνθρωπος δὲν εἶναι ἕνα κλείσιμο, ἀλλὰ ἕνα ἄνοιγμα. Εἶναι ἡ ὁμοίωση μὲ τὸν τριαδικό Θεό, κάθε πρόσωπο τοῦ

ὁποίου δὲν ὑπάρχει γιὰ τὸν ἑαυτό του ἀλλὰ γιὰ τὰ ἄλλα. Ὁ πραγματικὰ

πλούσιος ἄνθρωπος δὲν εἶναι αὐτὸς ποὺ κατακρατεῖ καὶ κατέχει, ἀλλὰ

ἐκεῖνος ποὺ κατ' εἰκόνα τοῦ ζῶντος Θεοῦ δίνει, ἢ ἀκριβέστερα δίνεται.

Αὐτὸς λοιπὸν ποὺ ἑκουσίως διακατέχεται ἀπὸ τὸ πνεῦμα τῆς πτωχείας, αὐτὸς δικαιοῦται νὰ λογαριάζεται πολίτης τῆς Βασιλείας τῶν

οὐρανῶν.

Ἐπειδὴ μπορεῖ νὰ χαθήκαμε μέσα σ' αὐτὲς ὅλες τὶς ἀναλύσεις, ξαναδιαβάζω τὴν ἐπιγραφή: Προσευχὴ τῷ πτωχῷ, ὅταν ἀκηδιάσῃ (ὅταν

λιγοψυχήσει) καὶ ἐναντίον Κυρίου ἐκχέῃ τὴν δέησιν αὐτοῦ (καὶ πάει νὰ πάρει δύναμη ἀπὸ τὸν Κύριο, οὐσιαστικὰ ἀντλεῖ ἀπὸ τὸν Κύριο δύναμη).

Δεν υπάρχουν σχόλια: