Ας έρθουμε, τώρα, λίγο στην πατερικὴ ἔννοια τοῦ θανάτου. Ποιά εἶναι ἡ χριστιανικὴ ἔννοια τοῦ θανάτου, ἡ πατερικὴ ἔννοια τοῦ θανάτου; Νομίζω ὅτι στὴν πατερικὴ ἔννοια τοῦ θανάτου ὁ θάνατος εἶναι ένα πνευματικό γεγονός κατ᾽ ἀρχὴν καὶ στὴ συνέχεια ψυχοβιο λογικό. Εἶναι ἕνα πνευματικό μόρφωμα. Ἐγὼ τὸ λέω «θανατικότητα» αὐτὸ τὸ πράγμα. Εἶναι δηλαδὴ μιὰ κατάσταση πνευματικῆς αυτονόμησης σε μεγάλο βαθμό, ἡ ὁποία ἔχει μέσα της τὰ σπέρματα ἀκριβῶς τῆς ὀντολογικῆς καταστροφῆς καὶ ἐκδηλώνεται καὶ ψυχοβιολογικά. Αντίθετα, αἴρεται πάλι πνευματικά. Όσες φορές στοχαζόμαστε τὸ γεγονὸς τοῦ θανάτου καὶ τῆς Ἀναστάσεως τοῦ Χριστοῦ δὲν πρέπει νὰ τὸ σκεφτόμαστε αὐτονόητα ὡς ἕνα γεγονὸς μιᾶς μαγικῆς ἔγερσης, ἡ ὁποία γίνεται μόνο καὶ μόνο γιατὶ ὁ τεθνηκώς ἔτυχε νὰ εἶναι ὁ Υἱὸς τοῦ Θεοῦ. Ὄχι, δὲν γίνεται ἔτσι ἡ ἔγερση του
Χριστοῦ. Ἡ ἔγερση τοῦ Χριστοῦ γίνεται μὲ πνευματικὸ πρῶτα τρόπο. Ὁ Χριστὸς μᾶς διδάσκει ἕναν τρόπο ζωῆς καταρχήν, ὁ ὁποῖος
καταλύει τὴ θανατικότητα καὶ στὴ συνέχεια ἀνίσταται δικαίως,διότι βαδίζει καὶ ὡς ἄνθρωπος πλέον, ὅπως καὶ ὡς Θεός, στὸ δρόμο
τῆς ἄρσης τῆς θανατικότητας, δηλαδὴ τὸ δρόμο τῆς συν-χωρήσεως, τὸ δρόμο τῆς περιχωρήσεως, στο δρόμο τοῦ Ὁμοουσίου. Περιχωρεῖ
δηλαδὴ ὅλα τὰ ὄντα μέσα του καί, μὲ τὸν τρόπο αὐτό, ἀρνούμενος νὰ βγάλει ὁποιονδήποτε ἔξω του μέχρι τὴν ὥρα τοῦ θανάτου, γίνεται ὁ Θεὸς καὶ σὰν ἄνθρωπος πλέον, πῶς νὰ τὸ πῶ, τόπος ὅλης τῆς
κτίσης καὶ διδάσκει ἕναν ἀναστάσιμο τρόπο ζωῆς, ὁ ὁποῖος βέβαια
στὴ συνέχεια δικαιοῦται νὰ ἀναστηθεῖ καὶ δικαίως ἀνίσταται. Ετσι, μὲ τὸν τρόπο αὐτό μᾶς γλιτώνει, θὰ ἔλεγα, ὁ Χριστὸς μιὰ γιὰ πάντα ἀπὸ τὴν μεταφυσικοποίηση τοῦ θανάτου. Αὐτὸ εἶναι πολὺ
σημαντικό, γιατί συνδέεται μιὰ ὁλόκληρη ἔννοια τῆς ψυχῆς μὲ τὸ θέμα αὐτό, δὲν θὰ μποῦμε ὅμως στὸ ζήτημα. Μᾶς γλιτώνει ἀπὸ τὸ
νὰ εἶναι ὁ θάνατος γιὰ μᾶς ἕνα ἀπόλυτο γεγονός, ἕνα ἐντελῶς ἀπόλυτο γεγονός, ἕνα γεγονὸς τὸ ὁποῖο εἶναι ὁ Καιάδας τῶν προσώπων. Ο θάνατος γιὰ μᾶς εἶναι ἕνα μόνον ψυχοβιολογικό τώρα πλέον γεγονός. Εἶναι κοίμηση. Δὲν εἶναι ὁ θάνατος τὸ τέλος, εἶναι κοίμηση. Είναι κοίμηση, ἀκριβῶς διότι μπορεῖ πνευματικά
καὶ σωματικά νὰ ὑπερβοῦμε τὸ θάνατο. Αὐτὸ τὸ πράγμα έχει μεταξὺ ἄλλων δύο σημαντικές συνέπειες και πλησιάζουμε ἤδη ἔτσι
ἀπὸ τέλος τῆς εἰσήγησης αὐτῆς.
Τὸ πρῶτο εἶναι, ὅπως εἴπαμε, ὅτι ἡ ψυχοβιολογική, ἡ ψυχοσωματικὴ ζωὴ ἔχει ἀξία καὶ ἀξίζει νὰ παρατείνεται, μόνον ὅμως διότι
ἀποτελεῖ τρόπο κοινωνίας ψυχοσωματικῆς τώρα πιὰ μετὰ τοῦ Θεοὐ. Τὸ δεύτερο εἶναι ὅτι ὁ ψυχοβιολογικός θάνατος δὲν εἶναι ἀπόλυτο γεγονός, ὀντολογικὰ καὶ μεταφυσικὰ ἀπόλυτο, ἀλλὰ παρόλον ὅτι
συνιστᾶ πρόσκαιρη καταστροφὴ τοῦ ἀνθρώπινου ὑποκειμένου ουδεὶς δύναται ἡμᾶς χωρίσαι ἀπὸ τῆς ἀγάπης τοῦ Χριστοῦ» καὶ ἀποτελεῖ ἔτσι ὁ θάνατος ἁπλῶς ἕνα ἐπεισόδιο βαθύτερης κοινωνίας με
τὰ τοῦ Θεοῦ ἐν Πνεύματι. Αὐτὸ ἀκριβῶς βέβαια ὑπηρετεῖ καὶ ἡ χριστιανική κατανόηση τῆς ἔννοιας τῆς ψυχῆς. Δὲν εἶναι μιὰ μεταφυσικὴ ψυχὴ ὡς ἡ οὐσία τοῦ ἀνθρώπου, ἀλλὰ εἶναι ἕνα («ὑλικὸ» σχεδόν, κατὰ τοὺς Πατέρες) ἴχνος τοῦ ἀνθρώπου, τὸ ὁποῖο προσφέρεται
γιὰ τὴν ἐπανασύνδεσή του μὲ τὸ σῶμα, ὡς σταθερὸ ἐκμαγεῖο του, στὴ Βασιλεία, στὰ ἔσχατα.
Τί θὰ λέγαμε γιὰ νὰ φτάσουμε σὲ μιὰ πρόχειρη συμπερασματική κατάληξη καὶ γιὰ νὰ μὴν προχωρήσω περισσότερο στην κατάχρηση τοῦ χρόνου; Θὰ ἔλεγα τὸ ἑξῆς: Ὅτι τὸ ἴδιο τὸ πρόβλημα τῆς εὐθανασίας εἶναι ἕνα χριστιανικό πρόβλημα, εἶναι τὸ πρόβλημα τῆς
ὀντολογικῆς ἀξίας τῆς ψυχοσωματικῆς αὐτῆς ζωῆς, ἀλλὰ καὶ τῆς
πληρότητας καὶ τοῦ νοήματός της. Εἶναι ταυτόχρονα ἡ ἐκδίκηση
τῆς ἐκκοσμίκευσης τὴν ὁποία ἐμεῖς οἱ ἴδιοι, ὁ δυτικὸς κόσμος, ἔχουμε προχωρήσει σὲ ἕνα πολὺ σημαντικὸ σημεῖο. Στὸ σημεῖο ποὺ βρίσκεται σήμερα τὸ πρόβλημα τῆς εὐθανασίας, εἶναι πάρα πολὺ δύσκολο συλλογικὰ νὰ ὑπάρξει κάποια συναίνεση. Υπάρχουν ἄνθρωποι
οἱ ὁποῖοι θὰ βρίσκουν ἀνόητη τὴ συνέχιση τῆς ζωῆς, ἀξιώνοντας
ἕναν «ἀξιοπρεπῆ θάνατο», ὅταν ἡ χριστιανικὴ καὶ ἐκκοσμικευμένα
καταφασκόμενη ψυχοσωματική ζωή τους χάσει τὴν πληρότητα καὶ
τὸ «νόημά» της. Ἰδεολογικὰ εἶναι ἀδύνατον νὰ τοὺς πείσουμε γιὰ
τὸ ἀντίθετο. Μόνον, θὰ ἔλεγα, μιὰ αὐθεντικὴ ἐπαναβίωση τῆς ἀποκάλυψης θὰ μποροῦσε νὰ προσφέρει νέους ὁρίζοντες, ἀλλὰ αὐτοὶ οἱ
νέοι ὁρίζοντες δὲν νομίζω ὅτι εἶναι τόσο πολὺ προβλέψιμοι ὅσο νομί
ζουμε. Δὲν εἶναι πάρα πολὺ προβλέψιμοι, γιατί; Γιατὶ ἀκριβῶς η πτώση μας ἐπιβάλλει, σᾶς εἶπα, λύσεις τέτοιες οἱ ὁποῖες εἶναι προφανῶς λογικὲς ἐδῶ κι ἀλλὰ πνευματικὰ δὲν εἶναι πάντα οἱ καλύτερες. Εἶχα στενή σχέση μὲ τὸν πατέρα Παΐσιο καὶ ἔζησα τὸ θάνατό του. Συγγνώμη ποὺ τὸ λέω αὐτό, ἀλλὰ τὸ λέω γιὰ τὴν ὠφέλειά μου.
Ὁ πατὴρ Παΐσιος, λοιπόν, ὅταν ἔφτασε τὸ τέλος τῆς ζωῆς - του καὶ ζοῦσε στὸ μοναστήρι τῆς Σουρωτῆς, κάποια στιγμὴ ἐδέχθη την ἐπίσκεψη ἑνὸς ἄλλου μεγάλου ἁγιορείτου γέροντος, ὁ ὁποῖος ζεϊ
ἀκόμα δὲν θὰ τὸ πῶ τὸ ὄνομά του-, καὶ ὁ ὁποῖος τὸν ρώτησε «γέροντα, πῶς εἶσαι;». «Εἶμαι καλά, πολύ καλά». «Γέροντα, πεθαίνεις.
Πῶς τὸ βλέπεις αὐτό;» «Μοῦ ἔρχεται», ἀπαντᾶ ἐκεῖνος, «νὰ σηκωθῶ καὶ νὰ χορέψω ἕνα τσάμικο». Γιὰ τὸ ὅτι πεθαίνει. Φυσικά,
αὐτὸ τὸ πράγμα ποὺ λέω δὲν ἀποτελεῖ δικαιολόγηση τῆς εὐθανασίας, δὲν χρειάζεται κἂν νὰ τὸ πῶ. Σκεφτεῖτε ὅμως λίγο καὶ θὰ δεῖτε ὅτι ἀνάμεσα στὶς ἀλήθειες τὶς χριστιανικές, οἱ ὁποῖες ἀντιπαλεύουν μέσα στὰ προβλήματα αὐτὰ καὶ δὲν μποροῦμε νὰ ἐπικοινωνήσουμε οἱ Εὐρωπαῖοι μεταξύ μας, θὰ μᾶς περιμένουν πιθανῶς καὶ θέσεις οἱ ὁποῖες ἤδη ὑπάρχουν στὴν Καινὴ Διαθήκη νομίζω, ὅπως λόγου χάρη εἶναι ἡ μὴ ὀρθολογικὴ αὐτὴ δήλωση τοῦ Παύλου, πως «ήθελον ἀναλύσαι καὶ σὺν Χριστῷ εἶναι», οἱ ὁποῖες θὰ διαταράξουν πιθανῶς τὴν ἀπόλυτη ισορροπία μεταξὺ καλοῦ καὶ κακοῦ, ὅπως τὰ ἔχουμε, σχηματικὰ ἀρκετά, μέσα μας. Θέλω νὰ πῶ πὼς ὁ χριστιανὸς θεολόγος ποὺ ὑπερασπίζεται αὐτονόητα τη ζωή, πρέπει νὰ
προσέξει νὰ μὴν καταλήξει νὰ τὴν ὑπερασπίζεται ἐντελῶς νατουραλιστικά. Ἡ ζωὴ εἶναι σταθερὴ ἀναφορικότητα στὸ Θεό, ὁ ὁποῖος
εἶναι, Αὐτὸς μόνον, ἡ Αὐτοζωή. Ζωὴ εἶναι λοιπὸν ἡ μετοχὴ σ᾽ Αὐτὸν καὶ ὄχι ἡ στανικὴ καὶ ἀνάπηρη ἐπιβίωση. Αὐτὸ δὲν εἶναι τὸ θεολογικὸ νόημα τῆς περιεχόμενης στὸ Μέγα Ευχολόγιο «εὐχῆς εἰς
ψυχορραγοῦντα;»
Μποροῦμε νὰ εἴμαστε λοιπὸν γενικῶς ἐνάντια στὴν εὐθανασία,
εἶναι καλὸ ὅμως νὰ ἔχουμε κατὰ τοῦ ὅλη αὐτὴν τὴν προβληματική,
ἡ ὁποία νομίζω ὅτι θὰ μᾶς βοηθήσει νὰ εἴμαστε πιὸ συγκαταβατικοὶ
μὲ αὐτοὺς οἱ ὁποῖοι δὲν μᾶς καταλαβαίνουν, τὸ λιγότερο, καὶ κυρίως
πιὸ δίκαιοι μὲ τὴν ἀλήθεια τῆς ἱστορίας τοῦ πράγματος. Εὐχαριστῶ γιὰ τὴ μεγάλη σας ὑπομονή.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου