«Ὅταν εἶχε ἀρρωστήσει ὁ Στάρετς
Γερμανός, ἡ ἀδελφότητα τοῦ συνιστοῦσε νά μένη στο
κελλί του, τουλάχιστον τήν ὥρα τοῦ μεσονυκτικοῦ
καί τοῦ ὄρθρου. Ἀλλά αὐτός ποτέ δέν τό δέχθηκε.
Ἀπαντοῦσε:
“Τί λέτε, πατέρες; Γιατί εἶσθε ἀπέναντί μου τόσο
ἄκαρδοι; Φοβᾶσθε, μή καί πεθάνω μέσα στήν ἐκκλη-
σία; Υπάρχει μεγαλύτερη ευτυχία γιά τό μοναχό; Τί
δῶρο Θεοῦ αὐτό! Τί εὐεργεσία! Ἂν ἀνήκω στό Θεό,
ἄν πρέπη νά ἀνήκω ὁλόκληρος στό Θεό, τί δουλειά
ἔχω στό κελλί μου; Μέ τί καρδιά να μένω στο κελ-
λί μου;”.
Ὁ ζῆλος καί ὁ πόθος γιά τή σωτηρία του, δέν τόν
ἄφηνε νά αἰσθάνεται καλά στο κελλί του, ἔστω καί
ἂν ἔμενε ἐκεῖ στό κρεβάτι του από σωματική ἀδυναμία!»
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου