Αναζήτηση αυτού του ιστολογίου

Κυριακή 3 Φεβρουαρίου 2013

Η ΚΑΤΑ ΧΡΙΣΤΟΝ ΑΡΕΤΗ ΤΗΣ ΥΠΑΚΟΥΗΣ ΣΤΗΝ ΙΕΡΑ ΜΟΝΗ ΤΟΥ ΑΓΙΟΥ ΑΝΤΩΝΙΟΥ ΣΤΗΝ ΑΡΙΖΟΝΑ ΤΩΝ ΗΠΑ.



ΕΠΑΝΑΠΡΟΣΔΙΟΡΙΣΜΟΣ ΤΗΣ ΕΛΕΥΘΕΡΙΑΣ ΤΟΥ ΑΝΘΡΩΠΟΥ


Τον Νικόλαου Λ. Μωραΐτη ΡΗ.D Καλιφόρνια 2012

Εάν, στο φυσικό κόσμο, ό θάνατος περιγράφει την κατάσταση ενός πράγματος πού είχε ζωή αλλά πού πλέον έχει πάψει να έχει, τότε άμεσα προκύπτει το ερώτημα: Τί είναι ζωή; Ακόμη και στην περιορισμένη έννοια της φυσικής Ζωής, ή Επιστήμη δεν έχει δώσει μια ολοκληρωμένη απάντηση στο ερώτημα αυτό. Πώς ακριβώς προκύπτει; Μπορεί ή Ζωή να προκύψει από κάτι Άψυχο, χωρίς Ζωή, ή ή Ζωή συνεχίζεται, «μεταφέρεται»; Ή ζωή και ό θάνατος σχετίζονται άμεσα, γιατί ό θάνατος είναι εκείνος πού δίνει νόημα και προοπτική στη ζωή. Ή προοπτική μας στη Ζωή και οι συμπεριφορές μας προγραμματίζονται από τη στάση μας και τις εκτιμήσεις μας, τη φιλοσοφία μας απέναντι στην ανθρώπινη υπόσταση - την προέλευση και το πεπρωμένο του άνθρωπου.


 Το δράμα μας πρέπει να επεκτείνεται πέρα από τα όρια αυτού του φαινομενικού κόσμου προκειμένου να δοθεί μια πλήρης απάντηση στην έννοια της Ζωής. Εάν θέλουμε να κατανοήσουμε το σκοπό της ανθρώπινης ύπαρξης, πρέπει να σκεφθούμε τη φύση και την υπέρβαση από τον σωματικό Θάνατο.
Ή τραγικότητα, όμως, για τον άνθρωπο είναι ότι είναι δεμένος στο βαρύ ζυγό του χρόνου και τού χώρου, με τα βάσανα, τις θλίψεις, τις τραγωδίες, και τούς πόνους. Είναι μια πάλη με τον Θάνατο. «Σύρει τον χρόνο χωρίς να γνωρίζει ούτε το νόημα, ούτε τον σκοπό του. Σύρει και τον χώρον, αλλά ούτε αυτού γνωρίζει το νόημα, τον σκοπό. Συναγωνίζεται το άσκοπο με το παράλογο, τον αγώνα, όμως, κερδίζει πάντοτε το τραγικό». Στον άνθρωπο πού είναι ένα πεπερασμένο Ον ως προς τον χρόνο και τον χώρο, δεν μπορεί να διεισδύσει μέσα του το υπέρ-χρονικό, το υπέρ-τοπικό και το αιώνιο. Π αυτό, το χάσμα μεταξύ χρόνου και αιωνιότητας είναι αγεφύρωτο. Μόνον ό Θεάνθρωπος Χριστός γεφύρωσε αυτό το χάσμα μεταξύ χρόνου και της αιωνιότητας. Ό Χριστός είναι ή οδός από τον χρόνο εις την αιωνιότητα. Αύτη ή οδός Του μας δημιουργεί την πεποίθηση ότι ό άνθρωπος μέσα από το θάνατο και το πεπερασμένο του χρόνου πορεύεται προς την αθανασία και την αιωνιότητα.
Αν και ό άνθρωπος έχει ζωηρά συνείδηση τού φαινομένου της φθοράς του και γνωρίζει τον θάνατον του, σπάνια προβληματίζεται για τη μοίρα πού τον αναμένει στην άλλη όχθη, μετά το τέλος της φυσικής του ζωής. Άμεσα, λοιπόν, προκύπτει το ερώτημα: Τί είναι Ζωή; Πώς ακριβώς αύτη προκύπτει; Ποιος είναι ό σκοπός τού άνθρωπου; Πώς περνάμε απέναντι; Πώς θα διαβούμε το πέρασμα προς τη σωτηρία με ασφάλεια; Ποιος θα μάς αναμένει στην άλλη όχθη της φυσικής μας ζωής; Τί μέσα χρησιμοποιούμε για να πραγματοποιηθεί ό σκοπός μας;

Ό σκοπός του άνθρωπου είναι θεανθρώπινος. Ό προορισμός του Ορθόδοξου πιστού είναι να φθάσει στη Θέωση, να γίνει «θεός κατά Χάριν». Ό θεανθρώπινος σκοπός πραγματοποιείται μόνον με θεανθρώπινα ορθόδοξα μέσα. Αυτά τα θεανθρώπινα μέσα είναι οι θεανθρώπινες ασκήσεις- αρετές πού θα μάς βοηθήσουν να περάσουμε απέναντι.
Ποιά, όμως, είναι τα μέσα πού θα μάς βοηθήσουν για να περάσουμε με ασφάλεια πέρα από τα όρια του Θανάτου;
Τα μέσα πού θα μάς βοηθήσουν για να διαβούμε με ασφάλεια το πέρασμα προς την σωτηρία είναι: Ή πίστη, ή ταπεινοφροσύνη πού εξολοθρεύει τα πάθη, ή διάκριση πού φωτίζει τον άνθρωπο να έχει επίγνωση του εαυτού του και να διακρίνει το αλάνθαστο, ή προσευχή, ή νηστεία, ή αγάπη, ή πραότητα, ή ευσπλαχνία και ή ελεημοσύνη. "Όμως, ή κορωνίδα όλων των χριστιανικών αρετών από την όποια αντλούνται όλες οι άλλες θεανθρώπινες αρετές είναι ή αρετή της υπακοής. Ή Υπακοή στον Πνευματικό μας Πατέρα, στο Επίσκοπο και στην Παράδοση της Εκκλησίας, στον Νόμο του Θεού και στους Κανόνες της Εκκλησίας.
Δυστυχώς, όμως, ή Υπακοή είναι παρεξηγημένη και άγνωστη στις μέρες μας, γιατί ό σύγχρονος άνθρωπος βρίσκεται σε πνευματική σύγχυση και την παρεξηγεί με την πειθαρχία.
Ή πειθαρχία είναι ή εκτέλεση μιας εντολής εξωτερικά, τυπικά, δίχως την εσωτερική οικειοθελή αποδοχή της. Σημαίνει παθητική υποταγή της ανθρώπινης θελήσεως του κατωτέρου εις την ανθρώπινη θέληση του ανωτέρου. Επομένως, ή πειθαρχία υποτάσσει τον άνθρωπο στον απρόσωπο «Νόμο», το «θεσμό».
Αντιθέτως, ή υπακοή είναι ελευθερία. Είναι πράξη αγάπης του άνθρωπου προς τον Θεό και τούς συνανθρώπους του. «Προϋποθέτει την έξοδο από την φιλαυτία



και την προσπάθεια να εισέλθει μέσα στην υπόσταση του άλλου και να εισαγάγει την υπόσταση του άλλου μέσα στην δική του υπόσταση». Ή υπακοή είναι εκτέλεση μιας εντολής με εσωτερική οικιοθελή αποδοχή.

Υποτάσσει ό άνθρωπος το φρόνημα της ψυχής του για να απαλλαγεί από τον κακό εαυτό του. Με την απελευθέρωση από το ατομικό του θέλημα, μπορεί να γευθεί την αληθινή ελευθερία. Μέσα σε αυτήν καταξιώνεται και επαναπροσδιορίζεται ή ελευθερία του άνθρωπου. Ή υπακοή κόβει το δικό μας θέλημα και προϋποθέτει την έξοδο από τα κακά εσωτερικά στοιχεία του άνθρωπου όπως τη φιλοδοξία, την υπερηφάνεια, τον εγωισμό τη φιλαυτία, τη φιληδονία και τη φιλαργυρία και γεννάει την ταπεινοφροσύνη, την μετάνοια, την υπομονή και την αγάπη προς τούς ανθρώπους.

 Έτσι, ή υπακοή είναι μια ελεύθερη πνευματική πράξη, πού ενεργεί το υποτακτικό Ον για να λυτρωθεί από τα δεσμά των παθών. Απαρνείται το εμπαθές εγωκεντρικό θέλημα και ακολουθεί το θέλημα του Θεού, πού υπερβαίνει κάθε ανθρώπινη σοφία.

Επομένως, με την υπακοή, αποβάλλουμε το δικό μας θέλημα πού εμποδίζει την χάρη του Θεού να εισέλθει σε μάς, φεύγουμε από την εμπάθεια, νοιώθουμε ελευθερία από την αμαρτία, τα πάθη και τούς κενοδόξους λογισμούς, αποκτάμε την εν Χριστώ ελευθερία, έρχεται ή Χάρη, ρυθμίζονται οι λογισμοί και εκφράζεται ή ταπείνωση, πού είναι το χαρακτηριστικό της τέλειας υπακοής.

Αυτή την ελευθερία την βλέπουμε στα υποτακτικά όντα.' Όταν αυτοί εφαρμόζουν την εντολή του Χρίστου, εφαρμόζουν το Ευαγγέλιο διά της υπακοής, ή όποια φέρνει την Χάρη και ως αποτέλεσμα την ταπείνωση.

 Αγρυπνούν, προσεύχονται, αγαπούν και αποκτούν μια πνευματική ειρήνη και μια νηπιακή πνευματική κατάσταση πού ίσως οι ίδιοι δεν καταλαβαίνουν ότι τη διαθέτουν, γιατί δεν νοιάζονται να την καταλάβουν οι άλλοι, αλλά τούς απασχολεί μόνον πώς να εφαρμόζουν με διάφορους τρόπους αυτή την σωτήριο υπακοή με την όποια κερδίζουν την ήσυχη συνείδηση. Αυτή την υπακοή μπορεί να την δει κάνεις μόνον με τα μάτια της ψυχής του (τον νου).
Επειδή, όμως, ό άνθρωπος ζει εγωκεντρικά, ανθρωποκεντρικά και αυτόνομα, έχει απεμπολήσει τις αρχές της ηθικής και των άξιων, της σχέσης της αγάπης προς τον πλησίον, τα όρια, την υπακοή, πού είναι ό θεμελιώδης κανόνας της ζωής. Αντί αυτών ακολουθεί το πάθος της σωματικής και της πνευματικής φιληδονίας. Το σαρκικό πάθος με κίνητρο την ηδονή, το πνευματικό πάθος με κίνητρο τον εγωισμό, την φιλοδοξία, τον άτομοκεντρισμό και την αδιαφορία για τον πλησίον. Αυτά τα δύο πάθη, της φιληδονίας και της ηδονής, είναι τρόπος ζωής πού έχει να κάνει μόνον με τό'Εγώ. Χαρακτηριστικό είναι ή διαπίστωση του πτωτικού πάθους της ηδονής σε όλα τα επίπεδα.

Το ανθρώπινο σώμα έχει γίνει αντικείμενο πού χάρη της φιληδονίας, ό ένας άνθρωπος χρησιμοποιεί τον άλλον άνθρωπο. Και όταν το ανθρώπινο σώμα γίνεται αντικείμενο, τότε καταργείται ή έννοια της αμαρτίας και της ένοχης και άπενοχοποιούνται τα πάθη. Γι αυτό, ή δομή της αυτονομίας του άνθρωπου, το πάθος και ό άτομοκεντρισμός έχουν να κάνουν μόνον με το 'Εγώ και όχι με την σχέση.

Ή υπακοή, όμως, είναι σχέση, είναι όριο. Και επειδή ό άνθρωπος είναι περιορισμένος σε όρια, αυτά τον κάνουν να είναι ταπεινός. Ταπεινώνεται μπροστά στο όριο της ασθένειας, στο όριο του πόνου, στο όριο της απόγνωσης, στο όριο της απελπισίας, στο όριο του ελέγχου της συνειδήσεως και στο όριο του θανάτου. Πρέπει να γνωρίζουμε ότι υπάρχει ένα όριο ανάμεσα στο κτιστό και στο άκτιστο. Το πέρασμα πού θα μάς οδηγήσει απέναντι είναι ό σεβασμός σε αυτό το όριο. Ποιό, όμως, είναι το όριο;

Όριο είναι ή κατά Θεόν υπακοή. Ή υπακοή είναι μια από τις μεγαλύτερες αρετές, είναι «μυστήριο» της εκκλησίας μας, πού την έχουμε ανάγκη όλοι εμείς οι χριστιανοί στον κόσμο για να περάσουμε με ασφάλεια το γεφύρι προς τη σωτηρία της ψυχής μας. Μέσα από αυτήν αντλείται φυσιολογικά ή πλήρης ισχύς της ταπεινοφροσύνης και ακολουθούν όλα τα άλλα μέσα. Με την άσκηση αυτή ό άνθρωπος εγκολπώνεται ένα γνήσιο ταπεινό φρόνημα.
Έτσι, λοιπόν, μιλώντας για την ορθόδοξη υπακοή εννοούμε την κατά Χριστόν υπακοή, πού είναι ή εγκατάλειψη των φυσικών αμαρτιών και των παρά φύσει θελημάτων. Διώχνει την μεγάλη ιδέα πού έχει κανείς για τον εαυτό του και γεννάει μέσα μας την ταπεινοφροσύνη. Από αυτήν εκπηγάζουν ή νηστεία, ή προσευχή και ακολουθούν όλα τα άλλα μέσα.

 Με την υπακοή μεριμνά ό άνθρωπος, για τα παρερχόμενα, και ό νους αδιάσπαστος στρέφεται στην προσευχή. Αποδεσμεύεται από όλα τα κτίσματα και φθάνει στην καθαρότητα του νου. Ή υπακοή είναι το μέσο πού επανασυνδέει τα κτίσματα με τον Κτίστη τους. Είναι το όριο για τον άνθρωπο να παραμένει συνέχεια σε επαφή με τον Θεό.

Ή υπακοή είναι ένα από τα «μυστήρια» της εκκλησίας πού αποκαλύπτεται με την ενέργεια του Άγιου Πνεύματος και πού από αυτό αντλούνται οι άλλες θεανθρώπινες αρετές. Πρώτος ό Χριστός έδειξε τον τύπο και το υπόδειγμα της τέλειας υπακοής. Ήλθε στον κόσμο κάνοντας τέλεια υπακοή στο θέλημα του Πατρός του. Με την υπακοή Του ό Χριστός εγκαινίασε νέο νόμο ζωής και έγινε ή υγιής ρίζα της «καινής ανθρωπότητας». Αυτός πού εκπληρώνει την υπακοή, μιμείται τον Χριστό και τοποθετεί τον εαυτό του στην οδό του θελήματος του Κυρίου.
Ή υπακοή δεν «μαθαίνεται» διανοητικά. Δεν διδάσκεται σήμερα, γιατί λίγοι είναι αυτοί πού την έμαθαν και την βίωσαν. Μπορεί να διδαχτεί μόνον από γνήσιους γέροντες πού έχουν πνευματικά χαρίσματα, πού βρίσκονται σε κατάσταση φωτισμού και πού έχουν Θείες εμπειρίες. Τη διδάσκουν με το σωστό τρόπο, διότι ή ίδια αντικατοπτρίζει το δικό τους βίωμα.
Ή υπακοή παραδίδεται βιωματικά από τον Γέροντα, πού έχει εμπειρία της πνευματικής ζωής, στο υποτακτικό όν. Αυτήν την μέθοδο της ασκήσεως και της αρετής πού θα μάς βοηθήσει να διαβούμε το πέρασμα προς την σωτηρία με ασφάλεια ακολούθησαν και εφάρμοσαν γνήσιοι, θεανθρώπινοι και χριστοφόροι Γέροντες. Επειδή γνωρίζουμε ότι δεν επαρκεί ή δική μας γνώση στο θέλημα του Θεού, γι αυτό καταφεύγουμε στους γνήσιους Γέροντες πού «μέσα στην ταπείνωση και την αγάπη πού έχουν, γίνεται ορατή, αισθητή, ή Χάρις, την όποια φέρουν».
... Συνεχίζεται

ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ ΠΕΡΙΟΔΙΚΟΝ  Ο ΠΑΠΟΥΛΑΚΗΣ. ΤΕΥΧΟΣ 48.

Δεν υπάρχουν σχόλια: