Αναζήτηση αυτού του ιστολογίου

Κυριακή 6 Οκτωβρίου 2024

ΠΡΟΣ ΕΜΜΑΟΥΣ. ΑΡΧΙΜΑΝΔΡΊΤΗΣ ΒΑΣΊΛΕΙΟΣ ΓΟΝΤΙΚΑΚΗΣ.




ΠΡΟΣ ΕΜΜΑΟΥΣ. ΑΡΧΙΜΑΝΔΡΊΤΗΣ ΒΑΣΊΛΕΙΟΣ ΓΟΝΤΙΚΑΚΗΣ.


Οι μαθητὲς ἦταν πνιγμένοι στη θλίψι, γιατί
ἔχασαν τὸν Διδάσκαλο ποὺ ἤλπιζαν ὅτι αὐτὸς θὰ λυτρώση τὸν Ἰσραήλ.

Δύο ἀπ' αὐτοὺς παίρνουν τοὺς δρόμους
πρὸς Ἐμμαούς. Κάπου νὰ πᾶνε, γιὰ νὰ
ἀπομακρυνθοῦν ἀπὸ τὸν τόπο τοῦ μαρτυρίου καὶ νὰ ἐλευθερωθοῦν ἀπὸ τὸ βάρος
ποὺ τοὺς πλάκωνε. Στο δρόμο παρουσιάζε
ται κάποιος Ἄγνωστος... Μπαίνει στὴ συζήτησι. Προσποιεῖται ἄγνοια. Τοὺς ἐρωτᾶ:
Τί συμβαίνει καὶ σᾶς ἔχει σκοτεινιάσει τόσο τὴν ψυχή; Αὐτοὶ ἀρχίζουν καὶ τοῦ ἐξηγοῦν ἀπὸ ποῦ προέρχεται ὁ πόνος ποὺ τοὺς
μαύρισε τὴν καρδιά. Ἀλλὰ ὁ ξένος μᾶλλον
τὰ ξέρει ὅλα. Τοὺς ἑρμηνεύει τις Γραφές
καὶ τοὺς φωτίζει τὸν νοῦ. Τοὺς μαλακώνει
τὸν πόνο καὶ τοὺς γεμίζει με χαρά.
Ὅταν ἡ συζήτησι φουντώνει, πλησιάζουν στὴ λύσι τῆς ἀπορίας καὶ στὸν τόπο
ποὺ πηγαίνουν, τελειώνει ἡ ἡμέρα, ἐξαντλεῖται ἡ ἀντοχή τους, ἔρχεται ἡ νύχτα. Ὁ Ἄγνωστος προσποιεῖται ὅτι προχωρεί παραπέρα. Αὐτοὶ τὸν παραβιάζουν νὰ μείνη
μαζί τους. Δὲν εἶναι πια ξένος ἀλλὰ οἰκεῖος.
-Δὲν εἶναι ἁπλὸς συνοδοιπόρος ἀλλὰ ἀπαραίτητος δάσκαλος καὶ ἀδελφός. Δεν μποροῦν νὰ κάνουν χωρίς αυτόν. Καὶ εἰσῆλθε τοῦ μεῖναι σὺν αὐτοῖς
Τὴν ὥρα τοῦ δείπνου, κατά την κλασι
τοῦ ἄρτου, τὸν γνωρίζουν καὶ γίνεται ἄφαντος. Χάνεται ἡ ἀπουσία καὶ ἀνατέλλει ή
παρουσία ποὺ μένει γιὰ πάντα καὶ γεμίζει
οὐρανός, γῆ καὶ καταχθόνια.
Αμέσως φεύγουν γιὰ νὰ ποῦν στοὺς ἄλλους μαθητὲς τὸ γεγονός.
Στὴν ἀρχὴ μπαίνει στην παρέα ἀπρόσκλητος.
Στὸ τέλος τὸν παραβιάζουν να μείνη μαζί
τους, ὡς ἀπαραίτητος. Ὅταν εἶναι μαζί τους,
τὸν ἀγνοοῦν. Ὅταν γίνεται ἄφαντος τὸν γνωρίζουν. Καταργοῦνται οἱ χωρισμοί.
Μένει μαζί τους, γιατὶ τὸν ζητοῦν. Τοὺς
παίρνει μαζί του, γιατὶ τοὺς ἀγαπᾶ. Θέλει
νὰ βρίσκωνται ὅπου εἶναι ὁ ἴδιος, γιὰ νὰ
βλέπουν τὴ δόξα του.
Ὅταν στην κλάσι τοῦ ἄρτου χάνεται, δὲν
τὸν παραβιάζουν να μείνη μαζί τους, γιατί
δὲν προσποιεῖται ὅτι φεύγει ἀλλὰ πράγματι
φεύγει καὶ μένει διὰ μιᾶς.
Ὁμολογεῖ ὅτι ἔπρεπε νὰ πάθη ὁ Χριστὸς
καὶ νὰ μπῆ στὴ δόξα του. Καὶ αὐτοὶ πρέπει
νὰ πάθουν, γιὰ νὰ ἀξιωθοῦν νὰ βλέπουν τὴ
δόξα του καὶ νὰ μένουν στην θέα του. Θέλω
ἵνα ὅπου εἰμὶ ἐγὼ κἀκεῖνοι ὦσι μετ᾿
ἐμοῦ, ἵνα θεωρῶσιν τὴν δόξαν τὴν ἐμήνα.
Δὲν χωρίζεται πιὰ ἡ παρουσία ἀπὸ τὴν
ἀπουσία. Τὰ πάντα γεμίζουν μὲ φῶς. Συνεχίζεται ἀσταμάτητα ἡ συνοδοιπορία στὰ
πορρωτέρων ποὺ εἶναι ὁ ἴδιος ὁ Χριστός.


Τὸ τέλος τῆς πορείας εἶναι ἀρχὴ νέας
σταδιοδρομίας ἄλλου ἐπιπέδου. Αὐτὸ γίνεται στὴ Θεία Λειτουργία, ὅπου ἔχομε τὴν
κλάσι τοῦ Ἄρτου, τὸ σπάσιμο τῆς ἀντοχῆς
καὶ τὴν ἀρχὴ νέας πορείας· γιὰ νὰ φτάσωμε
σὲ νέα κόπωσι, ποὺ γεννᾶ νέα δύναμι, ἀνανεώνει τὴ δοξολογία καὶ ἐπεκτείνει τὴν πορεία τῆς μεταμορφώσεως καὶ τῆς ἀναλήψεως ἕως ἡμᾶς εἰς τὸν οὐρανὸν ἀνήγαγε.

Ὅταν πλησιάζη το βράδυ καὶ τελειώνη ἡ
ἡμέρα τῆς ζωῆς, ἕνας γέρος νοιώθει νέος, γιατὶ αἰσθάνεται ελεύθερος ἀπὸ τὰ φθαρτὰ καὶ γεμάτος ἀπὸ τὸ φῶς τῆς Ἀναστάσεως. Αὐτὸβεἶναι δῶρο τοῦ Συνοδοιπόρου πρὸς Ἐμμαοὺς ποὺ μένει μαζί μας γινόμενος ἄφαντος.
Ἐὰν ὁ Κύριος δὲν εἶχε τὴν ἐξουσία τῆς ζωῆς
καὶ τοῦ θανάτου, οὔτε ἡ ζωὴ θὰ εἶχε νόημα, οὔτε ὁ θάνατος θὰ ἦταν καταργημένος.
Τώρα τὰ πάντα εἶναι γεμᾶτα μὲ τὴν παρουσία τοῦ Ἀναστημένου ποὺ μᾶς συνοδεύει ἐπὶ
ταῖς εἰσόδοις ἡμῶν ταῖς εἰς τὸν κόσμον
τοῦτον καὶ ταῖς ἐξόδοις.
Ἀγαπᾶς τὴ ζωὴ καὶ δὲν φοβᾶσαι τὸν θάνατο, ὄχι γιατὶ εἶσαι δυνατὸς ἢ ἐνάρετος ἀλλὰ γιατὶ βρίσκεσαι ἐκεῖ ποὺ δεσπόζει ὁ καὶ
νεκρῶν καὶ ζώντων τὴν ἐξουσίαν ἔχων.
Κανεὶς δὲν μπορεῖ νά βλάψη αὐτὸ ποὺ
γεννιέται ἀπὸ τὴν ἔσχατη δοκιμασία τοῦ
θανάτου. Καὶ κανεὶς δὲν μπορεῖ νὰ περιορίση τὸν Ἀναστημένο ποὺ περνᾶ κεκλεισμένων τῶν θυρῶν.
Ὁ ἐκ νεκρῶν ἀνιστάμενος δὲν φοβᾶται
τίποτε, οὔτε ἀπειλεῖ κανένα. Γιατὶ θάνατος
αὐτοῦ οὐκέτι κυριεύει. Καὶ τοῦ ἐδόθη πᾶσα ἐξουσία ἐν οὐρανῷ καὶ ἐπὶ γῆς.
Πολλοὶ πολλὰ μποροῦν νὰ σοῦ ἀρνηθοῦν· κανεὶς δὲν μπορεῖ νὰ σοῦ στερήση τη
δυνατότητα να πεθάνης. Δηλαδή, κανεὶς δὲν
μπορεῖ νὰ σοῦ κλείση τὴν πόρτα γιὰ τὴν αἰώνια ζωή.
Γιὰ κάθε ηλικία τοῦ ἀνθρώπου ὁ Θεὸς ἔχει
δῶρα ἀνεκτίμητα. Ἀλλὰ ὅταν πέφτουν οἱ δυνάμεις καὶ λιγοστεύει τὸ φῶς, τότε ἀνατέλλει αἴγλη ἀγέραστη ὡς ἄνθος ἀμάραντο: τὴν
ἑαυτοῦ κατάστασιν ὄψεται ἐν τῷ καιρῷ
τῆς προσευχῆς, σαπφείρῳ ἢ οὐρανίῳ
χρώματι παρεμφερή 
Αὐτὸς ποὺ εἶναι ἀγάπη δὲν μᾶς ἔφερε
στὴν ὕπαρξι γιὰ νὰ βασανιστοῦμε μὲ κουτσουρεμένη ζωή, ἐνῶ διψᾶμε τὴν αἰωνιότη
τα· οὔτε μᾶς χάρισε τετελειωμένα τὰ πάντα ἐξ ἀρχῆς, χωρὶς νὰ κουραστοῦμε.
Ἄφησε ἕνα περιθώριο δικῆς μας συμμετοχῆς ποὺ καθιστᾶ τὸν ἄνθρωπο συνεργὸ
Θεοῦ. Αὐτὸ ἀνασταίνει τὴ ζωὴ καὶ καταργεῖ τὸν θάνατο, γιατὶ ὁ ἴδιος μᾶς συνοδεύει
πάντοτε, ὅπου καὶ ἐὰν βρισκώμαστε, πορευόμενοι ἢ περιπλανώμενοι.

ΠΡΟΣ ΕΜΜΑΟΥΣ. ΑΡΧΙΜΑΝΔΡΊΤΗΣ ΒΑΣΊΛΕΙΟΣ ΓΟΝΤΙΚΑΚΗΣ.




Δεν υπάρχουν σχόλια: