Αναζήτηση αυτού του ιστολογίου
Τρίτη 10 Ιουνίου 2025
ΦΑΓΗΤΌ ΚΑΙ ΔΕΊΠΝΟ.
Από το βιβλίο ΜΊΑ ΣΑΛΑ ΒΥΖΑΝΤΙΝΏΝ ΠΑΡΆΔΟΞΩΝ.
ΦΑΓΗΤΌ ΚΑΙ ΔΕΊΠΝΟ.
Ο Άγιος Συμεών ο Σάλος (έκτος αιώνας) συνήθιζε να περπατά στους δρόμους τις Κυριακές, φορώντας μια σειρά από λουκάνικα γύρω από το λαιμό του, σαν να ήταν μαντήλι. Με το ένα χέρι τα έτρωγε, και την ίδια ώρα, με το άλλο χέρι κρατούσε σινάπι (μουστάρδα) για να τα βουτά (Λεόντιος της Νεαπόλεως, Βίος του Αγίου Συμεών του δια Χριστόν Σαλού 94).
Το πρωινό σπάνια καταγράφεται ως γεύμα στο Βυζάντιο. Τα κύρια γεύματα ήταν το μεσημεριανό (Άριστον) και το δείπνο (Δείπνον). Ένα ιατρικό εγχειρίδιο συνιστούσε το ένα τρίτο της ημερήσιας κατανάλωσης τροφής να γίνεται κατά το μεσημεριανό γεύμα, και τα δύο τρίτα στο δείπνο (Αέτιος, Βιβλία ιατρικά εκκαίδεκα 9.27).
Ένας φιλόσοφος ονόματι Ιερόφιλος (πέμπτος ή δωδέκατος αιώνας) έγραψε μια πραγματεία για το τι πρέπει να τρώει ένας άνθρωπος κάθε μήνα (Περί τροφών κύκλος. Ποίαι δει χρείσθαι εκάστω μηνί και οποίας απόχεσθαι). Συστήνει διαφορετικά μπαχαρικά, ψάρια, λαχανικά και κρέατα ανά μήνα, με βάση την κατάσταση του αίματος και των άλλων σωματικών υγρών κατά τη διάρκεια εκείνης της περιόδου του έτους.
Τα βυζαντινά διατροφικά έθιμα που προκάλεσαν τη μεγαλύτερη έκπληξη στους ξένους ήταν η χρήση ταιριαστών μαχαιριών και πιρουνιών, καθώς και των μπολ με νερό και χαρτοπετσέτες για το πλύσιμο και το στέγνωμα των χεριών.
ΜΥΡΙΖΕΙ
Το Κρητικό τυρί, η βρωμερή θύννα (τόνος) και το παλαμιδόκομμα (παλαμίδα) ήταν τροφές των φτωχών, γιατί γδέρνουν το δέρμα από τον λαιμό αυτού που τα τρώει (Πτωχοπρόδρομος 4.109-10).
Το 968, ο Λιουτπράνδρος στάλθηκε από τον Γερμανό αυτοκράτορα στην αυλή του Νικηφόρου Β' Φωκά, όπου έτυχε εχθρικής υποδοχής. Αυτή τη φορά έγραψε μια σατιρική περιγραφή των αυτοκρατορικών συμποσίων στην Κωνσταντινούπολη. Το γεύμα ήταν αηδιαστικό, κολυ μπούσε μέσα στο λάδι και στη σάλτσα ψαριού. Μια άλλη μέρα, του σερβιρίστηκε ένα πιάτο με κατσικάκι γεμιστό, σκόρδο, κρεμμύδι και πράσα, που και αυτό κολυμπούσε μέσα σε σάλτσα ψαριού (Relatio de legatione Constantinopolitana ad Nicephorum Phocam 11, 20).
Η σάλτσα ψαριού που αναφέρει ο Λιουτπράνδος ήταν ο γάρος, το αρχαίο ρωμαϊκό garum το οποίο οι Βυζαντινοί συνέχισαν να παρασκευάζουν και να καταναλώνουν. Ιδού πώς παρασκευαζόταν: τα εντόσθια των ψαριών τοποθετούνταν σε ένα σκεπαστό δοχείο με πολύ αλάτι και τα άφηναν στον ήλιο για μερικούς μήνες, ενώ τα ανακάτευαν. Το υγρό που στραγγιζόταν από αυτό το αποκρουστικό μείγμα ήταν ο γάρος και μπορούσε να αναμιχθεί με κρασί, νερό ή ελαιόλαδο. (Γεωπονικά 20.46).
Ο Συμεών Σηθ έλεγε πως ήταν καλό για την κάθαρση του εντέρου (Σύνταγμα κατά στοιχείων περί τροφών δυνάμεων, Γ). Ήταν συνηθισμένο φαγητό στην αρχαία ρωμαϊκή αυτοκρατορία, αλλά ξεχασμένο μεταξύ των Λομβαρδών και των Γερμανών του Λιουτπράνδου.
Ο Άγιος Βασίλειος ο νεότερος (δέκατος αιώνας), είχε τη θαυματουργή ικανότητα να τρώει σκόρδο, χωρίς να εκπέμπει κάποια δυσάρεστη οσμή. Αυτή η ικανότητα εξυμνήθηκε από τον βιογράφο του Γρηγόριο, ο οποίος δεν άντεχε να βρίσκεται κοντά σε οποιονδήποτε είχε προηγουμένως φάει σκόρδο (Βίος του Αγίου Βασιλείου του Νεότερου 1.41).
Η οσμή από τα ιχθυοπωλεία ήταν τόσο έντονη γύρω από το μοναστήρι του Μυρέλαιου, που ο κόσμος το αποκαλούσε κοροϊδευτικά Ψαρέλαιον
(Πάτρια Κωνσταντινουπόλεως 3.134).
ΕΚΔΌΣΕΙΣ BYZANTINE TALES
Εγγραφή σε:
Σχόλια ανάρτησης (Atom)
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου