Αναζήτηση αυτού του ιστολογίου

Κυριακή 10 Αυγούστου 2025

Ο ΕΧΘΡΌΣ. ΤΑ ΚΕΡΑΜΕΙΑΝΑ.





ΚΕΦΆΛΑΙΟΝ Α


ΟΜΑΔΙΚΑΙ ΕΚΔΗΛΩΣΕΙΣ ΔΑΙΜΟΝΙΖΟΜΕΝΩΝ
ΠΡΟΪΣΤΟΡΙΑ


Αρχίζω μὲ λόγια τῆς ἐφημερίδας «Παρατηρητής» Χανίων, τῆς 17 Νοεμβρίου 1934.
«Αί πρῶται εἰδήσεις περὶ τῶν φαινομένων εἰς Κεραμειά, δὲν ἐκίνησαν τό ἐνδιαφέρον μας. Η ἐπιμονὴ ὅμως μεθ᾿ ἧς ἐλέγοντο καί ἡ διαβεβαίωσις ὅτι ἐπεξετάθησαν, μᾶς ἔκαμε νά τά προσέξωμεν. . . . Ο δὲ μεταβάς συντάκτης μας γράφει:
Η κοινή γνώμη τῶν κατοίκων Παπαδιανῶν εἶναι ἀνάστατος. Παντού πλανᾶται τό φάσμα τοῦ πειρασμοῦ, πού ἐλυμαίνετο πότε εἰς τό χωρίον λούλος, πότε τήν Παναγιά, πότε τὸ ᾿Αλετρουβάρι. . .
Πραγματικά. Όποιος καταπιάνεται με παρόμοια γεγονότα φρικιᾶ, ἀναστατώνεται. Δέκα τέσσερα χωριά στα Κεραμειά, ἔζησαν μὲ φρίκη, την παρουσία τοῦ ἀνάλγητου «Εχθροῦ», ποὺ πῆρε τὴν ἀναπάντεχη «ἄδεια», νὰ ἐκδικηθῇ τοὺς δράστες, μὰ κι᾿ ὅσους εἶδαν κι᾿ ἄκουσαν-μιᾶς ἀνίερης κλεψιᾶς.
Πριν 200 χρόνια άρχισαν αὐτά, σε Τούρκικη Κατοχή, ποὺ οὔτε ἀστυνομία οὔτε δικαστήρια οὔτε προστασία ζωής, τιμῆς καὶ περιουσίας ὑπῆρχαν. Τὸ μόνο, ποὺ μὲ σουλτανικό φιρμάνι, ἀπαγορεύονταν σὲ Τοῦρκο, νὰ βάλῃ χέρι σ' ἐκκλησια  ἡ σε Μοναστήρι.


Να, γιατί οἱ «ραγιάδες» προπάτορές μας, χάριζαν περιουσίες καὶ τιμαλφῆ ἀντικείμενα, στις ἐκκλησιὲς καὶ τὰ Μοναστήρια. Τὸ προτιμούσαν, παρὰ νὰ τὰ παίρνουν οι λαομίσητοι φονιάδες, Τοῦρκοι κατακτητές. Ἔτσι ἀπόκτησαν, τις μεγάλες, κάποτε, περιουσίες τους, τα Μοναστήρια.
Τα δικά μας γεγονότα ἀρχίζουν, ἀπό τό πολύ πλούσιο τότε Μοναστῆρι, τῆς «Αγίας Τριάδος», στο Ακρωτήρι. Τὰ πρόβατα τοῦ Μοναστηριοῦ φύλαγαν 5 βοσκοί Κεραμείανοί, ἀπὸ τὶς οἰκογένειες Καντιλιεράκηδων, Τσακάκηδων, Τουράκηδων, Βενετάκηδων, ἀπ᾿ τὸ χωριό Παναγιὰ καὶ Μαυράκηδων ἀπ᾿ τοὺς Κάμπους. Οι βοσκοί αὐτοὶ κάποτε, σκέφτηκαν να «κλέψουν» τα τιμαλφῆ, δῶρα καὶ χρυσία, «θησαυρούς» τοῦ Μοναστηριοῦ κι᾿ ἔτσι νὰ ἐξασφαλίσουν, μιὰ γιὰ πάντα, τὴ ζωή τους. Καὶ τἔκαμαν! Τὸ ἴδιο πρωϊνό, ποὺ οἱ καλόγηροι ἀντιληφθήκανε τὴ παραβίαση τοῦ «θησαυροφυλακείου», ἀναστατώθηκαν.


Σὰ διεπίστωσαν τὴν ἀλήθεια, πῆραν τὰ ζῶα τους καὶ ξεκίνησαν γιὰ τὴ Παναγιά, να συναντήσουν τοὺς ἐξαφανισθέντες βοσκούς.
Συναντηθήκανε, μὰ οἱ βοσκοὶ ἀρνήθηκαν τα πάντα. Τὶ νὰ κάμουν τώρα οἱ καλόγηροι, ἑπτὰ τὸν ἀριθμό, μὲ τὸν Ἡγούμενο ! Ποῦ νὰ καταγγείλουν την κλεψιά ; ᾿Αποφάσισαν νὰ τιμωρήσουν οἱ ἴδιοι ! Ἔβαλαν τὰ «πετραχήλια» τους καὶ διάβασαν, στὴ μικρή πλατεία τοῦ χωριοῦ, «ΑΦΟΡΙΣΜΟ». Τί θὰ πῇ αὐτό; Γιὰ ὅσους δὲν ξέρουν, τὸ ἐξηγῶ.


Πρέπει νὰ εἶναι γνωστό, πώς ὁ κάθε παπᾶς ἀντιπρόσωπος τοῦ Θεοῦ στὸ χωριό του, στην περιφέρειά του, εἶναι ὁ Βοσκός, ὁ «Ποιμήν». Φυλάει τὰ πρόβατά του, δηλαδή τους ἀνθρώπους, ὅλα τά λογικά του πρόβατα, ἀπὸ τοὺς ἐχθρούς, τοὺς λύκους, τὸ κάθε σαρκοβόρο ζῶο, ποὺ στὴ περίπτωσή ὁ ἀρχαῖος». «Ο δράκων ὁ μέγας, ὁ πλανῶν τὴν μας, εἶναι ὁ «Διάβολος». Ο «Σατανάς». Ο «Οφις οἰκουμένην ὅλην». Αὐτὸς ὁ κατάπτυστος προαιώνιος «Εχθρός», έχει στήσει το «θρόνο» του ανάμεσά μας καὶ μᾶς καὶ ἀποστάτες, ἀπὸ τὸν παραδεγμένο σωστό δρόμο, που χτυπᾶ ἀνελέητα, μὲ τοὺς κάθε λογής δικούς του, αἱρετικούς εἶναι τὸ ἀναλλοίωτο και σταθερά ἐφαρμοζόμενο στην Ορθοδοξία, κρυστάλλινο «ΘΕΛΗΜΑ ΤΟΥ ΘΕΟΥ». Αυτοί λοιπόν οι 7 Καλόγηροι, στην παραζάλη τους, στο θυμό τους, στην ἀγανάκτησή τους, «παρασύρθηκαν». Σὰ δὲ μποροῦσαν «νόμιμα» νὰ καταγγείλουν, να τιμωρήσουν, τόκαμαν «παράνομα». Διάβασαν «αφορισμό». Κάλεσαν δηλαδή «ἐπίσημα» τὸν ἐχθρό, τὸ Διάβολο, νὰ ἐκδικηθῇ... Ἔλα Διάβολε, τιμώρησε τοὺς κλέφτες, μὰ κι᾿ ὅσους εἶδαν τὰ κλοπιμαία κι' ὅσους ἄκουσαν γι' αὐτά. . . . Καὶ ποιὸς δὲν τἄκουσε, αὐτὸ ποὺ ἔγινε ; Ἀπὸ στόμα σὲ στόμα, ὅλοι τ᾿ ἄκουσαν.
Γι᾿ αὐτὸ κι᾿ ὅλοι οἱ «Κεραμειανοί», στὴ διάθεση τοῦ Ἐχθροῦ τώρα καὶ μακροπρόθεσμα, γιὰ ἑφτάμιση γενιές !! Οὔτε πολὺ οὔτε λίγο, γιὰ 400 περίπου χρόνια ! ! ! 

Να «σινιάζωνται» καὶ νὰ κατασπαράζωνται, ἀπὸ τὸν πλειό αἱμοβόρο ἐχθρό ! . . . »
Μὰ γιὰ νὰ μὴ παραξηγηθῶ, ἐπεξηγηματικά προσθέτω.
Σὰ Χριστιανοί, ὁπαδοί τοῦ Θεοῦ τῆς ᾿Αγάπης καὶ τῆς Συγγνώμης, καταδικάζουμε τὴν παρανοημένη αὐτὴ «ἀπόφαση», ἀπ᾿ ὅποιες συνθῆκες κι᾿ ἄν ἔγινε. Ἔτσι μᾶς διδάσκει ὁ ᾿Αρχηγός μας, ἡ «Κεφαλὴ» τοῦ Σώματος, ποὺ λέγεται «Ἐκκλησία τοῦ Χριστοῦ» καὶ ποὺ μέλη Του, εἴμαστε ὅλοι μας.
Δές τε, πῶς ἔγινε τὸ σχετικὸ μάθημα :
Κάποτε πῆγαν ὁ Χριστὸς κι' οἱ Μαθητές Του, στὴν ἐχθρική χώρα Σαμάρεια. Οἱ Σαμαρεῖτες, δὲ τοὺς δέχτηκαν καὶ τοὺς ἔδιωξαν «κακῆν κακῶς!» Οἱ μαθητές καταγαναχτησμένοι, ζήτησαν ἀπὸ τὸ Χριστό, νά διατάξῃ νά κατεβῇ «πῦρ ἐξ οὐρανοῦ», νὰ κατακάψῃ τοὺς ἀπάνθρωπους Σαμαρεῖτες. ᾿Εκεῖ ἔβαλε στη θέση τους, ὁ Κύριος τοὺς μαθητές Του καὶ μαζὶ μ᾿ αὐτοὺς κι᾿ ἐμᾶς, μὲ τοῦτα τὰ λόγια : 
«Οὐκ οἴδατε οἵου πνεύματος ἐστέ ὑμεῖς. Ο Υἱὸς τοῦ ἀνθρώπου, οὐκ ἦλθε ψυχάς ἀνθρώπων ἀπολέσαι, ἀλλὰ σῶσαι».
Τοῦτος λοιπὸν ἦταν, εἶναι καὶ θὰ εἶναι πάντα, για ολους, ὁ Θεϊκὸς Νόμος. Ὁ Νόμος τῆς ᾿Αγάπης καὶ τῆς Συγνώμης. Αὐτὸ ἔπρεπε νὰ γίνῃ καὶ στὴ περίπτωσή μας. Να μὴ γίνη, αὐτὸ ποὺ ἔγινε, ὁ ᾿Αφορισμός! Ομως ἀπὸ «ἄγνοια», «θυμό» ή «ἱερὴ ἀγανάκτηση», ἔγινε ἡ παρανομία.


Εξόφθαλμα, ἡ καταστρατήγηση του Νόμου, μὲ ἀποτελέσματα τραγικά, ολέθρια, καταστρεπτικώτατα ! Παράδοση πολλῶν ἀνθρώπων στο Διάβολο, στὸν ἀπαισιώτερο, ἀμείλικτο καὶ κατάμαυρο Εχθρό ! Καὶ κρίνετε : Σὰν ἄγνοια Νόμου ἀνθρώπινου ἀπαγορεύεται καὶ τιμωρεῖται ἀλύπητα, σκεφτεῖτε τὶ γίνεται καὶ θὰ γίνῃ καὶ σὲ μᾶς ἀμετακίνητα, σὰ δὲ λογαριάζομε Θεῖο Νομοθέτη ! Σὰ δὲ δίνομε σημασία στοὺς ὑπεύθυνους, ποὺ μᾶς τὰ θυμίζουν ! Σαν παραβαίνομελὲς καὶ δὲ συμβαίνει τίποτα-τὸν κάθε Νόμο τοῦ Θεοῦ, ποὺ ἀποβλέπει στὴ σωτηρία μας, ἀπ' τὰ γαμψά «νύχια», αὐτουνοῦ ἀκριβῶς τοῦ ἀνελέητου, ἀπεχθέστατου καὶ σαδιστοῦ Ἐχθροῦ. Τί ἔχομε, οἱ ἄμυαλοι, να πληρώσουμε, σὰν κοντολογῆς γράφομε, «στά παλιά μας τά παπούτσια», τὸ
'Αγιο θέλημά Του, ποὺ ἀποσκοπεῖ, στὴν αἰώνια «λύτρωση» καὶ σωτηρία μας ! !
Ας τὸ νοιώσουμε ὅμως καλά, ὅτι : «Πᾶσα παράβασις και παρακοή λαμβάνει ἔνδικον μισθαποδοσίαν». Γιατί, ἡ κάθε παρανομία, ἁμαρτία, ἐξαλλοσύνη. Ἡ κάθε «αίρεση», ἡδονικό φροῦτο τῆς ἐποχῆς, ἡ ἀδιαφορία, ὁ «ζαμαμφουτισμός» γιὰ τὰ Θεῖα, καθέν᾽ ἀπ᾿ αὐτὰ κι᾿ ὅλα μαζί, χτυποῦν καὶ προσβάλλουν κατάμουτρα, Αὐτόν, ποὺ τ' ἀπαγορεύει !! Αὐτόν, ποὺ νομοθέτησε τὰ «πρέποντα».
Τὸν Ἴδιο τὸν Παντοκράτορα. Τον Παντοδύναμο Θεό, ποὺ μὲ μὲ τὴ φοβερὴ Εξουσία Του, «συντρίβει κεφαλὰς ἐμφωλευόντων δρακόντων». Ποὺ στὴν ἀμείλικτη μόνο ματιά Του, «ταρταρώθηκαν εἰς σκότωσιν βυθοῦ», ὁ ᾿Αρχιστράτηγος,
Εωσφόρος, Βεελζεβούλ, ᾿Αρχιδιάβολος κι' οι συναποστάτες του ἄγγελοι, ποὺ ἔγιναν ὅλοι Δαίμονες.


Τώρα ολοφάνερα, αὐτοὶ ὅλοι μᾶς κυβερνοῦν. Αὐτοὶ μᾶς μας, διώξαμε το ΣΩΤΗΡΑ Χριστόσὰν καὶ τοὺς Σαμαρείτες— ἐμπνέουν, σὰ μὲ τὴν «ψῆφο» τῆς ἀπιστίας καὶ ἀποστασίας τὸν Παντοδύναμο Κυβερνήτη !


Τὶ ὅμως κι᾿ ἄν εἶναι γραμμένα, κι᾿ ἄν εἶναι γνωστά όλα αὐτά; Κι' ἐμεῖς στὴ παραζάλη μας, «κάνουμε τἄχερα κομμάτια», σὰν καὶ τοὺς Καλόγερους στα Κεραμειά. Κι' αὐτοί,σὰν κι᾿ ἐμᾶς, ἔκαμαν σὰν «ἐλεύθεροι» κι' αὐτεξούσιοι, το «γινάτι» τους, τὸ «γοῦστο» τους. Δεν λογάριασαν κανένα, ὅπως κάνουμε κι᾿ ἐμεῖς οἱ «ξύπνιοι και προοδευμένοι» και
«χειραφετημένοι» καὶ «Λέφτεροι» Τί ; Νᾶτε το ! Ἔκαμαν τὴ παρανομία. ῎Αναψαν τὴ φωτιά. Καὶ τώρα, «ὁ ἀντίδικος ἡμῶν Διάβολος», κυρίαρχος, ἐξουσιαστής, ἀνενόχλητος Ελεύθερος περνᾶ σὰ σίφουνας τὰ σπίτια ! Δαιμονίζει , ἀναστατώνει οἰκογένειες, διαλύει σπίτια, ἁρπάζει ἀνθρώπους, βάζει καὶ σκοτώνουν, ὁ ἕνας τὸν ἄλλο, ἀφήνει ἀποδειγμένα, κλειδιὰ στὶς πόρτες ! Ογδόντα ὁλόκληρα χρόνια ὑποφέρουν τὰ «πάνδεινα» οἱ Κεραμειανοί! Κάθε οἰκογένεια,
σὰ δὲν ἔχει «κηδεία», θἄχῃ κάποιο μέλος της «δαιμονισμένο ! » Οἱ Χανιώτες συγγενεῖς, πηγαινοέρχονται. Ὁ κόσμος συζητᾶ καὶ σταυροκοπιέται. Ὁ Ἐχθρὸς ἀνεμπόδιστος λυμαίνεται. Ολοφάνερα, «παντού πλανᾶται τό φάσμα τοῦ πειρασμού», γιὰ νὰ μείνῃ ὡς τὶς μέρες μας τὸ ἀπόφθεγμα : «οι Διαόλοι τῶν Κεραμειών».
Γεγονότα ἀσύλληπτα, ἀληθινά, ἀπίθανα. Ρωτεῖστε Κεραμειανούς, ὅπου καὶ νὰ ζῆτε, νὰ βεβαιωθῆτε.


ΚΕΦAΛΑION Β
ΛΑΟΓΡΑΦΙΑ – ΓΕΓΟΝΟΤΑ


Πρὶν ἀρχίσω να γράφω, τα ντόπια γεγονότα, ποὺ ἄρχισα καὶ ποὺ ἀνάγονται σὲ «ὑπερφυσικές Δυνάμεις» καὶ μάλιστα στὸν κοινὸ «Εχθρό» μας, τὸ Διάβολο, ποὺ ἐνῶ ὅλους πολύ λίγο μας επηρεάζει, μας κυβερνά, μὰ ὡς τόσο θέλει,
γιὰ λόγους στρατηγικούς, ποὺ ξέρει ἐκεῖνος, να μένη «άγνωστος», ἔχω νὰ κάμω μια θερμή σύσταση, στους συμπαθείς
φίλους Κεραμειανούς, διανοούμενους και μή, Δασκάλους παπάδες, Κοινωνικούς άρχοντες, Προέδρους εκπολιτιστικών
Σωματείων καὶ Συλλόγων Κυριών και Δεσποινίδων : 
θάχετε ακούσει, πώς μέσα στις πολλές επιστήμες, που δημιούργησε ὁ ἄνθρωπος, σὰν «ή γνώσις επληθύνθη», γιὰ ταξινόμησή της καὶ εὐκολώτερη μάθησή της, από τους και μὲ ὅλες καὶ
τις εἰδικότητεςψ ἐπιστήμονες, δημιουργήθηκε, μαζὶ η  Επιστήμη-ΛΑΟΓΡΑΦΙΑ, σαν τμῆμα τῆς εὐρύτερης επιστήμης τοῦ πολιτισμοῦ. Ἡ ἐπιστήμη αὐτὴ ἔχει σκοπό, να μαζέψῃ κάθε τι ποὺ ἔχει σχέση, μὲ παράδοση, μὲ γεγονότα,
μὲ τέχνη, μὲ δοξασίες καὶ ἔθιμα, με τραγούδι και ρίμα και πλειὸ πολύ, μὲ γεγονότα τέτοιας σημασίας κοινωνικής, σωστικῆς, πνευματικῆς, ὑπερφυσικῆς, ὅπως εἶναι οἱ ἄπειρες περιπτώσεις, ποὺ εἶναι ζυμωμένες μὲ τὸ αἷμα καὶ τὸν ἱδρῶτα
τῶν ἀνθρώπων, Ομάδων Λαοῦ, τμήματος τοῦ τόπου μας, τῶν Κεραμειῶν. Δὲν ἔχουν περάσει 40 χρόνια, ἀπὸ τότε, ποὺ πῆρε τέλος τὸ «ΚΑΚΟ», μέ «ΘΕΙΑ» ἐπέμβαση. (Τρεῖς Ὀκτωβρίου 1936).


Πρέπει λοιπόν οἱ 50άρηδες καὶ πάνω, ἄντρες καὶ γυναῖκες νὰ τὰ θυμοῦνται. Ολ᾽ αὐτὰ θὰ εἶναι, ἡ ἀτίμητη καὶ
πρωτότυπη Λαογραφία του τόπου σας, φίλοι Κεραμειανοί.
Θυμηθεῖτε ὅσα εἴδετε κι᾿ ἀκούσατε καὶ βρές τε ἕνα παιδί σας, μορφωμένο, νὰ τὰ γράψῃ. Δώσετέ τα ὕστερα σ' ἕνα ὑπεύθυνο, τοῦ δικοῦ σας ἤ διπλανοῦ χωριοῦ, στὸν Παπᾶ, τὸ Δάσκαλο, τὸν Πρόεδρο. Μήν ἀφήσετε ν' ἀποξεχαστοῦν,
γιατὶ αὐτὸ θὰ πῇ, ἔξω ἀπό τήν ἀπόκρυψη τῆς ἱστορίας τοῦ
τόπου σας καὶ «συνεταιρισμό μέ τό Διάολο», πού θέλει ὅλα νὰ τὰ σκεπάσῃ, «ὁ πέπλος» τῆς λησμονιᾶς. Όχι, λοιπόν, ἔτσι. Μὴν τοῦ κάνετε τό χατῆρι. Μὴ σᾶς ναρκώνει,
μὲ τὴ «δῆθεν» ντροπή, τὴν ντεμπελιά, τὴν ἀδιαφορία. «Αποὺ κρύβει τὸ κακό του, μὲ κεῖνον᾽ ἀποθαίνει». Ομολογήσετε γι᾽ αὐτό, τὸ «κακό» σαςἄν λέγεται αὐτό κακό γιὰ νὰ
δείξετε, πὼς ὁμολογεῖτε τὸν «Χριστό». Αν σήμερα εστ'ἐλεύθεροι, χαρούμενοι, εὐτυχεῖς, τὸ χρωστάτε στην «'Ανωτέρα Δύναμη», ποὺ σᾶς λυπήθηκε και στις ἴσωσε. Μη φανῆτε ἀγνώμονες, σὰν τὸν Ἰούδα. Γράψετε με κάθε λεπτομέρεια, ὅσα ἔγιναν λ. χ. στο «μπάρμπα Μανώλη», στο «Για το Γιάννη», στὴ «θειὰ Μαρία» κι᾿ ἄν ζοῦνε, βάλτε τους να
υπογράψουν. Μιμηθεῖτε τὸν ἀείμνηστο παπά σας, Νικόλαο Ταμπακάκη, ποὺ μὲ τὴν ὑπογραφή του, ἐβεβαίωνε, πώς
ὅλα ὅσα ἔγραψε ἡ ἀείμνηστη πνευματική Μητέρα σας, ή Κατίνα Βασιλάκη, ἀπὸ τὸ Ρέθεμνο, εἶναι βέβαια κι᾿ ἀληθινὰ
κι' ἔγιναν μὲ τὴ Δύναμη «τοῦ Τιμίου καὶ Ζωοποιοῦ Σταυροῦ», ποὺ τῆς εἶχε ἐμπιστευθῆ ἀπὸ 5άχρονο παιδάκι ή «ΠΡΟΝΟΙΑ» τοῦ Θεοῦ, ὁ Ἴδιος ὁ ΧΡΙΣΤΟΣ, γιὰ νὰ σᾶς «γλυτώσῃ».
Δείξετε μὲ τὸ ἐνδιαφέρον σας, πὼς καὶ τὴν ἱστορία
τοῦ τόπου σας, θέλετε να περισώσετε, ἀφήνοντας στα παιδιὰ τῶν παιδιῶν σας, ἕνα ζωντανό, καλό και διδαχτικό παράδειγμα, γιὰ νὰ «προσέχουν», στὴ πολυκύμαντη ζωή
τους, μὲ τὴ Λαογραφία σας καὶ τὸν Εὐεργέτη Θεό μας να
εὐχαριστήσετε, ποὺ θέλει «πάντας σωθῆναι καὶ εἰς
ἐπίγνωσιν ἀληθείας ἐλθεῖν». Τό Εὐαγγέλιό μας γράφει, τόσες καὶ τόσες περιπτώσεις δαιμονιζομένων, γιὰ νὰ
πιστεύουν, οἱ ἀνὰ τοὺς αἰῶνες «θνητοί», στο Σωτῆρα Χριστό, ποὺ ἐξουθένωσε καὶ κατατσάκισε τὸν «Εχθρό», γιὰ
χάρη μας. Βεβαιώσετε καὶ σεῖς, μὲ τὴν τοπικὴ ἱστορία σας,
τὰ γεγονότα, ποὺ ἔγιναν στα χωριά σας, ἀπ᾿ τὸν ἴδιο Εχθρό, ποὺ οὔτε πέθανε, οὔτε ἅγιος ἔγινε. Εἶναι ὁ «ἴδιος» καὶ
θὰ εἶναι ὥσπου να στέκῃ ὁ κόσμος. Σᾶς διευκολύνω τώρα
καὶ κάνω πρῶτος τὴν «αρχή», μ' ένα ποίημα. Γράψετέ το πρῶτο, στὸ πολύφυλλο τετράδιό σας, πού πρέπει νὰ τὸ γεμίσετε. Εἶναι σὲ στίχους, τὰ ΓΕΓΟΝΟΤΑ σας. Ενδιαφέρουν καὶ τοὺς ἀναγνῶστές μου, μὰ πρῶτα ἐσᾶς. Νᾶτέ το.


–«ΠΡΩΤΟΣ ὁ Μέγας ὁ Θεός, Δεύτερος ὁ Χριστός μας
Τρίτη ἡ Παναγία μας κι' ὁ Τίμιος Σταυρός μας.

Άγιοι άλλοι πίσω τους, όλοι μας βοηθούν,
καὶ δώσανε Διαταγή στη θάλασσα να μπουν οι δαίμονες
Ἐκεῖ τοὺς ἐδικάσανε, διὰ νὰ μᾶς 
εἰς τὴν ἀπελπισία μας, αὐτοὶ νὰ εμεις γλυτώσουμε

«Αὐτοὶ μᾶς ἐγλυτώσανε ἀπὸ δαιμόνων χέρι,
ἀποὺ μᾶς ἐβασάνιζαν χειμώνα καλοκαίρι,

Χρόνια πολλά 'ναι σήμερα, που μας ετυραννούσαν,
καὶ ἔσφαζαν καὶ ἐσκότωναν και μας ξεγεννούσαν,
Καὶ τὸ χωριὸ τὸ ρήμαξαν, τα σπίτια σχολάσας,
κλειδιὰ στὶς πόρτες άφησαν, τὰ πάντα ἐφημέριον,
-Μέγα κακό έχει το χωριό, όλα διχονοιασμένο,
ἀνδρόγυνο δὲ βρίσκεται, νὰ εἶναι μονιασμένο,
—Οὔτε γονεῖς μὲ τὰ παιδιά, οὔτε παιδιά με μάννα,
ποτὲ δέν ἐμονοιάσανε καὶ τσίτες τοὺς ἐβάναν,
-Οὔτε ἀδελφὸς τὸν ἀδελφὸ δὲν ἠθελαν να δούνε, μόνο τοὺς ἐτσιτώνανε, διὰ νὰ σκοτωθούνε.
—Καὶ σφάζονται τ' ἀνδρόγυνα, σκοτώνονται τ' εξέλφια,
κι' ἔβαλαν καὶ σκοτώνονταν, τὰ πρῶτα ἐξαδέλφια.
—Πολλά 'ν τὰ κατορθώματα, ποὺ ἔχουν καμωμένα, μὰ δὲν μπορῶ 'λα νὰ τὰ πῶ, ὅσα 'ναι γινομένο.
Με λίγα λόγια π᾽ ἔγραψα, καθεὶς νὰ καταλάβη,
τὰ πράματα που γίνονταν καὶ δάκρυα ἄς βγάλη.
Πού ήτανε οἱ αἴτιοι τέσσερεις χωριανοί μας,
καὶ τόσα χρόνια σήμερα, φθείρεται ἡ ζωή μας.
Χάσαν μανάδες τὰ παιδιὰ καὶ οἱ γυναῖκες τσ᾿ ἄντρες, στὸν ἅδη μᾶς ἐβάλανε, σάν πρόβατα 'σ τσὶ μάντρες.
-Μές στο στρατό τσ᾿ Ἀμερικῆς, ἄνδρας δὲν εἶχε μείνει,μόν' ὅλοι σκοτωθήκανε καὶ ποῦ ἀλλοῦ ᾽χε γίνει ;
Μόνο σὲ τοῦτο τὸ χωριό, γιατ᾽ ἔχει τὴν κατάρα, γιὰ τὰ λεπτὰ ποὺ ἔκλεψαν ἀπ᾿ τὴν ῾Αγια Τριάδα.

Τέσσερεις κλέφτες πήγανε κι' ἤθελαν νὰ πλουτίσουν,
ἀπὸ τὰ δῶρα τσ᾿ ἐκκλησιᾶς, γιὰ νὰ μᾶς ξεγεννήσουν.
Αὐτοί 'σανε οἱ αἴτιοι στὰ πάθη τοῦ χωριοῦ μας, καὶ ἡ κατάρα δόθηκε! Ήταν τοῦ ξεβγαρμοῦ μας!
-Μεγάλη κατάρα δόθηκε, ἄνθρωπος νὰ μὴ μείνῃ,
κι' αὐτὸ τὸ χῶμα τοῦ χωριοῦ, σὰν κόρακας νὰ γίνῃ.
Γι' αὐτὸ χανόταν τὸ χωριὸ στὰ χρόνια που διαβῆκαν,
κι' ὅλοι οἱ Ἅγιοι βλέπανε καὶ μᾶς ἐλυπηθῆκαν.
Δὲν μπορεῖ παρὰ νὰ γράφτηκαν κι᾿ ἄλλες «μαντινάδες» σχετικές. Βρῆτε τις καὶ γράψετέ τις στο βιβλίο σας.
Μὰ γράψετε κι᾿ ἄλλες ἱστορίες «πεζά», σὰν κι᾿ αὐτή.


Αφορᾶ τὸ γνωστὸ συμπαθῆ οἰκογενειάρχη, φίλο καὶ
χωριανό σας, Ιάκωβο Βενέτη, κάτοικο Χανίων.
Τὸν ξέρετε. Κάποτε είχε ἑστιατόριο στην Πλατεία Κουτζάμπαση. Γιὰ παράδειγμα, πῶς νὰ δουλέψετε καὶ σεῖς,
τὸ γράφω. Δέκα ἕξη χρονῶν παλληκαράκι ἦταν τότε, ποὺ
στὸ σπίτι τους ἡ ἀδελφή του, ἡ Κατίνα, ἦταν «ἄρρωστη».
Τὸν ἔστειλαν οἱ γονεῖς του στα Χανιὰ νὰ ψουνίσῃ. Μὲ τὰ πόδια κατέβαινε καὶ λοξοδρόμησε στὸ φαράγγι τοῦ Θερίσσου.
Στη θέση «Νεροσπηλιάρι», περνώντας αμέριμνα, βλέπει
ἕνα «κοτρώνι», μεγάλη πέτρα, να κατρακυλᾶ καταπάνω του. Φυλάχτηκε ἀστραπιαῖα, μὰ τὸν βρῆκε ξέφορτσα στὸ
κεφάλι καὶ τὸν τραυμάτισε. «κακιά ὥρα ! » Μὲ τὰ αἴματα, κρατῶντας τὸ κεφάλι, συνέχισε το δρόμο του. Κατέφυγε στὸ πρῶτο φαρμακείο στα Χανιά. Τὸν ἔδεσαν μὲ
γάζες κι' ἔφυγε. Ψούνισε και γύρισε τὸ βράδυ, στὸ χωριό
του, τὴν Παναγιά, «σπαουλοδεμένος».
Ἡ ἄρρωστη ἀδελφή του, «δαιμονισμένη» φυσικά, τὸν ὑποδέχτηκε, «ξεγκαρδισμένη» στα γέλια, λέγοντάς του :
-Εγώ μωρέ ἤθελα νὰ σὲ σκοτώσω. ... καί
μου γλύτωσες. Χά ! Χά ! Χά!» Αραγε ἡ ἀδελφή
του τὰ ἔλεγε ;

Πιστέψετε λοιπὸν ὅλοι, στὸν κοινό κατάπτυστο «Εχθρὸ καὶ φυλαχθῆτε, ἄν θέλετε. Καταπολεμᾶται ΜΟΝΟ με «προσευχὴ καὶ νηστεία». Σεῖς τί κάνετε ;
Μήπως τὰ γελᾶτε; Δικαίωμά σας.



ΚΕΦΑΛΑΙΟΝ Γ

Η ΟΛΓΑ ΚΑΝΤΙΛΙΕΡΑΚΗ


Τὸ σεπτὸ ὄνομα, τῆς ἀείμνηστης πολυβασανισμένης ἀπ᾿ τὸν «Εχθρό», Ολγας Καντιλιεράκη, εἶναι ἄρρηκτα δεμένο,
μὲ τὰ πολύκροτα, μὰ μισοξεχασμένα γεγονότα τῶν Κεραμειῶν.
῎Αν θὰ πᾶτε στις Μουρνιές, προχωρήσετε ὡς τὸ Νεκροταφεῖο τοῦ χωριοῦ. Μετά τις δυὸ μικρές πλατείες, στὴν πρώτη διακλάδωση ἀριστερά, σὲ ὑψωματάκι, βρίσκεται ὁ ὡραῖος ἱερὸς Ναός, του Ταξιάρχου Μιχαήλ Πίσω ἀπ᾿ τὸ
Ιερό, στὴ Ν. Α. πλευρά, βρῆτε τὸν τάφο της. Θὰ δῆτε νὰ γράφη :
—Ενθάδε κεῖται "Ολγα Καντιλιεράκη. Πολυπαθής νύμφη τοῦ Χριστοῦ. Ἐπί 16 ἔτη άρπαζομένη καί ὁδηγουμένη ὑπό τοῦ δαίμονος εἰς τάς
ἐρήμους. Ἰαθεῖσα κατά τόν Ἐξαφορεσμόν τῆς
3-10-1936, θαυματουργικῶς. ΔΥΝΑΜΕΙ ΤΡΙΑΔΙΚΟΥ ΘΕΟΥ, Μὲ ἑτέρους 42 δαιμονιζομένους Συνανθρώπους μας τῶν Κεραμειών. ᾿Ανεπαύθη έν Κυρίῳ τὴν 29-4-1969 εἰς ἡλικίαν 59 ἐτῶν.
Οπως βλέπετε, στο πρόσωπο τῆς «θνητῆς» αὐτῆς
ἀδελφῆς μας, στον 20ό αἰῶνα ποὺ ζοῦμε, ξαναγίνονται ἀδιάψευστα, τὰ λόγια τοῦ Εὐαγγελίου, τά σχετικὰ μὲ τὸ
«δαιμονισμένο», τῆς χώρας τῶν Γαδαρηνῶν, ποὺ τὸν ἔκαμε
καὶ τότε ὁ Χριστός μας καλά. Ἐκεῖ στὰ Γάδαρα ζοῦσε,
«ἀνήρ τις, ὅς ἱμάτιον οὐκ ἐνεδιδύσκετο καί ἐν
οἰκίᾳ οὐκ ἔμενε, ἀλλ᾽ ἐν τοῖς μνήμασι». Όχι
γιατί τοῦ ἄρεσε ἡ ζωή αυτή, όπως γίνεται σήμερα μὲ τοὺς «χειραφετημένους καὶ λέφτερους», τὰ ἰνδάλματα τοῦ πολιτισμοῦ μας, τῶν ἔξαλλων Ευρωπαίων ὑπαίθριων τῶν «Ματάλων» τῆς Κρήτης, ἀλλὰ γιατὶ ἄθελά του, «ήλαύνετο ὑπό τοῦ
δαίμονος εἰς τὰς ἐρήμους». Ετσι ἤθελε ὁ «ἐχθρός» κι ἔτσι τούκανε. Αιχμάλωτος ὁ ἄνθρωπος, γινόταν ὁ φόβος κι' ο τρόμος τῶν χωριανῶν του, γιατί «δαιμόνια πολλά εἰσῆλθεν εἰς αὐτόν ! »


Νὰ ὑπάρχῃ ἄραγε καμμιά σχέση, τοῦ ἀνεύθυνου δαιμονισμένου τῶν Γαδάρων, μὲ τοὺς ὑπεύθυνους «γυμνιστές»
καὶ ἄφρονες τῆς ἐποχῆς μας, ποὺ διάλεξαν γιὰ «ἄντρο»
καὶ στρατηγείο τους, τὰ «Μάταλα» τῆς ἰδιαίτερης Πατριδας μας; Θὰ πρέπῃ νὰ ὑπάρχῃ; Μόνο ποὺ ἡ ἐξέλιξη, τἄχει όλα ἁπλοποιήσει καὶ δὲν μᾶς ἐντυπωσιάζει τίποτα.
Τότε ὁ ἄνθρωπος προτιμοῦσε νὰ τοὔλειπε ἡ «φιλία» τοῦ
Εχθροῦ, μὲ τοὺς σαδιστικοὺς ἐναγκαλισμούς του. Ηταν οἱ πρὶν τοῦ Χριστοῦ χρόνοι, ποὺ ὁ «Εχθρός» κυβερνοῦσε ἀνοιχτά, μὲ τὸ ἀπάνθρωπο δικό του πρόγραμμα.
Σήμερα ὁ ἄνθρωπος ἐσκεμμένα προτιμᾶ αὐτὴ τὴ «φιλία», συναγωνίζεται νὰ τὴν προσεταιριστῇ, νὰ ξεπεράσῃ
τοὺς ὁμοιούς του, καὶ βρίσκεται σὲ «ὕψη» αὐταπάτης καὶ
ουτοπίας, γιατὶ τάχα ζῆ, τὴ φυσικὴ ἢ τὴν πολιτισμένη
ζωὴ καὶ κάνει ἀσύδοτα τὴ «μεγάλη ζωή» του, περιφρονώντας κάθε ἀνθρωπιστικό ἤ παραδεγμένο, ποὺ ἔχει σχέση μὲ
ἀνθρωπιά, μὲ ἔντιμη διαβίωση, μὲ ἀξιοπρέπεια, με δικαιοσύνη, μὲ Θεό ! Ξεχνᾶ ὁ δοκησίσοφος σημερινὸς ἄνθρωπος,
τὴν ἀτίμητη προσφορὰ τοῦ Θεάνθρωπου, στὸν ἄνθρωπο.


᾿Αρνιέται ἐπίμονα τὴ Μεγάλη Θυσία Του, ποὺ ἀπέβλεπε,
στην κατάργηση τοῦ φοβεροῦ «θανάτου» καὶ τὴν καταπάτηση τοῦ «Εχθροῦ» Διαβόλου. Θεότυφλος τώρα, ἀντὶς
γιὰ «εὐχαριστῶ», φωνάζει :
— Ἔα Θεέ, ἀπόστα ἀπ᾿ ἐμοῦ. ῾Οδούς σου, εἰ·
δέναι οὐ βούλομαι.
Καὶ γιὰ διάλαμψη τῆς ἀφροσύνης του, προσκαλεῖ σὲ
βοήθεια τὸν Εχθρό !! «Ελθέ !... ὦ Εωσφόρε ἐλθέ !... Ελθέ νά σ' ἐναγκαλισθῶμεν, νὰ σὲ σφίγξωμε εἰς τάς ἀγκάλας μας ! »

Μὴ σας φαίνονται παράξενα ! Όλα είναι αληθινά κα
αποδειγμένα. Καὶ διερωτάται κανείς. Υπάρχει «κουκούτσι
μυαλό», στὸν ἀποστάτη σημερινὸ ἄνθρωπο, τὸν ὑπερφίαλο,
τὸ μηδενιστή; Καὶ βρίσκονται, «όντα λογικά,» που χειροκρατοῦνε κι' ἐπιδοκιμάζουν τέτοιες εξαλλοσύνες; Με πικρία
και σκεπτικισμό, ὡς ὁμολογήσουμε, πώς πολύ λίγο, τα βεβαιώνει, ὅλο καὶ πιὸ πολύ, ἡ «ελευθεριώτερη» κοινωνική μας ζωή, συγκρατημένα κάπου-κάπου, μὰ ἐξόφθαλμα. Γιὰ συγκράτηση τοῦ κάθε ἐχέφρονα ἀποστάτη, ἔρχονται τὰ
καφτὰ «συμβάντα» νὰ τὸν ἀφυπνίσουν. Γίνονται κάθε τόσο,
«υπερφυσικὰ» γεγονότα, νὰ μᾶς ἀνακαλέσουν στὴ τάξη.
Επιτρέπει ὁ Θεός, ἄμεση την παρουσία τοῦ «ἐχθροῦ», γιὰ
νὰ φιμώσῃ τοὺς ἀρνητές του καὶ νὰ στερεώσῃ τοὺς νουνεχεῖς. Μέσα σ' αὐτά, πρέπει να βρεθῇ καὶ τὸ γιατί, ἕνα Ανεύθυνο 7άχρονο κορίτσι, ἡ Ολγα, στὴν καλύτερη περίοδο
τῆς ζωῆς της, γίνεται τὸ «ΘΥΜΑ» τῆς οἰκογενείας της καὶ τῆς
εὐρύτερης κοινωνίας μας. Πλήρωσε σε τούτη τὴ ζωὴ ἀγόγγυστα καὶ παλληκαρίσια, σαν καινούργιος Μάρτυρας τῆς
ἐκκλησίας, «ἁμαρτίες γονέων», μὰ γιὰ νὰ προστατευθῇ
ἀπὸ τὸν Παντοδύναμο. Νὰ ἰαθῇ ἀπὸ τὸν ἰώμενον πάσας τάς νόσους» καὶ τὸ δαιμονισμό ! Να κερδίσῃ στὸ
τέλος τὸν οὐρανό, σὰ νικήτρια τῶν ἀντιξοοτήτων τῆς ζωῆς
καὶ τοῦ «Εχθροῦ». Πέτυχε ἀναντίρρητα να μεταβῇ, «ἐκ τοῦ
θανάτου εἰς τήν ζωήν», γιατὶ ἀγάπησε πολὺ τὸ «Νυμφίο» της καὶ τὸν «ἄνθρωπο». Στάθηκε ἡ γυναῖκα φαινόμενο», ποὺ μπόρεσε ν' ἀντέξῃ, νὰ ζῇ 16 χρόνια μὲ τὸν «Ἐχθρό», τοὺς δαίμονες. Νὰ τοὺς βλέπῃ καὶ νὰ τοὺς ζῇ,
ἀναγκαστικά. Ετσι κατάμαυρους, ἀπαίσιους, σαδιστές, μὲ
κέρατα καὶ οὐρά, μακρόχειρες, μὲ νύχια γαμψά και μορφή
ἀλλόκοτη. 


Τέρατα σὲ ποικίλα μεγέθη, σὰ δὲν ἦταν «τελώνια» ἢ Τοῦρκοι Εφέντηδες, με πράσινη φορεσιά καὶ πράσινα σαρίκια.
Ατέλειωτα τὰ βάσανά της. Απίθανες οἱ διηγήσεις της
καὶ τῶν ἄλλων. Φοβερὲς καὶ τυραννικές οι βραδινές ἁρπαγές
της. Δὲν ἔμεινε σπηλιά μικρή ή μεγάλη, ποτάμι ή λίμνη,
ἀπόκοττη γωνιά, ποὺ νὰ μὴ τὴν πήγανε. Δὲν ἄφηναν χαράδρα ἢ ξεροπήγαδο, φαράγγι ἤ γκρεμνό, τρύπα ἀπύθμενη πάνω στὴ γῆ, ποὺ νὰ μὴ τὴν ἀνεβοκατέβαζαν,
«κλωστή». Καὶ μέσα σ' ὅλα, ἀπειλές, ξυλοδαρμοί καί και  δεμένη, μέχρι τα χαράματα, ποὺ τὴν πετοῦσαν στο κρεβάτι της, τραυματισμένη καὶ ἡμιθανῆ. Τόλμησα κάποτε
Μὰ γιατί, Όλγα, δὲν τἄλεγες στ' ἀδέλφια σου, στους
νὰ τὴν ρωτήσω :
δικούς σου, νὰ σὲ βοηθήσουν ;
Πῶς νὰ τἄλεγα; Ήταν ἡ ἀπάντηση. Μοῦ εἶχαν πῆ:


Ἔτσι καὶ πῆς τίποτα, ἀπ' αὐτά πού σου κάνομε
θὰ δῆς τὰ τρία σου ἀδέλφια να «γουργουρίζουνε» στὸ αἷμα, χάμω στὰ μάθια σου.
Γιὰ χάρη λοιπὸν τῶν ἀδελφῶν της, ἑκούσιο «θύμα»,
ἡ Ολγα. Γιὰ χάρη τῆς κοινωνίας, ζωντανό, καθημερινό, διδαχτικό παράδειγμα, ἡ Όλγα, ποὺ τὴ ζωή της, τα λόγια
της καὶ τὰ καμώματα τοῦ «Ἐχθροῦ», τὰ παρακολούθησαν χιλιάδες συνανθρώπων μας, ποὺ σωφρονίζονταν.
Μὰ τὰ πλειὸ κωμικοτραγικά, γίνηκαν τα 2-3 τελευταῖα χρόνια, πρίν τὴν ἴασή της, ἀνάμεσα «Εχθροῦ» καὶ συγγενῶν, ποὺ σὰ ξεφανερώθηκαν ὅλα, τὴ φύλαγαν μὲ βάρδιες, νὰ μὴ τὴ παίρνη ὁ «Εχθρός». Και πάλι τὴν ἔχαναν !
Φύλακες γι᾿ αὐτὸ ἀκοίμητοι, ἦταν στις πόρτες, στὰ παράθυρα, στὸ κρεβάτι τὴ νύχτα. Ὅσοι κοιμόντουσαν μαζί της,
ἔνοιωθαν ἀνυπόφορη «βρώμα», στην αναπνοή της, γιὰ νὰ τοὺς διώξῃ ἤ ἔβλεπαν «μακάριο ὕπνο», γιὰ νὰ τοὺς ξεγελάσῃ. ᾿Αμέτρητα τὰ τεχνάσματα τῶν σατανάδων. Δραματική
ἡ ἄμυνα τῶν παρόντων. Ὕβρεις καὶ ἀνυποχώρητη ἐμμονή,
κάθε παράταξης, κάθε μιανῆς γιὰ τὸ δικό της τό σκοπό. Κι' ὅλ᾽ αὐτά, σὲ ΤΟΥΤΗ τὴ ζωή, ποὺ δὲν «καθίζει μυίγα στὸ σπαθί» μας. Σκεφθεῖτε τὶ μᾶς περιμένει, σαν «ψυχομαχούμε
καὶ πεθάνωμεν καὶ πέσωμε για πάντα στα «χέρια» του ! !!
Ας ακούσουμε γι' αυτό, την πατρικὴ προσταγή:
ὑμᾶς.
-Δεῦτε πρός με πάντες, κἀγώ ἀναπαύσω
Θὰ πᾶμε καμμιά φορά; Θα πέσωμε φανατικὰ μὲ τὸ
Θεό μας ; Θὰ μᾶς ὠφελήσῃ, ἂν φιλοσοφήσωμε τούτος αλαγὸς τὴ φτέρη τρίβει, κακὸ τῆς κεφαλῆς του»,



KEΦΑΚΑΙΟ Δ 

Η ΟΛΓΑ ΣΤΟ ΓΚΙΓΚΙΛΟ

Όσα έγραψα ως τώρα, δὲν εἶναι ούτε «μικρή εισαγωγής, πάνω σ' ὅσα γινόντουσαν, ἐπὶ σειρὰν ἐτῶν, στα Καραμειά. Μὰ σὰν ἀνάφερα μερικά, γιὰ τὴ μάρτυρα Όλγα Καντηλιεράκη, ποὺ τὴ πείραξαν οι «Εχθροί», ἀπ' ὅλους
πιο πολύ, γιατὶ ὁ τρίς-πάππους της, πρωτοσκέφτηκε την κλεψιά, στὴν ῾Αγία Τριάδα, καὶ μιὰ ποὺ ὅσοι θέλουν μποροῦμε νὰ βεβαιωθοῦνε, τὸ περιστατικό ποὺ θὰ γράψω, ἀπὸ μάρτυρες ποὺ ζοῦνε, τὸ ἀποτολμῶ. Κι' αὐτό, μέσα στ' ἀπίθανα καὶ τραγικά, που σύνθεταν τὴ ζωὴ τῆς «άμοιρης» Όλγας. Σχετίζονταν καὶ τοῦτο, μὲ τὸ σωφρονισμό κάποιου θείου της, τοῦ ἀείμνηστου Γιάννη Καμαριανάκη, κρασέμπορα, στὴ Σπλάντζια. 


Ποτέ στο ντουνιά, δὲ ξελείπουν οι δισπιστοι. Οἱ Θωμάδες τῆς παμπόνηρης ἐποχῆς μας, που
πλήθυναν τόσο, ποὺ ν' ἀπειλῆται ἡ γενική καταστροφή, σαν καὶ τότε, «ἐπὶ Νώε», που «διεφθάρη ἡ γῆ ἐνώπιον τοῦ
Θεοῦ καὶ ἐνεπλήσθη ἡ γῆ ἀδικίας». Τι άλλο βλέπομε καὶ τώρα ! Όμως ὁ Πανάγαθος, δὲ σταματᾶ νὰ ἐργάζεται. Δὲ παύει νὰ ἐνδιαφέρεται, γιὰ τὸ «ἀπολωλός πρόβατο», ποὺ τέτοια γίναμ' ὅλοι. Κι᾿ ὅσο πιὸ πολὺ ἐμεῖς βουλιάζουμε, τόσο κι᾿ ὁ καλός Θεός μας προσπαθεί, θαυματουργεί, χτυπᾶ τὸ κουδοῦνι τοῦ κινδύνου κάθε τόσο.
«Ο Πατήρ μου ἀπ᾽ ἄρτι ἐργάζεται τή σωτηρία τοῦ ἀνθρώπου-κάγώ ἐργάζομαι», μᾶς βεβαιώνει ὁ Χριστός.

Η Όλγα τώρα, σὰν καὶ κάθε βράδυ, στα χέρια τῶν
δαιμόνων ! Πῶς θὰ τὴ κάμουν να χαρῇ κι' ἀπόψε, στα χέρια τους ; ; !! Δές τε τὶ σοφίστηκαν ! Τὴ πῆγαν στο Γκίγκιλο, σὰ μπαίνομε ἀπ᾿ τὸ Ξυλόσκαλο του Ομαλού,
στὸ γνωστὸ φαράγγι τῆς Σαμαριᾶς. Στη πλειὸ ἀπότομή
του πλαγιά, ποὺ ἐκεῖ στὴ μέση του, βρίσκονταν μια τρυπα. Πρὸς τ᾽ ἀπάνω, τὴν κορφή, 200 μέτρα κι᾿ ἄλλα τόσα χάος ἀπὸ κάτω. Ἐκεῖ τὴν πῆγαν δεμένη καὶ φιμωμένη,
γιὰ νὰ μὴ μιλῇ καὶ πῆ καμμιὰ λέξη: «Παναγία μου».
«Χριστέ μου». Γι᾿ αὐτοὺς κάτι τέτοιο, ἦταν μαχαίρι
στη καρδιά ! Καὶ δὲ τὄθελαν ! Μόνο τῆς ἔλεγαν φοβέρες
καὶ ἀπειλές, γιὰ νὰ τὴ παιδεύουν ! Τελευταῖα τῆς
δήλωσαν :
— Ἐδῶ θὰ σ᾿ ἀφήσουμε. Θὰ σὲ χτίσουμε. Νὰ πεθάνῃς ἐδῶ καὶ νὰ μὴ βρεθῇ οὔτε τὸ κοκκαλάκι σου !
Κι' ἄρχισαν νὰ τὴ χτίζουν. Τὶ νὰ κάμη τώρα ἡ δισμοιρη ἡ Όλγα ; Τί ἄλλο, ἀπὸ «νοερή προσευχή»,
στὸ κίνδυνό της ! Κρίνετε τὴ θεία Δύναμη τῆς «νοερῆς προσευχῆς», ποὺ καὶ σήμερα πολλοί, πρὸ πάντων «ἀσκητές», ἁγιάζουν, χρησιμοποιώντας την, ἀνά... «πᾶσαν ώραν».
Καὶ τώρα, μὲ τὴ βοήθεια που ζήτησε, μὲ τὴ σκέψη της, εἰδοποιεῖται ἀστραπιαῖα, ἡ πνευματική της Μητέρα-Κατίνα Βασιλάκη-στὸ Ρέθεμνο, μὲ ὄνειρο ! Σὰ σὲ συναγερμό
ξυπνά κι' ἐπικαλεῖται μὲ τὴ σειρά της, τη Μυριοκεφαλίτισσα Παναγία, νά. . . . τρέξη !
Κι' ἔγινε. Καταφθάνει. Η Ολγα τὴ βλέπει σα σκιά, να διώχνῃ τοὺς τύραννους «ξορκισμένους». Εὐθὺς τῆς παρουσιάζεται καί τή καθησυχάζει, σα  Μάννα πονετικιά, ἡ Μεγαλόχαρη! Τέλος τὴν εἰδοποιεῖ,
πὼς θὰ τὴ βγάλη ἀπὸ κεῖ, μόνο να βγάλῃ καὶ ν᾿ ἀφήσῃ ἐκεῖ, τὴ «παντόφλα», τοῦ δεξιού της ποδαριού.
Ἡ πάμπτωχη Όλγα, διαμαρτύρεται διακριτικά. – «Ξυπόλητη, Παναγία μου, θὰ περπατῶ, ποὺ δὲν ἔχω ἄλλες
οὔτε παπούτσια ! Κι' αὐτὲς μοῦ τὶς ἔστειλε προχθές, ὁ θεῖος
μου ὁ Καμαριανάκης, ἀπὸ τὰ Χανιά, τῆς μαμᾶς μου ὁ ἀδελφός ! »Ναί, τὰ ξέρω ὅλα καὶ θέλω νὰ τοῦ κάμω «σημείο»,
νὰ μὴ λέῃ, πὼς ἔχεις «νεῦρα» καὶ ν' ἀπιστῆ στὰ «δεινά» σου. Ἔγιναν ὅλα κι᾿ ἡ Ολγα βρέθηκε πάνω στη κορυφή, σὲ μικρὸ πλάτωμα, πού βρίσκονταν τρεῖς βοσκοί κι' ἔβοσκαν. Εκπληκτοι τὴ βλέπουν κι' αὐθόρμητα τὴ πλησιάζουν. Τὴν ἀναγνώρισαν ἀμέσως, ἀπ᾿ ὅσα ἄκουγαν γύρ᾽ ἀπὸ
τὄνομά της. Ἡ Ολγα σ᾽ ἐρώτησή τους, δὲ κρύβει τίποτα !
Τὴ πόνεσαν καὶ τὴ κάλεσαν στὸ μιτάτο τους, σὲ σπηλιά,
ποὺ τῆς πρόσφεραν γάλα. Η Παναγία, πού πάντα ἦταν
δίπλα, τῆς λέει :
Νὰ τοὺς πῆς, νὰ πᾶνε νὰ βροῦνε σχοινιά, νὰ δεθῇ
ὁ ἕνας τους κι' οἱ ἄλλοι δυό, νὰ τὸν κατεβάσουν ἀπὸ πάνω,
ὥς τὴν τρύπα, νὰ πάρῃ τὴ παντόφλα. Μόνο, ὅποιος κατεβῆ, νὰ κάμῃ τὸ Σταυρό του, γιὰ νὰ βοηθήσω κι᾿ Εγώ.
Ολα ἔγιναν ἀδιαμαρτύρητα, μὲ φόβο καὶ προθυμία
καὶ συγκίνηση θρησκευτική κι' ἔβγαλαν τὴ παντόφλα. Κι'
ἡ Παναγία, ξαναλέει :
Νὰ πάρουν τὴ παντόφλα κι' οἱ τρεῖς, νὰ κατέβουν
στα Χανιά, νὰ βροῦν τὸν Καμαριανάκη, νὰ τὸν ρωτήσουν,
ἄν γνωρίζη τὴ παντόφλα καὶ νὰ τοῦ ποῦνε, ὅσα ἄκουσαν
κι' ὅσα ἔγιναν στο Γκίγκιλο....
Ο θεῖος, Γιάννης Καμαριανάκης, στὰ ὅσα ἀκούει ἀπὸ
τοὺς βοσκούς, κλαίει σά μωροπαίδι, μετανοιώνει, πιστεύει,
σώζεται ! Ἡ γυναῖκα του κ. ᾿Αθηνᾶ, ποὺ μένει στὴν ὁδὸ Αποκορώνου 129 στην πόλη μας, παρακαλεῖται, σ' ὅσους θέλουν νὰ τὴν ἐπισκεφθοῦν καὶ νὰ τὴ ρωτήσουν, νὰ μαρτυρήσῃ. Εγώ πάλι μὲ τὴ σειρά μου, εὔχομαι στὸ κάθε δίσπιστο κι᾿ ἄπιστο, γιὰ ὕπαρξη «Εχθροῦ», νὰ ἐρευνήσουν και να γίνουν άνθρωποι θρησκευτικοί.


Διαβάστε γι' αὐτὸ τοὺς παρακάτω στίχους και μπάτε μέσα στις καρδιές, στην απέραντη
δυστυχία, στην ανείπωτη απελπισιά τους,
- Τότε και μόνο θα νοιώσετε, αὐτό πού πρέπει καὶ μᾶς νὰ ξεσηκώνῃ
κι' ἐγρήγορση παντοτεινὴ νὰ δίνῃ καὶ ν' ἀπλώνη.
Στήσαν παγίδα στο χωριό, πιαστηκαν οι δαιμόνοι
καὶ τυραννούσαν ένα κορμί, τώρα δεκάξη χρόνοι.
(Τὰ λέει γιὰ τὴν Όλγα),
«Δαίμονες φανερώθηκαν, σὲ πάμπολλα κορμάκια,
σκάδες τὰ ποτίσανε σὲ ὅλους τα φαρμάκια !
«Ἀπὸ τὰ τόσα βάσανα τὰ τόσα τυραννά των,
ελειώσανε καὶ χάθηκαν όλα τα σώματά των.
-Μὰ ἔχουν θάρρος στο Θεό, καὶ στὸ Χριστὸν ἐλπίδα,
Να ξαλειφθοῦν οἱ δαίμονες γιὰ νὰ σωθῇ ἡ παγίδα.
Καὶ στὴ Παρθένα Παναγιά, στον Τίμιο Σταυρό μας, να διώξουνε τοὺς δαίμονες να σώσουν το χωριό μας.
Νὰ σώσουνε τους χωριανούς ἀπὸ δαιμόνων χέρια, νὰ πέσουνε μὲ τὸ Θεὸ καὶ στοῦ Χριστοῦ τὰ ἔργα.
Καὶ νὰ πηγαίνουν στο᾽ ἐκκλησιές, νὰ κάνουν τὸ Σταυρό [μας,
νὰ προσκυνοῦνε τὸ Θεό, τὸν ᾿Ιησοῦ Χριστό μας.
—Νὰ πορπατοῦν στὸ δρόμο Του, ν᾿ ἀφήσουν τοὺς δαιμόνους,
ἀποὺ μᾶς ἐτσιτώνανε τόσους καὶ τόσους χρόνους.

Μὰ ἔφθασεν ή ώρα τους, ἦλθεν ὁ ξεβγαρμός τους,
μὲ τοῦ Θεοῦ τὴ Δύναμη, ἦλθ᾽ ὁ ξολοθρεμός τους.
-Εστειλ᾽ ὁ Θεὸς ἕνα κορμί και βρῆκε το Σταυρό μας,
δαιμόνων τὸ ξεγεννητὴ καὶ μᾶς τὸ λυτρωμό μας.
Καὶ τοὺς δικάζ' ἀλύπητα στὴ θάλασσα νὰ μποῦνεκαὶ ἕνα ἕνα τό κουκκὶ τὴν ἄμμο νὰ μετροῦνε.
Νὰ τὴ μετρήσουν δυὸ φορὲς καὶ νὰ τὴν ἀναλύσουν,
ἂν ἴσως καὶ προλάβουνε τὴ θάλασσα ν' ἀρχίσουν.
- Νὰ τὴ μετρήσουν καὶ αὐτή, ὅπου νὰ μὴν ἀδειάζουν
ποτέ, νὰ βροῦνε τὸν καιρὸ τὸ κόσμο νὰ πειράζουν.
Νὰ μείν᾿ ὁ κόσμος λέφτερος ἀπὸ τὶς τυραννίες,
νὰ γίνωνται Χριστιανοὶ νὰ πηαίνουν στις ἐκκλησίες.
«Καὶ νὰ δοξάζουν τὸ Θεό, τὸν Ἰησοῦ Χριστό μας,
τὴ Παναγιὰ Παρθένα μας, τὸν Τίμιο Σταυρό μας.
Νὰ σέβωνται τὶς ἑορτὲς καὶ τὶς Σαρακοστές μας,
τὴν Κυριακὴ νὰ πηαίνουνε ὅλοι στὶς ἐκκλησιές μας.
-Τότε θὰ στείλῃ ὁ Θεός, ὅλα τὰ ἀγαθά Του,
σὰ σέβωνται οἱ Χριστιανοί, τὸ Μέγα Ονομά Του.
Στὶς τρεῖς τ᾽ Οκτώβρη στὴ μισή, Σάββατο μεσημέρι,
ἐπῆρε δρόμο ἀπ᾽ ἐδῶ, τὸ ξορκισμέν᾽ ἀσκέρι.
—Εἰς τὰς ὀκτὼ τ᾽ ἀπόγεμα βρισκότανε πνιγμένοι,
μὲ τοῦ Θεοῦ τὴ Δύναμη, στὴ θάλασσα ριγμένοι.
-Τώρα θὰ γιάνουν τὰ κορμιά, θὰ ἐλευθερωθοῦνε
καὶ νέες μέρες φωτερὲς θὰ δοῦνε νὰ ΧΑΡΟΥΝΕ.
Ἔτσι τραγουδᾶ ἡ λαϊκὴ μοῦσα, ἡ «εὐθυκρισία» καὶ τὸ διακριτικό «ποιητικὸ πνεῦμα» τοῦ Λαοῦ, τὰ περιστατικὰ καὶ τ᾽ ἀπίθανα γεγονότα. Κι' ἐρωτᾶται :
Ναί ! Τέλειωσαν ἐκεῖνα ! Ἔγιαναν τα κορμιά ! Λεφτερωθήκανε ὅλοι. Τώρα βλέπουνε μέρες φωτερὲς οἱ Κεραμειανοὶ καὶ χαίρονται. Μὰ ὥς τόσο, εἶν᾿ αὐτὸ πέρα ὡς πέρα ἀληθινό ; ; ;

Γίνεται ἀπ᾿ τοὺς «ἀπογόνους», αὐτὸ ποὺ οἱ «πρόγονοι» ὅλος ὁ Λαός, «ὁ παθὸς καὶ γιατρός» συνιστᾶ καὶ συμβουλεύει ; Δηλαδή. «Τὸ θέλημα τοῦ Θεοῦ ;» «Τὰ θρησκευτικὰ καθήκοντα ; » «Να σέβωνται τίς ἑορτὲς καὶ τὶς σαρακοστές μας, τη Κυριακή νά πηαίνουνε ὅλοι στίς ἐκκλησιές μας ; » Γίνονται ξαναρωτῶ ; Γιὰ νὰ λέμε μὲ σιγουριά, ὄχι μόνο οι Κεραμειανοί, μὰ ὅλοι μας, πώς
είμαστε λεύτεροι καὶ άτρωτοι καὶ φυλαγμένοι, ἀπ' τὸ παμε
πόνηρο «Εχθρό, κ Μακάρι όταν έτσι. Λοιπόν; ; Ἡ ἀπάντηση βγαίνει ξεκάθαρα ἀπ' ὅσα έγιναν και γίνονται.
Τὴ λέει ὁ Σωτήρας μας, ὁ Χριστὸς καὶ τὴ ξαναγράφω :
-Αγρυπνεῖτε καὶ προσεύχεσθε, ἵνα μὴ εἰσέλ
θητε εἰς πειρασμόν.


ΚΕΦΆΛΑΙΟΝ Ε
ΤΑ ΠΑΘΗΜΑΤΑ ΑΣ ΓΙΝΟΥΝ ΜΑΘΗΜΑΤΑ


  Εἶταν ἄδικος ὁ κόπος κι' ἐμένα που γράφω καὶ σᾶς
ποὺ μὲ διαβάζετε, σὰν ὅλα τὰ παίρνομε επιπόλαια, γιὰ
τὴν ἱστορία, γιά περιέργεια, «γιὰ νὰ περνᾶ ἡ ὥρα», χωρὶς νὰ μᾶς σὲ συγκινοῦν, δίχως νὰ μᾶς διδάσκουν. Ανάγκη,
γι' αὐτό, σήμερα νὰ κάνουμε λίγες χρήσιμες σκέψεις. Τὰ γεγονότα ἐντονώτερα θὰ συνεχιστούν. Εἶναι ἀπειρα. Πρέπει
νὰ φτάσουν ὡς τὸ «γλυτωμό», τῶν Κεραμειανῶν. Μὰ ἐπειδὴ αὐτὸς ὁ γλυτωμός, χρωστᾶται στὴ «ΔΥΝΑΜΗ ΤΟΥ
ΘΕΟΥ», ἄς ἐξετάσουμε νὰ βροῦμε, μὲ ποιά «πολιτική». Τι εἴδους πρέπει νάναι ἡ «διπλωματία». Καὶ τί «δαιμόνια πνεύματα», πρέπει νἆν᾽ αὐτοί οἱ διπλωμάτες, ποὺ θὰ καταφέρουν να κερδίσουν, αὐτὴ τὴν «ὑπερδύναμη», αὐτὴ τὴ
«συμμαχία», γιὰ νὰ τὴν ἔχουν ἀποκοῦμπι, σὲ καλὸ καὶ σὲ κακό. Σὲ πόλεμο καὶ εἰρήνη. Σὲ ἔχθρα καὶ φιλία. Σὲ βυσσοδόμους Συμμάχους κι᾿ εἰλικρινεῖς φίλους. Σὲ Κίσσινγκερ καὶ ξορκισμένους.
Μὰ εἶναι πολὺ ΑΠΛΟ. Ολα τα παραπάνω, κατὰ καιροὺς τὰ δοκιμάσαμε, μέσα στα 150 χρόνια, ἀπ' τὴν ἀπελευθέρωσή μας καὶ δῶθε καὶ μὲ τὸ «παραπάνω». Τὰ ἀποτελέσματα τὰ εἴδαμε. Τὰ ξέρομε. Τὰ ζοῦμε. Καὶ σήμερα, πάλι
ἀπ᾿ τὴν «ἀρχή». Κίνδυνοι. Αβεβαιότητα. Κοροϊδίες. Απειλές. Κατάφορες, ἀδικίες και «τράβα κορδέλλα». Ὁ ΔΥΝΑΤΟΣ όμως ποὺ λέμε καὶ ποὺ θὰ μᾶς καταδείξῃ, τὴν «ΥΠΕΡ-


ΔΥΝΑΜΗ» του, σὰν ἡ ΙΣΤΟΡΙΑ τοῦ ῾Ελληνισμοῦ, δὲ δίδαξε σὰ καὶ τοὺς Εβραίους μια φορά, μᾶς τό λέει αὐτὸ ἀπαλά, τοὺς Ἕλληνες, τοὺς «ἀγνώμονες», τους «σκληροτράχηλους»,
-Μή πεποίθατε ἐπ' ἄρχοντας ἐπὶ υἱούς ἀνθρώπων, οἷς οὐκ ἔστι σωτηρία.
— Ἐὰν τὰς ἐντολάς μου τηρήσητε, τὰ ἀγαθά
Κι' ἂν κάμετε τὸ ξανάστροφο,--όπως γίνεται στὴν ἐποχή μας, στις μέρες μας, «μάχαιρα ὑμᾶς κατέδεται».
Λόγια σταράτα, ντόμπρα, γιομάτα «δύναμη» κι' ὑπευθυνότητα, ποὺ γίνονται και ξαναγίνονται, σὰν ὁ ἄμυαλος θνητὸς «παραπαίει», ὅλο καὶ πιὸ πολὺ «ἀποστατεῖ», ἐκτροχιάζεται. . . . .
Μὰ ποιός, ἐπὶ τέλους, μᾶς τὰ λέει αὐτά; Θὰ ρωτήσῃ ἴσως ὁ ἀφελής ! Μᾶς τὰ λέει, φίλοι μου, ὁ ΘΕΟΣ μας, που τὸν ξεχάσαμε. Ὁ Κύριος του Σύμπαντος, ποῦ τὸν ἀρνηθήκαμε, μὲ τὴν «ὑπερμόρφωση» καὶ τὸ «ἀνώτερο πνεῦμα, ποὺ μᾶς φυσιώνει καὶ μᾶς ξεγελᾶ. Ο Ποιητής και Πλάστης μας, ποὺ τὸν περιφρονοῦμε, μὲ ἔργα καὶ λόγια, μ' ἀπείθεια καὶ «ξετσιπωσιά».
Μᾶς τὰ λέει ὁ Πατέρας μας, ποὺ σὰν τὰ κακαναθρεμμένα καὶ πεισματάρικα παιδιά, τὸν ἀποστρεφόμαστε, τὸν πε-λριγελοῦμε, ὅπως καὶ σήμερα τα παιδιά, τους «γέρους», τοὺς γονεῖς. Γιὰ σκεφτεῖτε τοὺς Κεραμειανούς τότε, σ᾽ ἐκείνη τους τη τραγική θέση! Στὴν αἰχμαλωσία καὶ τὴ τυραννία τους ! Στη δυστυχία καὶ τὸ ξεκληρισμό τους.
Στοὺς ὁμαδικοὺς ἀνεπιθύμητους ὁλοφάνερους «δαιμονισμούς» τους ! Αν ἔλεγαν τὰ ἴδια ! Αν πίστευαν τὰ ἴδια !
῎Αν δὲ κατάφευγαν, ἀδύναμοι ὅπως ἦταν, ταλαιπωρημένοι, ταπεινωμένοι, στὸ ΔΥΝΑΤΟ ! Όμως έκαναν τὸ «πρέπον» καὶ σώθηκαν ! Τη Θεία Δύναμη χρόνια καὶ χρόνια, μὲ πίστη ἐπικαλιόντουσαν ἀπεγνωσμένα καὶ κάποτε τοὺς ἄκουσε.
«Ο Θεός ἀργεῖ μά δέ λησμονεί», πιστεύει ὁ Λαός.


Κι' αὐτὸ ἔγινε καὶ θὰ τὸ δοῦμε. Θά τό γράψουμε. Θὰ τὸβθαυμάσουμε. Μὰ ὡς τόσο καιρός «τά παθήματα», νὰ μᾶς γίνωνται «μαθήματα». Αὐτό ἀπαιτεῖ ἡ λογική, σὰ δὲ χάθηκε. Τοῦτο μαρτυρᾶ ἡ Ἱστορία, σὰ δὲ ξεχνιέται καὶ δὲ διαστρέφεται. Ο « Εχθρός» και τότε και σήμερα καραδοκεῖ, ἐπιτίθεται, κάνει ἀσταμάτητα τη «δουλειά» του. Και δουλειά του εἶναι ἡ «καταστροφή» μας. Το «ξεπούλημά μας». Ἡ «ἐπιβολὴ» τῆς ἀνελέητης κυριαρχίας του, διὰ τῶν ὀργάνων του, στοὺς ἀνθρώπους. Καὶ τὸ πετυχαίνει κάθε μέρα καὶ πιὸ πολύ. «Πολιτισμό» τοῦ 20οῦ αἰῶνα, διαλαλεῖ τη νίκη του. «Χειραφέτηση», τοὺς ὁραματισμούς του. ᾿

Αθεΐα,ἀπιστία, αἵρεση, εἶναι τὸ τρισάθλιο θέλημά του. Καὶ μεῖς τὸ δεχόμαστε, τὸ «βλογοῦμε». Τὸ κάνομε, μὲ «καύχησης,βίωμα. Μᾶς τὸ σερβίρει φανταχτερὰ καὶ μ᾿ ἀξίωση καὶ μεῖς τυφλὰ καμαρώνομε καὶ τοῦ φωνάζουμε «ζήτω». Γινόμαστε ἀπερίσκεπτα οἱ «δοσίλογοι», σὰν ἐκείνους τῆς κάθε «δεινῆς» ἐποχῆς κι᾿ ἀθέμιτα καυχησιολογοῦμε. Ξεχνοῦμε τὸ τέλος, τοῦ κάθε τέτοιου «κτήνους» κι᾿ ἀνύποπτοι θανατηφόρα χαριεντιζόμαστε. Κάθε μέρα βαλτοὶ κι᾿ ἀνίκανοι σὲ ἀντίσταση, ὑποκύπτομε.


Ἔτσι γίνεται κάθε τόσο καὶ μ᾿ ὅλους τοὺς δικτάτορες, τοὺς τύραννους, τους καταχτητές. Τοὺς «κουμπάρους» τοῦ Διαόλου, ποὺ τοῦ δώθηκαν ὁλόσωμα καὶ ὁλόψυχα, μὲ συμφωνία νὰ τούς. ... . βοηθᾶ. Καὶ τοὺς βοηθᾶ ὁλοφάνερα.
«Κουμπάρε» τοῦτο ! Ναί! «Κουμπάρε» κεῖνο ! Αμέσως.


Καὶ μᾶς ἐκμεταλλεύονται καὶ τοὺς εὐχαριστοῦμε. Μᾶς καταδυναστεύουν καὶ τοὺς καλολογοῦμε. Μᾶς γιομίζουν μὲ ψέματα κι᾿ ἀπάτες καὶ τοὺς χειροκροτοῦμε. Κάποτε ποὺ θὰ φθάσῃ τὸ τέλος τους καὶ θὰ καθίσουν στὸ ἐδώλιο τοῦ κατηγορουμένου, γιὰ νὰ πληρώσουν, ξαναφωνάζουν του «κουμπάρου». Βοήθεια ! Κι' ο σαδιστής «ἄρχοντας», καγχάζοντας τοὺς δείχνει τὴν ἀποθήκη μὲ τὰ «παλιοπάπουτσα», γιὰ νὰ τοὺς βεβαιώσῃ, πὼς ὅλ᾽ αὐτὰ τὰ παπούτσια, τὰ «χάλασε», γιὰ νὰ τοὺς φέρῃ μ' ἀσφάλεια, σ᾿ αὐτὸ τὸ σημεῖο, στἡ «κρεμάλα».


Ιστορίες παραστατικὲς τοῦ Λαοῦ μας εἶν᾿ αὐτές. Μὰ κρύβουν μεγάλη αλήθεια. Είναι βγαλμένες ἀπ' τὴ κοινωνική ζωή μας, ποὺ τὴ κατευθύνει, ὁ κυρίαρχος ἄρχων, ὁ σαδιστης «Εχθρός». Επεκτείνετε τώρα, όλ᾽ αὐτὰ καὶ στὴ πνευματα  ἐπαναλαμβάνονται. Τα σκηνικά, μ' ἄλλα πρόσωπα, αλλά τὴ ζημιά μας, το χαμό μας το παντοτεινό. Κι' οι Ιστορίες ζουν. Ἡ μιὰ ἐποχή, διαδέχεται τὴν ἄλλη, πρός τό χειρότερο κι' ο κυβερνήτης «Εχθρός», ἐπαιρόμενος, μὲ τὸ δίκιο του, καταρτίζει τα νέα του σχέδια, γιά τό τελικό του «θρίαμβο», ποὺ εἶναι, ἡ ὁλοκληρωτική εξαφάνιση, τοῦ δοκησίσοφου ἀνθρώπου, τοῦ ὑπερφίαλου, τοῦ ἀρνητή, τοῦ ἄθεου μωροῦ θνητοῦ. Ναί ! Γιατί, «εἶπεν ἄφρων ἐν τῇ καρδίᾳ αὐτοῦ. Οὐκ ἔστι Θεός ! ! ! » «'Ο ἔχων ὅμως οὖς, ἀκουσάτω τί τό πνεῦμα τοῦ Θεοῦ λέγει ταῖς ἐκκλησίαις»........


Κι᾿ αὐτὸ ποὺ βλέπω καὶ σᾶς τὸ δηλώνω μὲ πόνο, μὰ καὶ μ᾿ ἀποτροπιασμό, εἶναι πως στις σχέσεις καὶ τὴ διαβίωσή σας, παρατραβήξατε τὴ καταστροφή σας καὶ στὸ σύνολο τῶν βλέψεων κι᾿ ὁραματισμῶν σας, δές τε το καὶ σεῖς, πώς: «Οὐ γὰρ εἰσιν αἱ βουλαί μου ὥσπερ αἱ βουλαί ὑμῶν. Οὐδ᾿ ὥσπερ αἱ ὁδοὶ ὑμῶν, αἱ ὁδοί μου. ᾿Αλλ᾿ ὡς ἀπέχει ὁ οὐρανὸς ἀπὸ τῆς γῆς, οὕτως ἀπέχει ἡ ὁδός μου, ἀπό τῶν ὁδῶν ὑμῶν καὶ τὰ διανοήματα ὑμῶν, ἀπό τῆς διανοίας μου».
Μὰ ὅλ᾽ αὐτὰ ξεκάθαρα ἐξηγοῦνται: Θέλομε ΛΕΥΤΕΡΙΑ ; Ας ἐμβαθύνουμε, στὰ παραπάνω διαφωτιστικά λόγια, τοῦ Ἡσαΐα. Θέλομε ΑΝΕΞΑΡΤΗΣΙΑ; Ας ἐμπιστευόμαστε τὸ ἀτομικό, μὰ καὶ τὸ ΕΘΝΙΚΟ μέλλον μας, στο ΔΥΝΑΤΟ. Θέλομε ΣΩΤΗΡΙΑ ; Ας ἀγωνιστοῦμε, τὸν ἀγῶνα τόν «καλό», τὸν εὐλογημένο, γιὰ νὰ μὴ παθαίνουμε «ΕΝ ΚΡΥΠΤΩ», όσα οι Κεραμειανοί πάθαιναν στα «ΦΑΝΕΡΑ». Ας θυμούμαστε ἀξέχαστα, πως ὁ «Εχθρός», ἀκοίμητος παραμονεύει.
Δές τε τὸ Μαθητὴ τῆς ΑΓΑΠΗΣ, που πονεί για το χαμό
Μὰ κι' οἱ ἄνθρωποι τοῦ Θεοῦ, ἀκούραστα διαμαρτύρονται μας, πῶς μᾶς ξυπνά, τί μᾶς λέει :Παιδιά μου. Ἐσχάτη ὥρα ἐστί και καθώς
ἠκούσατε ὅτι ὁ ᾿Αντίχριστος ἔρχεται καὶ νῦν ἀντίχριστοι πολλοί γεγόνασιν».
Φαίνεται πὼς ὁ Ἰωάννης, μιλεῖ ἀποκλειστικά γιὰ τὶς μέρες μας ! Κι' ἐξηγεῖ :
Ὅποιος ἔχει ἐλπίδα στὸ ΔΥΝΑΤΟ, «ἁγνίζει ἑαυτόν» καὶ τότε «ὁ πονηρός οὐχ ἅπτεται αὐτοῦ». ῎Αρα γε θὰ φιλοσοφήσουμε καμμιά φορά, πῶς θὰ διώξουμε ἀπὸ κοντά μας τὸν «Εχθρό», ποὺ θὰ τὸν γνωρίσουμε στη συνέχεια ἀκόμα πλειὸ καλά, κι' ἔτσι ν' ἀγκαλιάσουμε τον «Παντοδύναμο Θεό», γιὰ τὸ καλὸ τὸ γενικό, μὰ καὶ τὸ «γλυτωμὸν τὸ δικό μας ; Ας το ξαναποῦμε :
«Ὁ ἔχων οὖς, ἀκουσάτω τί τὸ πνεῦμα λέγει
τοῖς πᾶσι». ᾿Αλλά : «Τοῖς φρονίμοις ὀλίγα. . . »



ΚΕΦΑΛΑΙΟ Ι
Η ΑΡΧΗ ΤΟΥ ΤΕΛΟΥΣ ΤΟΥ ΚΑΚΟΥ


Φαίνεται ξάστερα, πὼς ἔφτασε πλειὰ ἡ ὥρα, ποὺ τώρα κι' 80 χρόνια περίμεναν οἱ «ἀνεύθυνοι» Κεραμειανοί,
Πολλὰ ἦταν τὰ ᾿Εθνικά γεγονότα, που γέμιζαν ἀπὸ καιροῦ σὲ καιρό, μὲ ἀνεκλάλητη χαρά, το Κρητικό Λαό.
Επαναστάσεις, πόλεμοι, Νίκες, Βενιζέλος, Θέρισσο, Ακρωτῆρι. 1864–1905-1912-13.
Μὰ ἕνας ἀριθμὸς βουνίσιων παλληκαριῶν, δὲν ἔχει τὴ δύναμη, νὰ συμμετάσχῃ, ὅσο θάθελε, ἀπερίσπαστα, μέσα στὶς ἐκδηλώσεις αὐτές. Ήταν οἱ Κεραμειανοί.
Αὐτοὶ εἶχαν τὴ δικιά τους ἐπιπρόσθετη         τραγική, τὴν ἀπαίσια ! Εἶχαν, τὴν δεινότερη «κατοχή»σκλαβιά, τὴ αἰώνων βοηθῶν».
Ακόμα : Απαιδευσία, ἀγραμματοσύνη, μαυρίλα, φρούτα τῆς Τούρκικης σκλαβιᾶς, σε κατάμαυρος πέπλος, σκέπαζαν τοὺς πάντες κι᾿ ὁ φόβος τώρα, ὁ διαβολικός, διάχυτος, ἐπεδείνωνε το μεγάλο «κακό» ἦταν ἀνύπαρκτη.

Δεινὴ ἡ θέση ὅλων, σὰ κάποτε καὶ τὸν Προφητάνακτα Δαβίδ, ποὺ σὲ παρόμοια κρίσι του. ώμολογοῦσε :
— Ἐγὼ δὲ πτωχός εἰμί και πένης. Ο Θεός
βοήθησόν μοι. Βοηθός μου καί ρύστης μου εν συΚύριε. Μή χρονίσης.
Μὴ ἀμφιβάλλετε, πὼς μὲ τὸ δικό τους τρόπο, αὐτὰ ξεστόμιζαν ἀσταμάτητα κι' οι πολύπαθοι Κεραμειανοί, ἐπιζητώντας σ᾽ ἀτέλειωτες προσευχές, τὸ «ἔλεος» τοῦ Θεοῦ. Κι' ὁ Θεὸς ποὺ βλέπει, παρακολουθεῖ, λυπᾶται, ἀκούει, ἀργεῖ, μὰ δὲ λησμονεῖ. Δές τε πῶς προετοιμάζει καὶ τώρα τη συντόμευση τοῦ τέλους τοῦ «κακοῦ», γι᾿ ἀνακούφιση τῶν παιδιῶν Του ! Γιά 400 χρόνια, ἦταν ἡ διαταγὴ τῶν καλογέρων, «τῶν ἀντιπροσώπων τοῦ Θεοῦ», νὰ ἐκδικῆται τὴν «κλεψιά», ὁ ᾿Εχθρός ! ! ! Ὑπ᾿ εὐθύνη τους, ἔκαμαν τὸν «ἀφορισμό». Αλλο ποὺ δὲν ἤθελε ὁ Ἐχθρός κι᾿ ἄρχισε το χορό του, μὲ κεφι. Πέρασαν 80 χρόνια μαρτυρικά, γιὰ τοὺς Κεραμειανούς, μὰ τόσα χρόνια, ἦταν στιγμές δευτερολέπτων, γιὰ τὸν Αἰώνιο, ποὺ χίλια ἔτη γιὰ Κεῖνο, εἶναι «ὡς ἡ ἡμέρα ἡ ἐχθές ἥτις διῆλθε». ΔΕΝ ἄργησε λοιπὸν ὁ Θεὸςννὰ ἐπέμβῃ ! Καὶ νἆτε πῶς :
Στο χωριό, Ὄρος Ρεθύμνου, ζοῦσε τότε ἡ εὐσεβὴς οίκογένεια, τοῦ ᾿Αντωνίου καὶ τῆς Αἰμιλίας Κοτζαμπασάκη.
Ἔχουν ένα 5άχρονο κοριτσάκι, την Κατίνα. Εἶναι ἡ ἀείμνηστη μάννα τῶν συμπολιτών μας, συνταξιούχων, Μανώλη Βασιλάκη αυτοκινητιστοῦ καὶ Νίκου Βασιλάκη, ἀξιωματικοῦ τῆς Πυροσβεστικής Υπηρεσίας Χανίων.



Αὐτὸ τὸ 5άχρονο κοριτσάκι, ή Κατίνα, παίζει ἀνύποπτο στὸ κῆπο τους, με συνομήλικό της κορίτσι. Ἐκεῖ στὰ χώματα, βρῆκε ἡ Κατίνα, ένα «Χρυσό Σταυρό ! » Τον τρέχει στὴ μάννα της, την Αιμιλία, γιὰ νὰ μάθουν, στὸν ύπνο τους, τὸ ἴδιο βράδυ, πώς ὁ Σταυρός αὐτός, εἶναι «κτήμα» τῆς Κατίνας, ποὺ θὰ τῆς τὸν μεταβιβάσουν, μόλις γίνει 7 χρονώ. Ακολούθησαν ὁδηγίες, για «προσοχή». Προσευχές, νηστείες, ἀκοίμητο καντήλι, ἐκκλησιασμός κ. τ. δ., θρησκευτικὲς ἐκδηλώσεις, ὁλόκληρης τῆς θεοφοβούμενης οίκογένειας.


Όλα γινόντουσαν ἀπαράβατα κι' ἡ οἰκογένεια βρίσκονταν, ὑπὸ τὴ σκέπη καὶ τὴν καθοδήγηση τοῦ Χριστοῦ, δι᾿ ὀνείρων, στὴ κάθε περίπτωση τῆς ζωῆς, ὅλων τῶν μελῶν της. Στα 18 της χρόνια, ἡ Κατίνα, παίρνει τὴν ἄδεια, νὰ παντρευτῇ. Εκαμε 12 παιδιά, ποὺ ἔζησαν χριστιανικά, μὲ φόβο Θεοῦ καὶ τὴν εὐλογία Του. Ἀπ᾿ αὐτὰ εἶναι, ὁ Μανώλης κι᾿ ὁ Νίκος στα Χανιά, που προανάφερα. Ἡ Γαλάτεια, ἡ Μαρία κι᾿ ἡ Σταυροῦλα στο Ρέθεμνο κι᾿ ὁ ᾿Αντώνης στὴν ᾿Αθήνα. Τὰ ἄλλα πέθαναν. Πενήντα τεσσάρων χρονῶν εἶναι τώρα ἡ ἀείμνηστη Κατίνα καὶ παίρνει τὴν τελευταία Διαταγή :
—"Αντε, Κατίνα, παιδί μου, νά πᾶμε, στα Κεραμειά, πού ἔχομε δουλειά!!»
Κι' ἡ Κατίνα, μὲ τὸν «Τίμιο καί Ζωοποιό Σταυρό» της καὶ μὲ συνοδὸ τὸ Χριστό, καταφθάνει στα «χειμαζόμενα» Κεραμειά ! Εἶναι τοῦτο, «ἡ ἀρχή του τέλους τοῦ κακοῦ! » Τρία χρόνια ἡ Κατίνα, «δυναμικά» πλειά, παλαίβει μὲ ἑκατομμύρια δαίμονες ! Γίνεται ὁ φόβος κι᾿ ὁ τρόμος τους ! Ακούει σ᾽ ἀντίδραση βρυσιές, ἀπειλές, ἀνακοινώσεις. Αντὶς τοῦ ὀνόματός της, δίνουν καὶ παίρνουν, ἀπ᾿ τοὺς δαίμονες, τὰ κοσμητικὰ ἐπίθετα :
-«Χοντρή, Χοντρέλα, Ξυδοβάρελο, Σκύλα», ἦταν τὰ συνηθισμένα.
Μπροστὰ στὴ «θωριά», τοῦ Τιμίου Σταυροῦ, οι δαίμονες ἐξαφανίζονται. Φάνηκε πλειὰ ολοφάνερα, η Δύναμη, ποὺ τοὺς ἐξωλόθρευε κι' οἱ ἄνθρωποι, πιάστηκαν ἀπ᾽ Αὐτην ἦταν τὸ «ξεψύχημα» τοῦ Ἐχθροῦ ! 'Αμύνονταν ἀπεγνωτή, σὰ σανίδα σωτηρίας ! Αυτά τα τρία τελευταία χρόνια, ἀπίθανες περιπτώσεις, κλεψιές, «κρυφοκαμώματα», ποὺ δὲσμένα, οι σκοτεινοί δαίμονες και πιεζόμενοι μολογοῦσαν, μπροστά τους. Κι' ένα σημαντικό : Ποτέ, μα ποτέ δὲν τολμούσε κανένας «ένοχος», τώρα πιά, να παρουσιαστή ἀνάμεσα στοὺς χωριανούς. Σὲ ὀρθολογιστή αμερικανό, χωριαγαν «κάτι», ποὺ μποροῦσε νὰ φέρη διχόνοια ή σκοτωμό, ποὺ τὸν ἔκαμαν, ἄναυδο καὶ «σταυροκοπούμενο», να λαδωθή, εἶπαν «πλυμένα κι᾿ ἄπλυτα», μ᾿ ὀνόματα και χρονολογίες, καὶ νὰ φύγῃ. Σὲ παπᾶ περίεργο, που βρέθηκε κοντά τους και
ποὺ τὸν ὑποδέχτηκαν θριαμβευτικά, τό ρώτησαν: «Αν ἦταν καλό, τὸ λαδάκι τῆς ἐκκλησίας, ποὺ ἔκλεβε μὲ τὸν ἀδελφό του ! »




ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΙΑ
ΟΙ ΚΗΡΥΚΕΣ 




Εἶναι ἀνθρώπινο, στὸ «ζόρι» του ὁ θνητός, νὰ θυμᾶται τὸ Θεό. Οπως καὶ πάλι εἶναι ἀγνωμοσύνη καὶ ἀφροσύνη του, στη χαρά του, στὴν ἡσυχία του, στὰ πλούτη του, νὰ Τὸν ξεχνᾶ, νὰ «καυχησιολογῇ» καὶ νὰ πηγαίνῃ ἔτσι κατά «Διαόλου».
Ας τὰ κρατήσωμε αυτά, σὰ δίδαγμα, γιατί σ' ὅλους συμβαίνουν, γι᾽ αὐτὸ καὶ τὰ χρειαζόμαστε, σὰ μάθημα. Και ρωτῶ : 'Αραγε ποιὸς Κεραμειανός, μ' ὅσα γίνονται, εἶναι τώρα κακός, ἀντίχριστος, ἄθεος, ὀρθολογιστής, αἱρετικός; ΚΑΝΕΝΑΣ. Ἀπ᾿ ἐναντίας. Ὅλοι θρησκεύονται. Ὅλοι προσεύχονται. Όλοι νηστεύουν ἀχάλαστα, ὅλες τὶς σαρακοστές τους, ἀκόμα καὶ τὶς Τετάρτες καὶ Παρασκευές. Κανένας ἄθρησκος ἢ ἅπιστος ἤ ἄλειτούργητος ! Πόσο στ' αλήθεια, θάλλαζε ἡ ζωὴ τοῦ ἀνθρώπου, σὰ κρατούσαμε γερά τη «Πίστη» μας κι' εἴχαμε «επαφή», μὲ τὸ πονετικό μας Πατέρα, το Θεό !
Βέβαια στὴν ἀνάγκη του, ὁ χριστιανός πιστεύει, παρακαλεί, προσεύχεται. Μ' αὐτὸ δὲ λέει και πολλά, σα σ' όλο τὸν ἄλλο, τὸν πολύ καιρό, ἀδιαφορεῖ, δὲν ἐκκλησιάζεται, δὲ
θυμᾶται τὸν Εὐεργέτη του, δὲ διδάσκει μὲ λόγια και παράδειγμα, τα παιδιά του ! Μᾶς ξεφεύγει πώς κι αὐτὸ εἶναι «δάκτυλος» τοῦ Σατανᾶ. Τὸ φωνάζει ἄλλως τε ὁ ἴδιος, μὲ τὸ ἀπαίσιο στόμα τοῦ δηλωμένου ἀντιπροσώπου του, τοῦ Σπένσερ, ποὺ πρότρεπε φανατικά τους ὑποτακτικούς του :
«Νὰ ἐπιφέρωμεν σύγχυσιν εἰς τὸ θέμα τῆς προσευχῆς, γιὰ νὰ στερεωθῇ ἡ τυπική, ἡ μονομερής, ἡ ἀδρανής προσευχή, στὴ δυναμικὴ χριστιανική φάλαγγα, γιὰ οὐδετεροποίηση τῆς θελήσεως τῶν χριστιανῶν. Νὰ λένε. Τὶ νὰ κάμωμε; !
Ας προσευχηθοῦμε μήπως καὶ καταφέρωμε τοῦτο ἤ ἐκεῖνο! »
Βλέπετε σχέδια, διαβολικά πέρα ως πέρα, γιὰ νὰ φεύγωμε, ὅσο πιὸ πολύ, ἀπ᾿ τὴν ἐκκλησία μας καὶ τὸ Θεό !
Στις περιπτώσεις μας ὅμως τά πράγματα, μὲ τὰ γεγονότα ἀλλάζουν. Ἐδῶ οἱ Κεραμειανοί, ποὺ τἄζησαν, δὲ μποροῦν νὰ τὰ ξεχάσουν. 

Ἐδῶ οἱ ἴδιοι οἱ «δαίμονες», γίνονται
«Κήρυκες». Ἔτσι τοὺς λένε ! «Κήρυκες» ! Τοῦτο κι᾿ ἐκεῖνο εἶπαν οἱ «Κήρυκες». Νᾶτε γιατί, μέχρι και σήμερα πολλοί, δὲ χάλασαν τὶς νηστείες τους. Σκεφθῆτε τη «δεινή» θέση
τῶν Δαιμόνων, ν᾿ ἀναγκάζωνται νὰ συμβουλεύουν τὸ κόσμο, στὸ «καλό ! » Μέσα στη μαυρίλα, στὴν ἀγραμματοσύνη, στὴ Τούρκικη σκλαβιά, πού λείπουν οἱ σοφοί Δασκάλοι, οἱ Πνευματικοὶ Ηγέτες, πιέζεται ὁ ἐχθρὸς νὰ φωτίσῃ, νὰ διδάξῃ, νὰ παροτρύνῃ τοὺς ἀνθρώπους, να πιστεύουν στο Μεγάλο «Καπετάνιο», το Θεό ! Θαυμάσετε, μαζί μου,
τή Θεία Δύναμη καὶ τὴν ἀγάπη τοῦ Θεοῦ γιὰ τὸν ἄνθρωπο, γιὰ τὴ ψυχικὴ σωτηρία του.
Τώρα, στ' ἀλήθεια, βγαίνει, ἀπ' τὸ πικρό γλυκύ. Οπου νἆναι θὰ μιλήσουν κι' οἱ «πέτρες», σὰν ὁ ἄνθρωπος, μάλιστα ὁ σημερινός, προτιμᾶ νὰ σιωπᾶ καὶ ν' ἀμφιβάλλῃ,καὶ κάποτε «δίκαιης Κρίσης». 

Μίλησε καὶ πάνω σ' αὐτὸ  στὸ κάθε τι, που αναφέρεται στο «ὑπὲρ πέραν», στη μετά θάνατον ζωή, στην ύπαρξη Θεοῦ καὶ «Πνευματικού Κόσμου» Χριστός, κάποτε που οι Φαρισαῖοι τοῦ ζήτησαν, νὰ πῆ στὸ Λαό, νὰ μὴ φωνάζουν, νὰ μὴ τὸν «παινοῦν», νὰ μὴ τὸν δοξάζουν, ἔστω κι᾿ ἂν ἔβλεπαν τὰ θαύματα, πού ἔκανε ὁΧριστός, στοὺς πονεμένους κι' ἀνείμπορους ἀνθρώπους !



Σ' αυτές τις απαιτήσεις τοῦ «νάνου» και μοχθηροῦ ἀνθρώπου, ὁ Κύριος ἀπάντησε : Και
«ἐάν οὗτοι σιωπήσωσιν, οι λίθοι κεκράξονται». Ας τ᾿ ἀκούσωμε κι' ἐμεῖς,
ποὺ μὲ τὸν ὀρθολογισμό σήμερα καὶ τὴν ἀμφιβολία μας, «βαρᾶμε τὸ δικό μας τό βιολί», πεισματικά ἀμετανόητοι, ἔστω κι᾿ ἂν ἀκοῦμε γιὰ τοῦτο τὸ «θαῦμα» ἤ βλέπομε κεῖνο τὸ «ὑπερφυσικό».
Μ᾿ ἂς παρακολουθήσουμε τοὺς «δαίμονες», σὰν «Ιεροκήρυκες» !
Ογδόντα χρόνια ἁλώνιζαν ἀνενόχλητοι, σὰν ἀφεντικάκαὶ παντοδύναμοι κυρίαρχοι, οἱ Εχθροί. Τώρα όμως ἡ«σκιὰ» τοῦ Μεγάλου Καπετάνιου διαφαίνεται. Στὸν ἄμεσο κίνδυνό τους, οἱ «δαίμονες» φαίνονται, τρόπον τινά, νὰ «ἐκλιπαροῦν», «ἵνα μὴ ἐπιτάξῃ αὐτοῖς εἰς τήν ἄβυσσον ἀπελθεῖν», σὰ καὶ τότε στὰ Γάδαρα. Καί...διδάσκουν, προτρέπουν, ὁρμηνεύουν. σὰ τοὺς συντηρητικοὺς παπποῦδες, τὰ ἐγγόνια τους. Θέλουν κοντολογῆς, νὰ ξεσωμαρίσουν, γιὰ τὰ ὅσα ἔκαναν καὶ ν' ἀποσείσουν τὴνεὐθύνη, σὰ τὴν Εὔα στὸ Παράδεισο. «Δε φταίω εγώ. Ο ὄφις μὲ ἠπάτησε». Ἔτσι φαίνεται, νὰ θέλουν νὰ ποῦν κι' οἱ πονικόβλητοι «Δαίμονες».
«Δὲ φταῖμ᾽ ἐμεῖς. Οἱ παπάδες σου, μᾶς ἔβαλαν ἀπάνω». Σὲ τέτοιες κρίσιμες ὧρες καὶ τέτοιες, εἶναι ὅλες οἱ μέρες,ποὺ τώρα περνοῦν, διδάσκουν μὲ γλυκύτητα, νὰ μὴ βλαστημοῦν, νὰ μὴ μαλώνουν, νὰ μὴ κλέβουν, ν᾿ ἀγαπᾶνε ὁ ἕνας τὸν ἄλλο, γιὰ νὰ τοὺς ἀγαπᾶ ὁ Θεός. Σὲ μιὰ τέτοια διδαχτική ώρα, ἀναπάντεχα γιὰ τοὺς πολλούς, καταφθάνει ἀπ᾿ τὰ Χανιά, ὁ Μανώλης ᾿Αλατσάκης, θεῖος τῆς Όλγας, θεοφοβούμενος καὶ πονετικός. Τον καλωσώρισαν με γλυκόλογα μὰ καὶ τὸν αἰφνιδίασαν, μὲ τοῦτα τὰ λόγια :
Ἐσὺ εἶσαι καλός, μὰ ὁ ἀδελφός σου, ὁ Μιχάλης, εξω και δικός μας, γιατὶ ἔκαμε μιὰ ἁμαρτία κι᾿ ἂν δὲν μετανοιώση, νὰ τὴν ἐξομοληθῇ, νὰ συχωρεθῇ, θὰ τοῦ πεθάνουν σὲ μια ώρα, δυό του παιδιά !

ΚΕΦΆΛΑΙΟ IB'
ΘΑΝΑΤΟΣ ΣΕ ΜΙΑ ΩΡΑ ΔΥΟ ΑΔΕΛΦΩΝ
ΑΠΟ ΑΜΑΡΤΙΑ ΓΟ Ν Ε Ω Ν
Οἱ «Κήρυκες» στα Κεραμειά, διδάσκουν δυναμικά : Δὲν ἀστειεύονται. Οὔτε καὶ κοροϊδεύουν. Καὶ τὸ ξέρουν ὅλοι αὐτό. Νά, γιατί «ρουφοῦν», τὰ λόγια τους τὰ θεϊκὰ καὶθέλουν νὰ τὰ ἐκτελοῦν, ὅσο πιὸ πιστὰ μποροῦν, γιὰ τὸ καλό τους.
Αὐτὸς ἦταν ὁ λόγος, ποὺ κι᾿ ὁ Μανώλης ὁ ᾿Αλατσάκης, ὁ μουσαφίρης ἀπ᾿ τὰ Χανιά, ποὺ κάθεται καὶ σήμερα στὴν ὁδὸ Σελίνου 109, στη Νέα Χώρα, αἰφνιδιάστηκε καὶ δὲ ξανάκαμε καλή καρδιά, στὸ ἄκουσμα, πώς ὁ ἀδελφός του, ὁ Μιχάλης, ἦταν δικός τους, γιὰ μιὰ ἁμαρτία ποὺ ἔκαμε. Κι ὄχι μόνο αὐτό, τὸ τραγικό, «πὼς ἔχασε τὴν ψυχή του», καὶ πώς γιὰ τιμωρία, «θὰ τοῦ πεθάνουν δυό του παιδιά, σὲ μιὰ ὥρα!
Είδηση τρομακτική για το Μανώλη, το μεγαλύτερο, τὸ προστάτη ἀδελφὸ καὶ τοῦ ἀείμνηστου Μιχάλη, τοῦ οἱκογενειάρχη, ποὺ ἔμενε στὸ Κούμ-Καπί, στα Χανιὰ καὶ τοῦ ἀείμνηστου επίσης Παναγιώτη, ποὺ ἔμενε στὴν Παναγιά, στὰ Κεραμειά.
Καὶ νὰ ξέρουν ὅλοι, πὼς ὁ Μιχάλης, ἦταν ὁ καλύτεεος ἄνθρωπος, τῶν Κεραμειῶν. Θεοφοβούμενος, ἀγαπητός, Εξυπηρετικός, καλόκαρδος, ἥσυχος, καλός Χριστιανὸς καὶ ψάλτης».
Μὰ δὲ λένε ψέματα οι «Κήρυκες !»
Νά, γιατὶ ἦταν «σφαγμένος» ο Μανώλης, άκεφος σ' ὅλη τή βραδυά, ἀμίλητος. Δὲν ἔβλεπε τὴν ὥρα, να γυρίσῃ στα Χανιά, νὰ βρῆ τὸν ἀδελφό του, νὰ μιλήσῃ, νὰ ἐξηγηθῇ, νὰ μάθῃ. . . .να πη...

Πέμπτη τῆς Διακαινησίμου, ἦταν ἡ ἀξέχαστη μέρα της τῆς Δημοτικῆς μας ᾿Αγορᾶς, σκεφτικός. Ο Μιχάλης  Ανέβαινε για δουλειά του, τα δυτικά σκαλάκια και συναντά τον κουμπάρο του, Γιάννη Μαντωνανᾶ κι᾿ ἄλλο ἕνα, κάθονταιστοῦ Ψιλλάκη τὸ μαγέρικο, τρῶνε ἀγκινάρες με κρέας και «κουτσοπίνουν». ᾿Απὸ κεῖ βλέπουν τὸ Μανώλη νὰ περνᾶ καὶ τρέχουν νὰ τοῦ φωνάξουν, πιὸ πολύ, γιὰ νὰ μάθουν νέα ἀπ᾿ τὰ «Κεραμειά». Ἦταν βλέπετε τὰ Κεραμειανά, τὰ νέα τῆς ἡμέρας !
Γυρίζει ὁ Μανώλης, μπαίνει στὸ μαγέρικο, χαιρετᾶ καὶ πρὶν νὰ κάτσῃ, ἀπαντώντας σ᾽ ἐρώτησή τους, γιὰ «χαμπάρια», λέει στὸν ἀδελφό του, αὐστηρά :
-Τί ἔκαμες ἀδερφέ μου κι᾿ εἶπαν οἱ κήρυκες, πὼς εἶσαι δικός τους ;
Χά ! Χά ! Χά !! Μπίζει τὰ γέλοια ὁ Μιχάλης καὶ βλέποντας τοὺς ἄλλους συμπληρώνει :
—Δὲ σᾶς τἄλεγα ᾽γώ ; Πῆγε ὁ ἀδερφός μου στα Κεραμειὰ-δείχνοντάς τον-καὶ τὴ ψούνισε κι᾿ αὐτός !!!
Οπως βλέπετε, δὲ πίστευε ὁ Μιχάλης, σὰ καὶ τὸ Καμαριανάκη, μά κι᾿ ἄλλους πολλούς, στά ὅσα γινόντουσαν στά Χωριά τους.
Στὰ εἰρωνικὰ λόγια τ᾿ ἀδερφοῦ του ὁ Μανώνης ντροπιάστηκε, «τσατίστηκε» κι᾿ ἀντὶ ἄλλης ἐνέργειας, ἀφήνει τὴ καρέκλα και . ... φεύγει. Πῶς νά τούλεγε τὸ σοβαρότερο,πὼς θἄχανε σὲ μιὰ ὥρα, τά δυό του παιδιά, ἂν δὲ μετάνιιωνε.
᾿Απὸ τὴν ἀποφράδα κείνη μέρα, ὁ Μανώλης παραπονεμένος καὶ πάντα ἀμίλητος, θυμᾶται τὰ λόγια το ἀδερφοῦ του καί . .. σφάζεται. ῎Αθελά του σιγοκλαίει, σὰ μένει μόνος και,... περιμένει το «κακό».
...
Τόπαν οἱ Κήρυκες !! Πέρασαν 5-6 μήνες καὶ μιὰ βραδυά, λίγο πρὶν καθίση νὰ φάῃ, χτυπᾶ ἡ πόρτα. Ηταν ὁ ανηψιός του, ὁ Δημήτρης, τοῦ Μιχάλη τὸ παιδί. Λίγο βραδύγλωσσος ποὺ ἦταν, προσπαθεῖ νὰ τοῦ πῆ, πὼς ἀρρώστησε ἡ ΚΑΤΙΝΑ τους καὶ νὰ πάῃ στὸ σπίτι τους.
Φύγε. Δὲν ἔρχομαι !
Ἡ γυναῖκα του, ποὺ δὲν ξέρει τίποτα, τὸν μαλώνει, σὰν ἔφυγε τὸ παιδί .... Λίγο πριν πλαγιάσουν, γιὰ ύπνο, ἡ πόρτα ξαναχτυπᾶ. Ηταν πάλι ὁ Δημήτρης, γιὰ νά τοῦ πῆ, πώς αρρώστησε κι᾿ ὁ ΓΙΩΡΓΟΣ τους καὶ νὰ πάῃ. Εἴπαμε πὼς ἦταν ὁ προστάτης τους. Ο θεῖος περισσότερο σκαιός, ἀπότομος, ξαναδιώχνει τὸ παιδί. Ἡ γυναῖκα του τώρα ἀγανακτεῖ καὶ στὰ καφτά λόγια της πάντοτε  ἀμίλητος ὁ Μανώλης, κάμπτεται, ντύνεται καὶ φεύγει. Δὲν πῆγε στὸ σπίτι τ᾽ ἀδερφοῦ του ! Τὶ νἄκανε κεῖ ! Πῆγε στὸ φαρμακεῖο τοῦ Σκουλᾶ. Ἐκεῖ βρῆκε δυὸ γιατρούς, τῆς κλινικῆς τοῦ Πεντάρη, τοὺς ἀείμνηστους Στρατῆ Γεωργιλαδάκη καὶ ᾿Αντώνη Μελισσᾶ.
Σηκωθεῖτε τοὺς λέγει. Στο τάδε μέρος, εἶναι δυὸ παιδιὰ ἄρρωστα. Πηγαίνετε νά δῆτε τὶ ἔχουν ! . . . Παράμεινε κεῖ, γιὰ νὰ μάθῃ σὲ λίγο πώς ἔχουν, «διπλῆ περιπνευμονία ! » Πλήρωσε ὁ Μανώλης, γιατρούς και φάρμακα καὶ τἄστειλε μὲ τὸν ἀνηψιό, που παράγγειλε στούς γιατρούς, νὰ τὸν φέρουν γυρίζοντας.
Πῆγε γιά ὕπνο, ἥσυχος τώρα ὁ Μανώλης, μὰ γιὰ νὰ τὸν ξυπνήσῃ, λίγο μετὰ τὰ μεσάνυχτα, ὁ ἴδιος ὁ Μιχάλης καὶ νὰ τοῦ ἀναγγείλη, πώς «πέθαναν καὶ τὰ δυό του παιδιά» καὶ νὰ πέσῃ λυπόθυμος χάμω.
Γιά τὶς δυὸ κηδείες παρακαλεῖται ὁ πρόεδρος τοῦ Δημοτικοῦ Συμβουλίου Χανίων, φίλτατος κ. Περικλῆς Μ. Καιλαϊτζάκης, νὰ ὁμολογήσῃ ὅσα ξέρει.
Τὴν αἰτία τοῦ «κακοῦ» ἔμαθε ὁ Μανώλης, στα 40 τῶν παιδιῶν, τὸ ἀπόγεμα, ἐκεῖ στό Νεκροταφείο του 'Αγίου Λουκᾶ. Προχώρησαν οἱ συγγενείς, ποὺ ἔφευγαν γιὰ τὸ χωριό «Παναγιά», πρός τούς τάφους τῶν μικρῶν κι᾿ ἔμειναν ΜΟΝΑ, τὰ δυὸ ἀδέλφια !
Ἐκεῖ τᾶπαν «ὅλα», γιὰ νὰ βασανιστῇ ὁ Μιχάλης, νὰ θυμηθῇ τὴν «ἁμαρτία», νὰ τὴ μάθη κι᾿ ὁ Μανώλης ανηψιός του, ὁ Δημήτρης, τοῦ Μιχάλη τὸ παιδί. 
Πήγαιναν τασιμάρηδες, στην Τῆνο, το Δεκαπενταύγουστο, ὁ Μιχάλης μὲ τὴ γυναίκα του. Ἐκεῖ στὸ πλοῖο πρὸς Πειραιά «ἁμάρτησαν» ! Γιά νά ξαναμαρτήσουν καιβστὸ νησί τῆς Μεγαλόχαρης κι᾿ ἄλλη κι᾿ ἄλλη φορά !
Ναί! Αὐτὸ ἦταν κι' ἔγινε δικός τους κι' ἔχασε δυό του παιδιά, γιὰ τὴν ἀξομολόγητη ἁμαρτία του... ποὺ τὴν πρωτόπαν οι Κήρυκες... και μποροῦσε νὰ προλάβῃ . . . . ἄν πίστευε.
...


KEΦΑΛΑΙΟ ΙΓ
Ο ΜΗΤΡΟΠΟΛΙΤΗΣ ΧΑΝΙΩΝ ΣΤΑ ΚΕΡΑΜΕΙΑ



Εἶναι ὁ πρῶτος χρόνος, ποὺ ἔγινε Μητροπολίτης στα Χανιά, ὁ ἀείμνηστος ᾿Αγαθάγγελος Ξηρουχάκης. Μιὰ ὁλόκληρη περιφέρεια, χειμάζεται ἀποδεδειγμένα, ἀπὸ χρόνια, ἀπ᾿ τὸν ἀόρατο ἐχθρό ! Ἔχουν πολλὲς φορὲς ἐξαποστείλει, τὸ «σῆμα κινδύνου», πρὸς τὴν Πόλι, πρὸς τὴν Ἐκκλησία, οἱ Κεραμειανοί, ἀλλ᾽ ἡ φωνή τους «πνίγεται», στὴ σκλαβιά, στὴν ἀνεμοζάλη, στην καταιγίδα, στὴν ἀμφιβολία, στην ἐνοχή, στὸ φόβο, στη χλιαρότητα, στὴν ἀπιστία. «Τοῦτο τό γένος οὐκ ἐκπορεύεται, εἰ μή ἐν προσευχῇ καὶ νηστεία», διαδηλώνει ὁ Θεάνθρωπος.
Ἴσως νὰ μὴ εἶχεν ἔλθη ἀκόμα καὶ ἡ «ὥρα τοῦ Θεοῦ». Στ' ἀλήθεια, «ἀνεξιχνίαστοι αἱ βουλαί τοῦ Ὑψίστου».
Όσο καὶ ὁλοφάνερη, ἡ ἔλλειψη ἁγιότητος, ἡ ἀπουσία «ἀκράδαντης Πίστης», ἀπὸ τοὺς πιστοὺς κι᾿ ἀπὸ τοὺς Υπεύθυνους». Όταν ὁ Κύριος, ἐλέγχει αυστηρὰ τοὺς ᾿Αποστόλους Του, διὰ τὴν «απιστία» τους καὶ τοὺς βεβαιώνει, πὼς θάκαναν ἀπίθανα «θαύματα», μέχρι να μετακινοῦν καὶ ὄρη, ἄν εἶχαν Πίστη, ὡς «κόκκον συνάπεως», τὶ νὰ λένε ὅλοι οἱ ἄλλοι, ὅσοι δὲ διακριθήκανε γιὰ ἀφοσίωση καὶ ἁγιότητα, οι πολλοί. Καὶ σήμερα, οι χλιαροί, οἱ ἀνίκανοι, οἱ ἄρνητές, οἱ συμμετέχοντες «εἰς τὰ ἔργα καὶ τὶς διδαχές τῶν
«ἀντιΝικολαϊτῶν» τῆς ἐποχῆς, οἱ κρατοῦντες ἀδιαμαρτύρητα, τις σημερινὲς «διδαχές Βαλαάμ» καὶ ὅλοι που μοιάζουν, μὲ
τὸν «Ἄγγελον» τῆς Ἐκκλησίας τῆς Λαοδικείας ποὺ ἔλεγε :
«Ότι πλούσιος εἰμί και πεπλούτηκα καί οὐδενὸς χρείαν ἔχω», γιὰ νὰ ἀκούσῃ αὐστηρά: «Οὐκ οἶδας ὅτι σὺ εἶ ὁ ταλαίπωρος καί ἐλεεινός καί πτωχὸς καὶ τυφλός και γυμνός». Τὶ νὰ λένε οἱ αντιπρόσωποι τοῦ Θεοῦ», σὰν ἀντικρύζουν, τις στρατιὲς τοῦ ἐχθροῦ, ποὺ κατακλύζουν γῆ καὶ ἀέρα, σὰ «ταῦροι κατάμαυροι», σὰ σκυλιὰ ἐξαγριωμένα, σὰ δράκοντες ἀποκρουστικοί, σὰ μπουμποῦροι ἐπιθετικοί . . . . κι᾿ αὐτοί, ἄοπλοι, ἀπαράσκευοι, ἀμφιρρέποντες, χωρὶς τὴν «πανοπλία τοῦ Θεοῦ», προσκαλοῦνται νὰ βοηθήσουν ἀδελφούς, μαστιζομένους καὶ κατατρυχομένους, ἀπὸ τοὺς ἀναρίθμητους «Εχθρούς ; » Σὲ ποιὰ Δύναμη, σὲ ποιὲς «Πλάτες», θὰ στηριζόντουσαν, γιὰ νὰ ἐκτοξέψουν, δι᾿ «ἁγίου στόματος», τις ἀτομοβόμβες τους, μὲ τὶς πυρακτωμένες διαλυτικὲς λέξεις :
«Φοβήθητι, φύγε, δραπέτευσον, ἀναχώρησον, δαιμόνιον ἀκάθαρτον καί ἐναγές ; Καταχθόνιον, βύθιον, ἀπατηλόν, ἄμορφον ! ; . .»
Βρισκόμαστε ὅμως στὸ Σεπτέμβριο τοῦ 1936, ποὺ τώρα καὶ 2-3 χρόνια, ἡ ἀείμνηστη Κατίνα, μὲ τὸ ζείδωρο δῶρο της, τὸν ΤΙΜΙΟΝ ΣΤΑΥΡΟΝ, καὶ τὴ χάρη τοῦ Θεοῦ, παλαίβει ἀπεγνωσμένα, νύχτα-μέρα καί . . . . νικᾶ. Όμως τὴν ὁριστικὴ Νίκη, πρέπει νὰ τὴ «φέρουν», οἱ ἁρμόδιοι, οἱ ἐντεταλμένοι, οἱ ἀντιπρόσωποι τοῦ Θεοῦ, οἱ «ρασοφόροι» μας. Καὶ καθ᾽ ὑπόδειξη «'Ανωτέρα», προσκαλοῦνται καὶ τώρα πλειά, «ἀποδέχονται τή πρόσκληση». Ο πολεμάρχος, ᾿Αγαθάγγελος Ξηρουχάκης, που μόλις ἦλθε ἀπὸ τὴν ἤρεμη καὶ πολιτισμένη Ευρώπη, σὰ Πρῶτος Πνευματικὸς Πατέρας, τῆς περιφερείας Κυδωνίας καὶ ᾿Αποκορώνου, ἀποτολμᾶ τὸ «δίλημμα» καὶ ἀποδέχεται, νὰ πάῃ στα «Κεραμειά». Μπροστὰ ὅμως στὰ γεγονότα, θέλει νὰ «ὁπλισθῇ ! »
Καταλαβαίνει, ἀπὸ τὶς ἀπίθανες περιγραφές, τί πρόκειται ν' ἀντικρύσῃ καὶ φρικιᾶ. Εἶναι τοῦτο, ένα διδακτικώτατο ἀναβάπτισμά του, στὴ «Πίστη» μας καὶ στὴν ἐμπειρία του, στὴ Δύναμη τοῦ Παντοδύναμου, πού εἶχε κληθῆ, ὑπεύθυνα πλειά, νὰ ὑπηρετήσῃ. Προετοιμάζεται λοιπόν. Προσεύχεται καὶ νηστεύει καὶ «ἁγνίζει ἑαυτόν», ἐπὶ 15νθήμερον.
Τὸ ἴδιο, ἀπαραίτητα, ζητᾶ κι' ἀπό τούς καλογήρους «σὰ διάδοχοι», τῶν πρό 200 ἐτῶν, «παρεκτραπέντων». τῆς Ἁγίας Τριάδος, που προσκαλεῖ νὰ τὸν ἀκολουθήσουν,
Εἶναι οἱ ἀείμνηστοι : Ἰλαρίων Κατσαφράκης Ηγούμενος,Ἱερεμίας Βαρουξάκης, Δαμασκηνός Λιονάκης, Ανανίας Ψαρουδάκης, ᾿Αθανάσιος ᾿Ατσαλάκης,Ἱερόθεος Κονταράκης
καὶ ὁ ἐπιζῶν Ἀρχιμανδρίτης, ἐφημέριος τοῦ ἱεροῦ Ναοῦ, εἰς τὸ Νεκροταφείο Ζωγράφου ᾿Αθηνῶν, π. Μελέτιος Καζάκος. Πῆγαν κι' ἀπὸ τὸ Γουβερνέτο, οἱ ἐπιζῶντες Πατέρες, Ἰωαννίκειος Μπασκάκης και Διονύσιος Βεκάκης και μαζί τους καὶ πολλοὶ ἄλλοι παπάδες. Σάββατο πρωί, στις 3.Οκτωβρίου 1936, ἔφθασαν ὅλοι στην Παναγιά καὶαὐτούς, ᾿Αρχὲς καὶ Λαός, ποὺ τὸν ἀνέβασαν σὲ ἑπτὰ χιλιάδες (ἀριθμ. 7.000) ψυχές.
Τὸ πρόγραμμα ἦταν, νὰ γίνῃ ῾Αγιασμός, εὐθὺς ὁ ἐξαφορισμὸς καὶ τέλος ἡ Θεία Λειτουργία. Ανάλογα μὲ τὶς ἐνέργειες αὐτὲς τοῦ Ἐπισκόπου Χανίων, δρᾶ καὶ ἡ ὑπεύθυνηστὰ Κεραμειά, Πνευματική τους Μητέρα, ἡ ἀείμνηστη Κατίνα Βασιλάκη. Μαζεύει κι᾿ ἐκείνη, ὅλους τοὺς ἀρρώστους της, κείνης τῆς ἡμέρας, 42 τὸν ἀριθμὸν καὶ τοὺς ξαπλώνει χάμω,.στὸν ἱερὸ Ναὸ τῆς Μεταμορφώσεως, στο Χωριό Παναγιά.
Τοὺς ἔχει δέσει ἀνὰ τρεῖς, μὲ τὴν ᾿Αγία Ζώνη και τους παλαίβει.
Οἱ «δαίμονες» τὴ φοβερίζουν, πὼς θὰ τῆς πάρῃ ὁ Ἐπίσσκοπος τὸν Τίμιο Σταυρὸ καὶ τὴ προτρέπουν, νὰ «φύγῃ»!
Κάποτε ἔφθασε ὁ Ἐπίσκοπος με τη συνοδεία του. Τώρα σύμφωνα μὲ τὸ λεγόμενο: «Αρχηγοῦ παρόντος, πᾶσα ᾿Αρχὴ παυσάσθω», ἡ κ. Κατίνα μαζεύει τα δικά της «άγιοτικὰ» καὶ σταματᾶ, πίσω ἀπ᾿ τὴ πόρτα τοῦ ναοῦ, προσευχομένη.
Οἱ ἄρρωστοι τώρα, ἐλεύθεροι καί. . . . «λυτοί». Ο Ἐπίσκοπος προχωρεῖ καὶ μπαίνει στὸ Ναό. Τί ὅμως ἀντικρύζει; Σαράντα δύο Δαίμονες ἀπειλητικούς, έτοιμους νὰ τοῦ χυμήξουν.... Καταφοβισμένος, βγαίνει ἔξω καὶ διακριτικά προφυλάσσεται ! Τί θὰ κάμη, ἄραγε; Στὶς ἀνείποτες σκέψεις του, ἴσως, να ... «φύγη», οι Δαίμονες χωρὶς ἀμφιβολία, πιεζόμενοι, τοῦ λένε, αὐτὸ ποὺ πρέπει νὰ κάμῃ, μὲ τὴ δική τους διάλεκτο :
-Τράε, ἂν δὲν ἐπιτρέψης στη Χοντρή, να σταθῇ δεξιά σου, δὲ θὰ σ᾿ ἀφήσουμε νὰ κάμης τίποτα.. .. Ἐμεῖς μόνο αὐτὴ φοβούμαστε. Μ' ἕνα της λόγο, θὰ μᾶς «στομοδέση».
Αμέσως, μιὰ ἄλλη ἄρρωστη, ἡ Ζωή Τσακάκη-σήμερα καλόγρηα, στὴν ἱερὰ Μονὴ Πευκοβουνογιατρίσσης στη Κερατέα Αττικῆς, μὲ τὸ μοναχικό ὄνομα, Οὐαλεντίνα Μοναχή ἔρχεται στὴ πόρτα καὶ λέει :
—Ἔλα, μωρέ, Τράε, νὰ σοῦ δείξω τὴ χοντρή, γιατί μὲ πιέζει ὁ Τίμιος Σταυρὸς καὶ θὰ τὰ πῶ. . . ὅλα !
Ὕστερ᾽ ἀπ᾿ αὐτά, ὁ Ἐπίσκοπος ἀποφασίζει καὶ μπαίνει μὲ προφύλαξη στο Ναό, γιὰ νὰ γνωρίσῃ καὶ τὴν Κατίνα καὶ νὰ πάρῃ. . . . θάρρος.
ΚΕΦΑΛΑΙΟΝ
ΤΑ ΥΠΕΡΦΥΣΙΚΑ ΦΑΙΝΟΜΕΝΑ
ΙΔ'
Ο Δεσπότης, ᾿Αγαθάγγελος Ξηρουχάκης, που βρίσκεται στὰ Κεραμειά, νὰ βοηθήσῃ τοὺς ἄρρωστους», μπαίνει στὴν Ἐκκλησία καὶ γνωρίζεται μὲ τὴ Κατίνα Βασιλάκη.
Συστήθηκαν καὶ ἡ Κατίνα τοῦ λέει :
Δέκα ἐννέα μερόνυχτα παλαίβω, Θεοφιλέστατε καὶ τώρα ποὺ ἤλθατε, τραβήχτηκα γιὰ ν' ἀναπαυθῶ, λίγο.
Κι' οἱ δαίμονες ουρλιάζουν :
–Σκύλα, γιατί λες ψέμματα, πώς θέλεις νὰ ξεκουραστῇς;
Κρύφτηκες, νὰ μὴ σοῦ πάρουν, τὸ Τίμιο Σταυρό ! Τρία χρόνια μᾶς πολεμᾶς καὶ τώρα λες πώς κουράστηκες ; . . .
Ὁ Δεσπότης τὴν καθησυχάζει, πώς δὲ τῆς παίρνει τὸν Τίμιο Σταυρό καί τὴ παρακαλεῖ νὰ βοηθήσῃ,  να «σώσουνε» τοὺς ἀνθρώπους !... Οἱ δαίμονες τώρα λένε, «κατ' ἐντολή τὶ νὰ κάμουν :
- Χοντρέλα, φόρεσε το Σταυρό στο λαιμό σου, μὰ ὅτι ἀξίζει τὸ δαχτυλάκι σου, δὲν ἀξίζουν ὅλοι τους καὶ νὰ σταθῇς στὴ μέση μας. Ο Δεσπότης κι' οι παπάδες, να μπούνε
στὸ ἱερό.
Μπαίνοντας στὸ ἱερὸ ὁ Δεσπότης, παρακαλεῖ.
– Ολοι νὰ κρατᾶτε τοὺς ἀρρώστους, νὰ μὴ μᾶς κάμουν τίποτε κακό...
Η Κατίνα, στη μέση τῶν ἀρρώστων, λέει στους ὑγιεῖς :
— Κανένα χέρι σας, δὲ θέλω νὰ ἐγγίζῃ τοὺς ἀσθενεῖς!
Τοὺς θέλω ἐλεύθερους ! Καὶ διατάζει :
– Δεθῆτε Θεόργιστοι, δεθῆτε Θεοκατάρατοι. Τα χέρια.σας νὰ ἑνωθοῦν, νὰ γίνουν ἕνα χέρι.
Ἔγιναν ὅλα . . . . Τὴν ἴδια στιγμή μπῆκαν ἀπὸ τὸ παράθυρο, «Τρία Περιστέρια». Τὸ Ένα λευκό, τὸ Ἄλλο λευκὸ μὰ στ᾽ ἁπλωμένα φτερά του, σχηματίζει μαύρους σταυρούς. Τὸ Τρίτο με χρυσᾶ φτερὰ καὶ χρυσῆ κορώνα στὸ κεφάλι. Μπῆκαν μαζί καὶ δυὸ καντινελίτσες-μικρά πουλάκια, μώβ καὶ πράσινο.-Ολα πετοῦσαν κατακόρυφα. Σὲ λίγο, τὰ Δυὸ Περιστέρια, βγῆκαν ἔξω καὶ κάθισαν στὸ καμπαναριό, βλέποντας τοὺς ἀνθρώπους. Ὅλοι τἄβλεπαν πλὴν
ἐλαχίστων. Κι' οἱ δαίμονες ἐξηγοῦν :
-Τα Τρία Περιστέρια, εἶναι ἡ ῾Αγία σας Τριάδα καὶ οἱ δυὸ καντινελίτσες εἶναι ἡ Παναγιά σας (ή μώβ) καὶ ἡ Ἁγία Βαρβάρα (ή πράσινη), ποὺ πάντα συμβαδίζουν. Εἶδες, Χοντρὴ κι᾿ ἄκουσες πολλά, ἀπὸ μᾶς τοὺς δαίμονες, μα τώραβλέπεις καί : «Τὰ Μεγαλεῖα τοῦ Θεοῦ σας». Τώρα θὰ παρουσιαστούν πολλές πεταλουδίτσες, ποὺ θὰ γιομίσῃ τὸ Χωριό. Ὅλοι θὰ τὶς δοῦνε. Ὅλες, είναι "Αγιοι. Ακόμη θὰ παρουσιαστοῦν καὶ τ' ἀδέλφια μας, στὴν αὐλὴ τῆς ἐκκλησίας, «μαῦροι μπουμπούροι». Νὰ βγῆς ἔξω χοντρὴ μὲ τὸ Σταυρό σου, νὰ τοὺς διώξης.
Ολ᾽ αὐτὰ γινόντουσαν κι' ἔξω ἀκούονταν, δυνατές οι φωνὲς τῶν φοβισμένων ἀνθρώπων, που οι «μπουμπουροι», έπεφταν καταπάνω τους, νὰ τοὺς στραβώσουν. Τὴν ὥρα αὐτὴ ὁ Δάσκαλος τοῦ χωριοῦ, ἀείμνηστος Χρήστος Τζεμπανάκης «πειράχτηκε» κι᾿ ἔμπηξε τις φωνές, ζητώντας βοήθεια, ἀπὸ τὴν κ. Κατίνα. Επενέβη ἐκείνη, βγῆκε ἔξω, έδιωξε  τοὺς μπουμπούρους, σταύρωσε τὸ Δάσκαλο καὶ τὸν πῆρε κοντά της, να γράφῃ τὰ γεγονότα. Κι' οι. δαίμονες προσθέτουν :

Τώρα θὰ μαζευτοῦν ὅλες οἱ πεταλουδίτσες, πάνω ἀπὸ τὴν Ἐκκλησία, γιατὶ ἐκεῖ θὰ γίνῃπρῶτα ΑΓΓΕΛΙΚΗΛΕΙΤΟΥΡΓΙΑ. Ὕστερα θὰ γίνῃ ἡ ἀνθρώπινη.
Τότε ἡ Κατίνα λέει στο Δεσπότη :
-Βάλετε ἀρχὴ νὰ γίνῃ ὁ ῾Αγιασμός.
᾿Ακολούθησε δυτατὸς «σεισμός». Τὸν ἄκουσαν ὅλοι. Τὰ δαιμόνια ἄρχισαν νὰ φεύγουν, ὅταν «ἠκούσθη ἐξ οὐρανοῦὡραιοτάτη εὐωδία», ποὺ ἔπιασε ὅλη τὴν περιφέρεια. Λέει ὁ Δεσπότης στοὺς παπάδες, νὰ βάλουν λιβάνι στὸ θυμιατό, ν᾿ ἀρχίσῃ τὸν ἁγιασμὸ κι' οἱ δαίμονες τοῦ φωνάζουν:
-Τράε, ὄχι τώρα λιβάνι, θὰ χαλάσῃς τὴ Θεϊκὴ εὐωδία !
Σὲ λίγο ! Ολα γίνονταν ὅπως τἄκουαν. Ἄρχισε κι᾿ ὁ
 Αγιασμὸς κι᾿ ὁ Δεσπότης παρακαλεῖ :
—Κατίνα, παιδί μου, βγάλε ἀπὸ τὸ λαιμό σου, τὸν ΤίμιοΣταυρό, νὰ γίνῃ ὁ ῾Αγιασμὸς καὶ πάλι θὰ σοῦ τὸν δώσω.
Οταν στὸ τέλος, ὁ Ἐπίσκοπος βούτηξε τρεῖς φορὲς στὴ λεκάνη τὸ Σταυρό, ψάλλοντας, μπῆκε τὸ Περιστέρι, μὲτὴ χρυσῆ κορώνα στο κεφάλι, στη λεκάνη καὶ βγαίνονταςράντιζε μὲ τὰ φτερά του, ὅλο τὸν κόσμο, μέσα κι᾿ ἔξω στὴν Εκκλησία. Κι' οἱ ἄρρωστοι φώναζαν :
-Καήκαμε-καήκαμε, φεύγομε φεύγομε.
Ο κόσμος ποὺ παρακολουθοῦσε, σταυροκοπιόνταν συνεχῶς.
Πῆραν τότε διαταγή, νὰ πᾶνε ὅλοι ἔξω, παπάδες, ὑγιεῖς καὶ ἄρρωστοι, ἐκεῖ ποὺ πρὸ 197 χρόνια, ἔγινε ὁ «Αφορισμός», νὰ συνεχιστῇ ὁ Αγιασμὸς καὶ ν᾿ ἀρχίσῃ ὁ «ἐξ-60 αφορισμός», Ἔγιναν ὅλα. Ἐκεῖ ἔξω κάποτε ὁ Ἐπίσκοπος θάλεγε :
Λύσε τὴν κατάρα Θεέ μου.
Θὰ τὸ ξανάλεγαν όλοι, προσευχόμενοι. ᾿Ακολούθησε ραγδαιοτάτη τοπική βροχή, ἐνῶ πρὸ ὀλίγων λεπτῶν, δὲν ὑπῆρχε οὔτε ἕνα συννεφάκι. Βροχή πρωτοφανής, ξαφνική,
ποὺ βάστηξε μισή ώρα. Διατάχτηκαν να μείνουν ὅλοι στις θέσεις τους. Βράχηκαν, μὰ στέγνωσαν κάποτε «υπερφυσικά».
Τὴν ἴδια ώρα διαβάζονταν ὁ «ἐξαφορισμός». Μετὰ τὴ βροχή, ἔμπασαν τοὺς ἄρρωστους στὴν ἐκκλησία καὶ στὸ διάστημα τοῦτο, εἶχαν ὅλοι στεγνώσει. Εμεινε ὅμως τελευταία
μιὰ ἄρρωστη.—Ηταν ἡ πλειό βαρυὰ ἀρρωστημένη, ἡ Ὄλγα Καντιλιεράκη, ποὺ γράψαμε γι᾿ αὐτή, σὲ προηγούμενα
κεφάλαια.—Η Ολγα τώρα, διατάχτηκε ἀπὸ τὸ Θεό, νὰ γυρίσῃ τρεῖς φορές, γύρω-γύρω ἀπὸ τὴν ᾿Εκκλησία, στὸ Χωριό, γιὰ νὰ τὴ δοῦνε ὅλοι. Και βέβαια, τὴν ἔβλεπαν ὅλοι, κατάπληκτοι ! Στὸ πρῶτο γύρο, τραβιόταν «ανάσκελα» μὲ τὴ πλάτη ! ! ! Στὸ δεύτερο, μᾶλλον «ἐπέτα», ἀνὰ 3-4 μέτρα, ἀπὸ χαράκι σὲ χαράκι, «μὲ τὸ κεφάλι». Τὰ πόδια της ἦταν ψηλά, πρὸς τὸν οὐρανό ! ! ! Καὶ στὸ τρίτο γύρο, σὰ καὶ τὸν πρῶτο, τραβιόταν ἀνάσκελα μὲ τὴν πλάτη ! ! ! Τέλος σταμάτησε ἔξω ἀπὸ τὴν Ἐκκλησία κι᾿ ὁ «Δαίμων»,
φώναξε δυνατά :
—Πῆτε στη Σκύλα τὴ Ρεθεμιανή, νἄρθη νὰ τὴ παραλάβη.
Η Κατίνα ποὺ εἰδοποιήθηκε, βγῆκε στὴ πόρτα, βλέπει τὴν Ολγα καὶ ρωτᾶ :
- Πόσα δαιμόνια τὴν πειράζουν ;
– Είμαστε 500 ἀπαντᾶ. ᾿Αλλ᾽ ἀπὸ τὴν ἀρχή, τώρα καὶ 16 χρόνια, τὴν ἔχομε πειράξει, πολλὰ ἑκατομμύρια δαίμονες. Δὲ μετρούμαστε.
ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΙΕ'
ΟΙ ΑΡΡΩΣΤΟΙ ΓΙΑΤΡΕΥΟΝΤΑΙ ΚΑΙ ΜΕΤΑΛΑΒΑΙΝΟΥΝ
Δὲ χρειάζεται νὰ εἰπωθῇ, ἡ ὑπέρμετρη ἔξαρση τῆς θρησκευτικῆς συνείδησης, τοῦ εὐσεβοῦς καὶ ἀγαθοῦ Λαοῦ μας, μπροστὰ στὰ καταπληκτικά και απίθανα υπερφυσικά γεγονότα. Ὅσο καὶ ἡ χωρίς αντίρρηση, παρουσία «περιέργων, μέσα στις πολλές χιλιάδες, που τουλάχιστον, στην αμηχανία τους νὰ ἐκφραστοῦν, θα . . . . «γελούσαν» ! Το
σκέφτομαι, φέροντας μπροστά μου, τα χρόνια τοῦ Χριστοῦ, ποὺ θάπρεπε, μπροστά στο Θεό, στα λόγια και στὰ ἔργα του, νὰ γινόντουσαν ομαδικά «λάτρεις» και φανατικοί οπαδοι ΕΚΕΙΝΟΥ, που «διὰ τὴν ἡμετέραν σωτηρίαν», κατα.δέχτηκε καὶ «εκένωσεν, ἑαυτόν», κατελθών πρὸς πάλην ἅδου.Μόνος» καὶ «λαβών, ἀνῆλθε, πολλὰ τῆς Νίκης σκύλα».
Ἐμεῖς, μὲ τὴ προσήκουσα προσοχὴ καὶ τὴ σώζουσα.κατάνυξη, ἂς παρακολουθήσουμε, τὴν ᾿Αγάπη τοῦ Μεγάλου Θεοῦ μας, στοὺς ἀνθρώπους καὶ τὴ παντοδύναμη οἶκονομία Του, μὲ ἔφεση, νὰ δοξάσωμε, νὰ εὐχαριστήσωμε καὶ νὰ ἐπικαλιούμαστε νύχτα-μέρα, τὸ Μέγα Ονομά Του, στὸ.τρικυμιῶδες διάβα τῆς ζωῆς μας, μὲ ἀφορμὴ τὰ πρωτάκουστα, ἀδιάψευστα γεγονότα μας ! Ὁ ἐχθρὸς πλειὰ βρίσκεται, στὶς τελευταῖες στιγμές του. Τὸ βλέπει και τρέμει !
Παθιέται καὶ ἀναγκάζεται και. . . . διδάσκει. Θἄπρεπε νὰ ὑπῆρχαν τότε, τὰ σημερινὰ μεγάφωνα, γιὰ νὰ τοὺς ἀκούῃ,ὅλο τὸ πλῆθος τοῦ Λαοῦ, πού βρίσκονταν γύρω καὶ ἔξω ἀπὸ τὴν Ἐκκλησία, τὶ ἔλεγαν, πῶς νουθετοῦσαν τὸ κόσμο, νὰ μετανοοῦν καὶ νὰ θρησκεύωνται. Ὡς τόσο, μέσα στὸν ἱερὸ Ναό, τῆς Μεταμορφώσεως τοῦ Σωτῆρος, γίνεται Δεσποτικὴ Θεία Λειτουργία καὶ διαβάζονται εὐχὲς τοῦ «ἐξαφορισμοῦ». Οἱ δαίμονες ὑποφέρουν καὶ κλαῖνε! Σὲ μιὰ
στιγμὴ τῆς Θείας Λειτουργίας, μιλοῦν κι᾿ αὐτοὶ τὸ πόνο τους καὶ λένε :
Φεύγομ᾽ ἐμεῖς οἱ πειρασμοί, οἱ βαρυοπληγωμένοι,
Ταχιαργαρὲ θὰ εἴμαστε στὴ θάλασσα πνιγμένοι.
-Τότε θὰ γιάνουν τὰ κορμιά, θὰ ἐλευθερωθοῦνε,
καὶ μιὰν ἡμέρα φωτερὴ θὰ δοῦνε νὰ χαροῦνε.
Τέλειωσε κάποτε ἡ Θεία Λειτουργία. Τότε λένε στὴ Κατίνα, ν' ἀνάψῃ μιὰ λαμπάδα καὶ νὰ Κοινωνήσῃ, πρῶτα αὐτή, ὕστερα νὰ κοινωνήσῃ, τα 12 παιδιά, πού εἶχε βαπτίσει καὶ μετά, έναν έναν τοὺς ἀσθενεῖς, ποὺ θὰ λευτερώνωνται ἀπὸ τοὺς δαίμονες καὶ θὰ τὴν πλησιάζουν ! !
Πολὺ μᾶς καίει αὐτὸ ποὺ σοῦ λέμε, μὰ σωτηρία σου, κ. Κατίνα! Πολύ μᾶς ἔκαψες, μ' αὐτό τό ἔργο πού ἀνάλαβες.
Ἐβγῆκες νικήτρια, νικήτρια, κορυφαία !
Τότε ἡ Κατίνα, διαμαρτυρήθηκε στὸν Ἐπίσκοπο, πώςδὲν ἐξομολογήθηκε. Κι' οἱ δαίμονες ἀπαντοῦν :
Δὲν εἶναι ἀνάγκη νὰ ἐξομολογηθῇς, γιατί ἄν ἦταν οἱ ἁμαρτίες σου, σὰ τὶς τρίχες τῆς κεφαλῆς σου, ἀφαιρεθήκανε κι' ὅλων τῶν ἀρρώστων. Μόνο να προσέξουν όλοι, μετά
τὴν Κοινωνία, ν᾿ ἀρχίσουν Νέα Ζωή. Γιατί :
— Ἐσὺ χοντρὴ μᾶς δίκασες στὴ θάλασσα νὰ μποῦμε !
Μ᾿ ἂν δὲν μετανοήσετε, ΠΑΛΙ θὰ ξαναβγοῦμε.
Κοινώνησε λοιπὸν ἡ κ. Κατίνα πρώτη καὶ τότε πλησιάζει κοντά της, ἡ πολύπαθη ΟΛΓΑ Καντιλιεράκη, κάνει μετάνοια, τὴ φιλεῖ καὶ τῆς λέει, μὲ ἄμετρη συγκίνηση :
–Ἡ Παναγία εἶναι ἡ Πρώτη μας Μητέρα καὶ σὺ εἶσαι.ἡ δεύτερη ! Ἔγινα καλά, αὐτὴ τὴ στιγμὴ καὶ πλησίασέμε νὰ κοινωνήσω !
Ο Δεσπότης, ποὺ τὴ βλέπει λερωμένη, μὲ λάσπες, χόρτα κι' ὅ,τι ἄλλο, ἔτσι ποὺ σέρνονταν πρὸ ὀλίγου μὲ τὴ πλάτη στὸ Χωριό, τῆς λέει, νὰ πάῃ νὰ καθαριστῇ καὶ νὰ
γυρίσῃ.
Η Ολγα κλαίει καὶ διαμαρτύρεται δυνατά, πώς 16 χρόνια ποὺ ὑπέφερε, εἶναι ἀπὸ τὸ Θεό, ἔτσι νὰ Κοινωνήσῃ.
Η Κατίνα, ποὺ ὡς τόσο τὴν ἀγγίζει, νὰ τῆς βγάλη λίγα χόρτα καὶ τὴν τινάζει, αυτομάτως καθαρίστηκε, σὰ.νἄβγαινε ἀπὸ τὸ σπίτι της, γιὰ τὴν Ἐκκλησία.
Τὸ φωνάζουν αὐτὸ οἱ δαίμονες τῶν ἄλλων, γιὰ νὰ δοῦν ὅλοι καὶ προσθέτουν :
Μωρή Όλγα, τί ἔκαμες τὰ ἑκατομμύριά μας; Καὶ.τώρα ἔχεις τοῦ Χριστοῦ σας τη μορφή, ἐνῶ πρὶν εἶχες τὴ δική μας !
Ἔτσι, ἄς ἔχῃ Δόξαν ὁ Θεός, ἔγιναν όλοι τους καλά !
Κοινώνησαν ὅλοι, ἕναςἕνας καὶ δόξαζαν ἀπὸ ψυχῆς, τὸν
Κύριον τῆς Δόξης.
«Εἴη τό "Όνομα Κυρίου εὐλογημένον, ἀπό τοῦ
νῦν καὶ ἕως τοῦ αἰῶνος».
Ἡ κ. Κατίνα τώρα Νικήτρια, μετὰ τὰ 19 μερονύχτια,
ποὺ πάλαιβε καὶ ποὺ ἔτρωγε μόνο ἀντίδωρο τὸ πρωΐ κι᾿ ἄν ἔπινε λίγο νερό, αἰσθάνθηκε τὴν ἀνάγκην ἀναπαύσεως !
Πῆγε λοιπὸν καὶ πλάγιασε, γιὰ νὰ κοιμᾶται συνεχῶς, τρία 24άωρα.
Αμα ξύπνησε βρέθηκε σε μεγάλο «γλέντι», ὅλων τῶν κατοίκων τῆς περιφερείας ! Τὸ συνέστησε ὁ Ἐπίσκοπος,.ἀείμνηστος ᾿Αγαθάγγελος Ξηρουχάκης. Εἶπε, πρέπει κάθε
χρόνο στὶς 3 τοῦ Οχτώβρη, να γιορτάζουν ὅλα τὰ Χωριά. Τὸ κάνετε σήμερα, ἀγαπητοί μου Κεραμειανοί ;
Μ᾿ ἀφοῦ τὰ ξεχάσατε σχεδὸν ὅλα ή βαρυέστε νὰ τὰ λέτε; Πάντως ἐγὼ σᾶς τὰ θύμισα καὶ σεῖς φροντίσετε νὰ.τὰ λέτε, σὲ κάθε εὐκαιρία. Γράψετε καὶ ὅ,τι ἄλλο, στὸ τετράδιο τῆς «Λαογραφίας» σας, γιὰ νὰ μαθαίνουν, ξένοι καὶ δικοί, τὶ θὰ πῇ «Διάβολος-Ξορκισμένος» καὶ ποιὰ εἶναι ἡ Δύναμη τοῦ Θεοῦ, ποὺ μᾶς προσκαλεῖ, νὰ τὴν ἀγκαλιάσωμε, μὲ τὸ φόβο τοῦ Θεοῦ, γιὰ νὰ μᾶς σκεπάζῃ αἰώνια.




Δεν υπάρχουν σχόλια: