Θυμάμαι
μια φορά που άκουσα έναν ιερομόναχο από τη μονή Πετσέρσκα-Πσκωβ να λέει
παραπονούμενος για τον γέροντα Αντριάν:
-
Να, περπατάω στο μοναστήρι, γύρω μου είναι όλα όμορφα και ήσυχα γεμάτα χάρη.
Μόλις βγαίνει από το κελί ο γέροντας Αντριάν ξεκινάει η φασαρία: Άλλοι αρχίζουν
να γαβγίζουν, άλλοι να ουρλιάζουν και άλλοι γρυλλίζουν. Είδατε τί ακαταστασία
προκαλείται! Και επισκέπτονται το μοναστήρι και ξένοι.
Στην
Λαύρα της Αγίας Τριάδας του Αγίου Σέργιου κατέφθαναν συχνά ξένοι. Τους έφερναν
εκεί για να πειστούν πως στην Ε.Σ.Σ.Δ. δεν υπάρχουν διώξεις εναντίον της
Εκκλησίας, καθώς έλεγε και το τραγούδι τους: «Εγώ δεν ξέρω άλλη χώρα όπου ο
άνθρωπος να αναπνέει τόσην ελευθερία». Και οι ξένοι, με τη σειρά τους, γεμάτοι
περιέργεια, ήθελαν να δουν αυτόν τον άγριο και σκοταδιστή λαό, που σε αντίθεση
με τη φωτισμένη Ευρώπη πίστευε ακόμη στον Θεό.
Έτσι
λοιπόν μια μέρα στην Λαύρα της Αγίας Τριάδας του Αγίου Σέργιου κατέφτασε μια
υψηλόβαθμη αμερικανική αντιπροσωπεία συνοδευόμενη από μέλη της κεντρικής
επιτροπής του Κομμουνιστικού Κόμματος. Όλα κυλούσαν κατά το σύνηθες. Οι
Αμερικανοί κοίταζαν με περιέργεια τους μοναχούς, όπως στα μουσεία κοιτούν τα
υπολείμματα ενός μαμούθ, σαν λείψανα του παρελθόντος. Τη στιγμή εκείνη βγήκε
από το κελί του ο γέροντας Αντριάν. Και μόνο με το σιωπηλό του πέρασμα, προσευχόμενος
με το κομποσχοίνι, δίπλα από μια υψηλόβαθμη Αμερικανίδα, εκείνη δαιμονίστηκε
και άρχισε να ουρλιάζει, να γρυλίζει και χωρίς να ξέρει καμιά λέξη στα ρωσικά
να βρίζει αισχρά:
-Παπά-Αντριανέ,
θα σε σκοτώσω! Σκοτώστε τον παπά!
Προκλήθηκε
σκάνδαλο. Ένα από τα πιο υψηλόβαθμα στελέχη της Κεντρικής Επιτροπής διέταξε με
θυμό:
-Πάρτε
αμέσως τον Αντριάν από ’δω! Να μη μείνει ούτε λεπτό εδώ!
Επίσημα
αυτή η διαταγή ακουγόταν κάπως έτσι: «0 π. Αντριάν να μεταφερθεί στη Μονή των
Σπηλαίων του Πσκωβ». Την περίοδο αυτή ήταν αρκετά άρρωστος, αλλά δεν του δόθηκε
η δυνατότητα ούτε να ετοιμαστεί. Οι δικοί του άνθρωποι τον έπαιρναν στο κατόπι
και τον παρακαλούσαν να δεχτεί την βοήθειά τους.
Έτσι
γινόταν πάντα. Δεν άφηναν τον γέροντα σε ησυχία ούτε όταν ήταν άρρωστος.
Κάποιες
Μοσχοβίτισσες μου διηγήθηκαν πως κάποτε του έφεραν μια ετοιμοθάνατη γυναίκα
ονόματι Νίνα, η οποία είχε καρκίνο στο τελευταίο στάδιο. Οι γιατροί είχαν
διαγνώσει πως θα πεθάνει πολύ σύντομα, Η γυναίκα αυτή τότε βρισκόταν μακριά από
την Εκκλησία και ο λόγος για τον οποίο ήρθε στον πνευματικό ήταν η απελπισία.
-Πάτερ,
πεθαίνω, του είπε κλαίγοντας. Σύντομα θα πεθάνω!
-
Τότε ας ετοιμαστούμε για το θάνατό σου, Νίνα, της απάντησε ο γέροντας!
Από
τότε πέρασαν τριάντα χρόνια και η Νίνα όλο και ετοιμάζεται για το θάνατό της.
Λέγεται ότι τώρα είναι μοναχή. Είναι δύσκολο να εκφράσεις με την ανθρώπινη
γλώσσα αυτό το μυστήριο της επιμήκυνσης της ανθρώπινης ζωής, αλλά ο άγιος
Εφραίμ ο Σύρος λέει: «0 θάνατος φοβάται να πλησιάσει αυτόν που δεν φοβάται το
θάνατο». 0 άγιος Αμβρόσιος της Όπτινα για να ενδυναμώσει τους πιστούς έλεγε: «0
Κύριος είναι μακρόθυμος. Σταματάει την ανθρώπινη ζωή μόνο όταν βλέπει πως κάποιος
είναι ήδη έτοιμος να περάσει στην αιωνιότητα ή όταν βλέπει πως δεν υπάρχει
καμιά ελπίδα να αλλάξει».
Με
την πάροδο των χρόνων ο γέροντας Αντριάν αρρώσταινε όλο και πιο συχνά. Να, τώρα
ακούγεται πως έχει πυρετό και πως ο γιατρός του απαγόρευσε να δεχτεί άλλους
πιστούς. Στην ουρά που περίμενε κόσμος για να τον επισκεφτεί άρχισε να προκαλείται
αναστάτωση όταν έκανε πάλι την εμφάνισή της η Λιντοτσίκα, η οποία ζήτησε να
γίνει δεκτή από τον γέροντα «μόνο για μια στιγμή».
- Μόνο πάνω από το πτώμα μου! λέει η Κάτια
φράζοντάς της το δρόμο.
- Εμείς ήρθαμε από τη Σιβηρία και δεν
μπορούμε να φτάσουμε στον γέροντα, αλλά εσύ; ξεσηκώνονται κάποιοι που είχαν
έρθει από τη Σιβηρία.
Η
Λιντοτσίκα όμως δεν υποχώρησε και χτύπησε το τζάμι του κελιού;
- Ακριβέ μου πατέρα, δεν με αφήνουν να σας
δω!
- Τι συμβαίνει, Λιντοτσίκα; τη ρωτάει ο
γέροντας Αντριάν βγαίνοντας στο χαγιάτι.
- Πάτερ, αγόρασα εισιτήριο για το λεωφορείο
αλλά δεν πήρα την ευλογία σας για να ταξιδέψω.
- Να επιστρέφεις το εισιτήριο και να πάρεις
το τρένο.
-Το
τρένο, γέροντα, επιμένει η Λιντοτσίκα, φτάνει στις έντεκα το πρωί και θ’ αργήσω
στη δουλειά! Η αφεντικίνα μου θα με φάει ζωντανή.
- Θα πας με το τρένο, διακόπτει την
συζήτηση ο γέροντας και στράφηκε προς τις ντόπιες γυναίκες, που περίμεναν
ευλογία για να αρχίσουν τη συγκομιδή.
Αλλά
για τις φρουτοσυλλέκτριες θα σας διηγηθώ πιο κάτω, τώρα ας τελειώσουμε με την
Λιντοτσίκα. Πράγματι αυτή έφυγε με το τρένο, εμπιστευόμενη την σοφία των Αγίων
Πατέρων που λέει: «Όπως ευλογήσει ο αββάς έτσι και να πράξεις». Και ευτυχώς που
υπάρχει αυτή η εμπιστοσύνη, επειδή το πρωί έφτασε η τρομερή είδηση: Το λεωφορείο
με το οποίο σκόπευε να ταξιδέψει η Λυδία χτυπήθηκε από ένα Καμάζ, ο οδηγός του
οποίου ήταν μεθυσμένος. Το ατύχημα άφησε πίσω του πολλά θύματα.
-
Θα δεχθώ μόνο όσους φύγουν αύριο, εξηγεί καθώς στεκόταν στο χαγιάτι ο γέροντας,
χαλώντας ωστόσο κι εμένα.
ΝΙΝΑ ΠΑΒΛΟΒΑ. Η ΗΜΕΡΑ ΤΟΥ ΑΡΧΑΓΓΕΛΟΥ ΜΙΧΑΗΛ . ΙΣΤΟΡΙΕΣ ΑΠΟ ΤΟΝ ΚΗΠΟ ΤΗΣ ΟΠΤΙΝΑ.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου