Αναζήτηση αυτού του ιστολογίου
Κυριακή 30 Ιουλίου 2023
ΜΕΤΑΞΎ ΣΤΙΓΜΗΣ ΚΑΙ ΑΙΩΝΙΟΤΗΤΑΣ.ΓΕΡΩΝ ΑΡΣΈΝΙΟΣ ΠΑΠΑΤΣΙΟΚ.
ΜΕΤΑΞΎ ΣΤΙΓΜΗΣ ΚΑΙ ΑΙΩΝΙΟΤΗΤΑΣ
Τον Αύγουστο του 1948, αφού εγκατέλειψε την
Κόζια, ο Άγγελος πήγε στην Τισμάνα, ύστερα από
την πρόσκληση που του είχε κάνει ο ηγούμενος
Γεράσιμος. Στη μονή της Τισμάνα έμεινε μια ημέρα
και κατόπιν στάλθηκε στη Τσιοκλοβίνα, τέσσερα
χιλιόμετρα μέσα στο άγριο δάσος, όπου το μοναστήρι διατηρούσε μια σκήτη. Σε εκείνη τη σκήτη έζησε
μόνος του για πέντε μήνες. Υποχρέωσή του ήταν να
φροντίζει τα είκοσι μελίσσια της μονής. Στην περιοχή
τριγύριζαν πολλοί λύκοι και αρκούδες, ωστόσο
καμία δεν πλησίασε τις κυψέλες. Ο Άγγελος είχε μαζί
του μια λαμαρίνα, την οποία χτυπούσε συχνά τόσο
την ημέρα όσο και τη νύχτα, έτσι ώστε ο θόρυβος να
κρατάει τα άγρια ζώα μακριά.
Έκανα τον κανόνα μου τα μεσάνυχτα. Μια μέρα
που καθυστέρησα, απορροφημένος από τη δουλειά,
άκουσα να χτυπάνε οι καμπάνες της εκκλησίας. Δεν
υπήρχε άλλος άνθρωπος εκεί να τις χτυπήσει.
Ήμουν τελείως μόνος. Έτρεξα να δω ποιος ήταν,
αλλά το μόνο που είδα ήταν τα σκοινιά να κινούνται
μόνα τους. Δεν υπήρχε κανείς άλλος. Πήγα στην
εκκλησία, έπεσα στο έδαφος και προσευχόμουν,
όντας πλέον σίγουρος ότι ήταν ο άγγελος που με
ξύπνησε για την ώρα του κανόνα μου, παρόλο που
γενικά στη ζωή μου δεν υπήρξα ποτέ αμελής.
Η πνευματική του ζωή στη σκήτη δεν ήταν χωρίς
δοκιμασίες, γιατί ο πειρασμός πάντα επιχειρούσε να
του χαλάσει το έργο. Πέρα από τη μόνιμη απειλή
από τους λύκους και τις αρκούδες, υπήρχαν και οι
κομμουνιστές που τον έψαχναν για να τον συλλάβουν. Μια μέρα, ωστόσο, εμφανίστηκε στην πόρτα
του μια απειλή εντελώς απροσδόκητη για τον άγριο
εκείνο τόπο. Βρισκόταν στην κουζίνα και ανακάτευε
σε ένα τσουκάλι το χυλό του με ένα πλάστη, όταν
ξαφνικά μπήκε μέσα μια αριστοκράτισσα της περιοχής και, χωρίς να κάνει τις οποιεσδήποτε συστάσεις,
του είπε ότι της αρέσει. Ο αδελφός Άγγελος, αντέδρασε αμέσως και σήκωσε τον πλάστη, απειλώντας
την: Φύγε από εδώ, μη σου δώσω μια με το πλαστή-
ρι... Η γυναίκα τρομοκρατημένη το έβαλε στα πόδια,
λέγοντας: «Το κεφάλι αυτού του μοναχού δεν σκαμ-
πάζει και πολλά...».
Μια νύχτα οι κομμουνιστές ήρθαν να τον συλλάβουν, αλλά δεν μπορούσαν να ανέβουν μέχρι τη σκήτη, επειδή φοβόντουσαν τους λύκους. Μια νύχτα
έστειλε η Ασφάλεια έναν δικό της πάνω να με βρει.
Εγώ ήμουν μέσα στην εκκλησία, όταν ξαφνικά είδα
ένα φως πάνω στους τοίχους... Τι να είναι αυτό; Δεν
ήξερα. Αντιλαμβάνεστε... Μπήκε μέσα με ένα φανάρι στο χέρι, με τους λύκους στο κατόπι και με την
αποστολή να με γυρίσει πίσω στο μοναστήρι στη
Τισμάνα. Εγώ του είπα να μη βγει πάλι έξω. Εκείνοι
που τον περίμεναν πιο κάτω, σκέφτονταν: «Αν δεν
έρθει, θα τον έχουν φάει οι λύκοι. Αν όμως έρθει,
ήρθε». Του ζήτησα, λοιπόν, να μη φύγει. Εκείνος,
όμως, φώναξε ότι δεν γίνεται. Βγήκε έξω με το φανάρι στο χέρι και τους λύκους από κοντά. Και πάλι βλέπω το ίδιο φως στους τοίχους. Οι λύκοι τον είχαν
πάρει στο κυνήγι. Τελικά επέστρεψε και έτσι εγώ
μπόρεσα να αποφύγω τη σύλληψη
Ωστόσο, ο
ηγούμενος της Τισμάνα, ο π. Γεράσιμος Ασκού, δεν
είχε την ίδια τύχη, καθώς συνελήφθη και στη συνέχεια
πέθανε στη φυλακή. Ήταν γεμάτος ζωή, έλεγε για
αυτόν ο Γέροντας εντυπωσιασμένος. Όταν πέθαινε,
έλεγε: «Βλέπω λευκό, βλέπω μόνο λευκό».
Καθώς ο αδελφός Άγγελος ετοιμαζόταν να καρεί
μοναχός, ο αναπληρωτής ηγούμενος της Τισμάνα
έστειλε στον Αρχιεπίσκοπο στην Κραϊόβα μια επιστολή στην οποία τον προτείνει για κουρά, περιγράφοντάς τον ως εξής: «Ο Άγγελος Παπατσιόκ είναι
ένας άνθρωπος ξεχωριστός και απολύτως έτοιμος να
επωμιστεί αυτήν την ιερή υπόσχεση απέναντι στον
Θεό. Επίσης ενημερώνουμε την Αγιότητά Σας ότι ο εν
λόγω αδελφός είναι 34 ετών, αποφοίτησε από τη Σχολή Καλών Τεχνών με δίπλωμα καθηγητή σχεδίου,
είναι πολύ καλός γλύπτης και, από πνευματική άποψη, όλοι μπορούν να διακρίνουν στη μορφή του κάτι
το μυστηριακό – σε κάθε έκφανση της ύπαρξής του,
είναι δοσμένος απόλυτα στον Θεό. Είναι καλός γνώστης της ψαλτικής και πάντα συνεπής και ακριβής
στα καθήκοντα της προσευχής».
Το σχέδιο του ηγουμένου να κάνει μοναχό τον
αδελφό Άγγελο δεν επρόκειτο να πιάσει τόπο. Όταν
ο έξαρχος των μοναστηριών από την Αρχιεπισκοπή
της Κραϊόβας ήρθε να επιθεωρήσει τη σκήτη και να
δει τον αδελφό Άγγελο, είπε: «Για δείτε ποιον βάλανε στη μέση του πουθενά». Έτσι, πρότεινε να τον
διορίσουν στο εκκλησιαστικό λύκειο στο Μουφλένι,
κάτω στην Κραϊόβα. Ο Επίσκοπος Φιρμιλιανός ενέκρινε τον διορισμό, αλλά την ίδια κιόλας μέρα ήρθε
η κρατική ασφάλεια στη μητρόπολη και του είπε:
«Αυτός πρέπει να φύγει αμέσως». Και τότε εκείνος
μου τηλεφώνησε λέγοντας: «Αδελφέ Άγγελε, δεν
μπορείς να μείνεις εδώ, λυπάμαι». Και εγώ του λέω:
«Φεύγω! Αν δε γίνεται, φεύγω». Και έτσι βγήκε
από την Αρχιεπισκοπή της Κραϊόβας.
Εγγραφή σε:
Σχόλια ανάρτησης (Atom)
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου