Ψαλμος 114
ΗΓΑΠΗΣΑ, ὅτι
εἰσακούσεται Κύριος τῆς φωνῆς τῆς δεήσεώς μου, 2 ὅτι ἔκλινε τὸ οὖς αὐτοῦ ἐμοί,
καὶ ἐν ταῖς ἡμέραις μου ἐπικαλέσομαι. 3 περιέσχον με ὠδῖνες θανάτου, κίνδυνοι ᾅδου
εὕροσάν με· θλῖψιν καὶ ὀδύνην εὗρον, 4 καὶ τὸ ὄνομα Κυρίου ἐπεκαλεσάμην· ὦ Κύριε,
ρῦσαι τὴν ψυχήν μου. 5 ἐλεήμων ὁ Κύριος καὶ δίκαιος, καὶ ὁ Θεὸς ἡμῶν ἐλεεῖ. 6
φυλάσσων τὰ νήπια ὁ Κύριος· ἐταπεινώθην, καὶ ἔσωσέ με. 7 ἐπίστρεψον, ψυχή μου,
εἰς τὴν ἀνάπαυσίν σου, ὅτι Κύριος εὐηργέτησέ σε, 8 ὅτι ἐξείλετο τὴν ψυχήν μου ἐκ
θανάτου, τοὺς ὀφθαλμούς μου ἀπὸ δακρύων καὶ τοὺς πόδας μου ἀπὸ ὀλισθήματος. 9 εὐαρεστήσω
ἐνώπιον Κυρίου, ἐν χώρᾳ ζώντων.
Στιχος 6. φυλάσσων τὰ
νήπια ὁ Κύριος· ἐταπεινώθην, καὶ ἔσωσέ με.
Έτσι μποροῦμε
νὰ καταλάβουμε πῶς ἀνδρώθηκε μέσα στὴν ὀρθόδοξη παράδοση ὁ λεγόμενος
μοναχισμός. Το κυριότερο στοιχεῖο ποὺ ἔχει ὁ ὀρθόδοξος μοναχισμὸς εἶναι ἡ
παιδικότητα. Ὁ μοναχὸς εἶναι ἕνα παιδι.
α. Τὸ παιδὶ
παραδίδεται στὸν γονιό του καὶ ὁ μοναχὸς μαθαίνει νὰ παραδίδεται στὸν Πατέρα, αὐτὸς
εἶναι ὁ γονιός του. Θὰ θυμόσαστε ἀσφαλῶς ὅτι ὑπάρχουν μερικὲς σκληρὲς ἐκφράσεις
στην Κ.Δ., σκληρὲς ἐντὸς εἰσαγωγικῶν, ἀπὸ τὸν Ἰησοῦ, ὁ ὁποῖος καλεῖ τοὺς
μαθητές του νὰ ἀρνηθοῦν τοὺς γονεῖς τους, δηλαδὴ νὰ φτιάξουνε μία ἄλλη σχέση, θὰ
μποροῦσα νὰ τὸ πῶ καὶ μία ἄλλη συγγένεια. Ἐὰν δὲν μισήσεις τὸν πατέρα σου καὶ τὴν
μητέρα σου, δὲν εἶσαι ἄξιος νὰ εἶσαι μαθητής μου. Πρέπει νὰ φύγουμε, δηλαδή, ἀπὸ
τὴν ἐξ αἵματος συγγένεια ἢ τὴν κατὰ σύμβαση συγγένεια τοῦ κόσμου τούτου, γιὰ νὰ
πραγματοποιήσουμε μία ἄλλη συγγένεια. Ἐὰν δὲν ταπεινωθεῖς δὲν μπορεῖς νὰ τὴν
πραγματοποιήσεις αὐτὴν τὴν κίνηση. Εἶναι σὰν νὰ ἔχει πάρει τώρα μία ἀπάντηση ὁ
ποιητής: ταπεινώθηκα, ὁ Κύριος φυλάσσει τὰ νήπια, φυλάσσει ἐμένα ποὺ ταπεινώθηκα
καὶ ἔγινα νήπιο μπροστά του.
07. Επίστρεψον,
ψυχή μου, εἰς τὴν ἀνάπαυσίν σου, ὅτι Κύριος εὐηργέτησέ σε,
Σὰν νὰ ἔχουμε
μία δεύτερη φάση του ποιήματος. Στὴν α΄ φάση εἶμαι
ἄρρωστος, μὲ
ὁποιοδήποτε περιεχόμενο. Στὴ β' φάση ἔγινα ὑγιής. Καὶ ἔγινα ὑγιὴς ἐπειδὴ ἄντλησα
ἀπὸ τὴν παρουσία τοῦ Κυρίου.
08. ὅτι ἐξείλετο
τὴν ψυχήν μου ἐκ θανάτου, τοὺς ὀφθαλμούς μου ἀπὸ δακρύων καὶ τοὺς πόδας μου ἀπὸ
ὀλισθήματος.
Τρεῖς
καταστάσεις: θάνατος, θλίψη, παρακοή (παράβαση, ἐκτροπὴ
ἀπὸ τὴν ὁδό).
Τὸ ὀλίσθημα εἶναι ὅτι ἐκφεύγω ἀπὸ τὴν ὁδό. Αὐτὰ τὰ τρία μὲ τὴν παρουσία τοῦ
Κυρίου, τὰ ἀναίρεσα στὴ ζωή μου. Στον 3ο στίχο ὁ ποιητὴς καταθέτει τη θλίψη:
περιέσχον μὲ ὠδῖνες θανάτου, κίνδυνοι ᾅδου εὕροσάν με καὶ τὴν ταραχή του. Στον
4ο στίχο ἐπικαλεῖται τὸν Κύριο. Στον 6ο στίχο ταπεινώνεται καὶ σώζεται. Στον 7ο
στίχο διαπιστώνει τοὺς καρποὺς εὐεργεσίας τοῦ Θεοῦ ὡς ἀνάπαυση ψυχῆς. Καὶ συ νεχίζει
μὲ τὸν 8ο στίχο να περιγράψει τὸ περιεχόμενο αὐτῆς τῆς ἀνάπαυσης. Τώρα μπορῶ νὰ
εὐαρεστήσω τὸν Κύριο:
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου