Αναζήτηση αυτού του ιστολογίου

Κυριακή 28 Μαΐου 2023

(Ἐμπειρία ἁπλοῦ, ταπεινοῦ καί ὀλιγογράμματου Ὀρθοδόξου μοναχοῦ).Βρέθηκα, κατά θαυματουργικό τρόπο ἐν ὥρᾳ προσευχῆς, στό Πραιτώριο ἐκεῖ πού κατηγόρησαν καί κατεδίκασαν τόν Ἀναμάρτητον, τόν Χριστό μας.


(Ἐμπειρία ἁπλοῦ, ταπεινοῦ
καί ὀλιγογράμματου Ὀρθοδόξου μοναχοῦ).Βρέθηκα, κατά θαυματουργικό τρόπο ἐν ὥρᾳ προσευχῆς, στό Πραιτώριο ἐκεῖ πού κατηγόρησαν καί κατεδίκασαν τόν Ἀναμάρτητον, τόν Χριστό μας.


Πῶς νά μήν κλαίω γιά τήν πολλή Αγάπη
τοῦ Χριστοῦ μας σέ μᾶς τούς ἁμαρτωλούς;


Βλέποντάς σου, Χριστέ μου, πάνω στό Σταυρό σκέφτομαι γιατί σταυρώθηκες ὁ Ἀναμάρτητος; φυσικά ἀπό πολλή ἀγάπη καί γιά ἐμένα τόν ἐλεεινό, πού σέ πίκρανα, Χριστέ μου, πόσες φορές.
Τί νά σκεφθῶ καί τί νά ἀπολογηθῶ ὁ ἀναπο-
λόγητος! Ἀλλ' ἐπειδή εἶσαι ὅλο Ἀγάπη τολμῶ καί σέ παρακαλῶ, συγχώρεσέ μου ὅπως τόν ληστή, τόν ἄσωτο, τήν πόρνη, συγχώρεσε καί ἐμένα
τόν ἐλεεινό, καί ἡ ἀπάντηση εἶναι: Σέ συγχωρῶ.
῎Ετσι καί ἐσύ νά συγχωρεῖς τούς ἀδελφούς σου, νά μετανοεῖς καί νά ταπεινωθεῖς· καί, ὅταν φύγεις ἀπό αὐτόν τόν κόσμο, νά εἶσαι κοντά μου.
Ἀδελφοί μου, ὁ Χριστός μᾶς συγχωρεῖ ἀρκεῖ
νά μετανοήσουμε καί νά προσπαθοῦμε νά τηροῦμε τίς ἐντολές Του....
Βρέθηκα, κατά θαυματουργικό τρόπο ἐν ὥρᾳ προσευχῆς, στό Πραιτώριο ἐκεῖ πού κατηγόρησαν καί κατεδίκασαν τόν Ἀναμάρτητον, τόν Χριστό μας. Μοῦ ἔκανε ἐντύπωση ἡ σκληροκαρδία
τῶν Ἀρχιερέων, ἡ ἐπιπολαιότητα τῶν ἀνθρώπων,
ἡ ἀνευθυνότητα τοῦ Πιλάτου. Βλέπει ὅτι ὁ Χριστός μας εἶναι ἀθῶος, τό λέει ὁ ἴδιος καί πλένει τά χέρια του. Αὐτό ἔπρεπε νά κάνει; Νομίζω ὄχι.
Ὁ Χριστός μας ἀπό πολλή ἀγάπη ζήτησε ἀπό
τόν Πατέρα του τόν Οὐράνιο νά τούς συγχωρήσει ὅλους. Σέ αὐτό τό ἔλεος τοῦ Χριστοῦ μας ἐλπίζουμε ὅλοι μας.
Καταδικάστηκε ὁ Χριστός μας, παίρνει τόν
δρόμο πρός τόν Γολγοθᾶ, πού εἶναι ἔξω ἀπό τήν πόλη. Βρίσκομαι ἐκεῖ καί τρέμω.
Βλέπω τόν Χριστό μας μέ τόν Σταυρό στόν ωμο Του νά παίρνει τό δρομάκι πρός τό μαρτύριο.
Δεξιά καί ἀριστερά κόσμος πολύς νά φωνάζει και μερικές γυναῖκες νά κλαῖνε. Σε κάποια στιγμή βλέπω τόν Χριστό μας νά λυγίζει στα γόνατα,
λουσμένος στόν ἱδρῶτα, καί ἀπό πάνω του ὁ Σταυρός. Ἀπό δεξιά μεριά ἦταν τρεῖς ἄντρες. Ενας ἀπό αὐτούς παίρνει τόν Σταυρό τοῦ Χριστοῦ
μας καί ἀκολουθώντας ὁ Χριστός ἔφθασαν σέ ἕνα μέρος σάν λοφίσκο καί ἐκεῖ στό ποιό ψηλό σημεῖο θά γινόταν ἡ Σταύρωση τοῦ Χριστοῦ μας.
Τό τί ἔγινε δέν μπορῶ νά τό περιγράψω. Ἐκεῖνα πού μέ ἐκπλήσσει εἶναι ἡ σκληροκαρδία τῶν
ἀνθρώπων καί ἡ ἀνεξικακία τοῦ Χριστοῦ μας.
Σιωποῦσε, δέν διαμαρτυρόταν. Ἐπάνω στόν Σταυρό τόν κορόϊδευαν, τόν πείραζαν, (τόν ἐνέπαιζαν)
καί αὐτός σιωποῦσε.
Σέ κάποια στιγμή, Θεέ μου, πῶς νά τό περιγράψω, σκοτείνιασε. Ἀστραπές, ἀέρας ἰσχυρός,
δέν ἔμεινε τίποτε ὄρθιο καί οἱ ἄνθρωποι ἀμετανόητοι. Δέν σκέφτηκαν νά ποῦν, τί κάνουμε, γιατί ὅλα αὐτά τά σημεῖα; Συνέχιζαν το διαβολικό
τους ἔργο. Μέχρι τό ἀποκορύφωμα τῆς καταστροφῆς, πού σείστηκε ὅλος ὁ Γολγοθᾶς, τρέμαμε ὅλοι μας,
καί ὁ Χριστός μας παρέδωσε τό ἅγιο
πνεῦμα Του. Λέγω τρέμαμε, γιατί καί ἐγώ ὁ ἁμαρτωλός ἤμουν ἐκεῖ.
Ὅταν ὁ Ἅγιος Ἰωσήφ ζήτησε τό σῶμα τοῦ
Χριστοῦ μας, πρός ταφή ἀπό τόν Πιλάτο, τό τύλίξε σέ ἕνα σεντόνι λευκό. Ἐπῆρε τόν Χριστό στόν ὦμο του, καί βοηθούμενος ἀπό κάποιον
ἄλλον κατέβαιναν ἀπό τό ἴδιο τό δρομάκι πού ἀνέβηκε ὁ Χριστός. Ὁ τάφος ἦταν ἀπό τήν πίσω
μεριά τοῦ λοφίσκου. Κατεβαίνοντας ἔστριψαν δεξιά καί ἐπῆγαν πρός ἕνα κῆπο πού ἦταν πίσω ἀπό τόν λοφίσκο.
Τήν ὥρα πού περνοῦσαν μέ τόν Χριστό μας,
ἦταν μερικές γυναῖκες πού παρακολούθησαν τήν
Σταύρωση τοῦ Χριστοῦ μας μαζί μέ τήν Παναγία
μας καί κλαίγοντας κοίταζαν, ποῦ θά πήγαιναν
τό σῶμα τοῦ Χριστοῦ μας.
Ἐκεῖ πολύ κοντά, μέσα στόν κῆπο αὐτόν, ἦταν μιά σπηλιά μικρή. Τό μέρος ἦταν κάπως ἀνώμαλο. Ἐκεῖ μέσα τοποθέτησαν τό πανάχραντο
σῶμα τοῦ Χριστοῦ μας.
Ὅλα αὐτά πού γράφω εἶναι ἀληθινά ἀλλά καί
παράδοξα (ἀπίστευτα), πῶς ἤμουν στά Ἱεροσόλυμα, ἀφοῦ ἤμουν μέσα στόν Ναό;
Μέσα στόν Ναό εἶμαι καί ἀκούγονται τά ἅγια Εὐαγγέλια, τά τροπάρια, καί αὐτομάτως βρισκόμουν στον τόπο πού γινόνταν τά γεγονότα. Πῶς
γίνεται αὐτό; δέν γνωρίζω....
Ὁ Χριστός εἶναι Ζωοποιός. Τώρα τό Πάσχα
ἡ Ἐκκλησία μας ψάλλει: «Ὅτε κατῆλθες πρόςτόν θάνατον, ἡ Ζωή ἡ ἀθάνατος, τότε τόν Ἅδην
ἐνέκρωσας, τῇ ἀστραπῇ τῆς Θεότητος...».
Τό χρέος τῶν ἁμαρτιῶν μας τό ἐξώφλησε διά τῆς σταυρικῆς του Θυσίας ὁ Ἀναμάρτητος Χριστός 
Ἐξηγόρασας ἡμᾶς ἐκ τῆς κατάρας τοῦ νόμου 
Μᾶς τό λέγει ἡ Ἐκκλησία μέ τό τροπάριο
μου, τῷ τιμίῳ σου αἵματι˙ τῷ Σταυρῷ προσηλωθείς, καί τῇ λόγχῃ κεντηθείς, τήν ἀθανασίαν ἐπήγασας ἀνθρώποις, Σωτήρ ἡμῶν δόξα σοι.
Ὁ θάνατος τοῦ Χριστοῦ ἔφερε τήν ᾿Ανάσταση. Εχουμε μία ἀνάσταση ὅταν μέ τήν μετάνοια
ἀπαλασσόμαστε ἀπό τήν ἁμαρτία καί ἡ ἄλλη τῆς κοινῆς ἀνάστασης τῶν σωμάτων.
Ἡ προσωρινή ζωή μας εἶναι ὁ προθάλαμος
τῆς αἰωνιότητος.
Ὅταν διαβαζόταν τά ἱερά Εὐαγγέλια ἐγώ ὁ ταλαίπωρος ἤμουν ἐκεῖ, καί Σέ ἔβλεπα, καί στήν Γεσθημανή, ὅταν προσευχόσουν, ἔβλεπα τόν ιδρώτα πού ἔβγαινε ἀπό τό Ἅγιο Πρόσωπό Σου.
Νά εἶσαι γονατιστός καί νά παρακαλεῖς τόν Πατέρα Σου, καί δικό μου Πατέρα καί Θεό μου.
Οἱ μαθητές σου, ἀπό ἀνθρώπινη ἀδυναμία,
κοιμόταν ὥσπου ἀκούστηκε ἕνας θόρυβος, σάν
νά ἦταν φουρτούνα, ἦταν οἱ στρατιῶτες. ῾Ηλθαν
νά σέ συλλάβουν σάν ἐγκληματία, καί μαζί τους λαός πολύς. Αὐτοί πού πρίν λίγες ἡμέρες φώναζαν ὡσανά.
Χριστέ μου, τί ἀχάριστοι πού εἴμαστε ἐμεῖς οἱ ἄνθρωποι! καί ὅμως Ἐσύ ἀπό πολλή ἀγάπη μᾶς περιμένεις, ἀλλά μετανοημένους. Δόξα σοι, Χριστέ μου!
Σέ ἔπιασαν, σέ ἔδεσαν τά ἅγια χέρια Σου, καί
ἀπό ἕνα δρομάκι ὅλο πετραδάκια, καί τόν λαό νά φωνάζει. Περάσαν καί ἕνα ρεματάκι καί βαδίζανε πρός τά Ἱεροσόλυμα. Πήγαμε σέ ἕνα μέρος, πού τό Εὐαγγέλιο τό λέγει Πραιτώριο. Ἐκεῖ ἔγινε ὅλη ἡ σκευωρία, καί ἡ ἀπόφαση νά σταυρωθεῖς.
Τί ταλαίπωροι πού εἴμαστε ἐμεῖς οἱ ἄνθρωποι.
Αὐτός ὁ ταλαίπωρος ὁ Πιλάτος ἀπό φόβο πρός τήν ἐξουσία, ἐνῶ ἤξερε ὅτι εἶσαι Αθῶος, σέ κατεδίκασε, καθώς καί οἱ ἀρχιερεῖς. Ἀλλ' ὅμως,
σκέφτομαι, αὐτό ἔγινε γιά νά σωθῶ καί ἐγώ ὁ ταλαίπωρος, ἀρκεῖ νά μετανοήσω.
Φύγαμε ἀπό τό Πραιτώριο, πῶ, πῶ τί ἦταν αὖτό, Χριστέ μου! Τί λαός, τί ἀφροσύνη! Φωνάζαν, δέν ξέραν γιατί.
Προχωροῦσες, Χριστέ μου, κουβαλώντας τόν σταυρό Σου μέσα στόν ἱδρώτα. Σέ κάποιο σημεῖο
λύγισαν τά γόνατα τοῦ Κυρίου· ἦταν ἕνα ξέφωτο.
Ἀπό δεξιά μεριά, ὅπως πηγαίναμε ἦταν τρεῖς ἄνθρωποι, δύο νέοι καί ἕνας μεγαλύτερος. Ὁ μεγαλύτερος ἦλθε καί πῆρε τόν Σταυρό Σου καί τόν
πῆγε μέχρι τό μέρος τῆς Σταυρώσεως.
Τό μέρος αὐτό ἦταν ἕνας λοφίσκος πολύ χαμηλός. Ἐκεῖ ἔστησαν τόν Σταυρό Σου.
Τό τί ἔγινε ἐκεῖ, δέν περιγράφεται. Τό λέγουν οἱ εὐαγγελιστές. Χριστέ μου, τί σκληροκαρδία; τί ἀχαριστία; ἀλλά καί τί Αγάπη Δική Σου!
Ἦλθε ἡ ὥρα τῆς Σταυρώσεως. Σκοτείνιασε ὁ  τόπος. ῎Ετρεμε ὅλη ἡ Γῆ. Ἐγώ καί δύο ἄλλοι εἴμασταν γονατιστοί καί παρακολουθούσαμε, μά τί
γράφω, Χριστέ μου!Ἡ ἁγία Σου ψυχή ἔφυγε
ἀπό τό Ἅγιο Σῶμα Σου. Ὅσο μποροῦσα νά δῶ ἦταν Ἄγγελοι πρός τόν Οὐρανό.
Ηταν καί ἡ Μητέρα καί παρακολουθοῦσε μέ ἄλλες γυναῖκες. Τί πόνος,
σου Χριστέ μου!
Μετά ἀπό λίγο ἦλθαν
δύο ἄνδρες, φαινόνταν εὖλαβεῖς καί πῆραν τό ῞Αγιο Σῶμα σου καί καταβαίνοντας ἀπό τό δρομάκι, ἐκεῖ κοντά ἦταν ἕνας κῆπος
καί μία σάν σπηλιά, ἐκεῖ ἐπῆγαν καί ἔβαλαν τό
῞Αγιο Σῶμα Σου. Χριστέ μου, συγχώρεσέ με τόν ἁμαρτωλό, πού γράφω αὐτά πού δέν γράφονται καί
δέν ἐξηγοῦνται μέ τόσα λίγα λόγια....
Τό ἅγιον Ἱερό κάθε Ναοῦ εἶναι Γολγοθᾶς. Εἶ-
ναι Τάφος, εἶναι Ἀνάστασις. Ὁ Χριστός μας
σταυρώνεται, ὁ Χριστός μας στόν Τάφο, ὁ Χριστός μας ἀνασταίνεται, ὁ Χριστός μας εὐλογεῖ, ὁ Χριστός μας μέ ὅλη του τήν δόξα στούς οὐρανούς. Πῶς γίνεται αὐτό;
Ὁ Χριστός μας, πού μᾶς ἀγαπάει ὅλους μας,
νά μέ ἐλεεῖ, νά μέ συγχωρεῖ καί νά μέ δόσει εἰλικρινῆ μετάνοια καί ἐμένα τόν ἁμαρτωλό καί ταλαίπωρο. Δόξα στήν Μακροθυμία καί τήν Αγάπη
τοῦ Χριστοῦ μας! Ἀμήν.

(Ἐμπειρία ἁπλοῦ, ταπεινοῦ
καί ὀλιγογράμματου Ὀρθοδόξου μοναχοῦ)

Δεν υπάρχουν σχόλια: