(Κατατοπιστικά και ιστορικά τού κελιού και τού θέματος:)
Αν θέλαμε να προσδιορίσουμε τα κυριότερα και ονομαστότερα μέρη, στα όποια ασκήθηκε ή νοερά προσευχή και διέπρεψαν μεγάλοι πατέρες τής νηπτικής θεολογίας, θα λέγαμε ότι όλα κείνται επί τής ανατολικής τού Αγιώνυμου Όρους μας πλευράς, και είναι συγκεκριμένως ό Λαυριώτικος «κούκος» (σημερ. τοπωνύμ. «Παλαμάς»), ή Σκήτη τής Γλωσσίας (σημ. Προβάτα), ή Σκήτη τού Μαγουλά (σημ. περιοχ. Τ Μ. Φιλοθ. και Ίβηρ. Σκήτ. Τιμ. Προδρόμου), καθώς και ή κάτω απ' την κορυφή Τζούκα (σημ. σύνορα Ί. Μ. Ιβήρων πρός Σίμ. Πέτρας).
Υπάρχουν και σήμερα ηλικιωμένοι πατέρες, ως επί παραδείγματι τής συνοδείας τού Ιβηρίτικου κελιού «Άγιος Γοβδελάς» (ελάχιστα τιμώμενος και σ' αυτό το Όρος μας, και μάλλον όλως αγνοούμενος απ' τούς πιστούς μας, ό μεγαλομάρτυς Γοβδελάς, υιός βασιλέως τής Περσίας επί ειδωλολατρίας· τον έγδαρε ζωντανό ό ίδιος ό πατέρας του, γιατί σπάσθηκε τον Χριστιανισμό και δεν εννοούσε να επιστρέψει στην «πατρώα» πίστη· την μνήμη του εορτάζει ή Εκκλησία μας και πανηγυρίζουν οι πατέρες τού ειρημένου κελιού μέρη τούς γείτονάς των την 29η Σεπτεμβρίου), πού είναι σε θέση να δείξουν, πέρα απ' τον γνωστό Λαυριώτικο, και δεύτερο σπήλαιο, στο όποιο ασκήτεψε ό άγιος Γρηγόριος Παλαμάς. Πιστεύω ότι τον Ίβηρίτικο κελί, πού θα μας απασχόληση ακολούθως, είναι τον μέρος στο όποιο ασκήτεψε ό έτερος άγιος Αθανάσιος Αθωνίτης, ό και Οικουμενικός Πατριάρχης χρηματίσας, γι` αυτό δεν και επί` ονόματι του κτίσθηκε -τις οίδε πότε τον πρώτον- ό ναΐσκος και τον κελί.
Ό Άγιος Αθανάσιος λοιπόν, ό Πατριάρχης κατήγετο από την Μακεδονία, και, πολύ νέος ακόμη στην ηλικία, ήλθε και ασκήτεψε στο Άγιον Όρος τον πρώτον, και ακολούθως στο όρος του Γάνου της Θράκης. Από εκεί τον εξέλεξαν Οΐκ. Πατριάρχη. Πατριάρχευσε δεν δίς· ήτοι από του 1289- 1293 και από του 1303-1311 [Μετά τον Γρηγόριο Κύπριο (1283-1289) την πρώτη φορά και μετά τον Ιωάννη ΙΒ' (1294-1303) την δεύτερη].
Και ως τοιούτος, ό ευλογημένος, εξακολουθούσε να ζει βίο ασκητικό και μοναχοπρεπή, προσπαθών μάλιστα να τον έπιβάλη και στους μοναχούς της δικαιοδοσίας του. Απαγόρευε να εξέρχονται άνευ μεγάλης και αδήριτου ανάγκης των Μονών των, και να περιφέρονται ή να σχολάζουν στην Κωνσταντινούπολη Επίσης, δεν μπορούσε να άνεχθή την εν Κωνσταντινουπόλει επί πολύ παρεπιδημία και χρονοτριβή των αρχιερέων, και τούς πειθανάγκαζε να επιστρέφουν τον ταχύτερο δυνατό στις επαρχίες των και πλησίον του από Θεού εμπιστευμένου εις αυτούς ποιμνίου.
Αυτό όμως δημιούργησε εχθρούς, ραδιουργίες και πόλεμο, πού είχαν ως συνέπεια, μετά από μόλις τέσσερα χρόνια πατριαρχίας, να αναγκασθεί να παραιτηθεί και να αποσυρθεί στην παρά την Κων/Πολη Μονή του Ξηρολόφου. Απ' εκεί έστειλε επιστολή στον αυτοκράτορα, αναφέρων ότι χρέος προς την συνείδηση του και την παράδοση της Εκκλησίας ήταν τον να διάγει και να διοικεί τα κοινά κατ` αυτόν τον τρόπο, και κατακλείων ανεξικάκως, μέρη συγχώρηση όλων εκείνων, λαϊκών και αρχιερέων, πού αδίκως τον κακολόγησαν και απηνώς τον κατέτρεξαν.
Μετά παρέλευση δεκαετούς ταπεινής και αφανούς ζωής του αγίου Αθανασίου, είτε γιατί μεταμελήθηκαν αρκετοί από τούς διώκτες του είτε επειδή, επί τέλους, ή σύνεσης και ή αρετή επεκράτησαν στην πλειοψηφία των, θυμήθηκαν την οσιότητα και τις ικανότητες του και τον επανεξέλεξαν Πατριάρχη. Τότε οι δεδηλωμένοι και αμετανόητοι εχθροί του, μη βρίσκοντας τίποτα εις βάρος του, αλλά και μη ανεχόμενοι την στον πατριαρχικό θρόνο επάνοδο και παραμονή του, μηχανεύτηκαν, για να επανεπιτύχουν την εκδίωξη του, τον να ζωγραφίσουν και προβάλουν τεχνηέντως σε θέα τον αυτοκράτορα Ανδρόνικο ως υποζύγιο, μέρη χαλινάρι στο στόμα και συρόμενο αποσυρθεί τον Πατριάρχη Αθανάσιο. Και ό μεν σώφρων αυτοκράτωρ, έννοήσας τον δόλο, δεν προέβη σε εκδικήσεις, αλλά υπέμεινε την χυδαιότητα, αφού προτιμότερα και πολυτιμότερα έκρινε την γαλήνη του τόπου και των υπηκόων του· ό άγιος Αθανάσιος όμως, μη δυνάμενος πλέον να υποφέρει τις, επί ευρύτερα ζημία της Εκκλησίας και επί καθημερινής βάσεως, ραδιουργίες και μηχανορραφίες των αδιόρθωτων, παραιτήθηκε οριστικώς του θρόνου και έγκατεβίωσε πάλι σε μονή, όπου και έκοιμήθη εν ειρήνη, του Κυρίου άποδείξαντος την αγιότητα του ταπεινού δούλου Του και διά θαυματουργιών.
Ή αγιορείτικη μοναχική κοινωνία τον διεκδίκησε ως δικό της άγιο και τον τίμησε δεόντως ευθύς εξακολουθούσε αρχής. 'Απόδειξης, ότι πλείστοι όσοι μουσικοί κώδικες, εν ους και ό Λαυριωτικός υπό στοιχεία Λ 164, περιέχουν ύμνους και δοξαστικά εις τιμήν του. Τον βίο του συνέγραψε ό Ιωάννης Καλόθετος, σύγχρονος του αγίου. Γρηγορίου Παλαμά, και μετάφραση του εξέδωσε ό Αγάπιος Λάνδος στον «Νέο Παράδεισο». Σε τούτο τον γεγονός προφανώς επαναπαυόμενος ό άγιος Νικόδημος ό Αγιορείτης, αρκείται στον Συναξαριστή του, κατά την ημέρα του εορτασμού του -στις 28 Οκτωβρίου-, να διαλάβει μόνο την συντομότατη αναφορά: «Μνήμη του όσιου πατρός ημών Αθανασίου Πατριάρχου Κωνσταντινουπόλεως, του εν τω Άθω άσκήσαντος» (Βενετία 1819, Τόμ Α', σελ. 201).
Σε υποσημείωση όμως της ίδιας σελίδας, δεν παρέλειψε να γνωστοποίηση, ότι ό άγιος αυτός αγιορείτης και Πατριάρχης έγραψε βιβλίο κατά των βλασφημησάντων κατά των άκτιστων ενεργειών του Θεού λατινοφρόνων Βαρλαάμ και Ακίνδυνου, τον όποιο σώζεται στην βιβλιοθήκη χειρογράφων της Τ. Μονής Παντοκράτορος· πού καιρός όμως για έρευνα.
Οποία όμως από Πανάγαθου Θεού παραχώρησις! Μυστήριο ή κρίσις και ή θέλησίς Του. Τον κελί λοιπόν αυτό, τον πιο ακραίο της συστάδος των ωραίων και ησυχαστικών Ιβηρίτικων και Κουτλουμουσιανών κελλιών εκείνων, πού κατακοσμούν τα όχι και πολλά φυσικά όριζοντιώματα της όλης πυκνοδασωμένης και καταπράσινης, χειμώνα-καλοκαίρι, βουνοπλαγιάς, και πού ή τεράστια από λεπτοκαρεώνες περιοχή του αρχίζει λίγο πιο κάτω απ' την κορυφογραμμή της Χερσονήσου μας, δεν ξέρω από πότε ακριβώς -αλλά πάντως απ' την εποχή τής Τουρκοκρατίας και μέχρι των δικών μου εν Καρυαΐς ημερών- εθεωρείτο και ήταν τόπος και κατοικητήριο δαιμόνων!... Ως εξήγηση του φαινομένου, μας πληροφορούσαν οι Γεροντάδες των πέριξ κελιών, ότι κάποτε εγκαταστάθηκε σ' αυτό κάποιος πού κανείς δεν γνώριζε τίποτα για την προέλευση του, για την μοναχική κουρά και για την χειροτονία του...
Σύντομα διαφημίστηκε ως ησυχαστής μοναχός και πεπειραμένος πνευματικός, ενώ στην πραγματικότητα και όπως απεδείχθη, τίποτα απ' όλα αυτά δεν ήταν, ειμή μεγάλος μάγος και αδίστακτος εγκληματίας. Μερικοί τον προσδιώριζαν και ως εβραϊκής καταγωγής. Ή πραγματική ιδιότης και οι ασχολίες του αποκαλύφθηκαν, όταν δύο -περίεργο πώς τόσο αφελείς- μοναχοί, μάλλον εντυπωσιασμένοι και αγαθώς επηρεασμένοι από τον απομεμακρυσμένο και ερημικό του «ησυχαστηρίου» του, ιδίω θελήματι και άσυμβούλως προφανώς, έκριναν να τον προτιμήσουν ως πνευματικό, και πήγαν να εξομολογηθούν.
Προηγήθηκε ό ένας, και ό άλλος έμεινε ξέμακρα κι απέναντι, όπως συνηθίζουμε στο Όρος, ώστε εν τω μεταξύ να προετοιμασθή ψυχικώς καλλίτερα και να σπεύση μόλις έρθη ή σειρά του. Περνούσαν όμως οι ώρες και ό πρώτος δεν φαινόταν να βγαίνη. Ανησύχησε πολύ ό δεύτερος, δεν ήξερε τί να υπόθεση. Τελικά πήγε και χτύπησε την πόρτα. Άνοιξε ό «Πνευματικός»· αλλά είχε τόση αγριάδα στο πρόσωπο, πού τον έκαμε να τρομάξει... Ως τόσο ρώτησε μέρη συστολή και απορία-
- Τόσες ώρες και δεν τελειώσατε ακόμη μέρη τον αδελφό; Ήρθαμε από μακριά και θα βραδιαστούμε μέχρι να επιστρέψουμε.
- Ποιόν αδελφό; ρώτησε εκείνος· δεν ήρθε κανείς έως τα τώρα εδώ εκτός από σένα. Έλα, πέρνα μέσα...
Φρίκιασε αμέσως ό μοναχός και, αντί να μπει στο κελί, άρχισε να τρέχει προς τις Καρυές μέρη όλη την δύναμη του. Κατήγγειλε την εξαφάνιση στην Ιερά Επιστασία, και, μέρη συντονισμό ενεργειών μέρη τον Τούρκο Καϊμακάμη και τούς ζαπτιέδες του (χωροφύλακες), συνελήφθη ό μάγος. Τότε απεκαλύφθησαν ή ίδιότης του και οι σκοποί εγκαταστάσεως και παραμονής του στο Άγιο όρος. Τον προηγηθέντα προς εξομολόγηση μοναχό τον είχε φονεύσει και θάψει εκεί πλησίον, στα δασωμένα τής περιοχής.
Στην επιθυμία μου να καταχωρίσω σε τούτη την σειρά των δαιμονοεμφανίσεων μια ακόμη, αλλά εκδίωξη των εμπειριών προσώπων του δικού μου άμεσωτάτου κύκλου, και επομένως τής εύκολου, αναμφισβήτητου και από` ευθείας αντλούμενης και ποριζομένης γνώσεως και αληθείας, θυμήθηκα τον σχετικό Ιστορικό, και θέλησα, εκτός αποσυρθεί τον φρεσκάρισμα των αναμνήσεων μου, να διαπιστώσω και τον ανατολικής στην σύγχρονη καλογερική «γενιά» περνούν και παρακατατίθενται άξιοχρέως, και ανατολικής επομένως διασώζονται ορθώς και ακεραίας επί προοπτική μνήμης στην τοπική ιστορία αλλά και διδακτικής-κατηχητικής χρησιμότητος για τούς επερχομένους, γεγονότα σαν κι' αυτό ή και άλλα παρεμφερούς αξίας και σημασίας.
Ευκαιρίας, λοιπόν, επιδιωχθείσης, «άνοιξα» την σχετική συζήτησι μέρη
δραστήριο, νουνεχή και σεβαστής θητείας αδελφό τής κυριάρχου του κελίου Ιεράς Μονής των Ιβήρων. Δυσκολεύτηκα, ομολογώ, να κρύψω την απογοήτευση μου, γιατί ελάχιστα πράγματα γνώριζε για τον συγκεκριμένο θέμα. Όταν όμως πήρα τον λόγο και άρχισα να ξετυλίγω τον κουβάρι των προσωπικών μου απόψεων και γνώσεων επί τού αντικειμένου, έδειξε σαν σε δυσκολία να υποστήριξη τις θέσεις του, και τελικώς αρκέστηκε να αντιτείνει, ότι κι' αυτός, τέλος πάντων, είχε ακούσει μερικά παράξενα για τον κελί πράγματα, αλλά πάντως θα έπρεπε να λαμβάνεται κατά νουν και υποφέρει' όψιν ότι υπήρξε και υποψία, μήπως σκοπίμως «καλλιεργήθηκε» αυτή ή περί τον κελί δαιμονολογία, για να διαδοθεί παναγιορειτικώς, ώστε οι προτιθέμενοι να έγκαταβιώσουν οριστικώς σ' αυτό μοναχοί να παραιτούνται εκ προοιμίων τής εφέσεως και επιθυμίας των, από φόβο ότι θα έχουν ανεπιθύμητους και άσυνήθεις πειρασμούς και διαβολοπεριπέτειες πρωτάκουστες και κωμικοτραγικές· οπότε, παραμένοντος τού κελιού μονίμως και εσαεί στην απ' ευθείας δικαιοδοσία τής Μονής, θα επωφελείτο αυτή τής ετησίας συγκομιδής των φουντουκιών του, πού ή ποσότης των έξετιμάτο πάντοτε σε τόνους.
Δεν 'μπόρεσα τότε να μη τού εκφράσω την λύπη μου για την διατύπωση αυτής τής απόψεως· επειδή, εκτός απ' τον ότι ήταν τής ποιότητος εκείνων πού εμπεριέχουν τον κίνδυνο να απογοητεύουν και αποπροσανατολίζουν και καλόπιστους ακόμη έρευνητάς των καθ' ημάς, επιπλέον, όπως ιδιαιτέρως τόνισα, ή εκδοχή αυτή, λανθανόντως ίσιος πλην πραγματικός, καταντούσε να άδικη καταφώρως, ανατολικής μη και να συκοφάντη, τούς μακαρίτας Προϊσταμένους των παρελθουσών εποχών, καθώς και αυτή την ιστορία τής παλαιφάτου Ιεράς Μονής.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου