Αναζήτηση αυτού του ιστολογίου

Τρίτη 31 Δεκεμβρίου 2019

Μυστική έλξη στο Βιβλικό όρος Σινά π Συμεών Σοφία Χατζή 10/12/2019

Η μυστική έλξη στο Βιβλικό Όρος Σινά. μιλά ο Αρχιμανδρίτης π. Συμεών, δικαίος της Ι.Μ. Αγίας Αικατερίνης Σινά. Τα πρόσωπα και ο τόπος με ενέπνευσαν και χαλύβδωσαν τον πόθο για τον μοναχικό βίο. Όλοι ομολογούν τη μυστική έλξη του Θεοβάδιστου Όρους. Ο ιερός τόπος, η αγία κορυφή, όπου έγινε η δεύτερη Θεοφάνεια. Ποτισμένος με αίμα και δάκρυα Αγίων μας. Στις 14 Ιανουαρίου εορτάζουμε τους εν Σινά και Ραϊθώ αναιρεθέντες μεταξύ του 3ου και αρχές του 6ου αιώνα. Η Ρωμηοσύνη δεν ταιριάζει με τον εθνικισμό. Η ευρύτητα του Ελληνορθόδοξου πολιτισμού. Η αγαπητική σχέση με τους Αιγυπτίους. Ο θεσμός του δικαίου στις Σκήτες. Η κοιλάδα της Αναπαύσεως, όπου είναι χτισμένο το μοναστήρι, το όρος Χωρήβ και η κοιλάδα των Αγίων Τεσσαράκοντα με τις πηγές. Ο μακαριστός ιερομόναχος πατήρ Αγαθάγγελος (Αδάμου) στο στρατόπεδο συγκέντρωσης του Νταχάου. Αλλάζει το περιβάλλον; Οι προσκυνητές; "Όλα τριγύρω αλλάζουνε και όλα τα ίδια μένουν". Οι προσκυνητές υποβάλλονται από τον αγιασμένο τόπο. Η ανοχή προς τους άλλους είναι διάκριση. Η μονή Σινά ανήκει στους Αγίους Τόπους. Βιβλικός τόπος. Δεν είναι άβατο. Ο αρχαιότερος εν λειτουργία μοναστικός τόπος της Ορθοδοξίας.


Χρόνος για τον Θεό σημαίνει το διάστημα της αναμονής ανάμεσα στο «χτύπημα πάνω στην πόρτα» και στη στιγμή που θα Του την ανοίξουμε διάπλατα.




Χρόνος για τον Θεό σημαίνει το διάστημα της αναμονής ανάμεσα στο «χτύπημα πάνω στην πόρτα» και στη στιγμή που θα Του την ανοίξουμε διάπλατα. (Εάν τις ακούση της φωνής μου και ανοίξη την θύραν, και εισελεύσομαι προς αυτόν και δειπνήσω μετ’ αυτού και αυτός μετ’ εμού” (Αποκ. 3, 20). Υπό αυτή την έννοια, ο χρόνος υποδηλώνει επίσης την ελευθερία του ανθρώπου και τον μεγάλο σεβασμό που έχει ο Θεός για τα πλάσματά Του. Ο Θεός δεν μπαίνει στην καρδιά του ανθρώπου με τη βία. Η ένωση μαζί Του μέσα στην αγάπη μπορεί να πραγματοποιηθεί μόνο με την ελεύθερη ανταπόκριση μας προς την προσφορά της. 



Αυτός είναι ο λόγος που ο Θεός μάς δίνει χρόνο. Και εξαιτίας του σεβασμού που έχει για τα πλάσματα Του, ο χρόνος αυτός βιώνεται τόσο από τον Θεό όσο και από τον άνθρωπο… Διότι δεν χωρά αμφιβολία πως όταν δεν ακούμε τη φωνή του Θεού, ή επιλέγουμε να μην απαντήσουμε σε αυτήν, είμαστε απλώς σε αναμονή –περιπίπτουμε σε μία κατάσταση αναμονής διαφόρων πραγμάτων και τελικά ζούμε ολότελα βυθισμένοι στον χρόνο. Όταν όμως αυτό που περιμένουμε είναι μεγάλης προσωπικής σημασίας για μας, τότε αντιλαμβανόμαστε περισσότερο το πέρασμα του χρόνου. Και αυτή η αναμονή για κάποιο σπουδαίο γεγονός περιλαμβάνει πάντα κάτι χαρούμενο, το οποίο καταλαμβάνει την ψυχή και απομακρύνει την ανία. Η πιο έντονη προσδοκία ή αναμονή, η μεγαλύτερη επιθυμία όλων είναι αυτή της ανεπιφύλακτης αγάπης από ένα άλλο πρόσωπο…



Ο χρόνος είναι όπως η απόσταση ανάμεσα στα δύο άκρα μιας γέφυρας. Υπάρχει σε αυτό κάτι το ασαφές, κάτι το αβέβαιο. Πρόκειται για μία κατάσταση κίνησης είτε προς τον θάνατο είτε προς την πληρότητα της ζωής…


Ο χρόνος είναι πραγματικός και δημιουργικός μονάχα όταν, ταξιδεύοντας μέσα σε αυτόν, ο άνθρωπος προχωράει μέσα στην ένωση της δικής του ζωής με αυτή των άλλων και με την άπειρη ζωή του Θεού. Στην αιωνιότητα φτάνουμε μόνο περνώντας μέσα από τον χρόνο, ως ένα αληθινό ταξίδι – όχι προσπαθώντας να ξεφύγουμε από αυτόν. Και περνάμε μέσα από αυτό το πραγματικό μεσοδιάστημα, μόνο στον βαθμό που ενώνουμε τους εαυτούς μας εν αγάπη με το υπέρτατο Πρόσωπο του Θεού.
Ο χρόνος που απλά μεσολαβεί ανάμεσα σε ένα πρόσωπο και στα πράγματα εκείνα που το πρόσωπο αυτό θέλει να αρπάξει, ή ανάμεσα σε ένα πρόσωπο και στους διπλανούς του, πάνω στους οποίους το πρόσωπο αυτό θέλει να κυριαρχήσει και να εκμεταλλευτεί, στην πραγματικότητα δεν είναι καν χρόνος· είναι απλά μία μετατόπιση μέσα στην έρημο του εαυτού μας, που οδεύει κατά πάνω στον ολοκληρωτικό θάνατο. Όσο παραμένουμε κλεισμένοι μέσα στους εαυτούς μας, ο Θεός φεύγει μακριά μας, διότι απομακρυνόμαστε από τους άλλους ανθρώπους και δεν μπορούμε να εισέλθουμε σε προσωπική κοινωνία μαζί τους.
Ο χρόνος θα φτάσει στο τέλος του, μόνο όταν έχουμε ανταποκριθεί πλήρως και άμεσα στο κάλεσμα του Θεού ή όταν έχουμε οριστικά και τελειωτικά κλειστεί μέσα στον εαυτό μας και στη μοναξιά μας, εκεί όπου δεν δεχόμαστε κανένα κάλεσμα και δεν υπάρχει πια καμία πιθανότητα ανταπόκρισης. Η συνεχής άρνηση ανταπόκρισης στη προσφορά της αγάπης, ακινητοποιεί πνευματικά τον άνθρωπο σε πλήρη αδυναμία επικοινωνίας. Σε αυτό το σημείο δεν υπάρχει αναμονή, ούτε ελπίδα και προσδοκία. Είναι μάλλον αμφίβολο εάν σε αυτή την κατάσταση έχει νόημα να μιλάμε για τον χρόνο – πόσο μάλλον για την πληρότητα της αιωνιότητας.
Εφόσον στην κατάσταση αυτή δεν υπάρχει τίποτα το καινούργιο το μόνο που μπορούμε να πούμε για αυτή, είναι ότι μοιάζει με μία εικόνα της αιωνιότητας εντελώς αντεστραμμένη, είναι η απόλυτη αντίθεση της αληθινής αιωνιότητας: O χρόνος έχει χάσει πια κάθε νόημα – είναι άχρηστος – εξαιτίας της πλήρους κενότητας, της απουσίας κάθε είδους κίνησης, κάθε κατεύθυνσης ή στόχο. Η ατελείωτη μονοτονία του κενού από τη μία πλευρά και η πληρότητα της κοινωνίας από την άλλη, αντιπροσωπεύουν τους δύο ριζικά τύπους της αιωνιότητας. Ο πρώτος είναι η αιωνιότητα του θανάτου και ο δεύτερος της ζωής.

π. Δημήτριος Στανιλοάε

Άναρχε Τρισήλιε Βασιλεύ, ο καιρών και χρόνων, τας ελίξεις περισκοπών, ευλόγησον τον κύκλον, της νέας περιόδου, τας αγαθάς Σου δόσεις, πάσι δωρούμενος.




Άναρχε Τρισήλιε Βασιλεύ, ο καιρών και χρόνων, τας ελίξεις περισκοπών, ευλόγησον τον κύκλον, της νέας περιόδου, τας αγαθάς Σου δόσεις, πάσι δωρούμενος.

Κύριε ὁ Θεὸς ἡμῶν, ὁ καιροὺς καὶ χρόνους ἐν τῇ ἰδίᾳ ἐξουσίᾳ θέμενος, ὁ ἄναρχος καὶ ἀτελεύτητος καὶ ἐπέκεινα παντὸς χρόνου νοούμενός τε καὶ ὑπάρχων, ὁ πάσης ἐκτὸς μεταβολῆς τε τῶν ὄντων καὶ ἀλλοιώσεως, ὁ τὸν πάντα χρόνον τόν τε γεγονότα τόν τε ὄντα καὶ τὸν ἐσόμενον πληρῶν, ὁ ἐν τῇ ἀφάτῳ σου μακροθυμίᾳ καταξιώσας ἡμᾶς εἰς νέον ἐνιαυτὸν τοῦ πλούτου τῆς χρηστότητός σου εἰσελθεῖν, αὐτός, πανάγαθε Δέσποτα, τὴν εἴσοδον ταύτην τῇ θείᾳ σου χάριτι εὐλόγησον· ὄμβρους εἰρηνικοὺς πρὸς καρποφορίαν τῇ γῇ δώρησαι· τοὺς ἀέρας ὑγιεινοὺς καὶ εὐκράτους ἀνθρώποις τε καὶ κτήνεσι κατασκεύασον· δὸς ἡμῖν ἐν εἰρήνῃ καὶ ὁμονοίᾳ βεβαίᾳ τὸν κύκλον αὐτοῦ διελθεῖν, τῷ στεφάνῳ τῆς δόξης τῶν ἀρετῶν κοσμουμένους, τῷ φωτὶ τῶν ἐντολῶν σου εὐσχημόνως ὡς ἐν ἡμέρᾳ καλῶς ὁδεύοντας· τὸ εὐσεβὲς ἡμῶν ἔθνος τῇ δυνάμει σου κραταίωσον· τὴν νεότητα παιδαγώγησον· τὸ γῆρας περικράτησον· τοὺς ὀλιγοψύχους παραμύθησον· τοὺς ἐσκορπισμένους ἐπισυνάγαγε· τοὺς πεπλανημένους ἐπανάγαγε καὶ σύναψον τῇ ἁγίᾳ σου ᾿Εκκλησίᾳ, ἣν τῇ θείᾳ σου χάριτι καλῶς διαφύλαξον· λάλησον ἀγαθὰ ἐν ταῖς καρδίαις τῶν ἀρχόντων ἡμῶν, ἐνίσχυσον καὶ ἐνδυνάμωσον αὐτούς τε καὶ τὸν φιλόχριστον ἡμῶν στρατόν· ἐλθέτω ἐφ᾿ ἡμᾶς, Κύριε, ἡ βασιλεία σου, βασιλεία ἀγάπης, χρηστότητος, δικαιοσύνης καὶ εἰρήνης, καὶ ἀξίωσον ἡμᾶς ἐν ἑνὶ στόματι καὶ μιᾷ καρδίᾳ ὑμνεῖν σε καὶ δοξάζειν σε τὸν ἐν Τριάδι ἄναρχον καὶ αἰώνιον Θεὸν εἰς τοὺς αἰῶνας τῶν αἰώνων.

Η Σχετικότητα του Χρόνου.


Η Σχετικότητα του Χρόνου.

"Λίγο πριν κοιμηθεί τον αιώνιο ύπνο,
ένας μοναχός ζήτησε να γραφεί πάνω στον τάφο του,το εξής επίγραμμα:

 Μοναχός Χ. Ετών 80,
 ζήσας έτη 3. 


Τα τρία χρόνια της ζωής του, ήταν τα τρία τελευταία έτη του βίου του,
όταν του δωρήθηκε η υπαρξιακή βίωση της παν-αγάπης του Χριστού..."

Ο Άγιος Πορφύριος ευχοταν:Εύχομαι το νέο έτος να είναι ΕΝΘΕΟΝ !

Το άφθαρτο αριστερό χέρι του Μεγάλου Βασιλείου (αφιέρωμα του βυζαντινού αυτοκράτορα Νικηφόρου Φωκά).Σκευοφυλάκειο του Ιερού Ναού της Αναστάσεως, Ιεροσόλυμα.

ΧΡΟΝΙΑ ΠΟΛΛΑ. ΓΕΡΟΝΤΑΣ ΑΙΜΙΛΙΑΝΟΣ.



Αδελφοί μου, σας εύχομαι η καινούρια χρονιά να είναι γεμάτη από χαρά και ευτυχία. Χρόνια πολλά σας εύχομαι. Χρόνια πολλά, για να αυξἀνεται η χαρά σας και η ευτυχία σας. Χρόνια πολλά που θα δώσουν σε σας και την οικογένειά σας τα αγαθά του Αβραάμ, του Ισαάκ, του Ιακώβ, των πατριαρχών, των προφητών, των αγίων. Όλα τα αγαθά να έρθουν στο χωριό σας, στην πόλη σας και στα σπίτια σας. Το ξέρω, είσθε αγαπημένος του Θεού λαός. Χρόνια πολλά λοιπόν, για να μπορούμε να πούμε, όπως λέγει το μεγαλυνάριό μας: "Μεγάλυνον, ψυχή μου, τόν ἐν ἱεράρχαις Βασίλειον τόν Μέγαν", διότι μας έδωσε την αίσθηση του Θεού που έχει προσκοληθεί στην ζωή μας. Άνοιξες, ουρανοφάντορ Βασίλειε, τα ουράνια και μας απεκάλυψες ότι από εκεί κατέβηκε ο Θεός και ήλθε ανάμεσά μας.

ΓΕΡΟΝΤΑΣ ΑΙΜΙΛΙΑΝΟΣ

ΧΡΌΝΟΣ...

Ιερά Μονή Φιλοθέου 1983

..Στο ξεκίνημα του πολέμου ο Βασιλιὰς Γεώργιος Ι΄ είπε τα λόγια που μπορούμε να λέμε ξανὰ κάθε νέο χρόνο.




...Στο ξεκίνημα του πολέμου ο Βασιλιὰς Γεώργιος Ι΄ είπε τα λόγια που μπορούμε να λέμε ξανὰ κάθε νέο χρόνο. Στο μήνυμά του προς το Έθνος διαβάζει ένα απόσπασμα: ''Είπα στον άνθρωπο που στάθηκε στο κατώφλι του νέου χρόνου: δώσε μου ένα φως για να πορευτώ με ασφάλεια προς το άγνωστο, και απάντησε: πήγαινε έξω στο φως και βάλε το χέρι σου στο χέρι του Θεού, πρέπει να είναι καλύτερο για σένα απὸ ό,τι το φως και ασφαλέστερο απὸ έναν συνηθισμένο δρόμο''.
Αυτὸ καλούμαστε να κάνουμε  και ίσως σήμερα να πάρουμε μιὰ απόφαση, μιὰ απόφαση να είμαστε πιστοὶ στην κλήση μας και να ξεκινήσουμε την Νέα Χρονιὰ με κουράγιο. Αμήν.

Μητροπολίτης Σουρόζ Anthony Bloom.

Ἰανουάριος, ἒχων ἡμέρας λα' ἡ ἡμέρα ἒχει ὣρας ι'καί ἡ νύξ ὣρας ιδ'



Τήν 1η Ἰανουαρίου ἡ Ἐκκλησία ἑορτάζει τήν Περιτομή τοῦ Χριστοῦ καί τήν ἑορτή τοῦ Μεγάλου Βασιλείου. Ἡ ἡμέρα εἶναι ἐπίσημη καί ἑορταστική. Ἀπό τήν παραμονή ὃλες οἱ νοικοκυρές ἑτοιμάζουν τίς πίτες τους γιά τό τραπέζι. Εἶναι πίτες μέ τρία φύλλα, ἀνοιγμένα στό χέρι, τυρόπιτες ἢ αύγόπιτες ἢ ἂλλου εἲδους καί καθόλου δέν μοιάζουν μέ τίς τύπου τσουρεκιοῦ βασιλόπιτες. Μέσα σ' αὐτές ἡ νοικοκρά βάζει καί ἓνα νόμισμα, γιά νά δοῦν σέ ποιόν θά πέσει. Αὐτός θά εἶναι ὁ τυχερός τῆς χρονιᾶς.
Τά παλιά χρόνια ἒβαζαν χρυσό ἢ ἀργυρό ἢ κωνσταντινᾶτο, πού τό φύλαγαν ὃλο τό χρόνο στό εἰκονοστάσι γιά νά τό χρησιμοποιήσουν ξανά τόν ἐρχόμενο χρόνο. Τό κόψιμο τῆς πίτας γίνεται τήν παραμονή άπό τόν νοικοκύρη τοῦ σπιτιοῦ μέ τό ἲδιο τυπικό τοῦ χριστόψωμου. Σήμερα πολλά ἒθιμα τηροῦνται ἀλλά καί πολλά ἒχουν ἁπλοποιηθεῖ. Τά μεσάνυχτα θά ἀκουστοῦν πυροβολισμοί τήν ὣρα τῆς ἀλλαγής τοῦ χρόνου. Ἀπό εἰκοσαετίας καθιερώθηκε, ἀπό τόν ἀείμνηστο Μητροπολίτη κ. Νικόδημο, νά ὐποδεχόμεθα μέ ψαλμούς καί ὓμνους καί μέ κόψιμο τῆς βασιλόπιτας τόν καινούριο χρόνο στό Ναό, μέ κωδωνοκρουσίες καί φωταψίες.
Τό πρωί τελεῖται ὁ Ὂρθρος καί ἡ Θεία Λειτουργία τοῦ Μεγάλου Βασιλείου, ἐπί τῂ μνήμῃ τοῦ Ἁγίου. Ἡ Θεία Λειτουργία του γίνεται δέκα φορές τό χρόνο, διά τό κατανυκτικόν καί τήν μεγάλη της διάρκεια. Ψάλλεται ἡ δοξολογία γιά τόν Νέο Χρόνο καί κόβεται ἡ βασιλόπιτα.
Εἶναι ἡ μέρα κατά τήν ὁποία ὃλοι οἱ ἐνορίτες ἐκκλησιάζονται, καθώς καί ὃλα τά παιδιά, τά ὁποῖα μετά τή Θεία Λειτουργία λένε τά κόλιντα. Στήν εῖσοδο τοῦ Ναοῦ βγαίνει ὁ ἱερέας καί τά παιδιά ψάλλουν τό «Ἀρχιμηνιά κι ἀρχιχρονιά» κρατώντας ὃλα ἀπό ἓνα κλαδί ἐλιᾶς. Ἒχουν περασμένα στόν ὦμο τους σακούλια πού τούς ἒφτιαξαν οἱ μάνες τους ἀπό ὡραῖες πετσέτες ὑφασμένες στόν ἀργαλιό. Παίρνουν εὐχή καί εὐλογία καί γυρίζουν ὃλο τό χωριό χτυπώντας μέ τό κλαδί τῆς ἐλιᾶς τίς πόρτες σπίτι-σπίτι. Κάθε νοικοκυρά ἒχει ἐτοιμάσει τά κόλιντα, ψωμάκια ἑφταζυμίτικα, πού τά λένε βλογούδια ἢ κλίκια. Εἶναι ωραιότατα, μέ διάφορα σχέδια καί κεντήματα ἐπάνω τους ἀπό τό ἲδιο ζυμάρι μέ λουλούδια, πεταλοῦδες, σταυρούς καί διάφορα ἂλλα στολίδια. Τά παλιά κεράσματα ἦταν καραμέλες, ξυλοκέρατα καί τά σύκα. Στούς μεγάλους, πού περνοῦσαν νά χαιρετίσουν κί αὐτοί σπίτι - σπίτι, πρόσφεραν κονιάκ καί φοντάν.

Ἀπό το βιβλίο «Από τον Σεπτέμβριο ως τον Αύγουστο»

Παγωμένος αγιασμός με την μορφή της Παναγίας και του Χριστού σε μπουκάλι μετά από προσευχή στο μοναστήρι Μητέρα του Θεού-Αγίων Αγίων στην Επαρχία Ορέλ προς τιμήν του εικονίδιο της μητέρας του Θεού "ο σπορέας των ψωμιών".





Παγωμένος αγιασμός με την μορφή της Παναγίας και του Χριστού  σε μπουκάλι μετά από  προσευχή στο μοναστήρι  Μητέρα του Θεού-Αγίων Αγίων στην Επαρχία Ορέλ προς τιμήν του εικονίδιο της μητέρας του Θεού "ο σπορέας των ψωμιών".






+ Ιl 1 di Gennaio, memoria del santo monaco e martire Telemaco (o Almachio) di Roma. + Tη α' του μηνός Ιανουαρίου, μνήμη του αγίου οσιομάρτυρος Τηλεμάχου του εν τω Κολοσσαίο της Ρώμης αθλήσαντος.




+ Ιl 1 di Gennaio, memoria del santo monaco e martire Telemaco (o Almachio) di Roma.

+ Tη α' του μηνός Ιανουαρίου, μνήμη του αγίου οσιομάρτυρος Τηλεμάχου του εν τω Κολοσσαίο της Ρώμης αθλήσαντος.

San Telemaco (conosciuto anche come sant'Almachio) era un monaco originario dell'Anatolia che, secondo la testimonianza dello storico Teodoreto di Cirro, intervenne per fermare un combattimento tra gladiatori al Colosseo, venendo così lapidato dalla folla. L'imperatore Onorio tuttavia sarebbe rimasto colpito da questo martirio a tal punto da vietare le lotte tra gladiatori.
Sulla base di questa notizia, dato che l'ultimo combattimento gladiatorio a Roma risale al 1º gennaio 404, tale data è stata convenzionalmente adottata per celebrare il martirio di san Telemaco.
Il pittore spagnolo José Benlliure y Gil ha dipinto nel 1887 una tela di grandi dimensioni, intitolata La visione del Colosseo, oggi conservata al Museo di belle arti di Valencia e dedicata all'episodio di san Telemaco che predica perché siano fermati i giochi cruenti dei gladiatori.

Ο Άγιος Τηλέμαχος ήταν μοναχός του 5ου αιώνα.
Ταξίδεψε από την Ασία στη Ρώμη επί αυτοκράτορα Ονώριου, θέλοντας να σώσει την πόλη από τα κατάλοιπα της ειδωλολατρίας. Αντιτάχθηκε στις μονομαχίες που γίνονταν στα αμφιθέατρα και ο ίδιος όρμησε στο Κολοσσαίο και φώναξε στους μονομάχους να σταματήσουν στο όνομα του Χριστού. Τότε το πλήθος άρχισε να γελάει και να τον γιουχάρει. Ένας από τους μονομάχους χτύπησε στο στομάχι τον Τηλέμαχο με το ξίφος του και εκείνος έπεσε κάτω. Σηκώθηκε και ξαναφώναξε στους δύο μονομάχους να σταματήσουν. Ένας μονομάχος τον κάρφωσε στο στομάχι με το ξίφος και εκείνος, αφού ψέλλισε για τελευταία φορά το ίδιο, πέθανε στο δάπεδο του αμφιθεάτρου, βουτηγμένος στο αίμα. Το πλήθος σιώπησε και εκκένωσε το Κολοσσαίο.
Χάρη σε αυτόν τον άγιο, την 1 Ιανουαρίου 404 μ.Χ. έλαβε χώρα η τελευταία μονομαχία στην Ιστορία της Ρωμαικής Αυτοκρατορίας αφού εξαιτίας του θανάτου του, έπειτα από 3 ημέρες, με αυτοκρατορικό διάταγμα καταργήθηκαν οι μονομαχίες.

Вальс Цветов из балета «Щелкунчик» | П.И.Чайковский | Исполняет Монах Авель (фортепиано)


ΗΜΕΡΙΔΑ ΓΙΑ ΤΟΝ π. ΙΩΑΝΝΗ ΚΑΛΑΪΔΗ . ΕΙΣΗΓΗΣΗ π. ΝΙΚΟΛΑΟΥ ΛΟΥΔΟΒΙΚΟΥ. ΘΕΜΑ: Η ΧΑΡΑ ΤΟΥ π. ΙΩΑΝΝΗ ΚΑΛΑΪΔΗ






           Σεβασμιώτατε, σεβαστοί πατέρες, αγαπητοί αδελφοί και αδελφές.

Νομίζω ότι δεν υπάρχει ένα, πιο δύσκολα απαντούμενο ερώτημα από αυτό της χαράς. Δεν υπάρχει, θα λέγαμε, δεν είναι καθόλου εύκολο να ορίσουμε τι είναι η χαρά. Όσο ακριβώς και αν φαίνεται κάτι τέτοιο κατ’αρχήν αυτονόητο, δεν νομίζω ότι υπάρχει τίποτε πιο ευαίσθητο, πιο ευαίσθητο συναίσθημα από την χαρά, πιο εύκολα αφανιζόμενο, πιο εύκολα διαλυόμενο, πιο αβέβαιο και πιο πολύτιμο. Και η χαρά των ανθρώπων του Θεού πρέπει να υπάρξει αντικείμενο, νομίζω, ιδιαίτερης προσοχής, για να δούμε ακριβώς σε τι συνίσταται, σε μια εποχή που η εξωτερική χαρά, αυτή η αέναη ευφορία είπε ένας Γάλλος συγγραφέας, θεωρείται ότι είναι σχεδόν υποχρέωση, έτσι, αλλά δεν σημαίνει τίποτε, δεν έχει πίσω της συνήθως κανένα βαθύ αντίκρυσμα.
Τον π. Ιωάννη τον γνώρισα κι εγώ μέσα σε συνθήκες δύσκολες, έχω τον πειρασμό απειροελάχιστα να κάνω μια αναφορά. Οφείλω την γνωριμία στον άγιο Αργολίδος, ο οποίος σε μια επίσκεψή μου στο μοναστήρι του τότε, μου μίλησε γι’ αυτόν, ο ίδιος είχε την εμπειρία μιας θεραπείας, μιας ιάσεως θαυμαστής και μου λέει: «Κοίταξε να δεις, πήγαινε να βρεις αυτόν τον άνθρωπο, είναι άνθρωπος του Θεού, είναι μια παρουσία του Αγίου Πνεύματος». Πράγματι, εκείνη την εποχή υπήρχε ένα πολύ σημαντικό εκκλησιαστικό ζήτημα, στο οποίο ήμουν εμπεπλεγμένος –δεν θα σας πω ακριβώς τι – και υπό το βάρος της πίεσης αυτού του πολύ σημαντικού εκκλησιαστικού ζητήματος πράγματι επισκέφθηκα τον π. Ιωάννη.
Το πρώτο βίωμα ήταν το συγκλονιστικό βίωμα αυτό, του καλωσορίσματος, «Εὐλογημένος ὁ ἐρχόμενος ἐν ὀνόματι Κυρίου», ήταν τα πρώτα λόγια που έλεγε συνήθως και αμέσως ακολουθούσε ένας εναγκαλισμός καρδιακός, υπαρξιακός εναγκαλισμός και αμέσως καταλάβαινες ότι αυτός ο άνθρωπος εκείνη την στιγμή υπάρχει για σένα. Θαύμαζε την πρόνοια και την παρουσία του Θεού σε σένα, θαύμαζε αυτά που είχε κάνει για σένα ο Θεός ή μαζί σου σκόπευε να κάνει στο μέλλον και άρχιζε η ατέλειωτη προσευχή καθώς σε κρατούσε αγκαλιασμένο. Λοιπόν, τα θυμάστε αυτά. Και μετά να σε αλείψει με ευχέλαιο ολόκληρο και μετά να σου πει τα καλύτερα και ξαφνικά να στραφεί στο πρόβλημά σου. Ένιωθες ξαφνικά ότι συναντάς, πράγματι εύρισκες έναν τόπο να σταθείς, ήταν ένας ανθρώπινος τόπος όπου συγ-χωρούσε πραγματικά τα πάντα. Ήταν δικός σου και ήσουνα δικός του.
Και ξαφνικά μου λέει: «Τι ακριβώς θέλεις τώρα;» Και του λέω το θέμα και μου λέει: «Κοίταξε να δεις. Αυτό είναι θέλημα του Θεού να γίνει και θα γίνει». Λοιπόν εγώ δεν τον πίστεψα. Δεν τον πίστεψα, διότι ήταν τόση η καλοσύνη και η αγάπη του, που σκέφτηκα, το λέει αυτό, έτσι παρηγορώντας την αγωνία μου και την λύπη μου της στιγμής εκείνης για το σοβαρό αυτό ζήτημα. Λοιπόν, σηκώθηκα να φύγω, ήταν και η πρεσβυτέρα μου μαζί, η οποία τον είδε και αυτή δύο λεπτά, και ξεκινήσαμε να φεύγουμε από την Κερκίνη, να γυρίσουμε πίσω. Και ξαφνικά γυρίζει η πρεσβυτέρα μου και μου λέει: «Δεν μου λες, γιατί ο παππούλης μιλώντας για το ζήτημα αυτό για το οποίο τον ρώτησες, το αποκάλεσε έτσι και έτσι;» Χρησιμοποίησε, για να της το περιγράψει, ένα συνθηματικό όνομα το οποίο το ήξερα μόνο εγώ και ένας ακόμη και κανείς άλλος. Την υπόθεση τάδε, όπως την λέγαμε εμείς συνθηματικά. Σταματάω το αυτοκίνητο και γυρίζω αμέσως πίσω. Τον βρίσκω κάτω από το δένδρο να περιμένει χαμογελώντας. Κατεβαίνω, μου λέει: «Γιατί δεν με πίστεψες; Τόσα χρόνια υπηρετώ τον Θεό, δεν θα μου δώσει και εμένα ένα μικρό χάρισμα;» Λέω «Ώστε θα γίνει, γέροντα;» «Είναι θέλημα Θεού», μου λέει. Λέω «Πότε;» «Σε ένα χρόνο από τώρα», μου λέει. Ακριβώς σε ένα χρόνο από την στιγμή εκείνη ελύθη το θέμα αυτό.
Αυτό αποτέλεσε βέβαια ένα συγκλονιστικό έναυσμα για μένα, για μια βαθύτερη γνωριμία. Εγώ είμαι αυτό που λένε ένας εκπρόσωπος της ακαδημαϊκής θεολογίας, αλλά μπορώ να σας πω με πολλή βεβαιότητα ότι ακριβώς η κρίση του Χριστιανισμού σήμερα σε όλες τις δυτικές κοινωνίες οφείλεται ακριβώς σ’ αυτό, στο ότι δηλαδή λείπουν όλο και περισσότερο οι άνθρωποι οι οποίοι αποτελούν ζωντανές μαρτυρίες της παρουσίας του Θεού στον κόσμο. Λείπουν άνθρωποι οι οποίοι είναι παρουσίες του Χριστού πράγματι, παρά το ότι το ακαδημαϊκό μέρος συνήθως πάει πολύ καλά, με τα σημερινά μάλιστα μέσα, και έχει ο Χριστιανισμός ουσιαστικά υποκύψει σ’ όλον αυτόν τον νομικισμό και τον ηθικισμό και τον δικανισμό και τον εξιλεωτισμό, που ουσιαστικά διέπει ένα μεγάλο μέρος του δυτικού Χριστιανισμού, αλλά έχει έρθει και στην Ελλάδα, και έχει δημιουργήσει πραγματικά έναν εισαγγελικό Χριστιανισμό, ο οποίος δεν πληροφορεί τον σημερινό πονεμένο άνθρωπο.
Ο π. Ιωάννης λοιπόν ήταν μια παρουσία πραγματικά του Θεού στον κόσμο. Γι’ αυτό προσωπικά επείσθην μετά από τις επανειλημμένες συναντήσεις οι οποίες ακολούθησαν και από τις οποίες κρατώ πολλά προσωπικά οφέλη, αλλά σήμερα για χάρη αυτής της σύναξης θέλω ακριβώς να ξεχωρίσω από όλα αυτά αυτό το πράγμα: το βαθύ βίωμα αυτής της χαράς την οποία εξέπεμπε αυτός ο άνθρωπος.
Να πούμε δύο λόγια για το τι θα μπορούσε, τι ήταν αυτή η χαρά. Γιατί ήταν ένα βίωμα βαθιάς παρηγοριάς αυτή η χαρά, προερχόμενο βέβαια από μια παρηγορημένη ψυχή, ήταν ο ίδιος μια πολύ παρηγορημένη ψυχή. Ήταν μία χαρά την οποία είχε, που πρέπει να ήταν από αυτή την χαρά για την οποία μιλάει ο Χριστός όταν λέει ότι «τήν χαράν τήν ἐμήν ἥν οὐδείς αἴρει ἀφ’ ὑμῶν», κανένας δεν μπορεί να σας την πάρει. Είναι δηλαδή μια χαρά η οποία είναι εγκατεστημένη, μόνιμη, είναι η χαρά της ζωής ἐν Θεῷ. Είναι η χαρά, θα λέγαμε, της συνεχούς πληροφορίας, έτσι. Όταν ο πατήρ Ιωάννης μίλαγε για τους αγίους, μίλαγε για γνωστούς ανθρώπους του. Κάποτε τον ρώτησα, μίλαγε συνέχεια για τον άγιο Ραφαήλ: «Και τον ξέρετε τον άγιο Ραφαήλ, πάτερ»; «Βέβαια, μου έλεγε. Όπως ξέρω εσένα». «Και πού τον έχετε δει»; «Να εδώ», μου λέει και μου δείχνει το δωμάτιό του, δίπλα. Καταλάβατε;
Ο π. Ιωάννης δεν έφτανε στην πίστη όπως φτάνουμε εμείς, ξεκινούσε από αυτήν. Είχε την εμπειρία ακριβώς της παρουσίας του Θεού. Είχε, να το πω έτσι, την χαρά της θέας του Θεού, ήταν βέβαιος, η χαρά του βεβαιωμένου, του βεβαιόπιστου, αυτού που λέει ο άγιος Μάξιμος ότι έχει την αλησμόνητη πίστη, την αλησμόνητη γνώση του Θεού. Γνώριζε τον Θεό, μιλούσε σαν να ήταν πραγματικά ένας οικείος του Θεού. Σας θυμίζω ότι αυτή η έκφραση ανήκει στον Απόστολο Παύλο «συμπολῖται τῶν Ἁγίων καί οἰκεῖοι τοῦ Θεοῦ» και είναι κάτι που το έχουμε σήμερα σχεδόν ξεχάσει, οικείος του Θεού. Ήταν ένας οικείος του Θεού. Και μιλούσε εκμυστηρευόμενος μέσα από αυτήν την οικειότητα. Μιλούσε στην κυριολεξία στο όνομα του Θεού, πράγμα φοβερό. Δεν μιλούσε για να πει μια γνώμη του, όπως λέμε εμείς, μια γνώμη επιστημονική ή μια γνώμη έστω πνευματική. Αλλά μιλούσε αποκαλυπτικά.
Θυμάμαι μια φορά, έχοντας πάλι βρεθεί σε δύσκολη και λυπημένη διάθεση, λόγω κάποιων συμβαινόντων στα ελληνικά ακαδημαϊκο-θεολογικά και εκκλησια- στικά πράγματα, θυμάμαι και έχοντας πραγματικά εντός μου λογισμούς απαξίας για το ελληνορθόδοξο εδώ σημερινό πράγμα που συμβαίνει κλπ. τον επισκέφθηκα για να πάρω χαρά μόνο που θα τον δω. Και μετά το ευλογημένος ο ερχόμενος και… και … και…, γυρίζει και μου λέει: «Λοιπόν, μου λέει, για σκέψου να ζούσαμε στην Μογγολία, για σκέψου να ζούσαμε στο Αφγανιστάν, για σκέψου να ζούσαμε στην Ινδία». Λέω: «Ναι, γέροντα, πράγματι, για σκεφτείτε...». «Για σκέψου πόσο άσχημα θα ένιωθες τότε και τι ελπίδα θα είχες τότε; Καμία. Ενώ τώρα;» Και αρχίζει ένας ποταμός: Να ο άγιος τάδε, να ο άγιος δείνα, να εκείνος, να το ένα, να το άλλο! Μετά από λίγο, στην κυριολεξία πετούσα. Ήταν πραγματικά ικανός να δει τι συνέβαινε στα βάθη της ψυχής. Ήταν πολύ ταπεινός όμως. Δεν επεδείκνυε ποτέ τα χαρίσματά του. Ίσα ίσα προσπαθούσε να τα κρύβει, εγώ πιστεύω ότι ούτε και οι δικοί του ακόμη, που είναι εδώ, δεν μπόρεσαν πολλά πράγματα να τα δούνε, γιατί τα έκρυβε με πάρα πολύ μεγάλη επιμέλεια.
Θυμάμαι μια άλλη φορά πήγα με έναν Αμερικανό φοιτητή μου να τον συναντήσω, ο οποίος άκουσε γι’ αυτόν και ήθελε οπωσδήποτε να γνωρίσει και αυτός κάτι τέτοιο, γιατί αυτοί εκεί έξω δεν έχουν τέτοιου είδους εμπειρίες τέτοιων ανθρώπων και τέτοιων συναντήσεων. Αυτός λοιπόν ο Αμερικανός φοιτητής στον δρόμο που πηγαίναμε με τ’ αυτοκίνητο είχε πάρα πολύ μεγάλη αγωνία και αδημονία και βρισκόταν σε μια κατάσταση άγχους, θα έλεγα, στην κυριολεξία, σε σημείο που αναγκάστηκα να τον ρωτήσω τι σου συμβαίνει;. Μου λέει: «Δεν μπορώ, δεν…δεν…μπορώ να πω, έχω κάτι, ένα πρόβλημα». Λοιπόν, όταν φτάσαμε στο σπίτι, εκεί, μας λέει η παπαδιά «είναι, λέει, πολύ άρρωστος σήμερα. Φανταστείτε, λέει, δεν πήγε καν στην εκκλησία», ήταν Κυριακή. Για να μην πάει στην εκκλησία, είναι αδύνατον… «Κρίμα», λέει ο Αμερικανός. Κι εκείνη την στιγμή, όπως στεκόμασταν στο μικρό εκείνο σαλονάκι, τον βλέπουμε να έρχεται με τις πυτζάμες, σερνάμενος σχεδόν, διπλωμένος στα δύο, πλησιάζει τον Αμερικανό και του λέει τρεις φορές «Άξιος, άξιος, άξιος» και γυρίζει και φεύγει. Λοιπόν, ο φοιτητής μού λέει: «πάτερ, αυτό είναι το συγκλονιστικότερο γεγονός της ζωής μου». Αυτός είχε λογισμό να γίνει ιερέας. Αλλά είχε λογισμό ότι δεν είναι άξιος να γίνει και ότι πρέπει να εγκατελείψει την σκέψη αυτή και είχε έρθει με σκοπό να ρωτήσει. Και ήλθε λοιπόν ο ασθενής, σερνάμενος, το θυμάμαι σαν τώρα, για να του φέρει την πληροφορία. Καταλάβατε;
Και το ξαναλέω ότι αυτή η χαρά ήταν το επιστέγασμα όλης αυτής της υπέροχης ταπεινής ύπαρξης, μια χαρά που να πω ότι στηριζόταν και ήταν θεμελιωμένη στα μυστήρια. Η μεγάλη χαρά του π. Ιωάννη ήταν η Θεία Λειτουργία. Δεν είχε λόγια να μιλήσει για την Θεία Λειτουργία. Μου έλεγε «όλα είναι εκεί». «Ποια είναι εκεί, γέροντα»; «Όλα, όλα,όλα». «Ποια όλα»; «Όλα εκεί, μου έλεγε, Και ο Χριστός και η Παναγία και οι Άγιοι και τα παρόντα και τα μέλλοντα και όλες οι πληροφορίες, μου έλεγε. Από εκεί απορρέουν όλα, από την Αγία Τράπεζα και όλη η θεολογία, που θες εσύ». Έτσι;
Και βεβαίως αυτό το πράγμα γινόταν στην συνέχεια χαρά της πνευματικής αγάπης, μετουσιωνόταν πραγματικά σε έναν συνεχή εναγκαλισμό του άλλου. Ξέρετε, μας λείπουν τέτοιες εμπειρίες. Δεν ξέρουμε τι σημαίνει να μας αγκαλιάζει κάποιος, παρ’ όλο που όλοι έχουμε την εμπειρία της αγκαλιάς. Το να μας αγκαλιάζει κάποιος δεν ξέρουμε τι είναι· πρέπει να σ’ αγκαλιάσει ένας άγιος, ανιδιοτελής τόσο πολύ και τόσο πολύ εσωτερικά διαθέσιμος, να το πω έτσι. Ξέρετε τι μεγάλο πράγμα είναι αυτό; Χωρίς να σου ζητάει τίποτε, χωρίς να περιμένει από σένα τίποτε, χωρίς να ελπίζει από σένα τίποτε. Είναι η χαρά της απόλυτης διάνοιξης, της απόλυτης ευγνωμοσύνης. Ξέρετε, σήμερα έχουμε μια πολύ μεγάλη κρίση ευγνωμοσύνης, έτσι; Γιατί όλοι μας είμαστε παιδιά της φαντασίας, είμαστε υποκείμενα μιας ατέλειωτης φαντασίωσης που μας κλείνει στον εαυτό μας και οδηγεί σε έναν αυτοδιοικητικό ναρκισσισμό χωρίς όρια. Γι’ αυτό και δεν μπορούμε σήμερα να συγχωρήσουμε και δεν μπορούμε στην πραγματικότητα να δούμε τον Θεό ει μη μόνον ιδιοτελώς, ακόμη και τον Θεό όχι μόνο τον άλλον. Λοιπόν, αυτός έβλεπε τον Θεό ανιδιοτελώς, αισθανόταν πάρα πολύ ευεργετημένος, πάρα πολύ ευνοημένος, πάρα πολύ ευλογημένος και έκλαιγε από χαρά και από ευγνωμοσύνη και την στιγμή που πλησίαζες αναγκεμένος μετοχέτευε όλη αυτήν την ευγνωμοσύνη και όλη αυτή την δωρεά που αισθανόταν να τον πλημμυρίζει σε μια ατέλειωτη διαθεσιμότητα.
Και ήτανε, όπως σας είπα, εκείνη την στιγμή ο ιερός τόπος γινόταν, όπου στεκόσουν έτσι όπως είσαι, δεν μπορούσες να κρυφτείς μπροστά στον παπα-Γιάννη. Δεν υπήρχε περίπτωση να κάνεις τον σπουδαίο. «Και τι είσαι εσύ; Για ξαναπές μου, μου λέει, ξαναπές μου». Δυσκολευόμουν να του εξηγήσω τι ακριβώς κάνω και ότι είμαι καθηγητής εδώ και στο εξωτερικό και το ένα και τ’ άλλο, με κοίταγε, με κοίταγε και με κοίταγε και αυτό που έβλεπε σε εμένα ήταν πολύ βαθύτερο από όλα αυτά. Καταλάβατε; Έβλεπε τα πραγματικά ερωτήματα της ψυχής μου, έβλεπε την πραγματική ανάγκη που έχει ο άνθρωπος για Πνεύμα Άγιο, έβλεπε τις κινήσεις της χάριτος μέσα στον άνθρωπο, πώς κινείται η χάρις, πώς τον διεκδικεί η χάρις, με ποιο τρόπο. Και τελικά σού μετέδιδε αυτή την ουράνια χαρά, που, αν μου ζητούσε κανείς να την πω με μια κουβέντα, θα’ λεγα ήταν η χαρά της Αναστάσεως, η χαρά της αιώνιας ζωής.
Ήταν εν ζωῇ, ο πατήρ Ιωάννης ήταν πάντα ζωντανός και δεν θα πέθαινε ποτέ και το ήξερε αυτό, δεν υπήρχε θάνατος. Τα εγνώριζε τα εκείθεν πολύ καλά. Ήξερε πού θα πάει με μεγάλη λεπτομέρεια. Και για τον λόγο αυτό ο θάνατος ήταν γι’ αυτόν ακόμη μια χαρά μες στις άλλες χαρές και δεν είχε ανάγκη να προφυλαχθεί από τίποτε, δεν υπήρχε τίποτε. Καταλάβατε;
Δεν είχε εχθρούς, δεν είχε ούτε καν κατά διάνοιαν την ανάγκη να είναι ενάντιος σε κάποιον, αδικήθηκε κάποια στιγμή εκκλησιαστικά και βρέθηκα να τον  υπερασπίζομαι ακόμα κι εγώ. Λοιπόν, δεν μπορούσες να διακρίνεις πάνω του ένα ίχνος παράπονου, ένα πράγμα, σαν να ήταν ένα μωρό παιδί, το μωρό το παιδί το αδικείς αλλά δεν καταλαβαίνει ότι αδικείται, συνεχίζει να σε κοιτάει με τα ίδια ευγνώμονα μάτια. Έτσι και αυτός. Δεν είχε λόγο να πει ενάντια σε κάποιον. Τι φοβερό πράγμα! Είναι δυνατόν αυτό να γίνει; Σήμερα είναι αδύνατον πια. Προσέξτε. Η μαρτυρία αυτών των ανθρώπων, η υπαρξιακή μαρτυρία τους είναι η μαρτυρία ότι ο Θεός έγινε άνθρωπος. Γι’αυτό και δεν υπάρχει κανένας φόβος, κανένα πρόβλημα. Όλα τα προβλήματα έχουν τεθεί και έχουν λυθεί. Αυτό είναι το βίωμα που μετέδιδε: δεν υπάρχει κανένα πρόβλημα και κανένας τρόμος και καμιά αγωνία. Πήγαινες και αισθανόμουνα κάποιες φορές ότι εάν του έλεγα «Γέροντα, ξεκίνησε πυρηνικός πόλεμος εκεί έξω κι εγώ έρχομαι να σου το πω αυτή την στιγμή. Τι θα κάνουμε»; Δεν υπήρχε περίπτωση να του πάρει κανείς τόσο από την χαρά του. Αυτό είναι το θαύμα της εκκλησίας, αυτό είναι το θαύμα του Χριστιανισμού και νομίζω ότι αυτό το θαύμα της νίκης καταπάνω στον θάνατο, της νίκης κατά του θανάτου, αυτό το θαύμα είναι αυτό, που κυρίως στέλνει ο Θεός ανθρώπους αγίους να το μαρτυρήσουν.
Α, και θα πω και κάτι τελευταίο, είναι σημαντικό. Είπε ο πατήρ Χρυσόστομος ότι είναι το πεζικό. Καθόλου πεζικό, πεζοναύτης ήτανε πρώτης γραμμής. Και θέλω να το πω αυτό επίτηδες, διότι ήταν και έγγαμος και είναι μία μαρτυρία ότι ο γάμος καθόλου δεν εμποδίζει την αγιότητα. Προσέξτε. Αγαπώ πολύ και προσωπικά τον μοναχισμό, το ξέρουν όσοι με ξέρουνε από αυτά που λέω και αυτά που γράφω, αλλά, μερικές φορές, ο γάμος στην εκκλησία πρέπει να έχει την θέση την οποία το Πνεύμα το Άγιο και όχι εμείς οι άνθρωποι τον έχει τοποθετήσει.
Λοιπόν, ο πατήρ Ιωάννης ήταν μια μαρτυρία ότι καθόλου μα καθόλου ο γάμος δεν εμποδίζει μια χερουβική αγιότητα και μια αθωότητα και μια καθαρότητα, η οποία στην κυριολεξία μας άφηνε άναυδους. Γυρίζει κάποια στιγμή και μου λέει: «Πάτερ, πάτερ, να λυπάσαι τα σημερινά παιδιά –ήξερε ότι νταλαβερίζομαι με φοιτητές – να τα σκεπάζεις, γιατί εμείς προλάβαμε και φάγαμε λίγο αγνό ψωμί, αυτά δεν μπορέσανε, δεν μπορέσανε». Πολύ αγνό ψωμί είχε φάει. Καταλάβατε;
Και όλα τα έκανε αγνά. Και όταν τα κάνει κανείς όλα αγνά και καθαρά, είναι καθαρός ενώπιον του Θεού και έρχεται η μεγάλη χάρις και σκηνώνει. Είχε μεγάλη χάρη ο πατήρ Ιωάννης, σας το λέω δεν ήταν μικρή. Δεν ήταν πεζικάριος, η προσωπική μου αίσθηση ήταν ότι ήταν κομάντο και προχωρημένος μάλιστα και ικανός να αντιμετωπίζει τα πιο δύσκολα πνευματικά προβλήματα, με την παρουσία, βλέπω λείπει σήμερα, της παπαδιάς του, η οποία για μένα έχει μερίδιο στην αγιότητα, μαζί έκαμαν τις ολονυκτίες, και μαζί έκαναν τα κομποσκοίνια και μαζί… δεν ξέρω αν την έπαιρνε και μαζί στις αναχωρήσεις του που έλεγε «πήγα κάπου» «πού ήσουνα, γέροντα;» «πήγα κάπου, λίγο μακρυά, να κάνω μια επίσκεψη» και δεν είχε φύγει από εκεί, καταλάβατε; Πήγαινε όμως εν Αγίῳ Πνεύματι και αυτό ακόμη είναι μια μαρτυρία, γιατί τα πράγματα του Θεού είναι όλα άγια κι εμείς βέβαια τα κάνουμε με εναν τρόπο που πολλές φορές τα μειώνει και τα αμαυρώνει.
Ελπίζω σε μια επόμενη φάση να μπορέσουμε να προχωρήσουμε και το ζήτημα πιο επίσημα με τον πατέρα Ιωάννη. Προς το παρόν, ας μαζευτούν αυτές οι μαρτυρίες και ας είμαστε ευγνώμονες στον Θεό που μας τον χάρισε. Αμήν.                 
                   






ΚΑΛΑΝΤΑ ΠΡΩΤΟΧΡΟΝΙΑΣ.


Ο Άγιος Πορφύριος ισάξιος των Μεγάλων Αγίων των πρώτων Χριστιανικών Αιώνων !!!


ΕΊΠΕ ΓΈΡΩΝ.. Ο χρόνος σου κυλάει....Τόσο γρήγορα και αθόρυβα..


Ο χρόνος σου κυλάει....Τόσο γρήγορα και αθόρυβα..

Ψάξε να βρεις λίγο ησυχία..κάπου να ξαποστάσει η ψυχή σου..

Όσο και να τρέχεις οι δουλειές ποτέ δε τελειώνουν...

Τι θα μείνει στο τέλος???Οι στιγμές που έκανες το καλό...

Εκείνες οι μικρούλες στιγμές που χόρτασε η ψυχή σου Θεία Χάρη...

Δευτέρα 30 Δεκεμβρίου 2019

Εύα Σαουλίδου . Ασκητές μέσα στον κόσμο



" Τα χρήματα και η ομορφιά είναι μουσαφίρηδες " .
" Μην περιγελάς κανέναν γιατί θά ' ρθει στο κεφάλι σου και θα το πάθεις " . 
" Τον γέρο και το ανήμπορο μωρό να λυπάσαι " .
"'Εναν κουβά αλάτι , ένα δοχείο λάδι ,κι ένα τσουβάλι αλεύρι πάντα να έχετε στην άκρη " .

Εύα Σαουλίδου .
Ασκητές μέσα στον κόσμο , τόμος 'β .

Hospital of the Soul


The Church is the hospital where we can find healing

Our Orthodox Faith defines sin as an illness that is in need of healing, not as a crime that requires punishment. The Church is a hospital for the soul whose therapists (priests) first sought therapy and then became the therapists. As a healing institution the Church is the place for broken souls.

We come before Christ as tarnished images, far from that which God intended. Yet this very Creator God is patient and loving, quick to forgive. Our God invites us to holiness, to be made whole. His grace is sufficient to lift us up out of our mire and into the heights of a joy and gladness that is meant to be eternal. We need only to humble ourselves and ask for help and the Kingdom is ours.

Heaven and hell are not about location, but about relationship. All that is needed is our responsive word, followed by action. We say yes to God's invitation while seeking out the therapy that is ours within the life of the Church.

Wholeness (holiness) is ours through this relationship with Christ, Who's redemptive act upon the Cross, together with His having conquered death by death, delivers us from the depths of estrangement. We are lifted up to God, having been made whole, and eternal communion with God is our destiny.

With love in Christ,
Abbot Tryphon

“Render to Caesar the things that are Caesar’s, and to God the things that are God’s.” (Mark 12:17)



“Render to Caesar the things that are Caesar’s, and to God the things that are God’s.” (Mark 12:17)

Christmas is based upon the exchange of gifts: God lovingly giving us the gift of His Son, and us giving Him the gifts of a loving heart!

Fr. John

ΕΊΠΕ ΓΈΡΩΝ....


Οι άνθρωποι συνήθως λένε ψέματα πρώτα προς στο Θεό κι έπειτα ο ένας τον άλλο.....
..... δεν λένε ψέματα μόνο με την γλώσσα άλλα και σωματικές αισθήσεις τους, αλλά και με την καρδιά τους την ψυχή και το νου τους. Δεν υπάρχει πράξη ψευτιάς που ο διάβολος να μην είναι συνεργός του ανθρώπου.....
Ζούνε το παραμύθι τους και καμία φορά το παίρνουν μαζί τους
Αλλά ξεχνάει ο άνθρωπος την μοναδική αλήθεια"".Την απολογία την επί του φοβερού βήματος ""

Is it possible to give alms to people of a different faith?




- Is it possible to give alms to people of a different faith?

- It is very sad to hear such questions. Why is it not possible to give alms to people of another faith? Do they not want to eat or do they have different living conditions? If you have such a question, then something is wrong with your Orthodoxy. I always grieve from such Orthodoxy, shy of it. I want to tell everyone who has not been given alms: "People, this is not Orthodoxy, this is something else." Without helping people of a different faith, we humiliate our religion, humiliate Christ, who is love. In the Gospel He was condemned by the Pharisees for eating and drinking with drunkards, with harlots, that he spoke with a Samaritan woman (the Samaritans were sectarians). It is sinful to praise someone else’s faith, because in doing so you humiliate your own, but you need to love a person of a different faith.

Archpriest Sergius Baranov

Пророк Даниил во рву львином Художник Филипп Москвитин


Γέροντα, δώστε μου μια ευχή για τα Χριστούγεννα.



Γέροντα, δώστε μου μια ευχή για τα Χριστούγεννα.
–Εύχομαι ο Χριστός και η Παναγία να σε έχουν κοντά τους σαν το αρνάκι που είναι δίπλα στην φάτνη. 
(Άγιος Παΐσιος)
Με τα ευλογημένα προβατάκια του Μοναστηριού μας...

The Lord Guides Us To Heaven By Means of Patience In Works of Love


The Lord Guides Us To Heaven By Means of Patience In Works of Love 

It was a funny sort of coenobium, if not exactly original.

Kyra [Mrs.] Basilike, who was a widow, and her younger sister Maria, who had never married, were in their sixties and lived together. Upon the death of their brother, they took in their sister-in-law, Kyra-Olga, “so that she would not be alone in her old age too.”

Together they would go to Church and to the market, together they would drink coffee on the balcony. At least, that is how it was at first.

                                       * * * 

After a few months, things started to go awry. Kyra-Olga was crotchety. Or so she seemed to them. The two sisters simply could not get used to her. There was always something she would dirty a bit, she never seemed to help out enough…. The coenobium did not last even a year.

After eleven months, they told her to go back home, now that she had supposedly “gotten over her mourning.” The parting was not without some unpleasant insinuations on either side.

                                         * * * 

In the afternoon, the two sisters would sit leisurely in their living room. Kyra-Basilike would knit, while Maria would read aloud from an edifying book.

"Listen here, Basilike, how nicely the Elder puts it: ‘If at some point Christ were to send us an Angel to ask us to change our lives and repent, we would certainly accept to do so. If, on the other hand, instead of an Angel He sent us our ‘neighbor’ (and especially if it were precisely the person whom we do not love and who makes our life difficult), then most likely we would not repent. We might even lash out at him. And thus the opportunity that God has given us to understand our sins would be wasted. Wasted on us would be the person whom the Lord sent to be a burden to us, thereby taking us by the hand and leading us, by means of our forbearance, to the Kingdom of Heaven….’”

“Indeed, very nice!” Kyra-Basilike murmured, nodding her head pensively. She then took up her knitting again, with a satisfied contentedness.

                                          * * * 

Not for a fraction of a second did it cross their minds that the passage had anything to do with them at all.  Let opportunities not be wasted.

Eight Year Old Myrto And Her Wise Teacher.



Eight Year Old Myrto And Her Wise Teacher

I  remember Myrto, a charming little girl. She developed acute leukemia. With unparalleled silence and patience she braved the most aggressive treatments given to her, with a sweet expression constantly lighting up her pale little face.

The more she patiently endured, the more her parents broke down, and together with their hopes they gradually lost the last traces of their faith. They were not particularly religious to begin with, but some small seed was in them.

They had sent her to a good school. She had a teacher that adored her. Before going to sleep, Myrto would always make the sign of the Cross, saying: “O Cross of Christ, save us by Thy power,” as her teacher, Paraskeve, had taught her.
“Why do you cross yourself?” her mother would ask.
“So that Christ will give me strength,” she replied. “That’s how Ms. Paraskeve taught us at school.” “Wouldn’t it be better to ask Him to heal you?”
“I don’t need to, since He gives me strength and joy!”
Her parents did not insist. They didn’t understand much anyway. As Myrto’s illness progressed, however, they began to blame God. But they could not blame their child, who continued to cross herself and say prayers.

Myrto died at eight years old, asking her mother to say the “Our Father,” as she had no strength left. Letting go of her doll, she crossed her arms over her chest and asked for the prayer.

Her mother could not refuse. She said the prayer between her sobs. She left aside the logic of arguments and proofs, of narrow mindedness and reasoning, and entered into the world of her child.

Together with the tears in her eyes, faith welled up in her heart.

 * * * 

This true story, apart from being deeply moving, makes one think. We see that God uses different ways to draw people who are indifferent or negatively disposed to the faith closer to Him. Even by the death of a small child, as harsh or unjust as that may seem to us. God acts from the perspective of eternity.

As for Ms. Paraskeve, Myrto’s teacher, how inspiring is her example! She planted in the soul of her young student the seed of faith in Christ. And the seed sprouted and grew into a tree of faith—a faith that had the power to sustain the little girl in moments of pain, even in the face of death.

Indeed, how great is the work of a true educator!

Source: “Syndesmos”

What is the best way to fast?

What is the best way to fast?

A person strictly observing church fast receives enormous benefits for the soul. One must eat so that the spirit is awake over the flesh, but not the flesh over the spirit. The Holy Fathers say that the body is a donkey on which we must ride to the Heavenly City of Jerusalem: if you feed it less, it will fall, if you overfeed it, it will go mad. Therefore, you must always keep to the middle ground, go the royal path: if we begin to fast without humility and prayer, we will harm ourselves. The devil will say: “Fast more, more ...” And we will be so weak that we won’t be able to pray and work, we will only become irritable, touchy: “Do not come near us - we fast, we have already become saints.” Others, on the contrary, begin to eat a lot, repeating the thoughts of the evil one: "You work so hard, you have poor health, eat, eat, and eat meat and sausage,

Archimandrite Ambrose (Yurasov)

Rożdestwo Hristovo - Varna


Boże Narodzenie - fresk w soborze w Warnie


Αρχιμανδρίτης Συμεών (Γκαγκάτικ), Καθηγούμενος της Ιεράς Μονής Αγίας Τριάδος στο Αχτίρκα Ουκρανίας, μεταφραστής του βιβλίου με αναμνήσεις του Γέροντος Εφραίμ «Ο Γέροντάς μου. Ιωσήφ ο Ησυχαστής και Σπηλαιώτης»:








Τρεις συναντήσεις, χάρη στις οποίες μάθαμε για τη ζωή του μέλλοντος Γέροντα Εφραίμ με τον Γέροντα Ιωσήφ

Αρχιμανδρίτης Συμεών (Γκαγκάτικ), Καθηγούμενος της Ιεράς Μονής Αγίας Τριάδος στο Αχτίρκα Ουκρανίας, μεταφραστής του βιβλίου με αναμνήσεις του Γέροντος Εφραίμ «Ο Γέροντάς μου. Ιωσήφ ο Ησυχαστής και Σπηλαιώτης»:


– Με τη χάρη του Θεού, έτυχε να βρεθώ με τον Γέροντα Εφραίμ τρεις φορές. Το 2008 στην Ελλάδα εκδόθηκε το βιβλίο με τις αναμνήσεις του, για τον Γέροντα Ιωσήφ Ησυχαστή. Όταν το διάβασα, αμέσως κατάλαβα ότι πρέπει να το μεταφράσω στα Ρωσικά. Όμως, για να ξεκινήσω, έπρεπε να πάρω την ευλογία του συγγραφέα. Γι’ αυτό αποφάσισα να πάω στο μοναστήρι του, στην Αριζόνα. Την επόμενη μέρα, μετά την άφιξή μου, πήγα στον τόπο δίπλα στον ναό, τη συγκεκριμένη ώρα, που ο Γέροντας δεχόταν τον κόσμο. Σε λίγο πλησίασε και ο Γέροντας, ερχόμενος γρήγορα και ζωηρά. Μόλις είδε εμένα, έναν άγνωστο μοναχό, μου χαμογέλασε με παιδικό χαμόγελο, έκανε σήμα με το χέρι και μπήκε μέσα στον ναό, κατευθυνόμενος στο δωματιάκι που είχε για την υποδοχή προσκυνητών. Πόσο χάρηκα εκείνην τη συνάντηση, που είχε τόση απλότητα και φιλικότητα, τις οποίες δεν συνάντησα ούτε πριν ούτε μετά.

Είχα την αίσθηση ότι μιλάω με άγγελο, όχι μεγαλειώδη και τρομερό, αλλά πολύ απλό και αγαθό

Όταν ήρθε η σειρά μου, μπήκα στο δωμάτιο και ανέφερα τον στόχο της επίσκεψής μου. Είχα την αίσθηση ότι μιλάω με άγγελο, όχι μεγαλειώδη και τρομερό, αλλά πολύ απλό και αγαθό. Όμως η αγιότητα και το φως, που εξέπεμπε ο Γέροντας, ήταν αγγελικοί. Το ένα μου ζήτημα συνίστατο στο να μου επιτρέψει ο Γέροντας να δω τα πρωτότυπα κείμενα των αναμνήσεών του, επειδή η ελληνική έκδοσή τους μου προκάλεσε αρκετές απορίες. Λαμπερές σελίδες με ζωντανές και καλλιτεχνικές διηγήσεις εναλλάσσονταν έντονα με βαρετά αποσπάσματα, που γράφτηκαν σε μια τραχεία γλώσσα. Ήταν φανερό ότι αυτά τα αποσπάσματα γράφτηκαν από άλλον άνθρωπο. Εγώ, όμως, ως μεταφραστής, ήθελα να δουλέψω με τον αυθεντικό λόγο του Γέροντα, πριν την επέμβαση των επιμελητών, χωρίς τις διορθώσεις τους και τις παρεμβάσεις τους. Σε όλα τα αιτήματά μου ο Γέροντας χωρίς δυσκολία και με ειλικρινή χαρά έδωσε την ευλογία του. 
Όντας πολύ χαρούμενος από την ευλογία του και λαμβάνοντας από τον γραμματέα του Γέροντα όλα τα πρωτότυπα κείμενα των αναμνήσεών του, επέστρεψα στο μοναστήρι μου και αμέσως ξεκίνησα τη δουλειά. Για να μεταφράσω βιβλίο 500 σελίδων μου πήρε γύρω στα δύο χρόνια. Παράλληλα, μάζεψα και μερικές ερωτήσεις, τις οποίες μπορούσε να απαντήσει μόνο ο ίδιος ο Γέροντας. Έτσι πέταξα στην Αμερική για δεύτερη φορά. Όταν βρέθηκα με τους βοηθούς του Γέροντα και τους έδειξα τη λίστα ερωτήσεών μου – γύρω στις 50 – μου είπαν ότι είναι αδύνατο να τις συζητήσω όλες με τον Γέροντα, επειδή είναι πολύ κουρασμένος για μια τέτοια δουλειά. Γι’ αυτό οι βοηθοί του με βοήθησαν να λύσουμε τις περισσότερες απορίες και άφησα μόνο μερικά ερωτήματα, τα πιο προσωπικά, να τα επεξεργαστώ με τον Γέροντα, επειδή κανένας άλλος δεν θα ήξερε τις ακριβείς απαντήσεις.
Στη συνάντηση αυτή ο Γέροντας μού έδωσε τις απαραίτητες απαντήσεις. Π.χ., λύθηκε το αίνιγμα με το παρατσούκλι του Γέροντα, που του έδωσε ο Γέρων Ιωσήφ – «Βαβούλης». Συχνά ο Γέροντας τον αποκαλούσε ακριβώς έτσι: «Βαβούλη», έλεγε. Όμως κανένας από τους Έλληνες δεν μπορούσε να μου πει τι σημαίνει αυτή η λέξη, επειδή έλειπε από τα ελληνικά λεξικά. Ο Γέρων Εφραίμ, με αμίμητο χαμόγελο, μου απάντησε ότι είναι παιδική λέξη, το οποίο χρησιμοποιούν μικρά παιδιά, όταν απευθύνονται ο ένας στον άλλον. Μάλλον, αυτή η λέξη χρησιμοποιείτο με αυτήν τη σημασία στην πατρίδα του Γέροντα Ιωσήφ και τη θυμήθηκε, όταν στην αδελφότητα ήρθε νεαρός και αδύνατος ο Γιαννάκης – ο μέλλων μέγας Γέροντας Εφραίμ.

Όπως φαίνεται, σ’ αυτήν τη συνάντηση ζήτησα από τον Γέροντα να με συμβουλεύσει σχετικά με το πώς πρέπει να είναι ο ηγούμενος. Και μου απάντησε αμέσως ότι ο ηγούμενος πρέπει να είναι, πρώτ’ απ’ όλα, πατέρας. Ποτέ δεν πρέπει να κυβερνά το μοναστήρι ως διοικητής. «Καμία διαταγή ή προσταγή, ποτέ! Μόνο ως πατέρας!», – αυτά τα λόγια τα φυλάω μέσα στην ψυχή μου, ως θησαυρό, που έλαβα από τον Άγιο, και ανάλογα με τις δυνάμεις μου προσπαθώ ν’ ακολουθώ αυτήν τη συμβουλή.

Και σ’ έναν χρόνο έφερα στον Γέροντα το εκδοθέν βιβλίο, σε μετάφραση στα Ρωσικά, με τίτλο: «Η ζωή μου με τον Γέροντα Ιωσήφ». Ο Γέρων Εφραίμ, μόλις με είδε με το βιβλίο, με έκπληξη είπε: «Τόσο γρήγορα;!». Όντως, το βιβλίο ετοιμάστηκε πολύ γρήγορα. Σε όλη τη διάρκεια της προετοιμασίας, σε όλα τα στάδια της δουλειάς πάνω στα κείμενα και της προετοιμασίας για την εκτύπωση, ενεργούσαν η ευλογία του Γέροντα και η βοήθεια του Θεού. Ο Γέροντας, επίσης, χάρηκε και με το ωραίο εξώφυλλο του βιβλίου, που φιλοτέχνησε ένας από τους καλύτερους καλλιγράφους μας, ο Αλεξέι Τσεκάλ. Στο κεντρικό μέρος του εξώφυλλου βρίσκεται η Ευχή του Ιησού, γραμμένη με παλιό σλαβικό στυλ και με χρυσό ανάγλυφο.

Ήταν η τελευταία μας συνάντηση. Οι πρώτες δύο συναντήσεις μας διήρκεσαν λίγη ώρα. Με είχε προειδοποιήσει ο βοηθός του Γέροντα, που ήταν υπεύθυνος για την υποδοχή προσκυνητών. Μου εξήγησε ότι ο Γέροντας ήταν μεγάλος πια σε ηλικία και οι δυνάμεις του ήταν περιορισμένες, καθώς και ότι πολύς κόσμος περίμενε να τον δει, ν’ ακούσει τη συμβουλή του και ν’ αναζητήσει τη βοήθεια της προσευχής του. Όμως την τρίτη φορά ο Γέροντας δεν με άφησε να φύγω γρήγορα. Άρχισε ν’ αναθυμάται τα παιδικά του χρόνια και να μου λέει πως πέρασε τα χρόνια της γερμανικής κατοχής στον Βόλο, πως πουλούσε διάφορα μικροπράγματα στην αγορά για να επιβιώσει από την πείνα, πως τον είχαν συλλάβει, πως είδε τα σκοτωμένα από Γερμανούς παλληκάρια.

Και όταν, τελικά, με άφησε να φύγω, βγήκα στον διάδρομο και ο βοηθός του Γέροντα με κοίταξε επιτιμητικά, κουνώντας το κεφάλι του. Όμως τι μπορούσα να κάνω; Πώς μπορούσα να διακόψω τον Γέροντα..;

Είμαι πολύ ευγνώμων στον Κύριο και στον Γέροντα Εφραίμ γι’ αυτές τις συναντήσεις. Θα με ζεσταίνουν στη διάρκεια όλης της ζωής μου.

Το όνειρο του μπακάλη στην Κρήτη που αποκάλυψε τον «Άγιο Τσιτέρη» | Όσιοι μάρτυρες Ισίδωρος και τα τέκνα του








Έγραψε κάποτε ο άγιος Νεκτάριος ότι τα τίμια λείψανα των μαρτύρων θεωρούνταν από τις χριστιανικές κοινότητες σαν πολυτιμότερα από τις πολύτιμες πέτρες, τοποθετούνταν στους ιερούς ναούς κι εξασφαλίζονταν σαν μοναδικός θησαυρός.
Στην επέτειο της άθλησής τους μάλιστα οι πιστοί έκαναν γιορτή και πανηγύρι για να τιμήσουν τον αθλητή και μάρτυρα του Κυρίου. Σ’ αυτήν διαβάζονταν τα κατορθώματα των μαρτύρων κι εκφωνούνταν λόγοι εγκωμιαστικοί και πανηγυρικοί από τους ρήτορες των χριστιανικών κοινοτήτων.


Πολλές φορές πάνω στους τάφους των μαρτύρων χτίζονταν ναοί που ονομάζονταν Μαρτύρια και σ’ αυτούς δινόταν το όνομα του Μάρτυρα που τιμούσαν.


Δεν είναι λίγες οι περιπτώσεις που για λόγους που δεν διευκρινίζονται από τη λογική, άγνωστοι μάρτυρες κάνουν την εμφάνισή τους στους ανθρώπους και τους παροτρύνουν να σκάψουν και ν’ ανασύρουν από τη λησμονιά τα μαρτυρικά τους σώματα. Μια τέτοια ιστορία θα διηγηθούμε. Συνέβη στην Κρήτη το 1953 μια Παρασκευή μέσα στον Οκτώβριο. Ένας παντοπώλης με το παρατσούκλι Βαφοδημήτρης, που ήταν και ψάλτης στο χωριό Βαλή Μεσσαράς, στον Δήμο Γόρτυνας ξάπλωσε να κοιμηθεί και τότε παρουσιάστηκε στον ύπνο του ένας ιερέας που του είπε: “Να πας παιδί μου να σκάψεις, στην αυλή της Εκκλησίας του Αγίου Δημητρίου. Πήγαινε σκάψε γιατί με πατάτε, είμαι μαζί με τα δύο μου παιδιά. Τ ’όνομά μου είναι Τσιτέρης”. Ο Άγιος Δημήτριος είναι μέχρι σήμερα ο πολιούχος άγιος του χωριού.



Ο παντοπώλης, που το κανονικό του όνομα ήταν Δημήτρης Φραγκιαδάκης, δεν έδωσε σημασία στο όνειρο. Το επόμενο βράδυ του Σαββάτου στις 17 Οκτωβρίου, βλέπει πάλι στον ύπνο του τον ίδιο ιερέα να του λέει: “Σήκω να πας να σκάψεις!”, αλλά και πάλι αγνόησε την ειδοποίηση. Το τρίτο βράδυ στις 18 Οκτωβρίου του 1953, ημέρα Κυριακή, ο ιερέας εμφανίσθηκε πάλι στον ύπνο του επιτακτικός αυτή τη φορά και του είπε: “Σήκω τώρα να πας να σκάψεις!” Ο Βαφοδημήτρης κατάλαβε ότι η εντολή του ιερέα δεν έπαιρνε άλλη αναβολή και τον ρωτάει: “Και πού ακριβώς θα σκάψω;” Ο ιερέας τού απαντά: “Θα σου έχω για σημάδι πέτρες γύρω από τον τάφο μου” και του υπέδειξε κάποιο συγκεκριμένο σχηματισμό αυτών των πετρών. Τέλος του επισήμανε να προσέξει καθώς θα σκάβει γιατί οι κεφαλές αυτού και των παιδιών του είναι διπλωμένες μέσα στα πόδια τους. Στην είσοδο της αυλής του ναού, υπήρχε μία χαρουπιά.




Ο Βαφοδημήτρης, πρωτοξάδελφος της Ελισάβετ Καραταράκη αμέσως πήρε μια σκαλίδα και πήγε στον προαύλειο χώρο τού Ιερού Ναού του Αγίου Δημητρίου. Ήταν νωρίς το πρωΐ, ο ήλιος δεν είχε ακόμη ανατείλει. Βρήκε τις πέτρες ακριβώς όπως του είχε υποδείξει ο ιερέας. Μετά από μερικά χτυπήματα, βρίσκει την πλάκα του τάφου και περιγράφει πώς μία λάμψη βγήκε από τη γη. Η λάμψη κατευθύνθηκε στον ουρανό. Ο Βαφοδημήτρης έχασε τις αισθήσεις του και έσβησε η όρασή του. Όταν συνήλθε, σηκώθηκε, πήρε την αξίνα και συνέχισε επίμονα να σκάβει στη γη. Οι χωριανοί ακούγοντας από μακριά τα συνεχόμενα χτυπήματα της σκαλίδας έτρεξαν να δουν τι συμβαίνει και βλέποντάς τον να σκάβει ήρθαν και τον ρώτησαν αν είχε πληροφορίες πως θα έβρισκε κάποιον θησαυρό, κάποιες κρυμμένες λίρες ίσως. Ο άνθρωπος δεν απαντούσε σε κανέναν και συνέχιζε αμίλητος και με τον ιδρώτα να στάζει από την προσπάθεια. Μετά από λίγο φάνηκαν μέσα από το χώμα τα σώματα των Αγίων. Στα οστά των ποδιών βρίσκονταν και τα κρανία των μαρτύρων όπως ακριβώς τον είχε ειδοποιήσει ο Άγιος. Οι χωριανοί που βρίσκονταν εκεί περισυνέλεξαν τα λείψανα, τα έπλυναν και τα τοποθέτησαν σε ένα ξύλινο κασελάκι στην Αγία Τράπεζα του Ιερού Ναού του Αγίου Δημητρίου. Ο Βαφοδημήτρης, κλεισμένος στο σπίτι του νήστευε για τρεις μέρες χωρίς να βάλει τίποτα στο στόμα του και πίνοντας μόνο νερό. Σκοπός του ήταν να ζωγραφίσει τον ιερέα όπως τον είχε δει και αργότερα, καθ’ υπόδειξή του σε αγιογράφο της περιοχής έγινε η παραγγελία της πρώτης εικόνας του Αγίου, με το όνομα: «Άγιος Τσιτέρης». Στην εικόνα αγιογραφήθηκαν τα δύο μικρά παιδιά εκατέρωθεν, χωρίς ωστόσο να είναι γνωστά τα ονόματά τους.








Αντιστάθηκε με κατήχηση και βαπτίσεις στον εξισλαμισμό των χριστιανών!


Στο χωριό οι κάτοικοι συγκλονίστηκαν και αποφάσισαν να ξεκινήσουν μια έρευνα για το παρελθόν των αθέατων για αιώνες αγίων. Έτσι σύμφωνα με μαρτυρίες από στόμα σε στόμα από τη μια γενιά στην επόμενη, μαθεύτηκε πως ο ιερέας αυτός έφερε αντίσταση στην προσπάθεια εξισλαμισμού των κατοίκων όλων των χωριών της ευρύτερης περιοχής κατηχώντας και βαφτίζοντάς τους. Βάπτιζε άφοβα τους ανθρώπους στον Ναό της Ζωοδόχου Πηγής που βρίσκεται μέχρι σήμερα στα περίχωρα του χωριού Βαλή κοντά σέ ποτάμι, ενώ κάποιες μαρτυρίες τον θεωρούν κτήτορα του Ναού.


Το μεγάλο μαρτύριο


Η εξέλιξη βέβαια ήταν καταιγιστική. Οι Αγαρηνοί τούς καταδίωξαν. Ο ιερέας μια μέρα τελούσε τη Θεία Λειτουργία στον Ιερό Ναό του Αγίου Δημητρίου στο χωριό Βαλή Μεσσαράς στην Κρήτη. Τότε όρμησαν οι Αγαρηνοί στο χωριό, μπήκαν στον ναό έπιασαν τον λειτουργό και το εκκλησίασμα και τους βασάνισαν. Το μεγαλύτερο μαρτύριο που έζησε πριν πεθάνει ήταν η φρίκη να βλέπει μπροστά στα μάτια του πώς αποκεφάλισαν τα δυο του παιδιά. Κατόπιν κρέμασαν τον ίδιο στη χαρουπιά, που βρισκόταν στην αυλή της Εκκλησιάς, τον βασάνισαν ξανά, τον κατέβασαν και τον έσυραν στο χώμα. Τον αποτελείωσαν κόβοντας το κεφάλι του πάνω σε μια πέτρα. Οι Αγαρηνοί, δεν περιορίστηκαν στον φόνο του ιερέα και των παιδιών του. Σφαγίασαν και άλλους χριστιανούς από το εκκλησίασμα και πούλησαν σέ σκλαβοπάζαρο την πρεσβυτέρα και άλλες χριστιανές.





Κάτοικος του χωριού αποκαλύπτει: «Ήρθε ο ιερέας στο όνειρό μου και μου είπε: “Ελισάβετ, με λένε Ισίδωρο”»


Ο Άγιος φανερώθηκε επίσης σε μια μοναχή, της ανέφερε τον τρόπο του μαρτυρίου του, και της είπε ότι ο τόπος του μαρτυρίου του, δηλαδή ο προαύλειος χώρος του Ιερού Ναού του Αγίου Δημητρίου είναι ένας δεύτερος Γολγοθάς.
Συγκεκριμένα της αποκάλυψε: “Εδώ σε αυτόν τον τόπο υπάρχουν κι άλλοι Άγιοι που ο Θεός θα τους φανερώσει να σας φωτίζουν εν τω φωτί της γνώσεως και της αληθείας, εδώ είναι ένας δεύτερος Γολγοθάς γιατί χύθηκε αίμα Αγίων. Όπου και να πατήσεις θα βρεθείς μέσα στο αίμα μας”.





Στη μοναχή

Ένα χρόνο αργότερα το έτος 1954 ήρθε στο χωριό Βαλή μια γυναίκα η οποία συστήθηκε ως μοναχή Ελισάβετ. Έδειξε μεγάλο ζήλο και έμεινε στο χωριό ως διακόνισσα στον Ιερό Ναό του Αγίου Δημητρίου, όπου υπήρχαν τα οστά των τριών μαρτύρων. Μάλιστα οι χωριανοί τής έκτισαν ένα κελί όπου διέμενε. Μετά από ένα χρόνο παραμονής στο χωριό, η μοναχή Ελισάβετ έκλεψε το μεγαλύτερο μέρος των ιερών λειψάνων μαζί και τις τρεις κάρες και εξαφανίσθηκε. Προς το τέλος του βίου της εντοπίσθηκε στην Αττική, αρνούμενη όμως να αποκαλύψει πού κατέληξαν οι κάρες.
Στα 1968 οι κάτοικοι του χωριού Βαλή, έκαναν έρανο συγκεντρώνοντας χρήματα και ξεκίνησαν την ανοικοδόμηση Ναού στη Νοτιοδυτική είσοδο του χωριού και σκέφτονταν να τον ονομάσουν άγιο Τσιτέρη. Ωστόσο το όνομα του αγίου δεν ήταν Τσιτέρης και αυτό έπρεπε να γίνει γνωστό πριν την ονοματοδότηση του ιερού ναού ο οποίος ήδη χτιζόταν. Η πληροφορία ήρθε από τον ουρανό στη γη, όπως και οι προηγούμενες. Ήταν στα 1989, όταν ο ίδιος ο άγιος παρουσιάστηκε ξανά σε ενύπνιο αυτή τη φορά στην Ελισάβετ Καραταράκη, γεννημένη στο Βαλή της Κρήτης και πρώτη ξαδέλφη του Βαφοδημήτρη.





Όλη η αλήθεια

Η ίδια η Ελισάβετ Καραταράκη δέχτηκε να μιλήσει στην «Ορθόδοξη Αλήθεια» και να ξεκλειδώσει για όλο το χωριό αλλά και για την ιστορία που γράφεται στα συναξάρια τη συμπληρωματική αλήθεια:

«Ήρθε ο ιερέας στο όνειρό μου και μου είπε “Ελισάβετ δεν με λένε Τσιτέρη, αλλά Ισίδωρο και τα παιδιά μου που μαρτύρησαν φέρουν τα ονόματα Γεώργιος και Ειρήνη”. Στην Κρήτη Τσιτέρης, Σιδέρης και Ισίδωρος είναι το ίδιο όνομα. Ειδοποίησα αμέσως τους κατοίκους κι εκείνοι έγραψαν τα σωστά ονόματα στην εικόνα του τέμπλου. Όταν έφτασε ο καιρός να εγκαινιασθεί ο ναός με πρωτοβουλία του τότε Πρωτοσυγκέλου π. Χρυσοστόμου Παπαδάκη ο οποίος ήταν επικεφαλής της διαδικασίας αυτής, πραγματοποιήθηκε στο Κέντρο Πυρηνικών Ερευνών «Δημόκριτος» αρχαιομέτρηση τμήματος λειψάνων. Επιφορτίστηκα η ίδια κι αυτό ήταν ύψιστη τιμή για μένα να μεταφέρω τα λείψανα στον «Δημόκριτο» και στις 2 Ιανουαρίου 2002, τα αποτελέσματα επιβεβαίωσαν το φύλο του Αγίου Ισιδώρου και τη χρονική περίοδο κατά την οποία έζησε (μεταξύ 1451 και 1627 μ.Χ.)».


Τη γιάτρεψε!
Επίσης την ίδια περίοδο η Γεωργία Παρασύρη, επίσης κάτοικος του χωριού Βαλή που ήταν άρρωστη με τη νόσο Πάρκινσον είδε τον Άγιο σε ενύπνιο και την παρηγόρησε λέγοντάς της: «Γεωργία θα γίνεις καλά, αλλά να μην αφήσετε να εγκαινιασθεί η εκκλησία με άλλο όνομα. Το όνομά μου το έχω πει. Τέλος να γράψετε έξω από τον Ναό με κόκκινα γράμματα τα ονόματά μας ».
Κατόπιν όλων αυτών ο ναός εγκαινιάσθηκε στις 28 Σεπτεμβρίου 2003 ως «Άγιος Ισίδωρος ο Ιερομάρτυς και τα τέκνα αυτού Γεώργιος και Ειρήνη οι παιδομάρτυρες».


Άνθισε το στεφάνι!

Μάλιστα, στην πρώτη μνήμη των τριών μαρτύρων το αποξηραμένο στεφάνι του Εσταυρωμένου άνθισε την ώρα της Θείας Λειτουργίας και κοσμεί τον Ναό, σε προθήκη πάνω από τη λειψανοθήκη των Αγίων.
Το 2015 κατασκευάσθηκε μνήμα στο σημείο ευρέσεως των ιερών λειψάνων. Ο Άγιος Ισίδωρος και τα παιδιά του, έχουν επιτελέσει αρκετά θαύματα και συχνά ευργετηθέντες από διάφορα μέρη της Κρήτης, επισκέπτονται το χωριό.



Η μνήμη των οσίων μαρτύρων Ισιδώρου και των τέκνων του, Γεωργίου και Ειρήνης, τιμάται στις 18 Οκτωβρίου, την ημέρα που βρέθηκαν τα λείψανα από τον Βαφοδημήτρη. Στο χωριό Βαλή, τόπο καταγωγής και μαρτυρίου των Αγίων, τελείται Ιερά Πανήγυρις ιερουργούντος του σεβασμιωτάτου μητροπολίτου Γορτύνης και Αρκαδίας της Εκκλησίας της Κρήτης Μακάριου με πλήθος κόσμου να συγκεντρώνεται ελπίζοντας στον λόγο του μεγάλου Βασιλείου «Όποιος αγγίξει λείψανο Αγίου παίρνει κάποια δύναμη αγιασμού από τη Χάρη που βρίσκεται στο σώμα. Γιατί είναι τίμιος ενώπιον του Κυρίου ο θάνατος των οσίων του». Αν παρ’ όλα αυτά μέσα στον ορθολογισμό μας αναρωτιόμαστε ακόμη γιατί τα λείψανα έχουν τόσο σημαντική θέση στη ζωή των πιστών, έρχεται και η απάντηση του αγίου Ιωάννου του Χρυσοστόμου να συμφιλιώσει την καρδιά με τη λογική: «Τις ψυχές τους πήρε Αυτός και τα σώματά τους τα έδωσε σε μας, ώστε να έχουμε σαν μία συνεχή ανάμνηση της αρετής τα άγια λείψανά τους».
«Χορείαν μαρτυρικήν τής Τριάδος ισάριθμον
τήν δείξασαν θαυμαστώς επ’ αλλήλοις οράσεσι
τόν τόπον εν ώ έκειντο κρυπτώς τά σκήνη αυτών...
(Απόσπασμα από το κοντάκιον Ασματικής Ακολουθίας των Μαρτύρων)
___________
Σοφία Χατζή
δημοσιεύθηκε στην εφημερίδα
ΟΡΘΟΔΟΞΗ ΑΛΗΘΕΙΑ, 18.12.2019