Αναζήτηση αυτού του ιστολογίου
Τρίτη 14 Φεβρουαρίου 2012
«Καπνιστά» εδέσματα; Έλεος! Φτού σας «Έλληνες»!
Το
προηγούμενο Σάββατο πήγα με την οικογένεια μου, δηλαδή τη σύζυγο μου και το
10χρονο γιό μου, σε ένα γνωστό εστιατόριο των βορείων προαστίων για να φάμε. Με
μεγάλη μου έκπληξη διαπίστωσα ότι στα γύρω τραπέζια οι περισσότεροι κάπνιζαν,
και μάλιστα ό κύριος πού καθόταν πίσω ακριβώς από το γιό μου κάπνιζε ένα
τεράστιο πούρο, πού όλος σχεδόν ό καπνός του ερχόταν προς το μέρος μας. Ή
έκπληξη μου έγινε θυμός όταν ζήτησα εξηγήσεις και προστασία από τη διεύθυνση του
εστιατορίου και αυτοί μού απάντησαν ότι ή εφαρμογή ιού συγκεκριμένου νόμου έχει
ατονήσει και ότι οι περισσότεροι πελάτες τους θέλουν να καπνίζουν, οπότε δεν
μπορούν να κάνουν κάτι για εμάς. Το λάθος μου ήταν ότι από φόβο μήπως δεν
βρούμε κάπου άλλου να πάμε, αφού ήταν βράδυ Σαββάτου, δεν φύγαμε από το
συγκεκριμένο εστιατόριο και μείναμε υπομένοντας τον καπνό αλλά και τα ειρωνικά
χαμόγελα της διπλανής παρέας των καπνιστών, πού δεν σταμάτησαν ούτε στιγμή να
καπνίζουν όλο το βράδυ. Γυρίσαμε σπίτι με τα ρούχα μας να μυρίζουν τσιγάρο, το
άσθμα τού παιδιού μας σε έξαρση, νοιώθοντας πολίτες δεύτερης κατηγορίας και με
μία ερώτηση να μάς βασανίζει: υπάρχει καμία ελπίδα για αύτη τη χώρα;
Άνδ.
Γερ. - Καλλιθέα
Αγαπητέ
κύριε,
Φοβάμαι
πώς δύσκολα θα μπορέσω να σας δώσω μία αισιόδοξη απάντηση. Πριν όμως προσπαθήσω
να απαντήσω θα ήθελα πρώτα να σάς μεταφέρω μία πρόσφατη δική μου εμπειρία. Πριν
από λίγες ημέρες επισκέφθηκα οικογενειακώς τη Θεσσαλονίκη και, όπως και εσείς,
αποφασίσαμε να βγούμε για φαγητό το βράδυ τού Σαββάτου. Διαλέξαμε μία αγαπημένη
ψαροταβέρνα, αν όχι την καλύτερη, μια από τις καλύτερες στη Θεσσαλονίκη, και
επειδή ξέραμε από προηγούμενες φορές πόσο δύσκολο είναι να βρεις τραπέζι
φροντίσαμε να κάνουμε κράτηση από το πρωί της προηγούμενης ημέρας. Φτάνοντας στην
ταβέρνα διαπιστώσαμε με έκπληξη ότι υπήρχε μόνο άλλο ένα τραπέζι γεμάτο.
Στην αρχή
αναρωτηθήκαμε μήπως είχε αλλάξει διεύθυνση, όμως είδαμε στη θέση τους όλα τα
γνώριμα μέλη της οικογένειας των ιδιοκτητών, μιας οικογένειας της οποίας ό
παππούς είχε δημιουργήσει την ταβέρνα αυτή στην περιοχή της Τούμπας το 1926,
όταν έφτασε εκεί πρόσφυγας από τη Ρωμυλία. Στη συνέχεια αναρωτηθήκαμε μήπως
είχαν πια κουραστεί και ή ποιότητα της περίφημης κουζίνας τους είχε υποβαθμιστεί
Όμως, μέσα στην επόμενη ώρα, ή παρέλαση της μιας λιχουδιάς μετά την άλλη
απέκλεισε και αυτή την πιθανότητα. Τελειώναμε πια το φαγητό μας όταν ό ίδιος ό
Ιδιοκτήτης, λες και ένοιωσε την απορία μας, μάς έδωσε την απάντηση: «Βλέπετε τί
έχουμε πάθει για να είμαστε συνεπείς στη νομική και ηθική υποχρέωση απαγόρευσης
του καπνίσματος στους δημόσιους χώρους; Χάσαμε την περισσότερη πελατεία μας! Το
κάπνισμα νίκησε το υπέροχο φαγητό μας! Για να θέλουμε να προστατεύσουμε αυτούς
πού δεν καπνίζουν και τα παιδιά τους από το κάπνισμα κινδυνεύουμε να κλείσουμε την
επιχείρηση μας».
Και συνέχισε με φωνή γεμάτη πείσμα: «Όμως εγώ δεν θα λυγίσω! Θα
συνεχίζω να μην επιτρέπω το κάπνισμα στο μαγαζί μου ακόμη κι αν τελικά
αναγκαστώ να το κλείσω!». Σαστίσαμε. Από τη μία πλευρά, από θαυμασμό για έναν
άξιο επαγγελματία πού κανονικά, και ακόμη και υπό συνθήκες οικονομικής κρίσης, θα
συνέχιζε να είχε πολλή δουλειά αν δεν είχε επιλέξει συνειδητά να είναι συνεπής
σης ηθικές και νομικές υποχρεώσεις του. Από την άλλη πλευρά όμως σαστίσαμε και από
ένα αίσθημα πανικού και απογοήτευσης: διότι νοιώσαμε, κι έδώ ήρθε ή ώρα να
απαντήσω και στη δική σας ερώτηση αγαπητέ αναγνώστη, ότι οι ελπίδες επιβίωσης της
χώρας μας είναι ελάχιστες. Την ίδια στιγμή, σε χώρες όπως ή Γαλλία, ή Ιταλία, ή
Αγγλία και ή Σουηδία έχει επικρατήσει και τηρείται με συνέπεια ή πλήρης
απαγόρευση τού καπνίσματος στους δημόσιους χώρους. Ακόμη και στη χώρα των
σκληροτράχηλων και ανεξάρτητων Ιρλανδών κανείς δεν καπνίζει, όχι απλώς στα
εστιατόρια, αλλά ούτε και στης γνωστές τους pubs.
Οι Έλληνες όμως είμαστε διαφορετικοί!
Σιγά μην ανεχθούμε κανόνες και περιορισμούς στη διασκέδαση μας. Ακόμη και αν
αυτό σημαίνει ότι έτσι επιβαρύνουμε την ποιότητα ζωής και την υγεία τού
διπλανού μας, πού μπορεί να είναι ακόμη και το ίδιο μας το παιδί! Το να βγούμε για
λίγο έξω από το εστιατόριο όπου τρώμε ή το μπαρ όπου διασκεδάζουμε προκειμένου να
καπνίσουμε το τσιγάρο μας το θεωρούμε ως ταπείνωση ή αγγαρεία και όχι ως την
πιο προφανή εκδήλωση σεβασμού τού συνανθρώπου μας. Και το τραγικό είναι ότι ή
συμπεριφορά αυτή χαρακτηρίζει την πλειονότητα των
συμπολιτών μας. Και για να το προεκτείνουμε και Λίγο ή συμπεριφορά αύτη δεν
αποτελεί παρά μόνο ένα μικρό μέρος ενός συνόλου συμπεριφορών πού χαρακτηρίζουν
και έχουν οδηγήσει την κοινωνία και τη χώρα μας στα πρόθυρα της ηθικής και
οικονομικής καταστροφής: αυτός πού θεωρεί φυσικό να καπνίζει σε ένα δημόσιο
χώρο είναι ό πολιτικός πού θεωρεί φυσικό να συνδέει τις πολιτικές του αποφάσεις
με το ύψος της εκάστοτε μίζας, είναι ό ιατρός πού παρέχει τις υπηρεσίες του στο
Δημόσιο Νοσοκομείο μόνο αν πάρει καλό φακελάκι ή ό ελεύθερος επαγγελματίας πού θεωρεί
δεδομένο ότι δεν χρειάζεται να κόψει απόδειξη για την αμοιβή του, είναι, τέλος,
ό δημόσιος υπάλληλος πού θεωρεί δεδομένο ότι δεν χρειάζεται να δουλέψει, επειδή
έτσι ή αλλιώς ή θέση του είναι ή ήταν εξασφαλισμένη.
Αντίστοιχα, αυτός πού
κάθεται σε ένα εστιατόριο και δεν καπνίζει αλλά δέχεται αδιαμαρτύρητα τον καπνό
των άλλων, είναι αυτός πού επίσης αποδέχεται αδιαμαρτύρητα τη διαφθορά των
πολιτικών μας, των ιατρών, δικηγόρων, μηχανικών και του συνόλου των
επαγγελματιών πού φοροδιαφεύγουν. Και όλοι αυτοί, ό καθένας στον τομέα του και όπως
περιγράφονται παραπάνω, φαίνεται ότι είναι ή πλειονότητα των κατοίκων της
ομορφότερης κατά τα άλλα χώρας του κόσμου. Φτού σας «Έλληνες»!
Ή
ψαροταβέρνα στη Θεσσαλονίκη για την οποία σας μίλησα είναι ή «Μαύρη Θάλασσα» και
εσκεμμένα την διαφημίσω. Τούς ευχαριστώ πολύ για ένα υπέροχο και «άκαπνο»
δείπνο!
Γεώργιος
Γκουμάς, Ά ν. Διευθυντής Καρδιολογικής Κλινικής, Εύρωκλινική Αθηνών.
Εγγραφή σε:
Σχόλια ανάρτησης (Atom)
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου