Αναζήτηση αυτού του ιστολογίου

Πέμπτη 8 Σεπτεμβρίου 2016

Η ΜΑΚΑΡΙΑ ΕΥΦΗΜΙΑ ΤΗΣ ΣΕΡΒΙΑΣ "Ό Σεβασμιώτατος Επίσκοπος Χρυσόστομος έκανε μία ομιλία μετά την κηδεία στην όποια είπε: "






Ό Σεβασμιώτατος Επίσκοπος Χρυσόστομος έκανε μία ομιλία μετά την κηδεία στην όποια είπε:


“Τά μαρτύρια της Μητέρας μας, Μεγαλόσχημης 'Ηγουμένης Ευφημίας έχουν τώρα τελειώσει. 'Ο Κύριος την κάλεσε κοντά Του, για να βρει ή βασανισμένη καί κουρασμένη ψυχή της την ανάπαυση της.
“ "Όταν οι άνθρωποι κρίνονται, τό Ιερό Ευαγγέλιο δίνει ένα μόνο κανόνα: Από τους καρπούς τους, γράφει, θα τούς γνωρίσετε. Καί ή Ηγουμένη, Μητέρα Ευφημία, έχει φθάσει ενώπιον του Κυρίου κατάκαρπη.


“Οι αγώνες της πάνω στην γη ήταν τεράστιοι καί δύσκολοι. Ένώ ήταν ακόμη νεαρό κορίτσι, γνωστή τότε μέ τό όνομα Μπόγκινια Μίτσιτς, περπατούσε ακούραστα από τό ένα χωριό στο άλλο καί από την μία σύναξη στην άλλη, κηρύττοντας τό Ευαγγέλιο του Χριστού. Μία ομήγυρη ανθρώπων συγκεντρωμένοι γύρω της, την άκουγαν, μετανοούσαν καί άρχιζαν να ζουν κατά Θεόν. Εκατοντάδες ψυχές επέστρεψαν στον Θεό, ανακουφίστηκαν,
ενθαρρύνθηκαν και ανυψώθηκαν         πνευματικά καί
άκολούθησαν τον δρόμο του Χριστού.


“Αργότερα αναχώρησε για την Μονή της Ντιβλιάνα καί εκεί, μέ την καθοδήγηση μιας πασίγνωστης Ρωσίδας μοναχής, της ασκήτριας εκείνης  καί γυναίκας της προσευχής, 'Ηγουμένης Μητέρας Διοδώρας, εγκολπώθηκε τον μοναχισμό καί έλαβε την μοναχική κουρά.


“Μαζί μέ την τότε νεαρή Μητέρα Ευφημία, ήρθε στο μοναστήρι κάποια ομάδα από αδελφές, μέ τις όποιες σύντομα σχημάτισε μία νέα αδελφότητα, δεχόμενη την επιμέλεια της Μονής Τέμσκα.
“ "Όταν ό Επίσκοπος της Μπάτσκα, μακαριστός Ειρηναίος, θέλησε να ιδρύσει ένα πρότυπο γυναικείο μοναστήρι, προσκάλεσε την Μητέρα Ευφημία στην Μονή Κόβιλ της Μπάτσκα, όπου εκείνη καλλιέργησε τις άφθονες οργανωτικές της ικανότητες τις όποιες της είχε δώσει ό Κύριος.


“Απέκτησε μία μονή πού είχε βαρύτατα χρέη. Όφειλε περίπου 400.000 προπολεμικά δηνάρια. Ή Ακούραστη Ηγουμένη Ευφημία κατόρθωσε να εξοφλήσει τό χρέος σε τέσσερα χρόνια, να συγκεντρώσει σαράντα αδελφές στον ίδιο τόπο, να Ανεγείρει δύο νέα κτίρια, να Αγοράσει τέσσερεις καμπάνες για την μονή, να διευθύνει έναν αναγκαίο κατάλογο καί να υψώσει τό μοναστήρι σε ύψη πού ποτέ δεν είχε γνωρίσει. Ήταν ένα μοναστήρι πρότυπο— στην τάξη, στην καθαριότητα, στην ψαλμωδία, στις Ιερές Ακολουθίες καί στην ζωή του.


“Καί έπειτα ήρθε τό έτος Ι941 καί πόλεμος. Έφθασαν οι Ούγγροι καί έδωσαν την εντολή να φύγουν όλες οι αδελφές από τό μοναστήρι καί από την Μπάτσκα— “Ουγγρική περιφέρεια”—μέ τά Απαραίτητα μόνο είδη τους μέσα σε μία μόνο μαντήλα.
“Τότε άρχισε ή πλέον δύσκολη εποχή της περιπλάνησης, του μαρτυρίου καί της πείνας. Στην αρχή τις τοποθέτησαν στην Μονή Φενέκ στο Σρέμ για κάποιο διάστημα, αλλά σύντομα τις έβγαλαν καί από εκεί. Τότε πέρασαν Απέναντι στο Βελιγράδι.


“Θυμάμαι τούς δύσκολους εκείνους καιρούς πολύ καλά. Κανένας δεν μπορούσε να τούς υπομείνει. Έμειναν αρκετές ημέρες μέ κάποιον ιερέα, γνωστό τους, σε ένα καί μοναδικό δωμάτιο. Έπειτα πήγαν στο πρεσβυτέριο τού Ναού τού 'Αγ. Λαζάρου, καί εκεί υπέφεραν για κάποιο διάστημα. Ακόμη μέχρι σήμερα δεν μου είναι ξεκάθαρο τό πώς τά κατάφεραν οικονομικά να επιβιώσουν. Έπειτα ήρθαν στην Μονή της Λγ. Παρασκευής.


“"Όταν έφυγαν από τό Κόβιλ πού είχε μολυνθεί από την ελονοσία για ένα σαρωμένο από τον άνεμο πολυάνθρωπο πέρασμα ποταμού, όταν τό μόνο πού μπορούσε να βρεθεί στο μοναστήρι ήταν λίγα κιλά καλαμποκίσιο αλεύρι καί όταν ένα κομμάτι καλαμποκίσιο ψωμί ήταν τό καθημερινό τους γεύμα επί εβδομάδες καί μήνες, τότε ή αρρώστια καί ό θάνατος ήταν αναπόφευκτα. Είναι εύκολο να διακονείς καί να υμνείς τον Θεό σε καιρούς ευτυχισμένους. Αλλά ή αδελφότητα της Μητέρας Ευφημίας έχει δείξει ότι γνωρίζει πώς να τό πετύχει αυτό καί μέσα στην μεγαλύτερη δυστυχία.


Ήταν άρρωστες, βασανίζονταν, πέθαιναν, αλλά δεν έχαναν την ελπίδα τους ούτε λιποτακτούσαν.
“Αργότερα πέρασαν κάποιο διάστημα στην Μονή Ρακοβίτσα κοντά στο Βελιγράδι καί εν τέλει ήρθαν στην Ραβάνιτσα. ’Έκτοτε δίκαια τιμούσαν την Μονή Ραβάνιτσα ως ένα από τά μοναστήρια μέ την καλύτερη τάξη στην Σερβία.
“ ’Αν καί ή ίδια ήταν πολλά χρόνια άρρωστη, ή Μητέρα 'Ηγουμένη Ευφημία περιφρουρούσε την Ραβάνιτσα καί την Άγ. Παρασκευή, τό Ίδρυμα για Ανάπηρα Παιδιά καί την ψυχή της κάθε μιας από τις μοναχές της καί τις δόκιμες, τού κάθε εργάτη της καί ακόμη καί των επισκεπτών καί των περαστικών της μονής.


“Πάντοτε θαύμαζα δύο πλευρές της 'Ηγουμένης Ευφημίας: πώς, μέ όλους της τούς κόπους καί τις φροντίδες, μπορούσε να διαβάζει τόσο πολύ, να τά κρατά στην μνήμη της καί να δίνει απάντηση στην κάθε ερώτηση
πού της έκαναν, είτε με ένα παράδειγμα από τούς Βίους των Αγίων ή με κάποιο απόσπασμα από τούς Αγίους Πατέρες. Καί δεύτερον, πώς κατάφερνε να σκέφτεται για όλα τά θέματα την ίδια στιγμή να αφιερώνει την προσοχή της σε τόσες πολλές αδελφές, δραστηριότητες καί συμφορές• να παίρνει τά πάντα στα χέρια της καί να μην εξαντλείται ούτε να παραιτείται, μέχρις ότου την βρήκε ή βαρεία ασθένεια.



“Το δένδρο γνωρίζεται από τούς καρπούς του, όπως είναι γραμμένο στο Ευαγγέλιο. Ή Μητέρα Ευφημία είναι γνωστή από όσα έκανε στο Τσουκόγιεβατς καί στην γύρω από αυτό περιοχή• στην Τέμσκα, στο Κόβιλ, στην Ρακοβίτσα, στην Αγ. Παρασκευή καί στην Ραβάνιτσα. Είναι γνωστή μέσα από τις αδελφές της, οι όποιες, όπως βλέπετε, ήσυχα καί διακριτικά εκτελούν τό έργο τους σαν μέλισσες μέσα καί γύρω από την Ραβάνιτσα καί την Αγ. Παρασκευή καί ήσυχα φέρνουν εις πέρας τό δύσκολο καθήκον τους της συντήρησης δύο μοναστηριών καί της φροντίδας εκείνων των άτυχων παιδιών. Αυτές οι αδελφές δεν έγιναν όπως είναι τώρα μόνες τους. Κάποιος έπρεπε να τις κατευθύνει καί να τις διδάσκει μέσα στα χρόνια αυτά για να γίνουν έτσι. Εκείνος ό κάποιος, ή γυναίκα πού έχει αναπαυτεί καί βρίσκεται ενώπιον μας, ήταν—πρέπει να τό παραδεχθούμε—ένας μεγάλος καί Θεόσδοτος δάσκαλος.


“Γι’ αυτό ας έχει δόξα μεταξύ τών ανθρώπων καί αιώνια ανάπαυση στον Θεό, τον όποιο τόσο αφοσιωμένα διακόνησε σε όλη της την ζωή. Αμήν”.
Στο τέλος ό Επίσκοπος είπε: “Τέκνο μου, Μητέρα
Ευφημία, σου ζητώ να μάς συγχωρήσεις όλους καί να συγχωρήσεις καί εμένα επίσης”.
Οι αδελφές έκλαψαν πολύ στην κηδεία, καί ακόμη περισσότερο στην ομιλία, διότι ήταν μάρτυρες όλων όσα αφηγήθηκε ό Επίσκοπος.
Εκείνη την ώρα, δύο από τούς εργάτες μας στο αγρόκτημα πού ζούσαν στο μοναστήρι μας ως πνευματικά τέκνα της Μητέρας, υπηρετούσαν στον στρατό. "Ένας από αυτούς έφθασε έγκαιρα, αλλά τον άλλο τον κράτησαν καί εκείνος έστειλε ένα τηλεγράφημα• παρόλα αυτά, κατόρθωσε να έρθει καί έφθασε για τον “τελευταίο ασπασμό”. Ή Μητέρα φρόντιζε πολύ για αυτούς, αλλά εκείνοι της ήταν υπάκουοι καί έτσι έγιναν καί οι δύο ιερομόναχοι μετά τον θάνατό της.




Στον τελικό αποχωρισμό, τοποθετήσαμε στα χέρια της Μητέρας την παρακάτω προσευχή, πού υπογράψαμε όλοι: “Πρώτη μας πνευματική Μητέρα, ώ Μεγαλόσχημη 'Ηγουμένη Ευφημία, αν καί μάς εγκατέλειψες ξαφνικά καί αναχώρησες για τον Κύριο, μην ξεχνάς τά παιδιά σου, τά όποια τόσα χρόνια ανέθρεφες καί δίδαξες μέ τις εντολές τού Κυρίου. Να μάς επισκέπτεσαι στο μέλλον καί μέ τις άγιες ευχές σου ενώπιον τού Κυρίου, προστάτευέ μας από τούς πειρασμούς τού διαβόλου καί από τό ολίσθημά μας στην αμαρτία, για να μην πέσουμε καί χάσουμε την αιώνια σωτηρία. Γι’ αυτό, Μητέρα, μην μάς ξεχνάς στην αιώνια δόξα πού έχεις λάβει από τον Κύριο, γιατί δεν έχουμε πια τέτοιο φύλακα των ψυχών μας σαν καί εσένα. ’Αν καί συχνά σε λυπούσαμε μέ την ανυπακοή μας, συγχώρησε μας για χάρη του Κυρίου καί μην μάς αφήνεις. ’Άκουσε αυτά τά λόγια προσευχής των παιδιών σου, καί μην χωρίζεσαι από εμάς πνευματικά, παρόλο πού μάς άφησες σωματικά. ’Ας μείνει τό πνεύμα σου ανάμεσα μας”. Την ημέρα τού θανάτου της Μητέρας υπήρχαν τριάντα πέντε αδελφές στην Ραβάνιτσα καί δεκαοκτώ στην 'Αγ. Παρασκευή.



Την έθαψαν σε ένα τμήμα του νεκροταφείου της μονής, όχι μακριά από την εκκλησία, μέσα σε ένα μικρό κήπο. Ήταν μεγάλη ανακούφιση για τις αδελφές να μπορεί ή κάθε μία ελεύθερα να πηγαίνει στον τάφο καί να ξεχύνει όλα της τά προβλήματα. "Όπως όταν ζούσε έκαιγε στο κελί της συνεχώς ακοίμητη κανδήλα, έτσι καί στον τάφο της τοποθετήθηκε μία κανδήλα να καίει πάντα. Ή Μητέρα δεν χρειαζόταν να ενδιαφέρεται ή ίδια για την διατήρηση αυτής της ακοίμητης κανδήλας, εφ’ όσον οι αδελφές φρόντιζαν για αυτό ως καθήκον τους προς αυτήν. Καί καθώς ή κανδήλα έκαιγε μέρα καί νύχτα, τό ίδιο ήταν καί ή παρουσία τού πνεύματος της Μητέρας καί ή αόρατη προστασία της. Εμφανιζόταν σε πολλούς στον ύπνο τους, άλλους παρηγορώντας καί άλλους επιτιμώντας τους.



Έτσι ή δικαία Μητέρα μας ευαρέστησε στον Θεό καί μέσα στην μακρόχρονη καί δύσκολη αρρώστια της, αγωνίστηκε μέ υπομονή καί ευχαριστία να εκπληρώσει τό θέλημά Του. Ή αυστηρότητα της μοναστικής της ζωής καί οι σχέσεις της μέ τις αδελφές απαλύνονταν από την αγάπη της καί τό βαθύ της ενδιαφέρον για ολόκληρη την σωματική καί πνευματική μας ζωή, για τά όποια την σεβόμασταν σε πολύ μεγάλο βαθμό.




Μπορεί κανείς να πει για αυτήν ότι μπορούσε να απομνημονεύει πολλά από όλα τά ιερά βιβλία καί ότι είχε μία έτοιμη απάντηση στην κάθε ερώτηση. Είχε λόγο οξύ, αλλά ήταν ήπια από την φύση της, άμεμπτη στην ζωή της, αυστηρή στις εντολές της, ικανή να επιλέγει τά λόγια της μέ σοφία καί μέ σοβαρότητα να ανακουφίζει τον μετανοούντα. Κάθε λόγος της προς τούς φτωχούς ήταν ευσπλαχνικός, γενναιόδωρος καί αλάτι ήρτυμένος.
’ Ήταν πλήρης Αγίου Πνεύματος καί ή χάρις έρρεε από τά χείλη της σαν από πηγή. 'Ο νους της ήταν όλος βυθισμένος στα ουράνια μυστήρια, έτσι ώστε οι λόγοι της να έχουν μεγάλη ωφέλεια για εμάς καί να φέρνουν μεγάλη χαρά στις ψυχές μας.



Την βλέπαμε εν σώματι, αλλά εκείνη ζούσε ως ασώματη. Άφησε τό σπίτι της καί όλα τά τού κόσμου καί διατήρησε την παρθενία της ως ανεκτίμητο θησαυρό. Ακόμη καί όταν ήταν νεαρή κοπέλα ήταν σοφή καί κανείς δεν μπορούσε να συγκριθεί μαζί της.


Ήταν πάντοτε δραστήρια, καί ποιος μπορεί να απαριθμήσει όλες τις καλές της πράξεις; Τί μπορούμε να πούμε, πρώτα απ’ όλα, για την καλοσύνη της ψυχής της; Κανείς δεν την είδε ποτέ να θυμώνει, αλλά ό ζήλος πού είχε για την δικαιοσύνη ήταν σαν κοφτερό ξίφος. Τά μάτια της έχυναν θερμά δάκρυα καί ή ίδια ή φύση της ταίριαζε μέ αυτό. 'Ορισμένες φορές μάς έλεγε ότι τά μάτια της δεν άνοιγαν αν δεν είχε κλάψει για λίγη ώρα την ώρα της προσευχής της, ατενίζοντας πάντοτε τον Νυμφίο της Χριστό καί ελπίζοντας σε Αυτόν. Καί ότι έλπιζε τό αποκτούσε, διότι τώρα χαίρεται μέσα στην δόξα του αθάνατου Νυμφίου της. "Όσο εκείνη τελούσε αγαθά έργα για χάρη του Χριστού, τόσο Εκείνος μάς έδειξε τό έλεος Του για χάρη της.


Την ήμερα μετά την ταφή της, ό Σεβασμιώτατος Επίσκοπος Χρυσόστομος έδωσε την εντολή να συγκεντρωθούν όλες οι αδελφές. Μεταξύ άλλων, είπε: “Σύμφωνα με την εκπεφρασμένη επιθυμία της Μητέρας μας μακαριστής Μεγαλόσχημης 'Ηγουμένης Ευφημίας, διορίζω σήμερα την Μητέρα Γαβριέλα ως προεστώσα αυτής της μονής καθώς καί της Μονής της Αγ. Παρασκευής.
“"Όλες τις φροντίδες πού ήταν τοποθετημένες πάνω στούς ώμους της 'Ηγουμένης πού αναπαύτηκε, σήμερα τις τοποθετώ στούς ώμους της. Ικετεύω τις μεγαλύτερες αδελφές να μην την ζηλεύουν, αλλά να την βοηθούν, διότι για αυτήν είναι πολύ δύσκολο τό έργο αυτήν την ώρα. 


Ύπακούατε την Μητέρα έξ αιτίας της αύστηρότητάς της— αλλά υπακούστε την Μητέρα Γαβριέλα από αγάπη.
“Σάς ζητώ να διατηρήσετε τό "Ίδρυμα στην Αγ. Παρασκευή όπως κάνατε όταν ζούσε ή Μητέρα. Γνωρίζω ότι αυτή ή υπακοή είναι ή πιο δύσκολη καί ότι κάθε αδελφή τό έφερε βαρέως όταν έπαιρνε την εντολή να πάει εκεί.
“Σάς ζητώ να προσπαθήσετε να διατηρήσετε τά πάντα όπως τά άφησε ή Μητέρα, έτσι ώστε κάποια λόγια πού ακούστηκαν να μην επαληθευτούν: ότι θα υπάρχει ή τάξη  στην αδελφότητα μόνον εφ’ όσον ή Μητέρα Ευφημία είναι εν ζωή.


Είθε ό Κύριος να σας φυλάξει από αυτό, με τις άγιες προσευχές της”.


ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ. Η ΜΑΚΑΡΙΑ ΕΥΦΗΜΙΑ ΤΗΣ ΣΕΡΒΙΑΣ. ΕΚΔΟΣΕΙΣ  ΑΓΙΟΣ ΣΕΡΑΦΕΙΜ ΤΟΥ ΣΑΡΩΦ 2015

Δεν υπάρχουν σχόλια: