Γιά τόν Γέσιο,
τόν ιατροφιλόσοφο
Ό Γέσιος δέν
ήταν φημισμένος λόγω του ότι έφερε τό φιλοσοφικό τρίβωνα, άλλά κυρίως έπειδή
διακρινόταν στην ιατρική του τέχνη καί
ήταν καί άναγνωρισμένος ώς άριστος διδάσκαλος τής ιατρικής, γιά όσους ήθελαν νά
μάθουν τήν τέχνη. Όμως αν
καί εΐχε ύψηλό φρόνημα καί έξαίρετη φήμη, πού άπολάμβανε μεταξύ των γιατρών τής
Αλεξάνδρειας, δεν είχε άπαλλαγεΐ από τήν είδωλολατρικές πλάνες, όπως έλεγαν αυτοί
πού τόν γνώριζαν από κοντά, άλλά διέδιδε παντού ότι δέχθηκε
νά βαπτισθεϊ φοβούμενος τίς κυρώσεις, μάλιστα όταν βγήκε από τό βαπτιστήριο,
λένε ότι είπε μια βλάσφημη φράση άπ’ τά ομηρικά έπη γιά τό πνίξιμο του Αΐαντα.
Αυτή ή ασέβεια
ύποκρύπτονταν μέσα του, αν καί είχε λάβει τό βάπτισμα καί έξ αιτίας της κορόιδευε
καί διακωμωδούσε τούς χριστιανούς, ότι δήθεν παραλογότατα σέβονται τόν Χριστό
καί διακωμωδούσε τούς αγίους Κύρο και Ιωάννη ίσχυριζόμενος δτι θεραπεύουν μέ
την ιατρική τέχνη
καί όχι άπό
κάποια θεία καί ύπέρτατη δύναμη τούς άσθενεϊς.
Ρωτώντας δέ γιά
τά φάρμακα πού οί άγιοι πρότειναν στούς άρρωστους νά χρησιμοποιήσουν γιά νά
λάβουν τήν ίαση, ύποστήριζε ότι αύτά επακριβώς τά διδάσκουν καί οί γιατροί τής άρχαιότητας
καί έλεγε ότι αύτό είναι τού Γαληνού, εκείνο τού Ιπποκράτη, αύτό τό έμπλαστρο
είναι άπό τον Δημόκριτο καί γενικά διατείνονταν ότι όλα αύτά είναι γιατροσόφια
τών φημισμένων γιατρών καί παρέπεμπε καί στα συγγράμματά τους, όπου αύτά
άναφέρονταν, όπως έλεγε καί ότι μέ
φυσικό άρα τρόπο θεραπεύονταν οί άρρωστοι, πού προσέρχονταν στούς μάρτυρες.
Αλλά αύτά ήταν
φληναφήματα καί άνοησίες τού Γέσιου καί άποδεικνύεται καί άπό τά πράγματα, άλλά
καί άπό τον ίδιο άκόμη τόν Γέσιο, πού τά δημιούργησε, γιατί άρρώστησε ό ίδιος ό
παράφρονας Γέσιος στίς ώμοπλάτες, στούς ώμους καί τό λαιμό, πού έμειναν
παράλυτα καί καθόλου δεν κουνιούνταν. Αύτός όμως άγνοώντας τήν αιτία τών πόνων,
μάταια άγωνίζονταν νά θεραπεύσει τόν έαυτό του, όπως θεράπευε καί τούς άλλους,
χρησιμοποιώντας παντός είδους άλοιφές καί διάφορα καθάρσια καί ζεστά φαγητά καί
δύσκολες δίαιτες, γιατί πίστευε ότι είχε πάθει ψύξη καί ότι είχε συγκέντρωση
υδατος.
Δοκίμασε λοιπόν
όλα όσα τού έμαθαν ό Γαληνός καί ό Ιπποκράτης καί οί άλλοι γιατροί καί άφού
είδε καί από είδε ότι δέν μπορούσε νά θεραπευθεϊ άπό μόνος του, κάλεσε όλους
τούς γιατρούς τής πόλης, οί όποιοι, όταν ό,τι του συνέστησαν, τούς διαβεβαίωσε
ότι τό είχε ήδη εφαρμόσει άπό μόνος του, έχασαν τή φωνή τους καί ομολογώντας
ότι
μόνο πλέον ό
Θεός μπορεί νά τόν κάνει καλά, τού συνέστη σαν φιλικά νά άπευθυνθεί στούς
μάρτυρες Κύρο και Ιωάννη.
Όταν δέ ό
Γέσιος έπιμένοντας στή πλάνη του τούς εΐπι ότι όλα αύτά οί άγιοι τά κάνουν μέ
ιατρικό τρόπο καί ότι δεν ύπάρχει τίποτα τό νέο, άλλα όλες οί συνταγές τών
αγίων μαρτύρων βρίσκονταν στά παλαιό βιβλία, τότε οί σοφοί αυτοί γιατροί τού
άνέφεραν περιπτώσεις θεραπειών καί τα αντίστοιχα φάρμακα, που ήταν είτε άπλά
είτε άσχετα μέ τήν
κλασσική
ιατρική καί μή μπορώντας νά δώσει έξήγηση τον άποστόμωσαν.
Παρ’ όλα αύτά
καί άν καί δέν πείστηκε έντελώς, τόν έπεισαν τελικά οί Ισχυροί πόνοι πού τόν
ταλαιπωρούσαν και έτσι προσήλθε τελικά στούς μάρτυρες καί τούς θερμοπαρακαλοϋσε
νά τόν θεραπεύσουν.
Οί δέ άγιοι
έμφανιζόμενοι στόν ύπνο του, τού έδωσαν ένα φάρμακο γιά τήν άρρώστια του, πού
συγχρόνως θά λειτουργούσε καί σάν θεραπεία τής άσθένειας, άλλά καί σάν τιμωρία
τού πάσχοντος, έπειδή, άν καί θεωρούσε ότι ήταν σοφός,
άποδείχθηκε μωρός καί τελείως άνόητος. «Φέρε», τού είπαν, «ένα σαμάρι καί φόρα
το στούς ώμους, στον τράχηλο καί τόν λαιμό, πού πάσχουνε καί όπου είναι το πρόβλημα,
καί τό μεσημέρι νά γυρνάς τό τέμενος γύρω γύρω φωνάζοντας “Ώ! πόσο μωρός είμαι
καί τελείως ανόητος!” καί θά βρεις άμέσως τήν ύγειά σου». Αύτός όμως
πιστεύοντας ότι
είναι άποκύημα τής φαντασίας του, δεν εκάνε τίποτε άπό αύτά πού τόν πρόσταζαν
οί άγιοι.
Όμως, όταν
άρχισε καί πάλι νά καθικετεύει τούς μάρτυρες τά ίδια τόν συμβούλεψαν νά κάνει
καί χειρότερα, καθώς, αφού ήρθαν καί πάλι στόν ύπνο του, τόν πρόσταζαν, μαζί μέ
τό σαμάρι, νά κρεμάσει άπ’ τό λαιμό του καί ένα μεγάλο κουδούνι καί μ’ αύτά νά
τριγυρίζει μέσα στόν ναό κράζοντας καί κραυγάζοντας «Είμαι βλάκας!!!». Άλλά κι
αύτό τό
αθέτησε
έρμηνεύοντάς το ώς φαντασιοπληζία, γιατί δεν μιιοροΰσε νά έζηγήσει τί σχέση θά
μπορούσε νά έχει το σαμάρι καί τό κουδούνι μέ τή μέθοδο θεραπείας της αρρώστιας
του καί παρακαλοΰσε τόν Χριστό νά τόν θερα ύσει άπό τήν άσθένεια καί νά τόν
γλυτώσει συγχρόνως καί
απο τίς
φαντασίες του νά βόσκουν...
Τότε καί πάλι
τού έμφανίστηκαν οί άγιοι καί τοΰ έπέμεναν νά κάνει όλα τά προηγούμενα, άλλά με
την ....προσθήκη, νά φορέσει χαλινάρι σάν τά άλογα καί κάποιος υπηρέτης του νά
τόν σέρνει άπό τό χαλινάρι, ένώ αύτός θά άπαγγέλλει καθαρά καί μέ
σαφήνεια τή φράση «Είμαι βλάκας!!!». Όχι βέβαια διορθώνοντας τούς εαυτούς τους
μέ τήν προσθήκη τού χαλιναριού καί τού κουδουνιού, άλλά γιά νά κάνουν πιο φανερή
τήν άνοησία τού Γέσιου μέ τή μεγαλύτερη ντροπή καί τήν πιό καυστική γελοιοποίησή
του νά κτυπήσουν τη μεγάλη άφροσύνη του καί νά τόν κάνουν νά συνέλθει, να τόν
φέρουν στά σύγκαλά του.
Αύτή τή φορά ό
Γέσιος δίσταζε νά τό θεωρήσει τό πράγμα καί πάλι ώς φαντασιοπληξία καί γιά νά
μή προκαλέσει την όργή των άγιων, άποφάσισε μέ βαριά καρδιά νά κάνει ύπακοή στά
προσταχθέντα. Τοποθέτησε λοιπόν τό σαμάρι στους ώμους του, κρέμασε στό λαιμό
του τό κουδούνι καί βάζοντας
καί ένα
χαλινάρι στό στόμα του, είχε έναν ύπηρέτη πού τον τραβούσε καί κατ’ αύτόν τόν
τρόπο τόν οδηγούσε μέσα στον ναό περνώντας τον καί άπό τίς δέκα στοές, ένώ εκείνος
κραύγαζε συνεχώς «Είμαι βλάκας!». Κι άφοΰ έκπλήρωσε τήν εντολή τών
άγιων, έγιανε καί άπήλαυσε τήν ύγειά του πού πάντα άγαπά νά ύπακούει στά
προστάγματα τών άγιων.
Όταν δέ νύχτωσε
καί πάλι τού έμφανίστηκαν στόν ύπνο του οί μάρτυρες λέγοντάς του: «Επειδή
θεωρείς ότι τά φάρμακα πού δίνουμε στούς άρρωστους είναι έφευρήματα της ιατρικής,
πές μας σέ ποιο χειρόγραφο έγραψε ό Ιπποκράτης ή ό Γαληνός,
πού θαυμάζεις, τά βοηθήματα αύτά γιά την άρρώστια τή δίκιά σου καί πού λέει γι’
αύτά ό Δημόκριτος ή κάποιος άλλος γιατρός πού νά τά έχει άναφέρει: αν αύτά τα βρεις
νά τά λένε, τότε έπαληθεύεσαι καί γιά τ’ άλλα πού ισχυρίζεσαι,
άλλά έπειδή είναι βέβαιο ότι τίποτε άπό αύτά δεν είπαν, μάθε ότι καί γιά τά
άλλα, όσα λές, ψεύδεσαι!».
Μ’ αύτόν τόν
τρόπο οί άγιοι μάρτυρες, άφοΰ στηλίτευσαν τόν συκοφάντη, έλυσαν τό όνειρο.
Αύτός δέ άκόμη και στόν ϋπνο του δέν είχε τίποτα νά άντιτάξει στούς μάρτυρες
καί ξύπνησε έκθαμβος άπό τόν σοφότατο έλεγχο τών άγιων καί άφοϋ
έξύμνησε τή δύναμή τους και αναγνώρισε ότι μέ τή χάρη τους καί μόνο καί όχι μέ
γιατροσόφια θεραπεύουνε τούς άρρωστους, πού προσέρχονται σ’ αύτούς, άναχώρησε
θεραπευμένος άπό τό τέμενος.
Ο ΒΙΟΣ ΤΩΝ ΑΓΙΩΝ ΚΥΡΟΥ ΚΑΙ ΙΩΑΝΝΟΥ ΚΑΙ ΤΑ ΠΑΡΑΔΟΞΑ ΘΑΥΜΑΤΑ ΑΥΤΩΝ
ΕΙΣ ΠΡΩΤΗΝ ΩΛΟΚΛΗΡΩΜΕΝΗΝ ΕΚΔΟΣΙΝ ΕΝ ΕΛΛΑΔΙ
(Νέος τίτλος «Αββάκυρος»): Εισαγωγή, μετάφρασις και σχόλια υπό του Καθηγητού Ιωάννου Φουρτούνα.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου