Αναζήτηση αυτού του ιστολογίου

Παρασκευή 29 Σεπτεμβρίου 2017

ΠΑΤΉΡ ΓΕΡΑΣΙΜΟΣ ΦΩΚΑΣ. ΑΥΤΟΘΥΣΙΑ.



Γιόρταζε ο Άγιος Σιλουανός, ο πνευματικός πατέρας του Γέροντος Σωφρονίου Σαχάρωφ, του “Αγίου Βασιλείου του 20ου αιώνα”, όπως τον αποκαλούσε ο π. Γεράσιμος.

“Στην τρίτη κατηγορία, αποτελούμενη από σπάνιους αγωνιστές ανήκει ο άνθρωπος που στο ξεκίνημα της ασκητικής διαδρομής του, λόγω της ζέσης της καρδιάς του,  ή μάλλον λόγω του ότι ο Θεός τον προγνωρίζει, δέχεται μεγάλη Χάρη, τη Χάρη των τελείων.
Ο Γέρων Σωφρόνιος θεωρεί ότι ο Άγιος Σιλουανός ανήκει σε αυτή την κατηγορία, την κατηγορία των ασκητών που λαμβάνουν το τέλειο δώρο της Αγάπης του Θεού από το ξεκίνημα. Ωστόσο, αυτό το γεγονός κάνει τη ζωή τους ένα μαρτύριο, διότι η πεπτωκυία ανθρώπινη φύση είναι ανίκανη να κρατήσει την πληρότητα της Χάριτος. Και όποιος φέρει την Αγάπη του Χριστού, αναπόφευκτα, πάντοτε υποφέρει και υπόκειται σε μεγάλες δοκιμασίες σε αυτόν τον κόσμο”.

Διαβάζοντας τα ανωτέρω στο βιβλίο του Αρχιμανδρίτη Ζαχαρία “The Enlargement of the Heart” σ. 29, συνειρμικά η σκέψη μας πάει και σε έναν “ασκητή στον κόσμο”, τον π. Γεράσιμο Φωκά, που είχαμε την ανεκτίμητη ευλογία να γνωρίσουμε. Όλα αυτά τα χαρακτηριστικά της τρίτης κατηγορίας βρίσκονταν και σε αυτόν. Από μικρό παιδί ανέβαινε σε σκαμνάκι να δροσίσει χείλη ετοιμοθάνατου. Έφηβος συμπονούσε ανθρώπους δαιμονισμένους και έπεφτε μαζί τους στην πιο πυρωμένη φωτιά για να τους τραβήξει, πληρώνοντας, βέβαια, το αντίτιμο. “Σου κάνω τόσα κι όμως συνεχίζεις ...”, του φώναζε το ακάθαρτο πνεύμα, αλλά αυτός, άφοβος, με τον Σταυρό στο χέρι, προχωρούσε ακάθεκτος. Απαρνήθηκε τα πλούτη του και στάθηκε με σεβασμό και αγάπη στον ελάχιστο αδελφό.  Άοικος ο ίδιος φιλοξενούσε, ακτήμων ο ίδιος μοίραζε αγαθά. Τάισε τον κλέφτη και αγκάλιασε τον ψεύτη, γιατί έβλεπε στο ζόφο της ψυχής τους τον πρώτο τους ολόφωτο εαυτό και ήθελε να τον βρουν και οι ίδιοι.  Ζώντας σε κάθε κύτταρο, σε κάθε ρανίδα του αίματος του το Θείο Δράμα, άπλωνε το χεράκι του, εξαντλημένος,-- πολλοί το θυμόμαστε --  τη Μεγάλη Πέμπτη, αφού είχε κοινωνήσει αμέτρητο κόσμο, άπλωνε το χεράκι του κάποιος να τον βοηθήσει να ανέβει τα σκαλιά της Ωραίας Πύλης, “Βαγγέλη, Αντώνη, Σωτήρη ...”
Πάντοτε έξω από τον εαυτό του, η έγνοια του ο πονεμένος, ο αδιάφορος, ο πλανεμένος συνάνθρωπος. Δεν ξεχνιέται το παραπονεμένο βλέμμα του, όταν εμείς αμέριμνοι, εστιάζαμε το ενδιαφέρον μας κυρίως στον εαυτό μας ... 

Δεν υπάρχουν σχόλια: