Αναζήτηση αυτού του ιστολογίου

Τετάρτη 15 Ιουνίου 2022

ΘΈΜΑ ΤΌ ΝΌΗΜΑ ΤΟΥ ΓΆΜΟΥ



Αγιου Σεραφείμ Ρόουζ, εκδ. Μυριόβιβλος.
Στο γάμο, παίρνεις μαζί σου έναν άλλο άνθρωπο, του προσφέρεις τον εαυτό σου εξ ολοκλήρου και ενώνεσαι μ’ αυτόν σε έναν άνθρωπο. Το παντρεμένο ζευγάρι είναι πλέον ένας άνθρωπος, αποτελούμενος από δύο πρόσωπα, όπως η Αγία Τριάδα είναι ένας Θεός αποτελούμενος από τρία Πρόσωπα. Η ένωση αυτή πραγματοποιείται από το Άγιο Πνεύμα κατά την τελετή του γάμου – γι’ αυτό και μόνον ένας γάμος υπάρχει, ο εκκλησιαστικός. Ο «πολιτικός γάμος» ή η «ελεύθερη συμβίωση», δεν είναι γάμοι, αλλά συμφωνίες.
Ο εκκλησιαστικός γάμος δεν είναι υπόθεση του ζευγαριού, αλλά ολόκληρης της Εκκλησίας (της κοινωνίας των χριστιανών), γι’ αυτό καλούνται στο ναό οι υπόλοιποι, όχι βέβαια για... κουτσομπολιό, αλλά για να προσευχηθούν για το ζευγάρι. Επίσης δεν είναι μόνο γιορτή, αλλά και σταυρός, δηλαδή αυτοθυσία. Δυστυχώς, δεν έχουμε προστατεύσει το γάμο, αλλά τον έχουμε μετατρέψει σε έναν άψυχο θεσμό – και τελικά τον έχουμε αρνηθεί. Θα μιλήσουμε γι’ αυτό παρακάτω.

Σκοπός του γάμου: με την απόλυτη αυτοπροσφορά στον/στη σύζυγο, μαθαίνω να είμαι ταπεινός και να αγαπώ απόλυτα, υπό οποιεσδήποτε συνθήκες, ακόμη κι αν ο άλλος δε μου προσφέρει αυτά που νόμιζα ότι θα λαμβάνω. Μαθαίνω να συγχωρώ (συν+χωρώ = χωράω με τον άλλο στον ίδιο χώρο). Στη συνέχεια, παίρνοντας μαζί μου τον άλλο (τον «δικό μου άλλο»), προχωράμε στηρίζοντας ο ένας τον άλλο στη διεύρυνση της καρδιάς μας, ώστε να πλησιάσουμε την ένωση με το Θεό και με όλα τα όντα.
Το σεξ εντός του γάμου ολοκληρώνει την ένωση των δύο προσώπων και την επισφραγίζει με τη σύλληψη των παιδιών – αυτό κάνει το ζευγάρι να συμμετέχει στο δημιουργικό έργο του Θεού, να γίνεται συνδημιουργός ανθρώπων, συνεργάτης του Θεού. Τα παιδιά, όταν έρθουν, συμβάλλουν στην επέκταση της αγάπης σε άλλους και καλό είναι να μην τα αποφεύγουμε. Αυτό όμως δεν σημαίνει ότι «σκοπός του γάμου» είναι η «διαιώνιση του είδους».

Sex

Το σεξ προκαλεί ηδονή. Αν δεν προκαλούσε, τα ζώα ή (ώς ένα βαθμό) και οι άνθρωποι δεν θα ενδιαφέρονταν για τη διαιώνιση του είδους. Στη φύση, ωμά και ξερά, το σεξ υπάρχει για τη διαιώνιση του είδους. Έτσι, η ηδονή που προκαλεί είναι μια σοφή παρέμβαση «της φύσης» (όπως λένε οι άθεοι) ή του Θεού, όπως λέμε οι χριστιανοί, ώστε να δοθεί ένα κίνητρο για την αναπαραγωγή. 
Οι άνθρωποι λοιπόν δεν κάνουν σεξ μόνο για να αποχτήσουν παιδιά, αλλά και για να νιώσουν ηδονή. Η ηδονή αυτή είναι ευλογημένη μέσω της τελετής του γάμου και ο απόστολος Παύλος ζητά από τους συζύγους να μην τη στερούν στον/στη σύζυγό τους (Α΄ προς Κορινθίους, κεφ. 7, στίχ. 5 – βλ. όλο το κεφάλαιο 7 περί γάμου και παρθενίας).
Όταν ο άνθρωπος ανακάλυψε ότι μπορεί να αποσυνδέσει το σεξ από το γάμο και από την απόχτηση παιδιών, φέρθηκε σαν τον ιδιοκτήτη της χήνας με τα χρυσά αβγά (που την έσφαξε, νομίζοντας πως είναι γεμάτη αβγά!!!): έπεσε με τα μούτρα. Και φυσικά μετέτρεψε το σεξ σε επικερδές εμπορικό-καταναλωτικό προϊόν, εντάσσοντάς το παντού. Έτσι εκχυδαΐζει κάτι ιερό, ένα δώρο του Θεού στον άνθρωπο.

Ο άνθρωπος, παύοντας να ενδιαφέρεται για την ένωση με το Θεό, δεν ενδιαφέρεται και για το γάμο. Την ηδονή μπορεί να την απολαύσει «πιο άνετα» χωρίς την ισόβια δέσμευση που απαιτεί ο γάμος! Όμως, η αποσύνδεση του σεξ από το γάμο και από την απόχτηση παιδιών και η μετατροπή του απλώς σε μέσο απόλαυσης, περιέχει κινδύνους: ποιος θα θέσει φραγμούς στην εκμετάλλευση του άλλου, στην αντιμετώπισή του ως εργαλείου ηδονής, στον τραυματισμό των συναισθημάτων του; Συνθήματα όπως «δεν υπάρχει αμαρτία» και «ας κάνουμε ό,τι θέλουμε» μετατρέπουν εύκολα στη ζωή σε κόλαση. Και τελικά, αφού ο άνθρωπος χορτάσει σεξουαλική ηδονή, και ικανοποιήσει τις φαντασιώσεις του, μένει μόνος και πιθανόν πληγωμένος.
(Για να μην αναφέρουμε τις σεξουαλικές διαστροφές, όπου ο άλλος ξεκάθαρα μετατρέπεται σε αντικείμενο, όχι μόνο στο βιασμό και την παιδεραστία, αλλά και στο σαδισμό κ.λ.π.).

Σε μια «ελεύθερη» (εκτός γάμου) ερωτική σχέση, οι άνθρωποι στερούν τον εαυτό τους από τη χάρη του Θεού, η οποία, με το γάμο, τους ευλογεί και τους ενώνει σε έναν άνθρωπο. Είναι «αμαρτία» αυτό;
Μάλλον, συνήθως είναι συνέπεια της αμαρτίας, δηλαδή της αποκοπής του Θεού από τη ζωή μας ή της κατασκευής ενός «ιδιωτικού» χριστιανισμού, στον οποίο νομίζουμε ότι είμαστε «εντάξει με το Θεό» χωρίς καμία σχέση με την Εκκλησία που Εκείνος ίδρυσε για μας.
Ένα ζευγάρι, αν αγαπιέται στ’ αλήθεια, γιατί να μην παντρευτεί; 
Είτε α) διότι αγνοεί εντελώς τη σημασία του γάμου (αληθινή ένωση των δύο) ,
είτε β) διότι κατά βάθος ο ένας ή και ο άλλος θέλει να μπορεί να διαλύσει τη σχέση όποτε το επιθυμήσει.
Και οι δύο αυτοί λόγοι δε βοηθάνε τον άνθρωπο να πλησιάσει το Θεό. Συχνά μάλιστα δεν τον βοηθάνε ούτε να ζήσει σαν άνθρωπος.
Οι ευαίσθητοι άνθρωποι σήμερα έχουν φτάσει στο σημείο να λένε ότι πρέπει να «κάνεις σχέση» μόνον όταν αγαπάς αληθινά και να μένεις πιστός (μονογαμικός). Η Εκκλησία (ως συνήθως) φτάνει ένα βήμα πιο πέρα: ενώνει τους δύο ανθρώπους σε έναν, θεμελιώνοντας μια αδιάσπαστη σχέση, με στόχο την ένωση με το Θεό.
Η ορθόδοξη Εκκλησία δεν έχει φοβία με το σεξ, όπως η δυτική χριστιανοσύνη (ρωμαιοκαθολική και προτεσταντική), στην οποία το σεξ εσφαλμένα θεωρήθηκε αμαρτωλό. Όμως προστατεύει και ευλογεί το σεξ, εντάσσοντάς το στα πλαίσια του γάμου, δηλαδή της πλήρους ψυχοσωματικής ένωσης δύο ανθρώπων διά της χάριτος και της ευλογίας του Αγίου Πνεύματος.

Ένας γάμος με στερεή βάση τα βγάζει πέρα σε οποιεσδήποτε συνθήκες: σε ασθένεια ή αναπηρία, φτώχεια, στερήσεις, ανεργία, εξορίες, ακόμη και ηθικά στραβοπατήματα του/της συζύγου ή και των δύο συζύγων (αφού πάντα υπάρχει δυνατότητα για μετάνοια και συγχώρηση). Η χάρη του Θεού ενισχύει τους ανθρώπους, ώστε η αγάπη να ξεπεράσει τις αδυναμίες. Πώς λοιπόν τόσοι γάμοι καταλήγουν σε αποτυχία, σε βία, καταπίεση, ψυχική και σωματική οδύνη και τελικά σε διάλυση; Πού είναι η χάρη του Αγίου Πνεύματος σ’ αυτούς;
Εννοείται ότι η χάρη του Θεού δεν ενεργεί, αν οι άνθρωποι κλείνουν το Θεό έξω από τη ζωή τους. Εκκλησιαστικός γάμος δε σημαίνει μόνο μια ημίωρη τελετή, αλλά διαρκής σχέση της νέας οικογένειας με την εκκλησιαστική ζωή (την προσευχή, τη νηστεία, τον εκκλησιασμό, την εξομολόγηση και τη θεία Μετάληψη), με σκοπό την καλλιέργεια της ταπείνωσης, της συγχωρητικότητας και της αγάπης. Αν έστω και μόνο ο ένας προσεύχεται και αγωνίζεται πνευματικά, ο άλλος μπορεί να μετανοήσει και ο γάμος μπορεί να σωθεί.
Όταν η Εκκλησία (=το σπίτι μας και η κοινωνία των χριστιανών) ζει σωστά, κάθε χριστιανός έχει τον πνευματικό του, στον οποίο εξομολογείται από παιδί. Η εξομολόγηση δεν είναι μια «ανάκριση» για εντοπισμό αμαρτιών, αλλά μια διαρκής σχέση αγάπης και μαθητείας σε έναν έμπειρο και ταπεινό πνευματικό διδάσκαλο, που έχει σκοπό να μας βοηθήσει να παρακάμψουμε ό,τι μας εμποδίζει να αγαπήσουμε το Θεό και τον πλησίον (να «καθαρίσουμε την καρδιά μας από τα πάθη»). Η διαδικασία αυτού του καθαρισμού μπορεί να διαρκέσει χρόνια, όμως όσο προοδεύει, τόσο πιο ώριμος και υπεύθυνος (δηλαδή, για να το πω θεολογικά, τόσο πιο ταπεινός και άγιος) γίνεται ο άνθρωπος.
Συνεπώς, ο άνθρωπος θα πρέπει να παντρεύεται αφού λάβει ευλογία από τον πνευματικό του. Όσο είναι ανεύθυνος και ανώριμος, είναι ακατάλληλος για γάμο και ο πνευματικός του δεν θα του δώσει ευλογία μέχρι να προοδεύσει ηθικά. Και, μετά το γάμο, η ηθική αυτή πρόοδος συνεχίζεται – γι’ αυτό, όπως το ζευγάρι έχει οικογενειακό γιατρό, πρέπει να έχει και οικογενειακό πνευματικό.
Εννοείται ότι, όπως αναζητάς με προσοχή τον κατάλληλο γιατρό, έτσι αναζητάς και τον κατάλληλο πνευματικό (και στην εποχή μας υπάρχουν πολλοί καλοί πνευματικοί – όσοι και καλοί γιατροί). Η σχέση με τον πνευματικό δεν πρέπει να γίνεται εξάρτηση και θρησκοληψία, αλλά να βοηθά το ζευγάρι στην αλληλοκατανόηση, την αγάπη και την πνευματική πρόοδο. Πρέπει να του δίνει χαρά: αυτό που οι σοφοί παλιοί χριστιανοί ονόμαζαν «χαρά Θεού». Εκκλησιαστική ζωή χωρίς χαρά δεν είναι υγιής ορθόδοξη εκκλησιαστική ζωή, και χρειάζεται αναπροσαρμογή και θεραπεία.
Αλλά και χωρίς εκκλησιαστική ζωή, ο άνθρωπος στερεί τον εαυτό του από τη χαρά του Θεού, την οποία στη συνέχεια αναζητά σε γήινα υποκατάστατα. Ομοίως, οι σύμβουλοι γάμου, οι σχολές γονέων και οι ψυχοθεραπευτές, σπουδαίες προσπάθειες του δυτικού πολιτισμού, είναι τα υποκατάστατα της εξομολόγησης – που έχουν όμως διαφορετικό ρόλο, γιατί αποστολή της εξομολόγησης είναι το σημαντικότερο: η προσέγγιση Θεού και ανθρώπου, κατά την οποία άλλωστε όλα τα υπόλοιπα προβλήματα ξεπερνιούνται.

Ένα κοινωνικό πρόβλημα: συσσωρεύοντας πρόσθετες ανάγκες, η κοινωνία σήμερα ωθεί τον άνθρωπο να παντρεύεται μετά τα 30 του. Προκύπτει έτσι μια «ψαλίδα» 15-20 χρόνων ανάμεσα στη σεξουαλικότητα και το γάμο. Η λύση του προβλήματος απαιτεί μετατόπιση των ενδιαφερόντων της κοινωνικής ζωής, πράγμα δύσκολο, όμως απαραίτητο για την προστασία του γάμου, δηλαδή ενός δρόμου για τη σωτηρία του ανθρώπου.
Το διαζύγιο είναι για το γάμο ό,τι ο ακρωτηριασμός σε μια εγχείρηση: η τελευταία λύση, ανεπιθύμητη αλλά αναγκαία, για να αποκοπεί ένα μέλος, όχι επειδή απλώς δεν θεραπεύεται, αλλά επειδή οδηγεί όλο τον οργανισμό στη σήψη και το θάνατο.
Η τρομερή ευκολία επιλογής του διαζυγίου στις μέρες μας οφείλεται στην απόλυτη άρνηση των ανθρώπων να ανοίξουν με ταπείνωση και αγάπη την καρδιά τους στον άλλο, θυσιάζοντας τον εγωισμό τους. Αυτό είναι φυσικό, αφού «δε χρειαζόμαστε πια» την εκκλησιαστική τελετή του γάμου, ούτε τη θεία χάρη που προσκαλείται με αυτήν. Τα «ξεπερασμένα στοιχεία» του γάμου οδηγούν στην προτίμηση της «ελεύθερης σχέσης». Έτσι όμως κλείνουν ένα δρόμο που έχει μείνει ανοικτός προς τον Θεό.

Δεν υπάρχουν σχόλια: