. ΑΡΧΑΓΓΕΛΟΣ ΜΙΧΑΗΛ
Από τον Σ. Κ.
Πρέπει να ήταν το 2013, και είχα φύγει από τη Μαραθούντα, (παραλία πριν το Μοναστήρι του Αρχαγγέλου Μιχαήλ του Πανορμίτη, στην άλλη άκρη του νησιού με λίγα εξοχικά σπίτια), για να κατέβω στην πόλη της Σύμης, όπου είχα μια συνάντηση με κάποιο γνωστό μου σε μια καφετέρια, όπως διηγείται ο φίλος που του συνέβη το περιστατικό.
Πήρα το αμάξι, και ξεκίνησα λίγο πριν από τις δώδεκα τα μεσάνυχτα, ανηφορίζοντας το δρόμο με τις πολλές στροφές.
Ήταν καλοκαίρι, και είχα τα παράθυρα ανοιχτά, απολαμβάνοντας τη βραδινή δροσιά που υπήρχε στην ατμόσφαιρα.
Πέρασα από τις Τζέρες, το εξωκλήσι του προφήτη Ηλία, και έφτασα έξω από το μοναστήρι του Μεγάλου Σωτήρος.
Συνέχισα και περνώντας από το εξωκλήσι της Αγίας Μαρίνας της Νεράς, πήρα τη στροφή για να περάσω το εξωκλήσι της Παναγίας της Στρατερής. (Αυτό το εξωκλήσι, είναι στο κέντρο περίπου του νησιού, και εδώ οι κατακτητές στο Β παγκόσμιο πόλεμο, εκτέλεσαν τον ηγούμενο της Μονής Πανορμίτη, όπως και δυο πατριώτες, όταν ανακάλυψαν ότι στο Μοναστήρι, διέθεταν κρυφά ασύρματο και ειδοποιούσαν τους συμμάχους για τις κινήσεις των εχθρών).
Πριν το μοναστήρι, δεξιά στη στροφή, έχουν αναγείρει οι Συμιακοί προς τιμήν των πατριωτών που εκτελέστηκαν έξω από το εξωκλήσι της Παναγίας, ένα μικρό τριγωνικό ηρώο σαν κολώνα από μάρμαρο με τα ονόματά τους, και μ’ ένα ανάγλυφο λυχνάρι στην μια πλευρά.
Όταν φτάσεις σε αυτό το σημείο, ο δρόμος πηγαίνοντας προς την πόλη της Σύμης, γίνεται κατηφορικός, και στο κατώτατο σημείο του, είναι ουσιαστικά η κοίτη του χειμάρρου που κατεβαίνει μέχρι μακριά στην παραλία της Νανούς.
Από το σημείο που είναι η κοίτη του χειμάρρου μέχρι το εξωκλήσι της Παναγίας της Στρατερής αριστερά πλάι στο δρόμο μπροστά, η απόσταση δεν είναι πάνω από 30 – 40 μέτρα.
Όταν λοιπόν έφτασα - όπως διηγείται ο φίλος - στη στροφή με το ηρώο και ξεκίνησα να κατεβαίνω την κατηφόρα τρέχοντας, άκουσα κάποιον να φωνάζει το όνομά μου.
Ξαφνιάστηκα, και ενώ έτρεχα, άρχισα να κόβω ταχύτητα, μέχρι που σταμάτησα στο κατώτατο σημείο της κοίτης του χειμάρρου.
Οι σκέψεις στο μυαλό μου έτρεχαν γρήγορα, προσπαθώντας να αναγνωρίσω, να αποκρυπτογραφήσω τη φωνή.
Τα ερωτηματικά πολλά, αλλά οι εξηγήσεις που είχα ήταν λίγες.
Έκανα κάποιες υποθέσεις, αλλά δε με ικανοποιούσαν.
Ποιος με αναγνώρισε μέσα στο βράδυ, καθώς έτρεχα με το αυτοκίνητο;
Και γνωστός να ήταν, πάλι δύσκολα θα με αναγνώριζε, γιατί δεν υπάρχουν φώτα στο δρόμο.
Εκτός, σκέφτηκα, και είναι κάποιος ξένος, κάποιος τουρίστας που ξέμεινε βράδυ περπατώντας στο ύπαιθρο, και ήθελε να τον πάω στην πόλη.
Πάλι όμως δε ταίριαζε με το ότι γνώριζε το όνομά μου.
Πίσω, άρχισε να ακούγεται ένας περίεργος θόρυβος, σαν να περπατούσε κάποιος σέρνοντας παντούφλες.
Κοίταξα μέσα από τον μπροστινό καθρέπτη, και είδα τρία άτομα άγνωστα προς εμένα, όπως μπορούσα να διακρίνω από τα πίσω φώτα του αυτοκινήτου, που ερχόντουσαν προς το μέρος μου.
Δεν αναγνώριζα κανένα άτομο.
Περιμένοντας να έρθουν κοντά για να δω τι ήθελαν, ξαφνικά αριστερά, μέσα από το δάσος των κυπαρισσιών, εμφανίστηκε ένας περίεργος τύπος.
Ήταν αρκετά ψηλός, γύρω στα δυο μέτρα, και φορούσε μια ενδυμασία που ταίριαζε σε βοσκό, και στους ώμους του κάτι που έμοιαζε με αμπέχονο με δέρμα προβάτου με λευκό μαλλί. (Οι παλιές ενδυμασίες βοσκών με τα ειδικά παπούτσια μέχρι το γόνατο, έχουν πια εκλείψει εδώ και πάνω από 60 χρόνια στο νησί).
Ήρθε προς το μέρος μου, και στάθηκε έξω από την πόρτα και με κοίταξε εξεταστικά.
Η καρδιά μου άρχισε να χτυπά σαν τρελή, μη έχοντας κάποια εξήγηση για όλα αυτά που έβλεπα.
Δεν ήξερα τι να κάνω, καθώς οι άλλοι πίσω έφταναν κοντά στο αυτοκίνητο.
Ο παράξενος τύπος με ξανακοίταξε και μου είπε κοφτά: «Φύγε».
Εγώ σοκαρισμένος και αμήχανος, ψέλλισα μέσα από τα δόντια μου, με μια φωνή ίσια που ακουγόταν από το φόβο μου.
«Ξέρετε, μου φώναξαν κάποιοι άνθρωποι να τους βάλω μέσα», είπα, σκεπτόμενος, ότι αυτός πρέπει να ήταν ο λόγος που με φώναξαν.
Ο τύπος με κοίταξε πάλι, και πιο επιτακτικά, μου επανέλαβε τη λέξη «φύγε».
Τότε από πίσω, άκουσα κάποιον από αυτούς που ερχόντουσαν να λεει:
«Μιχαήλ, γιατί το χαλάς».
Ο τύπος με κοίταξε ξανά, και με μια φωνή που έδειχνε την αποφασιστικότητά του μου είπε:
«Φύγε, και θα είμαι μαζί σου μέχρι κάτω». Και λέγοντας αυτά, σήκωσε το χέρι του και χτύπησε τον ουρανό του αυτοκινήτου μου, σαν να μου έλεγε με αυτή την κίνηση να φύγω γρήγορα.
Είναι περιττό να πω ότι σχεδόν τα είχα κάνει πάνω μου από το φόβο μου.
Έκλεισα τα τζάμια και αναπτύσσοντας μεγάλη ταχύτητα, έτρεχα σαν τρελός, λες και με κυνηγούσαν, και κάθε τόσο κοιτούσα μέσα από τον καθρέπτη, μήπως έρχεται κάποιος.
Έφτασα κάτω στην πόλη με τη ψυχή στο στόμα, και συνάντησα το φίλο μου, ο οποίος μου είπε ότι άργησα να πάω.
«Και καλά που κατάφερα και ήρθα», του είπα, και του διηγήθηκα την περίεργη συνάντηση εκεί στην Παναγία τη Στρατερή.
«Ρε μήπως ήπιες τίποτα», με ρώτησε, μη πιστεύοντας ότι άκουσε.
«Αλήθεια σου λέω», φώναξα νευριασμένος, και αρπαχτήκαμε γιατί δε με πίστευε..
Για μια στιγμή, σαν αστραπή μου πέρασε από το μυαλό μια ιδέα.
«Πάμε του λέω εκεί που έχω παρκάρει το αυτοκίνητο».
«Δε θα καθίσουμε να πιούμε κάτι», παραπονέθηκε.
«Πάμε μαζί να δω κάτι στο αυτοκίνητο και επιστρέφουμε».
Πήγαμε στο πάρκινγκ και παίρνοντας το κινητό, το άνοιξα και σηκώθηκα στις μύτες των ποδιών μου και κοίταξα τη λαμαρίνα στο πάνω μέρος του.
Δεν πίστευα στα μάτια μου.
«Έλα εδώ», είπα στο φίλο μου, που έκανε κι ο ίδιος την ίδια κίνηση για να δει.
Έβγαλε ένα επιφώνημα έκπληξης και θαυμασμού.
Στη λαμαρίνα, υπήρχε το αποτύπωμα μιας παλάμης, που είχε γίνει, λες και κάποιος, είχε βάλει το χέρι του στο σημείο εκείνο, διώχνοντας τη σκόνη που είχε όλο το αυτοκίνητο.
Αναρωτήθηκα μέσα μου, τι θα γινόταν αν δεν εμφανιζόταν ο Αρχάγγελος Μιχαήλ – γιατί περί αυτού επρόκειτο – όπως όλα έδειχναν.
Εκμυστηρεύτηκα τις σκέψεις μου στο φίλο μου.
«Τι θα γινόταν, αν έβαζα εκείνους που ερχόντουσαν από πίσω μέσα στο αμάξι», τον ρώτησα.
«Μάλλον θα έφευγες σε κάποια στροφή», μου απάντησε με σιγουριά.
Η παρέμβαση του Αρχαγγέλου Μιχαήλ, αποδείχτηκε καταλυτική, και η παρουσία του μέχρι την πόλη όπως μου είπε και ο ίδιος, απέτρεψε στο να μου συμβεί κάτι κακό.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου