Αναζήτηση αυτού του ιστολογίου
Κυριακή 12 Δεκεμβρίου 2021
Ὁ Ἁγιορείτης Μοναχὸς Κοσμᾶς (1952-12/12/2010)
Ὁ Ἁγιορείτης Μοναχὸς Κοσμᾶς (1952-12/12/2010)
Ὁ Μοναχὸς Κοσμᾶς, κατὰ κόσμον Ἀνδρέας Παπαπέτρου, γεννήθηκε στὴν στὸ Γκρίμποβο στὶς 10 Μαρτίου 1952. Οἱ γονεῖς του Γεώργιος καὶ Δήμητρα ἦταν ἄνθρωποι ἁπλοὶ μὲ βαθιὰ πίστη στὸν Θεό. Ὁ νεαρὸς Ἀνδρέας διακρινόταν ἀπὸ μικρὸς γιὰ τὴν ἔφεση στὰ γράμματα. Τελείωσε ἀριστοῦχος στὴν πατρίδα του τὸ Δημοτικὸ καὶ τὸ Γυμνάσιο. Εἰσῆλθε στὴν Φιλοσοφικὴ Σχολὴ Ἀθηνῶν καὶ πῆρε τὸ πτυχίο του μὲ ἄριστα συνεχίζοντας μὲ μεταπτυχιακὲς σπουδὲς στὴν Ρώμη.
Ἤδη ἀπὸ τὴν νεότητά του διακρινόταν γιὰ τὸ εὐρὺ καὶ ἀνήσυχο πνεῦμα του, τὸ ὁποῖο δὲν μποροῦσε νὰ ἱκανοποιηθεῖ ἀπὸ μία ζωὴ συμβατικὴ καὶ «συνηθισμένη». Ἔψαχνε γιὰ τὸ ἀπόλυτο, γιὰ πληρότητα ζωῆς καὶ ἐλευθερίας. Διαβάζοντας τοὺς βίους τῶν Ἁγίων καὶ γνωρίζοντας ἐνάρετους μοναχούς, πόθησε νὰ ἀκολουθήσει τὴν ζωή τους, μία ζωὴ κοντὰ στὸν Θεό, ἀπερίσπαστη, ἀσκητική, μὲ προσευχὴ καὶ ἐγκράτεια.
Ἔτσι, ἐγκαταλείποντας τὴν ματαιότητα τοῦ κόσμου, πῆρε τὴν μεγάλη ἀπόφαση καὶ τὸ 1984 , σὲ ἡλικία 32 ἐτῶν, πῆγε στὸ Ἅγιο Ὄρος, στὴν Ἱερὰ Μονὴ Μεγίστης Λαύρας, ὅπου μετὰ ἀπὸ ἑνάμιση χρόνο, στὶς 17 Ἰανουαρίου 1986 ἔγινε μοναχὸς παίρνοντας τὸ μοναχικὸ ὄνομα Κοσμᾶς. Ἡ ἐπιλογὴ τοῦ ὀνόματος δὲν ἦταν τυχαία. Προστάτη του Ἅγιο θεωροῦσε τὸν ἁγιορείτη Ἅγιο Κοσμᾶ τὸν Αἰτωλό, ὁ ὁποῖος μέσα σὲ πολὺ δύσκολες συνθῆκες, κατὰ τὰ μέσα τοῦ 18ου αἰῶνα μπόρεσε, ξεκινώντας ἀπὸ τὸ Ἅγιο Ὄρος νὰ μεταλαμπαδεύσει τὴν φλόγα τῆς ὀρθοδόξου πίστεως καὶ τῆς ἀγάπης πρὸς τὸν Θεό, πρὸς τὰ περισσότερα μέρη τῆς τουρκοκρατούμενης τότε Ἑλλάδας. Χάρις στὸ ἱεραποστολικὸ ἔργο τοῦ ἁγιορείτου νέου ἱερομάρτυρος Κοσμᾶ τοῦ Αἰτωλοῦ, ἕνα μεγάλο μέρος τοῦ πληθυσμοῦ παρέμεινε χριστιανικὸ καὶ ὀρθόδοξο.
Μέσα στὴν Μονὴ τῆς Μεγίστης Λαύρας παρέμεινε ὁ π. Κοσμᾶς ὡς μοναχός ἑνάμιση χρόνο. Φλεγόμενος ἀπὸ τὸν πόθο τῆς ἡσυχίας, καὶ ἀφοῦ ἀσκήθηκε ἄλλο ἑνάμιση χρόνο στὴν ἔρημο τοῦ Ἁγίου Ὄρους, ἐγκαταστάθηκε τὸ 1989 στὴν Καλύβη τοῦ Ἁγίου Βασιλείου-Ὁσίου Θεοφίλου Μυροβλύτου στὴν ἐρημικὴ περιοχὴ τῆς Καψάλας , στὰ ὅρια τῆς Μονῆς Παντοκράτορος μέσα σὲ αὐστηρὴ ἄσκηση καὶ κακοπάθεια. Εἶχε ἰδιαίτερο σύνδεσμο μὲ τὸν γνωστὸ ἁγιορείτη ἐνάρετο Γέροντα Παΐσιο. Ὅταν ὁ π. Κοσμᾶς εἶχε συναντήσει τὸν π. Παΐσιο, τότε αὐτός, δίχως νὰ τὸν γνωρίζει, τὸν κοίταξε καὶ τοῦ εἶπε: «Τί ὡραῖος τόπος ποὺ εἶναι ἡ Καλαβρία π. Κοσμᾶ!». Ὁ π. Κοσμᾶς ἀπόρησε, καὶ ἀπὸ τότε ἄρχισε μὲ πιὸ πολὺ ζῆλο νὰ ἐνδιαφέρεται καὶ νὰ μελετᾶ. Καρπὸς τῶν μελετῶν του ὑπῆρξε ἡ ἔκδοση τοῦ πρωτοτύπου κειμένου μὲ νεοελληνικὴ μετάφραση τοῦ Βίου τοῦ Ὁσίου Λουκᾶ τοῦ Γραμματικοῦ τὸ 1992 καθὼς καὶ τοῦ πρωτοτύπου κειμένου τοῦ Βίου τοῦ Ὁσίου Ἠλία τοῦ Νέου (τοῦ Σικελιώτου), μὲ εἰσαγωγὴ καὶ μετάφραση στὰ νέα ἑλληνικὰ καὶ παράλληλη μετάφραση στὰ ἰταλικὰ ἀπὸ τὸν Stefano dell’ Isola, τὸ 1993 .
Μὲ ἐνέργειες τοῦ π. Κοσμᾶ τελέσθηκε στὶς 2.5.1993 θεία Λειτουργία στὸν παλαιὸ μικρὸ ναὸ τοῦ ἁγίου Ἰωάννου τοῦ Χρυσοστόμου στὸν Ἱέρακα τῆς Καλαβρίας ποὺ ἦταν κλειστὸς γιὰ αἰῶνες. Παρόντος τοῦ ἰδίου, ὁ Καλαβρὸς φιλόλογος Domenico Minuto ἀνέγνωσε στὰ ἰταλικὰ λόγο τοῦ π. Κοσμᾶ ποὺ ἄρχιζε ὡς ἑξῆς: «Ἤρθαμε ἐδῶ ἀπὸ τὴν ἀπέναντι στεριὰ ἀκολουθώντας τοὺς ἴδιους δρόμους ποὺ ἔκαναν οἱ εἰκόνες τῆς Παναγίας, μία ἀπὸ τὶς ὁποῖες, ἡ Ὁδηγήτρια (Madona d’ Istria) τοῦ Ἱέρακος, ἔφθασε ἐδῶ κάτω στὸ γιαλό. Τὶς ἴδιες διαδρομὲς ἔκαναν καὶ οἱ Ἅγιοι τῆς Καλαβρίας, ποὺ πήγαιναν ὅπου τοὺς ὁδηγοῦσε τὸ Πνεῦμα τοῦ Θεοῦ. Ἄλλωστε αὐτὴ ἡ θάλασσα περισσότερο μᾶς ἑνώνει, παρὰ μᾶς χωρίζει» .
Αὐτὸ τὸ ἴδιο Πνεῦμα τοῦ Θεοῦ ὁδήγησε τὸν π. Κοσμᾶ, μετὰ ἀπὸ μία σύντομη παραμονὴ στὴν ἔρημο τοῦ Ἁγίου Ὄρους, νὰ μεταβεῖ τὸν ἑπόμενο χρόνο, Φθινόπωρο τοῦ 1994, στὴν Καλαβρία ὅπου παρέμεινε γιὰ 11 συνεχόμενα χρόνια μέχρι τὸ τέλος τοῦ 2005. Ἔχοντας τὴν εὐλογία τοῦ πνευματικοῦ του ἐγκαταστάθηκε στὰ ἐρείπια τοῦ μοναστηριοῦ τοῦ Ἁγίου Ἰωάννου τοῦ Θεριστοῦ στὸ Μπιβόντζι . Ἀνεστήλωσε τὸν ἐρειπωμένο ναὸ μὲ πολλοὺς κόπους, ζώντας σὲ συνθῆκες ἰδιαίτερα δύσκολες. Ἀναφέρει σὲ ἕνα σχετικὸ κείμενο: «Μόλις πρωτοῆρθα νὰ μείνω μέσα στὰ ἐρείπια τοῦ Μοναστηριοῦ γοητεύθηκα ἀπὸ τὴν ἐρημιὰ... ἐπιθυμοῦσα ν᾿ ἀκουστοῦν ξανὰ οἱ ψαλμωδίες μας, ἡ ἑλληνικὴ λαλιά...» . Ἔγραφε ἐξομολογητικά: «Θυμοῦμαι νοσταλγικὰ τὰ πρῶτα χρόνια στὸ μοναστήρι, ὅταν ἡ ἐκκλησία ἦταν ξεσκέπαστη, ὅπου φώλιαζε ὁ γκιώνης. Χωρὶς νερό, χωρὶς ἠλεκτρικό. Ὅμως ἡ χάρη τοῦ ἁγίου ἦταν ἐμφανής... Προτίμησα τὸ ρόλο τοῦ καντηλανάφτη κι ὄχι τοῦ ἱεραποστόλου. Ἐδῶ ἔζησαν πολλοὶ ἅγιοι...» .
Γιὰ τὴν ἐπιστροφὴ τῆς Ὀρθοδοξίας στὴν Ἰταλία ἀναφέρει ἐπιγραμματικὰ ὁ π. Κοσμᾶς: «τρεῖς εἶναι οἱ παράγοντες ποὺ ἐπέτρεψαν καὶ προκάλεσαν τὴν ἐπιστροφὴ τῆς Ὀρθοδοξίας. Ὁ πρῶτος ἦταν ἡ ἔντονη ἐπιθυμία μερικῶν πεφωτισμένων, οἱ ὁποῖοι ἀνέπτυξαν σχέσεις μὲ τὴν Ἑλλάδα καὶ ἰδιαίτερα μὲ τὸ Ἅγιον Ὄρος. Ὁ δεύτερος εἶναι ἡ Ἑνωμένη Εὐρώπη, ἡ ὁποία ἐπιτρέπει ἄνετη καὶ ἀπρόσκοπτη κίνηση μεταξὺ τῶν πολιτῶν τῶν κρατῶν-μελῶν της... Ὁ τρίτος παράγοντας εἶναι ἡ ἀποϊεροποίηση τοῦ Δυτικοῦ κόσμου, ὁ ὁποῖος ἐναγωνίως ἀναζητᾶ τὸ ἱερό... Ἡ παρουσία μας σ᾿ ἕναν τόπο ποὺ εἶχε τραφεῖ μὲ φιλοκαλικὰ κείμενα κατὰ τὸ παρελθὸν εἶναι εὐπρόσδεκτη καὶ προκαλεῖ ποικίλες συζητήσεις, καλὲς περιέργειες καὶ ἐνδιαφέρουσες ἀναζητήσεις» .
Γιὰ τὸ ἔργο τοῦ π. Κοσμᾶ στὴν Ἰταλία ὑπάρχουν σίγουρα πολλοὶ ἄνθρωποι μὲ πλούσιες προσωπικὲς ἐμπειρίες ποὺ θὰ εἶχαν πολλὰ νὰ ποῦν γιὰ τὸν ταπεινὸ μοναχό, τὸν διακονητὴ τῶν Ἁγίων, γιὰ τὴν ἀνιδιοτελῆ καὶ γεμάτη ἀγάπη προσφορά του σὲ ὅλους ἀδιακρίτως.
Μερικοὺς μῆνες μετὰ τὴν ἄδικη καὶ ὀδυνηρὴ ἀπομάκρυνση τοῦ π. Κοσμᾶ ἀπὸ τὴν Ἰταλία, ἐπανῆλθε στὴν Καψάλα τὸ καλοκαίρι τοῦ 2006 καὶ συγκεκριμένα στὴν Καλύβη τῶν Εἰσοδίων τῆς Θεοτόκου. Στὸ ἱστορικὸ αὐτὸ ἐξάρτημα τῆς Ἱερᾶς Μονῆς Παντοκράτορος ἔζησαν κατὰ τὸ παρελθὸν σπουδαῖες προσωπικότητες ὅπως ὁ ἅγιος Νικόδημος ὁ Ἁγιορείτης, ὁ ἅγιος Μακάριος Κορίνθου καὶ ὁ ἅγιος Νήφων ὁ Χίος. Στὴν
ταπεινὴ αὐτὴ Καλύβη, τῆς ὁποίας ἦτο Γέρων , ἄφησε τὴν τελευταία του πνοὴ στὶς 12 Δεκεμβρίου 2010 (Ν.Η.).
Μέχρι τέλους, ὁ πόθος καὶ ἡ ἀγάπη του γιὰ τοὺς ἀδελφούς του στὴν Ἰταλία ἔφλεγε τὴν καρδιά του. Πρόσφατα ὁ Παναγιώτατος Οἰκουμενικὸς Πατριάρχης κ. Βαρθολομαῖος τοῦ ἐμπιστεύθηκε καὶ πάλι τὴν ὑπόθεση τοῦ Ἁγίου Ἰωάννου τοῦ Θεριστοῦ, ἡ ὁποία γιὰ τὸν π. Κοσμᾶ ἦταν τὸ ἔργο τῆς ζωῆς του. Τοῦτο ἀπετέλεσε μιὰ ἠθικὴ δικαίωση γι᾿ αὐτόν, ἂν καὶ δὲν πρόλαβε νὰ δεῖ τὴν πλήρη
ἀποκατάστασή του .
Σὲ ἕνα ἀπὸ τὰ τελευταῖα του κείμενα τολμᾶ νὰ ἀναφέρει ἐξομολογητικά ἀλλὰ καὶ προφητικά: «Ὅλες οἱ ὀμορφιὲς τοῦ κόσμου τούτου μοῦ ἄφησαν ἕνα κατακάθι πίκρας καὶ μαρασμοῦ... Πέρα ἀπὸ ἕνα ξεφάντωμα, πέρα ἀπὸ μιὰ αἰσθητικὴ ἀπόλαυση, πέρα ἀπὸ μιὰ ὕψιστη σαρκικὴ ἡδονή, ὁ Θεὸς μᾶς περιμένει πάντα στὴν ἄλλη ὄχθη ὅταν ἀποκαμωμένοι ἀπὸ τὸ ἀνικανοποίητο νιώθουμε τὴν παγερὴ μοναξιά μας... Πάντα ἀνοίγει ἕνα παράθυρο σκοτεινὸ ἀλλὰ ἀληθινὸ καὶ μᾶς δείχνει ἂν θέλουμε νὰ δοῦμε τὰ πράγματα διαφορετικά. Μὴ φοβηθεῖς τέτοια παράθυρα οὔτε νὰ σβήσης ἀπὸ τὴ μνήμη σου ἕναν αἰφνίδιο θάνατο ἑνὸς συμπολίτη σου γιατὶ θὰ χάσης ἕνα πολύτιμο ὀπτικὸ πεδίο. Οἱ ἀτυχίες εἶναι κοντά, ἕτοιμες νὰ ἀνοίξουν ρῆγμα στὴν τσιμεντένια αὐτοπεποίθησή μας. Μέσα ἀπ᾿ αὐτὰ τὰ «ἀπαίσια» ρήγματα φθάνει ὁ Θεὸς ποὺ σέβεται κι ἀγαπᾶ τὴν μοναξιά μας. Τίποτε ἰσχυρότερο ἀπὸ τὴν ἀπελπισία» . Καὶ σὲ ἕνα ἄλλο κείμενό του ἐπίσης ἀναφέρει: «Ἀναλογίζομαι τὸ ἔργο τοῦ Κυρίλλου καὶ τοῦ Μεθοδίου, τὸ ὁποῖο ἐξωτερικὰ ἀπέτυχε ἀλλὰ εἶχε μακροχρόνιες ἐπιπτώσεις. Ἀναλογίζομαι τὶς ταπεινώσεις καὶ τοὺς διωγμοὺς ποὺ ὑπέστησαν».
Πράγματι, ὁ συμπολίτης καὶ συμμοναστής μας π. Κοσμᾶς δὲν θὰ πρέπει νὰ σβήσει ἀπὸ τὴν μνήμη μας. Ὁ αἰφνίδιος θάνατός του μᾶς ἀνοίγει ἕνα πολύτιμο ὀπτικὸ πεδίο. Τὸ ἔργο του, πιστεύουμε, θὰ ἔχει μακροχρόνιες ἐπιπτώσεις. Ἄναψε τὸ κεράκι τοῦ ἁγιορειτικοῦ μοναχισμοῦ καὶ τῆς ὀρθοδόξου παραδόσεως μετὰ ἀπὸ πολλοὺς αἰῶνες στὴν Ἰταλία, καὶ τώρα, ἐλεύθερος στὸν οὐρανό, ἀπαλλαγμένος ἀπὸ κάθε πόνο, λύπη καὶ στεναγμό, συνεχίζει τὴν ἀποστολή του: νὰ εὔχεται γιὰ τοὺς ἀδελφούς του ποὺ τόσο ἀγάπησε.
Αἰωνία ἡ μνήμη τοῦ δούλου τοῦ Θεοῦ Κοσμᾶ μοναχοῦ!
Νὰ ἔχουμε τὴν εὐχή του!
(π.Θεόφιλος Παντοκρατορινός)
Εγγραφή σε:
Σχόλια ανάρτησης (Atom)
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου