Αναζήτηση αυτού του ιστολογίου

Πέμπτη 18 Νοεμβρίου 2010

«Έ, πώς πάνε οι πεθαμένοι σου; κοιμούνται ή είναι ξύπνιοι;»


ΖΩΝΤΑΝΕΣ ΔΙΗΓΗΣΕΙΣ ΤΟΥ ΟΣΙΟΥ ΣΤΑΡΕΤΣ ΒΑΡΣΑΝΟΥΦΙΟΥ. 1


Κάποια μέρα ένας διά Χριστόν σάλος, ό Νικόλαος, με συνάντησε στην αυλή μιας εκκλησίας και με ρώτησε: «Έ, πώς πάνε οι πεθαμένοι σου; κοιμούνται ή είναι ξύπνιοι;»

Στην αρχή, δεν κατάλαβα τί μου έλεγε. Αργότερα αντιλήφτηκα, πώς πεθαμένους, εννοούσε τα πάθη. Ό δούλος του Θεού Νικόλαος μιλούσε έτσι, αινιγματικά, μόνο σε ανθρώπους πού ήξερε ότι είχαν κάποιο πνευματικό αγώνα.


Μέρα με την ήμερα αισθανόμουν μια ριζική αλλαγή στην ζωή μου. Ό Κύριος με νουθετούσε με τον δικό Του τρόπο. Στον ύπνο. Με όνειρα.

Κάποτε, βρέθηκα μέσα σε μια πανέμορφη πόλη χτισμένη επάνω στην κορυφή τού βουνού. Οι οικοδομές και ή όλη αρχιτεκτονική ήταν τόσο επιβλητικές και ασυνήθιστες, πού ποτέ δεν έχω ιδεί στην ζωή μου. Καθόμουν εκστατικός και χάζευα! Ξαφνικά, βλέπω από μακριά να με πλησιάζει ό διά Χριστόν σάλος, δούλος τού Θεού, Μιχαήλ. Φορούσε ένα μεγάλο πουκάμισο πού έφτανε μέχρι τα γόνατα. Τα πόδια του ήσαν γυμνά. Τον είδα, να μην πατάει στην γη, αλλά να «πετάει» στον αέρα. Εκεί πού ετοιμαζόμουν να τον ρωτήσω κάτι, ή οπτασία έσβησε και εγώ αμέσως ξύπνησα. Ένα αίσθημα απερίγραπτης χαράς πλημμύριζε τα σωθικά μου. Αυθόρμητα ξεχύθηκα στους δρόμους. Προς μεγάλη μου έκπληξη βλέπω τον Μιχαήλ να τρέχει, όπως πάντοτε, βιαστικά.

- Μιχάλη, τού φώναξα, σε είδα στον όνειρο μου σήμερα.

Εκείνος, ρίχνοντάς μου μια φευγαλέα ματιά, γύρισε και μού είπε:

- Ουκ έχομεν ώδε μένουσαν πόλιν αλλά την μέλλουσαν επιζητούμεν (Έβρ. 13,14).

Και συνέχισε τον δρόμο του.

Κάποια άλλη φορά, είδα τον εαυτό μου να στέκεται μέσα σε μια θαυμάσια εκκλησία. Ή Ωραία Πύλη ήταν ανοιχτή. Επάνω στον άμβωνα στεκόταν ό διάκονος της εκκλησίας μας και έψελνε πασχαλινά τροπάρια. Από κάτω ή χορωδία επαναλάμβανε τα ίδια λόγια. Τα μόνα λόγια πού αποτυπώθηκαν πιο βαθειά στην μνήμη μου ήσαν τα «τέλειος λέλεκται»".

Είναι τα τελευταία λόγια του τροπαρίου από το κανόνα της Αναστάσεως που λέγει.

« Αρσεν μεν ως διανόιξαν την παρθενεύουσαν νηδύν

Πέφηνε Χριστός

Ως βροτός δε αμνός προσηγόρευται

Άμωμος δε ως άγευστος κηλίδος το ημετέρον Πάσχα.

Και ως Θεός αληθής τέλειος λέλεκται».

Τέτοια υμνωδία και τέτοια μελωδία δεν έχω ξανακούσει ποτέ άλλοτε στην ζωή μου. Ή ψυχή μου γέμισε από κατάνυξη. Και για πολλές ημέρες βρισκόμουν κάτω από την επίδραση της οπτασίας.

Ένα δεν μπορούσα να εξηγήσω: πώς ό διάκονός μας βρέθηκε εκεί. Κάθε φορά πού ρωτούσα να μάθω πληροφορίες για αυτόν, ή απάντηση ήταν σταθερή: «Έχει ωραία, μεταλλική φωνή». Τί ήταν αυτή ή μεταλλική φωνή δεν ήξερα! Ένα ήξερα. Πώς ή φωνή από μόνη της δεν σε πάει στον παράδεισο. Αργότερα όμως, έμαθα, πώς ό διάκονος αυτός ζούσε ασκητική ζωή.


ΒΙΒΛΙΟΓ. ΟΣΙΟΣ ΣΤΑΡΕΤΣ ΒΑΡΣΑΝΟΥΦΙΟΣ ΤΕΥΧΟΣ Γ ΕΚΔΟΣΗ Ι.Μ. ΝΙΚΟΠΟΛΕΩΣ ΠΡΕΒΕΖΗΣ

Δεν υπάρχουν σχόλια: