Ό μεγαλόσχημος Ιερομόναχος Έφραίμ (1871-1947)
Οι γονείς του π. Εφραίμ έφεραν σφοδρή αντίδραση στο νεαρό τους γιο Γρηγόριο Χρόμποστωφ - αυτό ήταν το κοσμικό του όνομα - όταν εκείνος τους εξέφρασε τον πόθο του να πάει στο μοναστήρι. Άλλα το παιδί επέμενε. Ήταν μόλις 12 ετών, όταν δραπέτευσε από το σπίτι του, πού βρισκόταν στην επαρχία της Κόστρομας, και ήλθε στο Βαλαάμ.
Στο μοναστήρι ό ζήλος του Γρηγορίου για μοναχισμό όλο και μεγάλωνε. Για ένα διάστημα διακονούσε σε διάφορα εργαστήρια και βιβλιοθήκες, μετά χάριν τής καλής απόδοσης του στην ανάγνωση και στην ψαλτική - είχε ωραία φωνή - τον έβαλαν να βοηθά στις ακολουθίες. Στην πνευματική ζωή τον καθοδηγούσαν οι φημισμένοι στάρετς Αλέξιος και Άντίπας.
Ό ύφηγούμενος τού Βαλαάμ π. Γαβριήλ έλαβε τον Ιανουάριο τού 1891 επιστολή από τον επίσκοπο τής Φινλανδικής επαρχίας Αντώνιο. Ό επίσκοπος ανέφερε στο γράμμα του πώς ή Ιερά Σύνοδος με τη συμπαράσταση τού αυτοκράτορα έχει σκοπό να στείλει στην Αιθιοπία μία ιεραποστολική ομάδα. Κατάλληλος ιερομόναχος ήδη βρέθηκε. Τώρα έψαχναν να βρουν «ένα ταπεινό αδελφό» πού να κατέχει καλά το τυπικό των ακολουθιών και να ξέρει να διαβάζει και να ψάλλει. Ο επίσκοπος ρώτησε στην επίσκεψη του: «Δεν θα πήγαινε ο γνωστός μου αδελφός Γρηγόριος;». Εξήγησε ότι το ταξίδι ασφαλώς περιείχε πολλούς κινδύνους, και όποιος θα πήγαινε• θα έπρεπε να είναι έτοιμος να θυσιάσει ακόμη και την ζωή του για τον Χριστό. Ό Γρηγόριος Χρόμποτωφ δέχτηκε και ξεκίνησε για την Αιθιοπία στις 4 Μαΐου. Ξαναγύρισε στο Βαλαάμ το φθινόπωρο τού ίδιου έτους.
Χάριν της εξαιρετικής του συμπεριφοράς και ευλάβειας ό Γρηγόριος έλαβε το μοναχικό σχήμα σε ηλικία μόλις 24 ετών. Επονομάστηκε Γεώργιος. Ιερέας έγινε, όταν ήταν 28 ετών. Ό π. Γεώργιος πάντοτε ιερουργούσε με κάποια ιδιαίτερη κατάνυξη και βάθος.
Ό πνευματικός των μεγάλων δουκών
Ώς ιερομόναχος στάλθηκε στο μετόχι της Μόσχας. Γρήγορα απέκτησε καλή φήμη στους εκκλησιαστικούς κύκλους τόσο της Μόσχας όσο και της Πετρουπόλεως. Τον κάλεσαν ακόμη και στην αυλή. Με την πρόταση τού μεγάλου δούκα Μιχαήλ Άλεξάνδροβιτς, διορίστηκε το 1907 ιερατικός προϊστάμενος του Ναού τού Αγίου Νικολάου στην Πετρούπολη. Ό μεγάλος δούκας ήταν ό ίδιος ευεργέτης και προστάτης τού ναού. Από τότε ανέλαβε ως ιερό καθήκον να τελεί καθημερινώς την θεία Λειτουργία μνημονεύοντας τους πολλούς φίλους του, ζωντανούς και κεκοιμημένους. Οι ενορίτες τού ναού έδειχναν ποικιλοτρόπως την ευγνωμοσύνη τους για τον αγαπημένο τους ποιμένα.
Στην Πετρούπολη γνωρίστηκε και με άλλα μέλη της αυτοκρατορικής οικογένειας. Ό μεγάλος δούκας Νικόλαος Νικολάϊεβιτς, ό αρχιστράτηγος τού ρωσικού στρατού, τον συμπαθούσε και τον έκανε πνευματικό του. Κατά την διάρκεια τού Α' Παγκοσμίου Πολέμου ακολούθησε τον αρχιστράτηγος στο μέτωπο και τελούσε ακολουθίες στον πρόχειρο ναό τού στρατοπέδου.
Ερημίτης στην Σκήτη της Παναγίας του Σμόλενσκ
Μετά την Ρωσική Επανάσταση του 1917 κατόρθωσε να επιστρέψει από την Πετρούπολη στο μοναστήρι του πίσω από
τα κλεισμένα σύνορα. Στο Βαλαάμ έγινε ό μόνος κάτοικος της Σκήτης της Παναγίας τού Σμόλενσκ.
Έλαβε το μεγάλο αγγελικό σχήμα το 1919 και επονομάστηκε Έφραίμ εις μνήμην του Όσιου Έφραιμ του Σύρου. Ή εργασία του ήταν τώρα ή καθημερινή τέλεση των ακολουθιών στο ναό της Σκήτης. Σχεδόν πάντοτε τελούσε τις ακολουθίες μόνος του - περικυκλωμένος από τον αόρατο κόσμο των αγίων. Ως ειδικό διακόνημα είχε να μνημονεύει τις ψυχές των στρατιωτών που έπεσαν στον Α' Παγκόσμιο Πόλεμο.
Στην Σκήτη τού Σμόλενσκ υπήρχε έκτος τού κυρίου ναού ένα απλό ξύλινο παρεκκλήσι και ή μικρή κατοικία του π. Έφραίμ. Στην τελευταία βρισκόταν και το παράξενο κρεβάτι του: ένα φέρετρο. Στην μέσα μεριά ήταν ζωγραφισμένος ένας σκελετός για να θυμίζει το τέλος της πρόσκαιρης αυτής ζωής. Κρεβάτι-φέρετρο είχε επίσης και στο πλαϊνό δωμάτιο τού ναού, το όποιο ήταν ή χειμερινή κατοικία του.
Ό π. Έφραιμ διορίστηκε πνευματικός τού Βαλαάμ το 1927. Έκτος από την αδελφότητα δεχόταν στην Σκήτη του πολυάριθμους προσκυνητές και άλλους ξένους. Μια φορά ένας από' αυτούς ρώτησε τον ερημίτη, μήπως στενοχωριέται έτσι μόνος του στην Σκήτη. Εκείνος απάντησε: «Γνωρίζω τον κόσμο. Είδα τη ματαιότητα και παροδικότητά του. Ό κόσμος με τις φασαρίες, χαρές και απολαύσεις του δεν αξίζει τόσο για να το επιθυμεί κανείς».
Ό ερημίτης είχε ετοιμάσει για τον εαυτό του τάφο δίπλα στο ναό. Αλλά ό τάφος εκείνος έμεινε άδειος.
Ή επίγεια ζωή του μεγαλόσχημου ιερομονάχου Έφραίμ έσβησε στο Νέο Βαλαάμ στην κεντρική Φινλανδία στις 26 Μαρτίου 1947 και τον έθαψαν στο εκεί κοιμητήριο μαζί με άλλους προκοιμηθέντες πρόσφυγες αδελφούς από το παλαιό Βαλαάμ.
ΒΙΒΛ. ΠΑΤΕΡΙΚΟΝ ΤΗΝ ΜΟΝΗΣ ΒΑΛΑΑΜ.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου