Αναζήτηση αυτού του ιστολογίου

Κυριακή 29 Οκτωβρίου 2023

ΨΑΛΛΩ ΤΩ ΘΕΏ ΜΟΥ ΕΩΣ ΥΠΆΡΧΩ. ΨΑΛΜΌΣ 2. ΔΗΜΉΤΡΗΣ ΜΑΥΡΌΠΟΥΛΟΣ!


 Ἡ ὀργὴ καὶ ὁ θυμὸς τοῦ Θεοῦ δὲν ἔχουν σχέση μὲ τὴν ὀργὴ καὶ τὸν
θυμὸ τῶν ἀνθρώπων. Ἡ ὀργὴ καὶ ὁ θυμὸς τοῦ Θεοῦ ἐκφράζουν τὸ θέλημα
τοῦ Θεοῦ νὰ περικλείσει στοὺς κόλπους τὴ δημιουργία του καὶ τὸ πλή-
ρωμα αὐτῆς. Ἡ ἐκδήλωσή τους μάλιστα ἐκφράζεται μὲ τὴν παρέμβαση
τοῦ Θεοῦ μέσα στὴν ἱστορία, ὅπως δείχνει ὁ ἑπόμενος στίχος, ὁ ὁποῖος
θεωρεῖται καὶ ἰδιαίτερα προφητικὸς ὅσον ἀφορᾶ τὴν ἐνανθρώπηση τοῦ
Χριστοῦ. 

Στὸν 6ο στίχο ὁ ποιητὴς διακηρύττει αὐτὸ ποὺ ὁ Κύριος ἀποφάσισε:
6 Ἐγὼ δὲ κατεστάθην βασιλεὺς ὑπ᾽ αὐτοῦ ἐπὶ Σιὼν ὄρος τὸ ἅγιον αὐτοῦ ' διαγγέλλων τὸ πρόσταγμα Κυρίου. Κύριος εἶπε πρός με υἱός
μου εἶ σύ, ἐγὼ σήμερον γεγέννηκά σε.

Ἐκ πρώτης ὄψεως οἱ στίχοι ἀναφέρονται στὴν πιστοποίηση τοῦ Δαβὶδ
ὡς βασιλέως, ὡς ἐπικεφαλῆς δηλαδὴ τοῦ λαοῦ τοῦ Θεοῦ. Οἱ ἀναφορὲς
ὅμως τῆς Ἁγίας Γραφῆς, ἰδιαίτερα τῆς Καινῆς Διαθήκης, ἀνάγουν τοὺς
στίχους σὲ περιγραφὴ τοῦ ἔργου τοῦ Χριστοῦ.
Δυὸ λόγια γιὰ τὴν ἔκφραση ἐπὶ Σιὼν ὄρος τὸ ἅγιον αὐτοῦ. Ἡ Σιὼν
θεωρήθηκε ὡς ὀμφαλὸς τῆς Δημιουργίας, ἀφοῦ ἐκεῖ τοποθετήθηκε ἀπὸ
τὸν Δαβὶδ ἡ Κιβωτὸς τῆς Διαθήκης. Ἡ Κιβωτὸς τῆς Διαθήκης εἶναι
ἕνα ὁρατὸ ἀντικείμενο, ἀλλὰ ὑποκρύπτει μία νοητὴ πραγματικότητα, τὴ
Διαθήκη, τὴ συμφωνία ποὺ κάνει ὁ Θεὸς μὲ τὸν λαό του, δηλαδὴ ὁ Θεὸς
μὲ τοὺς Ἁγίους του, μὲ ὅσους τὸν ἐμπιστεύονται καὶ παραδίδονται σ'
αὐτόν. Ὁ προφήτης Ησαΐας ὁραματίζεται μία ἀτείχιστη Σιών, ὡς πόλη
τοῦ Κυρίου: καὶ τακήσεται ἡ πλίνθος, καὶ πεσεῖται τὸ τεῖχος, ὅτι βασιλεύσει Κύριος ἐν Σιὼν καὶ ἐν Ἱερουσαλήμ, καὶ ἐνώπιον τῶν πρεσβυτέρων δοξασθήσεται (Ἠσ. 24,23). Μιὰ τέτοια πόλη τοῦ Θεοῦ ἀναδεικνύεται οἰκουμενικὴ καὶ αἰώνια, μὲ ἀναγωγὴ στὴ Βασιλεία τοῦ Θεοῦ,
ὅπως τὴν ἀντιλαμβάνεται ὁ ἀπόστολος Παῦλος, τελικὰ τὴν πόλη τῆς
Εκκλησίας ὡς ἐπουράνια πραγματικότητα: ἀλλὰ προσεληλύθατε Σιὼν
ὄρει καὶ πόλει Θεοῦ ζῶντος, Ἱερουσαλὴμ ἐπουρανίῳ, καὶ μυριάσιν
ἀγγέλων (Ἑβρ. 12,22). Αὐτὴν τὴν πόλη τοῦ Θεοῦ μᾶς τὴν ἔχει περιγράψει ἡ Ἀποκάλυψη τοῦ Ἰωάννη: Καὶ εἶδον οὐρανὸν καινὸν καὶ γῆν
καινήν· ὁ γὰρ πρῶτος οὐρανὸς καὶ ἡ πρώτη γῆ ἀπῆλθον, καὶ ἡ θάλασσα οὐκ ἔστιν ἔτι. Καὶ τὴν πόλιν τὴν ἁγίαν Ἱερουσαλὴμ καινὴν εἶδον
καταβαίνουσαν ἐκ τοῦ οὐρανοῦ ἀπὸ τοῦ Θεοῦ, ἡτοιμασμένην ὡς νύμφην
κεκοσμημένην τῷ ἀνδρὶ αὐτῆς. Καὶ ἤκουσα φωνῆς μεγάλης ἐκ τοῦ
οὐρανοῦ λεγούσης· ἰδοὺ ἡ σκηνὴ τοῦ Θεοῦ μετὰ τῶν ἀνθρώπων, καὶ
σκηνώσει μετ᾿ αὐτῶν, καὶ αὐτοὶ λαὸς αὐτοῦ ἔσονται, καὶ αὐτὸς ὁ Θεὸς
μετ᾿ αὐτῶν ἔσται... (Απ. 21,1-3).
Κύριος εἶπε πρός με· υἱός μου εἶ σύ, ἐγὼ σήμερον γεγέννηκά σε. Τὸ ἡμιστίχιο ἀναφέρεται στὸν Μεσσία, ἐνῶ στὴν Καινὴ Διαθήκη προσδιορίζει συγκεκριμένα τὸν Χριστό, ὅπως ἐντοπίζουμε στὴν ὁμιλία τοῦ ἀποστόλου Παύλου στὴ Συναγωγὴ τῆς Αντιόχειας τῆς Πισιδίας: ὡς καὶ ἐν
τῷ ψαλμῷ τῷ δευτέρῳ γέγραπται· υἱός μου εἶ σύ, ἐγὼ σήμερον
γεγέννηκά σε (Πράξ. 13,33). Τὴν ἴδια θέση θὰ ὑποστηρίξει καὶ στὴν Πρὸς
Ἑβραίους ἐπιστολή: Τίνι γὰρ εἶπέ ποτε τῶν ἀγγέλων· υἱός μου
ἐγὼ σήμερον γεγέννηκά σε; καὶ πάλιν· ἐγὼ ἔσομαι αὐτῷ εἰς πατέρα,
καὶ αὐτὸς ἔσται μοι εἰς υἱόν; (Ἑβρ. 1,5).


Ὁ Κύριος εἶπε πρὸς ἐμένα: αὐτὸ εἶναι τὸ πρόσταγμα τοῦ Κυρίου, τὸ
διάταγμα περισσότερο ἢ ἡ καταγγελία τοῦ Κυρίου πρὸς ὅλους τοὺς
λαοὺς τῆς γῆς. Ἡ δύναμή μου εἶναι ὁ Υἱός μου: υἱός μου εἶ σύ, ἐγὼ σήμερον γεγέννηκά σε. Σ᾿ αὐτὸν τὸν Υἱὸ ὁ Πατὴρ ἐμπιστεύεται μιὰ οἰκουμενικὴ κληρονομία: τὰ ἔθνη, τὰ πέρατα τῆς γῆς. Ὅλη ἡ Δημιουργία εἶναι
δική του. Ἡ δύναμη τῶν ἀντίθεων δυνάμεων εἶναι πρόσκαιρη, εἶναι μιὰ
χωμάτινη δύναμη, μιὰ κεραμιδένια δύναμη. Καὶ στὴν Ἀποκάλυψη ἐπίσης χρησιμοποιεῖται αὐτὴ ἡ εἰκόνα ὅσον ἀφορᾶ τὴ δύναμη τοῦ Χριστοῦ;

Καὶ ὁ νικῶν καὶ ὁ τηρῶν ἄχρι τέλους τὰ ἔργα μου, δώσω αὐτῷ ἐξουσίαν
ἐπὶ τῶν ἐθνῶν, καὶ ποιμανεῖ αὐτοὺς ἐν ῥάβδῳ σιδηρᾷ, ὡς τὰ σκεύη τὰ
κεραμικὰ συντριβήσεται, ὡς κἀγὼ εἴληφα παρὰ τοῦ πατρός μου, καὶ
δώσω αὐτῷ τὸν ἀστέρα τὸν πρωϊνόν (Ἀπ. 2,27).
Αὐτοὺς τοὺς τρεῖς στίχους, ἰδιαίτερα τὸν 7ο, χρησιμοποιεῖ ὁ ἴδιος ὁ
Χριστός, σὲ μία συνάντηση μὲ τοὺς Φαρισαίους καὶ μὲ τοὺς Γραμματεῖς (βλ. Ματθ. 22,42). Πεῖτε μου, τοὺς λέει, πεῖτε μου ποιὸς εἶναι ὁ Χριστός. Τί θέλει νὰ πεῖ ὁ Δαβίδ, ὅταν λέει ἐγὼ σήμερον γεγέννηκά σε. Τοῦ
ἀπαντοῦν, εἶναι ὁ υἱὸς Δαβίδ. Καὶ γιατί ὁ Δαβὶδ ὀνομάζει αὐτὸν Κύριον,
ἀφοῦ εἶναι ὁ υἱός του. Δηλαδὴ χρησιμοποιεῖ αὐτὸν τὸν στίχο τοῦ ψαλμοῦ
ὁ Χριστὸς γιὰ νὰ ἐξαγγείλει πρὸς τὰ ἔξω τὴ σχέση του μὲ τὸν Πατέρα.
Στὶς ἀναπτύξεις ποὺ κατέθεσαν ὅσοι ἀπὸ τοὺς Πατέρες ἑρμήνευσαν τοὺς
ψαλμούς, ἐπιμένουν ὅτι ἐδῶ ἔχουμε ἕνα καθαρὰ δογματικὸ ὑπόβαθρο, τὴ
σχέση Πατρὸς καὶ Υἱοῦ. Ὁ Πατὴρ γεννᾶ τὸν Υἱό, τὸ «σήμερον» δὲν τὸ
μεταφράζουν χρονικά, σήμερα σὲ γέννησα, ἀλλὰ αἰωνίως, σὲ γεννάω,
καὶ ὁ Υἱὸς ὑπάρχει πάντα πρὸς τὸν Πατέρα, καὶ ὁ Πατὴρ ὑπάρχει
πάντα διὰ τοῦ Υἱοῦ. Τὸ ἔργο τοῦ Υἱοῦ εἶναι νὰ ἁπλώσει τὴ διδασκαλία
του στὰ ἔθνη.
Εἶναι φανερὸ ὅτι οἱ διατυπώσεις τοῦ ποιητῆ ἐμπεριέχουν θεία ἀποκάλυψη. Περιγράφουν μία μελλοντική πραγματικότητα, ἡ ὁποία δὲν ἔχει
νὰ κάνει μὲ τὴν πραγματικότητα τῆς ἱστορίας, ἀλλὰ μὲ αὐτὸ ποὺ ὀνόμασα πραγματικότητα μιᾶς μετὰ ἱστορίας. Πρόκειται γιὰ μία ἄλλη
οἰκουμένη, ἄλλου περιεχομένου, ἑπομένως καὶ γιὰ μία κυριαρχία ἄλλου
περιεχομένου.
Ἡ ἔννοια τοῦ παιδὸς τοῦ Θεοῦ, τοῦ Υἱοῦ ποὺ λέει ἐδῶ, εἶναι ἀρχαία.
Κατατίθεται κυρίως κατὰ τὸν 6ο π.Χ. αἰ. ἀπὸ τὸν Ἠσαΐα, μὲ δύο ἔννοιες,
τὴν ἔννοια τοῦ παιδὸς καὶ τοῦ δούλου, ποὺ κάποια στιγμὴ ταυτίζονται.
Ὅλος, λοιπόν, ὁ Ἰσραὴλ ἀναμένει αὐτὸν τὸν Υἱό, αὐτὸ τὸ παιδὶ τοῦ
Θεοῦ. Αὐτὴ ἡ ἔννοια τῆς μεσσιανικότητας, τοῦ ἀπεσταλμένου τοῦ Θεοῦ,
ὑπάρχει καὶ στοὺς Ἰουδαίους τὴν ἐποχὴ τοῦ Χριστοῦ. Περιμένουν ἕναν
σωτήρα, ἕναν Μεσσία. Η σύγκρουση τῶν ἐπισήμων ἑρμηνευτῶν τοῦ Νόμου καὶ τῆς Προφητείας ἀπὸ τὴ μιὰ μεριὰ καὶ τοῦ Χριστοῦ ἀπὸ τὴν ἄλλη,
εἶναι ὡς πρὸς τὸ περιεχόμενο τοῦ ἔργου αὐτοῦ τοῦ παιδὸς τοῦ Θεοῦ, αὐτοῦ
τοῦ Υἱοῦ. Ξέρουμε ὅτι ὁ Χριστὸς ἔδωσε ἐντελῶς ἄλλο περιεχόμενο στὴν
ἀποστολή του καὶ στὸ ἔργο ποὺ ἦρθε νὰ ἐπιτελέσει, τὸ ὁποῖο σιγὰ σιγὰ
τὸ ἐκπλήρωσε μέσα σὲ τρία ἔτη καὶ τὸ ἀποκάλυψε, οὐσιαστικά, τὴν ἡμέρα ποὺ πῆγαν οἱ γυναῖκες καὶ εἶδαν ἕναν ἄδειο τάφο. Αὐτὸ δὲν μποροῦσαν
νὰ τὸ ὑποψιαστοῦν οἱ ἑρμηνευτὲς τοῦ Νόμου. Ἴσως καὶ γιατὶ ἦταν ἕνα
κρυμμένο στοιχεῖο μέσα στὴν ἀποκάλυψη τοῦ Θεοῦ, τὸ ἀποκεκρυμμένον ἀπὸ αἰώνων μυστήριον, ὅπως ὀνομάζεται.


Τὸ ἡμιστίχιο συνδέεται μὲ τοὺς ἑπόμενους δύο στίχους:
8 Αἴτησαι παρ᾽ ἐμοῦ, καὶ δώσω σοι ἔθνη τὴν κληρονομίαν σου καὶ
τὴν κατάσχεσίν σου τὰ πέρατα τῆς γῆς.
9 Ποιμανεῖς αὐτοὺς ἐν ῥάβδῳ σιδηρᾷ, ὡς σκεύη κεραμέως συντρίψεις
αὐτούς.

Πρόκειται γιὰ μιὰ περιγραφὴ τοῦ ἔργου ποὺ θὰ ἐπιτελέσει ὁ Υἱὸς τοῦ
Θεοῦ ὡς ἐνανθρωπήσας Υἱός, ὁ ὁποῖος θὰ ἱδρύσει τὴν κατὰ τὴν οἰκουμένην Εκκλησία. Τὸ ἔργο τοῦ Χριστοῦ εἶναι νὰ καταργήσει τις συγγενικὲς καὶ ἐθνικὲς σχέσεις καὶ νὰ ἐγκαινιάσει τὶς ἁγιοπνευματικές σχέσεις ποὺ ἱδρύουν τὴν κατὰ Χριστὸν συγγένεια, συντρίβοντας κατὰ ἕναν
εἰκονολογικὸ τρόπο τοὺς ἀντιμαχόμενους αὐτὴ τὴ νέα πραγματικότητα.


Ἡ «σιδηρᾶ ράβδος» τοῦ Χριστοῦ εἶναι τὸ ξύλον τοῦ Σταυροῦ, καὶ δι᾿
αὐτοῦ ἡ χάρη καὶ ἡ δωρεὰ τοῦ Ἁγίου Πνεύματος. Ἄλλωστε, μιλώντας
στοὺς μαθητές του γι' αὐτὴ τὴ νέα πραγματικότητα, προδιαγράφει τὴν
ἰσχύ της καὶ τὴ δύναμή της: καὶ πύλαι ᾅδου οὐ κατισχύσουσιν αὐτῆς
(Ματθ. 16,18).
Ἀπὸ τὸν 10ο στίχο μέχρι καὶ τὸν 13ο, ἀφοῦ ἔχει καταθέσει ὁ ποιητὴς
τὴν προφητεία του γιὰ αὐτὰ ποὺ θὰ συμβοῦν, ἀπευθύνεται στοὺς ἀνθρώπους ἢ στοὺς λαούς, ἢ στοὺς ἰσχυρούς, καὶ τοὺς καλεῖ νὰ συνετιστοῦν.
Συνετιστεῖτε, τὰ πράγματα ἔχουν ἔτσι. Ὑπάρχει ἕνας ἀπεσταλμένος τοῦ
ἴδιου τοῦ Θεοῦ, καὶ αὐτὸς ὁ ἀπεσταλμένος εἶναι ὁ Υἱός του, αὐτὸς ὁ Υἱὸς
ἔρχεται ἐν δυνάμει, ἐν ἰσχύι (αὐτὸ σημαίνει «θὰ συντρίψει»), ἔχει τὴ δυνατότητα νὰ ἐξαφανίσει κάθε ἀντίπαλό του μέσα στὴν ἱστορία.


10 Καὶ νῦν, βασιλεῖς, σύνετε, παιδεύθητε, πάντες οἱ κρίνοντες τὴν γῆν.
11 Δουλεύσατε τῷ Κυρίῳ ἐν φόβῳ καὶ ἀγαλλιᾶσθε αὐτῷ ἐν τρόμῳ.


Ὅλοι ὅσοι θαρρεῖτε πῶς μπορεῖτε νὰ εἴσαστε κριτὲς τῆς γῆς, κυβερνῆτες της, μάθετε τί πραγματικὰ συμβαίνει καὶ ἀποφασίστε νὰ ἐργαστεῖτε πρὸς δόξαν τοῦ Κυρίου, μὲ φόβο πρὸς τὸν Κύριο, γιὰ τὴν παρουσία τοῦ Κυρίου. Ὁ φόβος ὅμως δὲν εἶναι ἕνας φόβος παθητικός, ἀλλὰ
εἶναι ἕνας φόβος ποὺ γεννάει ἐνέργεια, γεννάει ἀποτέλεσμα. Καὶ τὸ ἀποτέλεσμα αὐτὸ εἶναι ἡ ἀγαλλίαση. Εἶναι ἕνας φόβος χαρᾶς.


12 Δράξασθε παιδείας, μήποτε ὀργισθῇ Κύριος καὶ ἀπολεῖσθε ἐξ ὁδοῦ
δικαίας.
Αρπάξτε λοιπὸν τὴ γνώση (ἡ «παιδεία» ἐδῶ μὲ τὴν ἔννοια τῆς γνώσης), ἁρπάξτε τὴ γνώση γιατὶ ἀλλιῶς θὰ χαθεῖτε. Καὶ ἐδῶ ξαναφέρνει
ὁ ποιητὴς τὴν ἔννοια τῆς ὁδοῦ ποὺ ἦταν τόσο σημαντικὴ γιὰ τὸν ἰουδαϊκὸ
λαό, καὶ γίνεται πολὺ σημαντικὴ γιὰ τὸν Χριστό, ὁ ὁποῖος γίνεται ἡ ὁδὸς
μέσα στὴν ἀνθρώπινη ἱστορία: ἐγώ εἰμι ἡ ὁδός. Ξαναφέρνει τὴν ἔννοια τῆς
ὁδοῦ, τὴν ὁποίαν ὁδὸ τὴν προσδιορίζει, προσδιορίζει τὸ περιεχόμενό της ὡς
ὁδὸ δίκαιη.

13 Ὅταν ἐκκαυθῇ ἐν τάχει ὁ θυμὸς αὐτοῦ, μακάριοι πάντες οἱ πεποιθότες ἐπ᾿ αὐτῷ.


Ὁ ποιητὴς ἀναφέρεται σὲ ἕνα θυμὸ ποὺ ἀπειλεῖ ὅσους βρίσκονται μακριά του. Ἀσφαλῶς πρόκειται γιὰ εἰκόνα ποὺ λαμβάνεται ἀπὸ τὴν
ἀνθρώπινη πείρα. Κατ᾽ οὐσίαν ὁ θυμὸς τοῦ Θεοῦ εἶναι λαχτάρα νὰ περικλύσει στοὺς κόλπους του τὸν ἄνθρωπο. Ὁ ἀπεσταλμένος Υἱὸς ἔρχεται γιὰ νὰ ἑνώσει τὴν οἰκουμένη, νὰ ποιμάνει, νὰ δείξει ὅτι τώρα ποὺ εἴμαστε ὅλοι ἕνα γύρω ἀπὸ τὸ πρόσωπό του, δὲν ὑπάρχει θυμός. Καὶ ἂν δὲν
ὑπάρχει πιὰ θυμός, ὑπάρχει αὐτὸ ποὺ ὀνομάζουμε «μακαριότητα», θὰ
εἶναι μακάριοι ὅλοι οἱ ἄνθρωποι, ἢ μᾶλλον αὐτοὶ ποὺ ἔχουν ἐμπιστοσύνη
στὸν Κύριο, ποὺ θὰ ἔχουν παραδοθεῖ στὸν Κύριο.
Αὐτὸς εἶναι ὁ δεύτερος ψαλμός. Οι σημαντικοὶ στίχοι, καθαρὰ χριστολογικοί, εἶναι ὁ 7, 8, καὶ 9, τοὺς ὁποίους ὁ Χριστὸς τοὺς προσγράφει
στὸν ἑαυτό του.

Δεν υπάρχουν σχόλια: