Αναζήτηση αυτού του ιστολογίου
Τετάρτη 15 Ιουλίου 2015
Ο ΛΟΓΟΣ ΤΟΥ ΘΕΟΥ. ΙΕΡΟΜΟΝΑΧΟΥ ΡΑΦΑΗΛ ΝΟΙΚΑ. 1
Ο
λόγος του Θεού - Η καλλιέργεια του Πνεύματος
Σεβασμιότατος
Ανδρέας: Τη φετινή περίοδο της Μεγάλης Σαρακοστής (1994) την ανοίγουμε με τον
π. Ραφαήλ.
Με
την ευκαιρία της έναρξης της νηστείας, θα πω μία σκέψη και επιθυμώ να μας
συνοδεύσει μέχρι την λαμπροφόρο ημέρα του Πάσχα. Όλοι σχεδόν οι μεγάλοι πνευματικοί
πατέρες της εποχής μας προσπαθούν να υπογραμμίζουν δύο μεγάλες αρετές: την
ταπείνωση και την αγάπη. Πραγματικά, αυτή είναι και η προτροπή του Κυρίου, και την αποθέτω στις ψυχές σας κατά την
αρχή της νηστείας: «Μάθετε απ’ εμού ότι πράος ειμί και ταπεινός τη
καρδία». Στον νου μου, ως πιο επίκαιρα, έρχονται
τα λόγια του συγχρόνου μας αγίου Σιλουανού, που και αυτός με τη σειρά του,
συμφωνώντας με όλους τους προ αυτού Αγίους, μας δίνει το κριτήριο για να
ελέγχουμε την ψυχή μας ως προς την ταπείνωση και την αγάπη, κατά την παρότρυνση
του Κυρίου. Αν θέλουμε να εξετάσουμε την πνευματική κατά- στάση, στην οποία
βρισκόμαστε, να αναρωτιόμαστε: «Νιώθουμε το ίδιο όταν μας επαινούν και όταν μας
συκοφαντούν; Μπορούμε να αγαπάμε, με την ίδια ένταση, τον εχθρό όπως και τον
φίλο;» Αν αυτά τα δύο συμβαίνουν, τότε από πνευματικής απόψεως βρισκόμαστε
ψηλά. Αν όχι, τότε έχουμε ακόμη πολύ δρόμο να διανύσουμε.
Οπότε,
η ομιλία που θα μας κάνει απόψε ο π. Ραφαήλ, αλλά και αυτά που θα ακούσουμε
στις επόμενες συναντήσεις μας από τον π. Ηλία Μολδοβάν, τον Σεβ. Μητροπολίτη Αντώνιο,
τον Σεβ. Ειρηναίο, τον κ. Σορίν Ντουμιτρέσκου -τους προσκεκλημένους μας γι’
αυτή τη Σαρακοστή-, θα μας βοηθήσουν ακόμη μία φορά, από πνευματικής απόψεως,
να προσπαθήσουμε να ξεπεράσουμε την καθημερινή μας αδυναμία.
Καλώς
ορίσατε στη σύναξη αυτή με τον π. Ραφαήλ και την αποψινή έναρξη των διαλέξεων.
π.
Ραφαήλ: Έκανα τη σκέψη να πω λίγα λόγια περί του λόγου. Και μου φαίνεται σωστό
να αρχίσω με τα λόγια του Κυρίου: «Ό ουρανός και ή γη παρελεύσονται, οι δε λόγοι
μου ου μη παρέλθωσι».
Τι
είναι ο λόγος; Είμαστε συνηθισμένοι να τον θεωρούμε ως έναν τρόπο επικοινωνίας
του ενός με τον άλλον, ως έναν από τους τρόπους ανταλλαγής πληροφοριών. Όμως
βλέπουμε ότι η αγία Γραφή έχει άλλη άποψη για τον λόγο: «Εν αρχή ην ό Λόγος, και
ό Λόγος ην προς τον Θεόν, και Θεός ην ό Λόγος».
«Και ό Λόγος σάρξ έγένετο». «Τα ρήματα ά εγώ λαλώ υμίν, πνεύμα εστί και
ζωή εστί». •Και είπεν ό Θεός• Γενηθήτω φως• και έγένετο φως». Ότι είπε ο Θεός
διά του Λόγου Του, έγινε!
Τι
είναι ο λόγος; Πώς τον καταλαβαίνουμε; Πρώτα πρώτα, με τη βοήθεια του Κυρίου,
θα ήθελα να συνδέσω τον λόγο με την έννοια της καλλιέργειας, την καλλιέργεια
του Πνεύματος, όπως είναι και ο τίτλος της ομιλίας μου. Η αγία Γραφή μας
δείχνει ότι ο Θεός, όταν έκανε τον άνθρωπο -επιτρέψτε μου να κάνω ένα βήμα
ακόμη πιο πίσω- όταν δημιούργησε και τα προ του ανθρώπου, τα έκανε δι’ ενός
λόγου και μόνο: «Γενηθήτω»! Όταν όμως πρόκειται για τον άνθρωπο, ο Θεός ενεργεί
διαφορετικά. Συνεδριάζει: «Ποιήσωμεν άνθρωπον κατ’ εικόνα ήμετέραν και καθ’
όμοίωσιν». Από αυτό καταλαβαίνουμε ότι ο άνθρωπος δεν είναι ένα κτίσμα όπως όλα
τα άλλα. Και δεν το λέμε αυτό από υπερηφάνεια, αλλά επειδή ο ίδιος ο Θεός μάς
είπε ότι έτσι είναι.
Ακόμη
βλέπουμε πως, με τον λόγο Του, ο Θεός συνεχίζει να καλεί τον άνθρωπο και να
σχετίζεται με αυτόν. Ο Θεός με τον λόγο Του συμβουλεύει τον Αδάμ. Και όταν πάλι
ο Αδάμ πέφτει, και η ανομία σκιάζει όλη την ιστορία της γης μέχρι την
καταστροφή της με τον κατακλυσμό του Νώε, έρχεται και πάλι μία στιγμή που ο
Θεός ομιλεί στον άνθρωπο, δίνοντας τον Νόμο Του διά του προφήτη Μωυσή.
Ο
Νόμος αυτός είχε δύο στόχους: να επαναφέρει τον άνθρωπο από την ανομία σε μία έννομη
ζωή (αυτό μπορούμε να το καταλάβουμε όλοι, είναι ο ηθικός νόμος), αλλά και να
φανερώσει μερικά σημάδια σχετικά με το τι θα θελήσει να κάνει ο Θεός στο τέλος
του χρόνου• θα έλεγα καλύτερα, στο πλήρωμα του χρόνου. Το πλήρωμα του χρόνου
ουσιαστικά δεν έχει να κάνει με μία χρονική στιγμή, αλλά με τη σάρκωση αυτού
του Λόγου. Το λέει ο απόστολος Παύλος στην προς Εβραίους επιστολή του:
«Πολυμερώς και πολυτρόπους πάλαι ό Θεός λαλήσας τοις πατράσιν εν τοις προφήταις,
έπ’ εσχάτου των ήμερων τούτων έλάλησεν ημών εν Υίω». Συμπεραίνουμε λοιπόν ότι ο ίδιος ο Υιός του
Θεού ονομάζεται και Λόγος Του. Ο Λόγος του Θεού επανέρχεται τώρα, για να
συνεχίσει το έργο της δημιουργίας μέσω του διαλόγου, τον οποίο οικοδομεί με τον
άνθρωπο, ή πιο σωστά τον εποικοδομεί μετά από τον χωρισμό που προκλήθηκε στον
Παράδεισο με την πτώση του Αδάμ. Τον λόγο αυτό μπορούμε να τον εννοήσουμε ως
ενέργεια -δημιουργική ενέργεια.
Αλλά
και ο λόγος του ανθρώπου τι είναι; Αν ο άνθρωπος είναι εικόνα του Θεού, εικόνα
Θεού που μπορεί να φτάσει έως και την ομοίωση με τον Θεό, τότε και ο λόγος του
ανθρώπου είναι μία ενέργεια. Ο Λόγος του Θεού μάς διδάσκει να πλησιάζουμε τον
Θεό μέσω του λόγου της προσευχής. Όταν ο άνθρωπος βρίσκεται σε κατάσταση προσευχής,
τότε ο λόγος του φτάνει στην πιο υψηλή κατάστασή του. Εν Αγίω Πνεύματι ο λόγος
του παίρνει δύναμη να δημιουργήσει, όπως περίπου δημιούργησε ο Θεός. Ο άνθρωπος
δεν έχει σκοπό να δημιουργήσει και αυτός έναν κόσμο- ως σκοπό έχει να αναπτύξει
σε πλήρες καθ’ ομοίωσιν το κατ’ εικόνα Θεού που φέρει μέσα του. Έτσι εννοούμε
εμείς τη σωτηρία.
Πώς
εννοούμε τη σωτηρία; Στην Εκκλησία κατανοούμε τη σωτηρία ως κοινωνία της θείας
ζωής. Ο Θεός κάνει τον άνθρωπο κοινωνό της ζωής Του. Όταν ο άνθρωπος φτάσει σε
αυτή την πλήρη ομοίωση με τον Θεό, όταν, για παράδειγμα, φτάσει να ζει και στη
δόξα και στην ύβρη και στην ντροπή με την ίδια ασάλευτη θεϊκή αγάπη, τότε
βρίσκεται ψηλά. Γιατί; Διότι αυτή η ασάλευτη θεία αγάπη δεν είναι ένα στοιχείο
της ψυχολογικής δομής του ανθρώπου αλλά μία θεϊκή ιδιότητα. Ο Θεός δεν μπορεί
να έχει εχθρούς.
Ποιος μπορεί, άλλωστε, να εναντιωθεί στον Θεό; Ο Θεός είναι το
ασάλευτο Είναι: δοξάζοντάς Τον δεν προσθέτουμε δόξα στη δόξα Του, και δεν
αφαιρούμε τίποτε από τη δόξα Του βλασφημώντας Τον. Επειδή Αυτός Είναι, και η
ζωή Του είναι αιώνια. Ο Θεός Είναι, και μας καλεί σε αυτό το “είναι” και σε
αυτή την αιωνιότητα που Αυτός έχει. Και όντως βρισκόμαστε ψηλά, όταν
καταφέρουμε να κάνουμε πράξη στη ζωή μας τις χριστιανικές αρετές• και δεν το εννοούμε
με την ηθική έννοια του όρου, αλλά ως πρόσληψη της θείας ενέργειας, ως μετοχή
στην ενέργεια του Θεού.
Και
εδώ αρχίζω να πλησιάζω στο θέμα της ομιλίας μου; Ποια είναι αυτή η ενέργεια;
Είναι ο Λόγος του Θεού που κατοικεί και μένει στον άνθρωπο. Ο Θεός με την
ενέργεια του λόγου Του προσπαθεί να έρθει σε επαφή με τον άνθρωπο. Και ο
άνθρωπος με τον λόγο της προσευχής του προσπαθεί να απαντήσει στον Θεό. Ο
άνθρωπος δείχνει την ελευθερία του και την ελεύθερη επιλογή του όταν απαντάει
στον Θεό με την προσευχή, όταν μπορεί να πει Αμήν στον Θεό, στο κάλεσμα του
Θεού. Όμως αυτό που σώζει τον άνθρωπο, το ξαναλέω, δεν είναι αυτό που κάνει ο
ανήμπορος άνθρωπος, αλλά αυτό που κάνει ο λόγος του Θεού, που κατοικεί μέσα
μας.
Θα
συνοψίσω αυτό που προσπάθησα να πω μέχρι τώρα. Θα πρέπει να αντιλαμβανόμαστε
τον λόγο στη βαθύτερή του έννοια, ως μία ενέργεια -και θα ήθελα να το καταλάβουμε
όλοι αυτό, να μην παραμένουμε στην έννοια του λόγου ως πληροφορίας. Ο λόγος ως
πνευματικό βίωμα είναι κοινωνία, όταν ο Θεός συνομιλεί με τον άνθρωπο, όπως
λέει η αγία Γραφή, διά του Υιού Του.
Αν
προσέξετε, η διαφορά Παλαιάς Διαθήκης και Καινής Διαθήκης έγκειται στη
διαφορετικότητα του λόγου. Ο ηθικός Νόμος της Παλαιάς Διαθήκης περιορίζεται στο
να πράξεις ή να μην πράξεις κάτι -πράττοντας ή μη πράττοντας μένουμε μόνο σε
μία εξωτερική πράξη. Όταν όμως ο Υιός και Λόγος του Θεού αρχίζει το δημόσιο
κήρυγμα, αρχίζει τη διδασκαλία Του με το «Μακάριοι οι πτωχοί τω πνεύματι, ότι
αυτών έστιν ή βασιλεία των ούρανών», «Μακάριοι οι πενθούντες, ότι αυτοί
παρακληθήσονται» κτλ. Δεν βλέπουμε
πουθενά τον Κύριο να διατάζει, όπως διατάζει ένας σκληρός άρχοντας ευτελείς
δούλους, αλλά, αποδεχόμενος τις εντολές της Παλαιάς Διαθήκης, λέει: «Ήκούσατε ότι
έρρέθη τοις άρχαίοις... Εγώ δε λέγω υμίν...»
-και έτσι δίνει την αληθινή διάσταση της εντολής της Παλαιάς Διαθήκης.
Γιατί
λέω την αληθινή διάσταση; Στην Παλαιά Διαθήκη ο Θεός μιλούσε διά των προφητών
στην Καινή, Αυτός ο ίδιος. Η Παλαιά Διαθήκη ήταν μία προετοιμασία του ανθρώπου
για να καταλάβει, όσο του ήταν δυνατό, τον Θεό.
Πώς μπορούμε όμως να
καταλάβουμε τον Θεό; Αλήθεια, πώς μπορούμε, αφού και στη Γραφή λέγεται ότι ο
νους του ανθρώπου δεν μπορεί να χωρέσει τον Θεό; Οι σκέψεις του Θεού είναι πάνω
από τους λογισμούς του ανθρώπου, όσο απέχει ο ουρανός από τη γη.15 Γι’ αυτό
δίνει με τον Μωυσή έναν ηθικό κώδικα, τις Δέκα εντολές, ώστε
ο
άνθρωπος, διά του βιώματος της υπακοής, να καταλάβει τον Θεό. Έτσι ο άνθρωπος
μαθαίνει να μην ψεύδεται, να μην κλέβει κλπ., δηλαδή μαθαίνει ότι ο Θεός δεν
μας θέλει ψεύτες, δολοφόνους και τα παρόμοια, επειδή και ο Ίδιος δεν είναι
ψεύτης, δεν είναι κλέφτης, δεν είναι δολοφόνος.
Όμως
σε αυτή την ηθική δεν υπάρχει ζωή. Επειδή αυτό που πραγματικά ζητάει ο
άνθρωπος, αυτό που τελικά διψάει, είναι η ζωή. Πόσες φορές ακούγεται στις μέρες
μας: Ναι, αλλά εγώ θέλω να ζήσω» -και το λένε για να δικαιολογήσουν μία ζωή
ελευθεριότητας. Και χωρίς να θέλω να σας σκανδαλίσω, από μία άποψη έχουν δίκιο,
επειδή, όπως λέει και ο Κύριος: «Τό σάββατον διά τον άνθρωπον έγένετο, ούχ ό
άνθρωπος διά τό σάββατον». Λέγοντας Σάββατο
εννοούμε ανάπαυση, εννοούμε πληρότητα.
Με
ποια έννοια έχουν δίκιο οι άνθρωποι που το λένε αυτό; Ο άνθρωπος αναζητά τη
ζωή. Κάτι μέσα μας αναζητά όχι αυτό που νομίζουμε συνήθως ως καλό, αλλά τη ζωή.
Έτσι ακριβώς και η αγία Γραφή δεν μιλάει για το τι είναι καλύτερο ή χειρότερο,
αλλά μιλάει παντού για τη ζωή.17 Και ο Χριστός, ως Θεός, δεν μας διδάσκει μία
ανώτερη ηθική, αλλά «ρήματα ζωής αιωνίου».
Τελικά, αυτό είναι που ήθελε να μας
εμπνεύσει και με τον Νόμο της Παλαιός Διαθήκης, όμως προσέκρουε σε αυτά τα δύο
εμπόδια: κατά πρώτο λόγο στη μικρή ή μεγαλύτερη ατέλεια του προφήτη, και κατά
δεύτερο λόγο στην ανικανότητα του ανθρώπινου λογισμού να ανυψωθεί σε μία
πνευματική αντίληψη πιο λεπτή, πιο υψηλή, και, με αυτή την έννοια, πιο αληθινή.
Ήδη
όμως και διά του Νόμου της Παλαιάς Διαθήκης ο Θεός δείχνει στον άνθρωπο την
κορυφή: «Άγιοι έσεσθε, ότι
εγώ
Άγιος Κύριος ό Θεός υμών». Δεν λέει «άγιοι έσεσθε», επειδή έτσι είναι καλύτερα,
έτσι είναι ωραία, αλλά επειδή «εγώ Άγιος Κύριος ό Θεός υμών».
Πραγματικά, ο
Θεός είναι αυτός που με το στόμα του Μωυσή λέγει αυτόν τον λόγο. Στον Μωυσή αποκάλυψε
ότι «Εγώ ειμί ό ών». Ο Θεός είναι ο μόνος που πραγματικά Υπάρχει- και θέλει να
φέρει και τον άνθρωπο στην ίδια με Αυτόν υπαρκτική κατάσταση. Στην αρχή
μεταδίδει κάτι στον άνθρωπο, και στο μέτρο που ο άνθρωπος αφήνει τον εαυτό του
να κοινωνήσει τον λόγο του Θεού, βρίσκει σε αυτόν τον λόγο τον ίδιο τον Θεό,
ενέργεια ζωής.
Και
στην Παλαιά Διαθήκη βλέπουμε πως στους προφήτες και σε πολλούς δικαίους υπάρχει
αυτό το εύρημα. Οι άγιοι της Παλαιός Διαθήκης λοιπόν βρήκαν μία ενέργεια ζωής-
δεν ήταν απλώς ηθικοί άνθρωποι, αλλά άνθρωποι μέσα στους οποίους και διά των
οποίων μπορούσε το Πνεύμα να ομιλεί. Άνθρωποι με τους οποίους ο Θεός αποκάλυψε
στην ανθρωπότητα διάφορα στάδια -για να τα πούμε έτσι- της προσέγγισης του
ανθρώπου πίσω στον Θεό. Λέω “πίσω”, επειδή ο Αδάμ στον Παράδεισο, με την πτώση,
έφυγε από τον Θεό.
Αλλά
η μεγαλύτερη δυνατή προσέγγιση γίνεται με το πρόσωπο του Χριστού Του, του
Κεχρισμένου Του, του Υιού Του, του Λόγου Του. Στον Χριστό δεν έχουμε απλώς τον
Θεό που μιλάει με τη δύναμη ή την αδυναμία ενός προφήτη, ενός ανθρώπου όπως
εμείς, με τις οποιεσδήποτε πτώσεις του, όπως βλέπουμε στην Παλαιά Διαθήκη, αλλά
μιλάει ο Ίδιος, και ο λόγος Του είναι διαφορετικός. Ο λόγος τώρα είναι πιο
παρηγορητικός απ’ ότι στον Νόμο της Παλαιός Διαθήκης, επειδή είναι λόγος ζωής,
λόγος χάριτος,
λόγος
δημιουργικής ενέργειας, αν βέβαια ο άνθρωπος τον δεχτεί και του επιτρέψει να
φωλιάσει μέσα του.
Και
πώς γίνεται αυτό; Αρχίζουμε σε ένα επίπεδο, όπως στην Παλαιά Διαθήκη, ηθικό, αν
δεν καταλαβαίνουμε κάτι περισσότερο. Αρχίζουμε με το να μην κάνουμε εκείνο, να
μην κάνουμε το άλλο, να μην κάνουμε ότι θεωρείται κακό. Ενεργώντας έτσι,
αρχίζει να δημιουργείται μέσα μας μία νέα αντιληπτικότητα. Αρχίζουμε, κάπως, να
δίνουμε τη δυνατότητα στο Άγιο Πνεύμα να δημιουργήσει μέσα μας μία απαρχή
αληθινής ζωής• και βιώνοντας αυτό, κατανοούμε ποια είναι η ζωή και πού είναι η
ζωή (το “ποια” και το “πού” είναι τα χαρακτηριστικά μιας άλλης ποιότητας). Αρχίζουμε
να γλυκαινόμαστε με αυτά που απαιτούνται στη θεϊκή ζωή, και με αυτή τη
γλυκύτητα διακρίνουμε την πίκρα, ακριβώς, εκείνου που μέχρι τώρα μας φαινόταν
ελκυστικό, εκείνου που λέγεται αμαρτία.
Το
μυστήριο της σωτηρίας βρίσκεται σε αυτή την κοινωνία του ανθρώπου με τον Θεό
διά του λόγου Του, με τον όρο ότι και ο άνθρωπος αφήνει τον Θεό να έρθει σε κοινωνία
μαζί του. Είναι ένας αμοιβαίος δίαυλος. Σας το ξανατονίζω- όχι σε επίπεδο
πληροφοριών ή ηθικής (που όμως και αυτά είναι δεκτά σ’ ένα πρώτο στάδιο, σ’ ένα
αρχικό επίπεδο προσέγγισης του Θεού, απ’ όπου δίνουμε την άδεια -για να το
πούμε έτσι- στο Πνεύμα του Θεού με τον λόγο Του να μας μεταδώσει κατιτί που
μπορεί να πάει τον άνθρωπο πιο πέρα• και αυτό το “πιο πέρα” δεν έχει όρια, ως
την πλήρη ομοίωση του ανθρώπου με τον Θεό).
Ήθελα
με τα παραπάνω -έχοντας συνδέσει διάφορα- να δώσω, κάπως, μερικές σκέψεις για
τον λόγο. Μην ξεχνάμε λοιπόν, λόγος ως κοινωνία, όχι απλώς λόγος ως πληροφορία.
Μιλάμε για άλλο επίπεδο• για λόγο με άλλη ενέργεια.
ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ. Η ΚΑΛΛΙΕΡΓΕΙΑ ΤΟΥ ΠΝΕΥΜΑΤΟΣ. ΙΕΡΟΜΟΝΑΧΟΥ ΡΑΦΑΗΛ ΝΟΙΚΑ.
Εγγραφή σε:
Σχόλια ανάρτησης (Atom)
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου