Ο Ιωάννης και ο πατήρ Γεράσιμος ήταν ετοιμοθάνατοι. Ο Βαλέριος είχε ξαποστάσει λίγο και, μετά από την κανονική βραδινή προσευχή, τώρα συγκεντρωνόταν για να συνθέσει κάποια ποιήματα. Επίσης, ήθελε αυτή τη νύχτα να αφιερώσει ιδιαίτερα κάλαντα για το Τίργου Όκνα.
Πλησίασα απλά τον πατέρα Γεράσιμο, που καθόταν με τα μάτια κλειστά. Ήταν αδύνατος σαν ένα φάντασμα. Ήταν στο Κανάλι, όπου εργαζόταν 16 ώρες σε διαχειριστικό πρόγραμμα. Είχε μεταφερθεί εκεί στην ειδική ταξιαρχία για ιερείς, με γρήγορο κανονισμό αφανισμού. Στο Κανάλι ο πατήρ Γεράσιμος ενεθάρρυνε πολύ τους φίλους του, βοηθούσε πολλούς στη δουλειά και ήταν στη διάθεση όλων για ορθόδοξες Ακολουθίες. Εξασκούσε τη νοερά προσευχή και είχε πνευματικά εφόδια, που τον κρατούσαν ακέραιο παρ’ όλες τις βρομιές. Οι προδότες όμως τον πρόδωσαν πάρα πολλές φορές ότι εξομολογούσε και κοινωνούσε άλλους κρατουμένους. Οπότε τον χτύπησαν άγρια, τον απομόνωσαν, του επέβαλαν αναγκαστική πείνα και τον τρομοκράτησαν. Όμως το πνεύμα του δε βλάφτηκε. Ο αγιασμένος ασκητής αρρώστησε από φυματίωση, έπεσε στο κρεβάτι και, σχεδόν ετοιμοθάνατος, μεταφέρθηκε στο Τίργου Όκνα, να πεθάνει… ανθρωπιστικά. Η παρουσία του στο θεραπευτήριο ήταν αποκαλυπτική της τέχνης που διέθετε για να μπαίνει μέσα στις ψυχές των ανθρώπων και να τους ενθαρρύνει. Ήταν πολύ έμπειρος εξομολόγος. Προσφερόταν με χαρά στους φυλακισμένους που τον ζητούσαν, παρόλο που ο ίδιος υπέφερε από τους πόνους του. Έδινε ακόμη οδηγίες για ησυχαστική ζωή, όχι μόνο από αυτά που είχε διαβάσει, αλλά και από την πλούσια μυστική εμπειρία του. Με δέος, λοιπόν, τον πλησίασα, για να δω πώς πάει. Με αντιλήφθηκε και άνοιξε τα μεγάλα, μελανά και βαθειά του μάτια: – Ήρθες; …χαίρομαι. Ήμουν μακριά, σε μέρη με πρασινάδες, με ψαλμωδίες και ευωδίες, μέσα στο φως του Θεού. Εκεί είναι θαυμάσια. Είναι ειρήνη. Δεν μπορώ να εκφράσω με λόγια τι είναι εκεί. Είναι τόση ευτυχία, ώστε ακόμη και η χαρά της όψης σου φαίνεται σαν θλίψη. Θα φύγω σύντομα, μπορεί και τώρα, τη νύχτα των Χριστουγέννων. Και αυτό είναι ένα δώρο του Θεού. Δεν ξέρω πώς να Τον ευχαριστήσω… Δεν ξέρω πώς να κάνω τους ανθρώπους να ζουν τον Θεό, την απόλυτη χαρά. Έχω τη βεβαιότητα της αιώνιας ζωής, συμμετέχω ήδη σ’ αυτήν. Δεν με φοβίζει ούτε η Κρίση, διότι πάω με ταπεινή σκέψη και με ελπίδα μόνο στο έλεος και στην Χάρη του Κυρίου… Τα πνεύματα του σκότους τώρα κυβερνούν τους ανθρώπους, αλλά να μην φοβάστε. Ο Χριστός είναι κοντά. Και ο κόσμος χρειάζεται πολλή θλίψη, για να συνέλθει… Οι εχθροί νομίζουν ότι έχουμε νικηθεί, αλλά αρνούνται την ενέργεια του Θεού στην ιστορία και δεν γνωρίζουν τα θελήματά Του… Σταμάτησε λίγο, ανάπνευσε βαθειά, μετά συνέχισε: – Εδώ κάποτε θα γίνονται προσκυνήματα… Σήμερα είμαστε λίγοι, αλλά ακόμη υπάρχει πίστη στον κόσμο και ο κόσμος θα λυτρωθεί. Αυτό τώρα φαίνεται απίστευτο, αλλά υπάρχει μια θεϊκή παιδαγωγική και αυτή θα αναγεννήσει την ανθρωπότητα. Λοιπόν, να είστε ευλογημένοι! Γνώρισα εδώ ανθρώπους μπροστά στους οποίους ο νους μου ταπεινώνεται. Πες στον Βαλέριο να προσεύχεται για μένα. Να προσευχηθείτε κι εσείς! Είμαι ευτυχής που έφτασα σ’ αυτή την ώρα…. Μιλούσε αργά, αλλά με μεγάλη δύναμη, ώστε ήμουν βαθειά εντυπωσιασμένος. Έκλεισε πάλι τα μάτια και αποτραβήχτηκε στην πόρτα της αιώνιας ζωής.Αναζήτηση αυτού του ιστολογίου
Σάββατο 10 Δεκεμβρίου 2022
Εγγραφή σε:
Σχόλια ανάρτησης (Atom)
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου