ΑΓΙΟΣ ΝΙΚΟΛΑΟΣ Ο ΠΛΑΝΑΣ
Κορυφαία ἔκφραση τῆς ἀληθινῆς κατά Χριστόν ζωῆς τοῦ κάθε συνειδητοῦ πιστοῦ καί πιό πολύ τοῦ πραγματικοῦ καί τελείου ἱερέως, ἀποτελεῖ ἡ ζωή καί τό ἔργο τοῦ ἁγίου ἱερέως Νικολάου τοῦ Πλανᾶ, ἁγίου τῶν ἡμερῶν μας. Ἡ εὔανδρος καί ἁγιοτόκος Νάξος εἶχε τήν θεία εὔνοια καί εὐλογία νά εἶναι ἡ γενέτειρά του. Γεννήθηκε τό ἔτος 1851.
Οἱ γονεῖς του, καπετάν Γιάννης καί Αὐγουστίνα, ἦταν ἄνθρωποι εὔποροι, εὐσεβεῖς καί καλοκάγαθοι, ὅπως ὅλοι οἱ νησιῶτες. Εἶχαν καί ἕνα ἐμπορικό καΐκι πού πήγαινε ἀπό τή Νάξο στή Σμύρνη, Κωνσταντινούπολη, ἀκόμα καί στήν Ἀλεξάνδρεια τῆς Αἰγύπτου. Ἡ ὅλη του ζωή, ἀπό τά παιδικά του χρόνια ἀκόμα, προέλεγε τή μέλλουσα ζωή καί πολιτεία του. Τίς θεῖες θαυματουργικές δυνάμεις ἔλαβε μέ τήν χάρη τοῦ Θεοῦ ἀπό τά παιδικά του χρόνια. Ἔτσι, γνώριζε τόν καταποντισμό τοῦ καϊκιοῦ τους ἔξω ἀπό τήν Πόλη καί τό εἶπε στούς γονεῖς του. Τά πρῶτα γράμματα ἔμαθε ἀπό τόν παπποῦ του -πατέρα τῆς μητέρας του- ἱερέα Γεώργιο Μελισσουργό, κοντά στόν ὁποῖο ἔμαθε νά διαβάζει τό ἱερό Ψαλτήριο.
Μαζί του ἐπίσης πήγαινε στίς θεῖες Λειτουργίες καί τόν διακονοῦσε στό Ἱερό Βῆμα, ἐνῶ παράλληλα δεχόταν τά νάματα τῆς Θείας Λατρείας. Ὅταν ὁ Νικόλαος ἦταν δεκατεσσάρων ἐτῶν, ὁ πατέρας του ἄφησε τόν κόσμο αὐτό. Ἔτσι ἡ μητέρα του μαζί μέ την ἀδελφή του ἦρθαν στήν Ἀθήνα καί πῆγε καί ὁ ἴδιος μαζί τους. Ἔμεναν στήν περιοχή πού εἶναι μεταξύ τοῦ Ἱ. Ναοῦ τοῦ ἁγ. Ἰωάννη τῆς Πλάκας καί τοῦ Ναοῦ τοῦ ἁγ. Παντελεήμονος Ἰλισσοῦ, ὅπου ὑπῆρχαν πολλοί Ναξιῶτες. Μοίρασαν μέ τήν ἀδελφή του τήν πολύ ἀξιόλογη πατρική τους περιουσία. Ἀλλά τό μερίδιό του τό ἔβαλε ἐνέχυρο γιά κάποιο φτωχό, πού δέν τοῦ τό ἐπέστρεψε ποτέ.
Ἔτσι παρέμεινε γιά ὅλη του τή ζωή φτωχός. Σέ ἡλικία δεκαεπτά ἐτῶν συνῆψε τίμιο γάμο κατόπιν πιέσεων τῆς μητέρας τους μέ τήν Ἑλένη Προβελεγγίου ἀπό τά Κύθηρα. Ἀπό τόν γάμο αὐτό ἀπέκτησε ἕνα γιό, τόν Ἰωάννη. Ὕστερα πέθανε ἡ σύζυγός του. Στίς 28 Ἰουλίου τοῦ ἔτους 1879 χειροτονήθηκε διάκονος στόν Ἱ. Ναό Μεταμορφώσεως Σωτῆρος Πλάκας. Στίς 2 Μαρτίου τοῦ 1885 χειροτονήθηκε πρεσβύτερος καί τοποθετήθηκε στόν Ἱ. Ναό Ἁγ. Παντελεήμονος Ἰλισσοῦ. Ὑπηρέτησε ἐπίσης στήν Ἐνορία τοῦ Ἁγίου Ἰωάννη τῆς ὁδοῦ Βουλιαγμένης. Στόν δέ Ἱ. Ναό Ἁγ. Ἐλισσαίου λειτουργοῦσε καθημερινά, μέ ψάλτες τόν Ἀλέξανδρο Παπαδιαμάντη καί τόν Ἀλέξανδρο Μωραϊτίδη.
Ὁ Ἅγιος Νικόλαος ὑπῆρξε ὁ ἄνθρωπος τοῦ Θεοῦ, ὁ ἄοκνος ἱερουργός καί λάτρης τοῦ Τριαδικοῦ Θεοῦ. Ἡ μεγάλη του εὐλάβεια, ἡ ἀπεριόριστη καλωσύνη του, ἡ ὑπερβολική του ἀφιλοχρηματία, ἡ ἁπλότητά του, τό ἀκτινοβόλο ἱερατικό του ἦθος, ἡ ἄφθαστη ἱεροπρέπειά του, ἡ ταπείνωσή του, ἡ ἀγάπη του γιά τή θεία λατρεία καί οἱ λοιπές ἀρετές του τόν καταξίωσαν στή συνείδηση τοῦ λαοῦ. Δέν ἀγάπησε ποτέ του τά πλούτη. Ὅσα τοῦ ἔδιναν ἀμέσως τά ἔδινε στούς φτωχούς. Εἶχε μισθοδοτήσει ἕνδεκα οἰκογένειες χηρῶν καί ὀρφανῶν.
Χρόνια καί χρόνια τούς ἔδινε ἐπίδομα μέχρι πού τά παιδιά τους ἔγιναν δεκατεσσάρων ἐτῶν. Βοηθοῦσε νεαρούς διακόνους στίς σπουδές τους. Ἐνίσχυε ὑλικά καί πνευματικά ὅσους εἶχαν ἀνάγκη.Ὑπῆρξε ἀκαταπόνητος. Γιά μισό καί πλέον αἰῶνα λειτουργοῦσε καθημερινά. Λιτός, ἀπέριττος σέ ὅλες τους τίς ἐκδηλώσεις! Πλοῦτος του καί θησαυρός του, κέντρο τῆς ζωῆς του, ἡ λειτουργική ζωή τῆς Ἐκκλησίας μας! Ἄνθρωπος προσευχῆς, τοῦ ὁποίου ἡ ζωή ἦταν μιά διακονία πίστεως καί ἀγάπης.Ἦταν νηστευτής. Ἐνήστευε ὅλες τίς Σαρακοστές καί τό λάδι. Ἁπλός καί πανέξυπνος, εὔστοχος στίς ἀπαντήσεις του, συνδύαζε τήν ἁπλότητα καί τήν ἱεροπρέπεια, τήν ἀφέλεια μέ τήν ἁγιότητα. Δέν εἶχε σπουδάσει σέ Πανεπιστήμια, οὔτε σέ Ἐκκλησιαστικές Σχολές, οὔτε σέ Λύκεια καί Γυμνάσια. Καί ἴσως νά μή φοίτησε καί σέ καμμιά τάξη τοῦ τότε Ἑλληνικοῦ Σχολείου. Κατεῖχε ὅμως ἄριστα τήν σοφία τοῦ Θεοῦ. Ὁ Θεός δόξασε τόν Ἅγιο Νικόλαο μέ τό νά θαυματουργεῖ. Εἶναι ἀμέτρητα τά θαύματά του. Ἐθεράπευε ἀσθενεῖς, ἀπομάκρυνε δαιμόνια, προέλεγε τά μέλλοντα, ἔλυνε δύσκολα θέματα, συμβούλευε πρεπόντως.
Ξημέρωσε ἡ Κυριακή τοῦ Ἀσώτου, 28η Φεβρουαρίου τοῦ ἔτους 1932. Αὐτή εἶναι ἡ μέρα πού λειτούργησε γιά τελευταία φορά στό ἐπίγειο θυσιαστήριο. Μετά τή Θεία Λειτουργία ἔχασε τίς αἰσθήσεις του. Ἦταν δέκα ἡ ὥρα τό βράδυ τῆς 2ας Μαρτίου. Ἔκανε τό σημεῖο τοῦ Τιμίου Σταυροῦ καί εἶπε: «Τόν δρόμον τετέλευκα. Δόξα σοι ὁ Θεός! Ἡ θεία χάρη νά σᾶς εὐλογεῖ». Μέ αὐτά τά λόγια ἄφησε τόν κόσμο τοῦτο.Τό πρωΐ ἔφεραν τό ἱερό του λείψανο στόν Ναό τοῦ Ἁγ. Ἰωάννου τῆς ὁδοῦ Βουλιαγμένης, ὅπου ἐτέθη σέ λαϊκό προσκύνημα γιά τρεῖς ἡμέρες. Οἱ λαϊκές ἐκδηλώσεις ἦταν πρωτοφανεῖς καί τό πλῆθος τοῦ λαοῦ ἀναρίθμητο. Χιλιάδες λαοῦ κατέφθασαν ἀπό τό λεκανοπέδιο Ἀττικῆς γιά νά ἀποχαιρετήσουν τόν σύγχρονο Ἅγιο. Στίς 29 Αὐγούστου τοῦ 1992 τά ἱερώτατα καί θαυματουργά λείψανα τοῦ Ἁγίου Νικολάου τοῦ Πλανᾶ τοποθετήθηκαν σέ ἀσημένια λάρνακα, πού σήμερα βρίσκεται στό δεξιό κλίτος τοῦ παραπάνω Ναοῦ.
Ἡ Ἁγία μας Ἐκκλησία τόν ἀνεκήρυξε καί ἐπισήμως ὡς ἅγιο κατά τήν 135η Συνοδική Περίοδο (1991 - 1992) τοῦ Πανσέπτου Οἰκουμενικοῦ Πατριαρχείου, ἔπειτα ἀπό εἰσήγηση τοῦ Σεβ. Μητροπολίτου Πατρῶν κ. Νικοδήμου καί μέ φροντίδα τοῦ Σεβ. Ποιμενάρχου μας κ. Ἀμβροσίου.Ἡ μνήμη του τιμᾶται κατά τήν καθιερωμένη πανήγυρη τῆς 2ας Μαρτίου. Ἐάν ἡ ἡμέρα τῆς ἑορτῆς συμπίπτει κατά τήν περίοδο τῆς Μ. Τεσσαρακοστῆς, τότε ἡ μνήμη του ἑορτάζεται κατά τήν ἑπόμενη Κυριακή. Ὡσαύτως στή Νάξο ἑορτάζει τήν πρώτη Κυριακή τοῦ Σεπτεμβρίου, ἐνῶ στήν Πάρο τήν τρίτη Κυριακή τοῦ Σεπτεμβρίου, κατά τήν καθιερωθεῖσα προσφάτως Σύναξη τῶν Πέντε Ἁγίων τῆς Ἱ. Μ. Παροναξίας.
Παραθέτουμε ἐλάχιστα ἀπό τά πολλά θαυματουργικά περιστατικά τῆς ζωῆς τοῦ ἁγ. Νικολάου.
Ἐμφάνιση τῶν ἁγ. Ἰωάννου καί Παντελεήμονος. Κατ
ά τό ἔτος 1923 ἕνα πνευματικοπαίδι του ἐξαιρετικῶς ἀγαπημένο ἀπό τόν γέροντα, ἄνθρωπος γεμᾶτος ἀπό ὑγεία καί δράση, ἔπαθε διάρρηξη σκωληκοειδίτιδος καί ἔζησε ὀκτώ ἡμέρες. Μέσα σ' αὐτές τίς λίγες ἡμέρες ὁ ἅγ. Νικόλαος «κατέβασε» τόν οὐρανό στή γῆ, ἀπό τήν ἀδιάκοπη καί ἐγκάρδια προσευχή γιά νά ζήσει τό ἀγαπημένο του παιδί. Τό βράδυ, ὅταν πῆγε στό σπίτι του, λέει καταλυπημένος στούς δικούς του: «Ὁ Ἠλίας θά πεθάνει, μοῦ τό εἶπαν ὁ ἅγ. Ἰωάννης καί ὁ ἅγ. Παντελεήμων».Πέρασαν τρεῖς μῆνες, ὥσπου νά μπορέσει ἡ ἀδελφή τοῦ θανόντος -λόγῳ τοῦ πένθους- νά τόν ρωτήσει πῶς ἀκριβῶς εἶδε τήν ὀπτασία. Τῆς λέγει, λοιπόν, ὅτι «τήν ὥρα πού λειτουργοῦσα, εἶδα ἀπέναντι, ὄπισθεν τῆς ἁγ. Τραπέζης, τόν ἅγ. Ἰωάννη καί τόν ἅγ. Παντελεήμονα καί μοῦ εἴπανε: "Διαβιβάσαμε τήν αἴτησή σου στόν Δεσπότη Χριστό, ὁ Ὁποῖος μᾶς εἶπε ὅτι θά πεθάνει". Ἀνωτέρα διαταγή, μοῦ εἴπανε».Δέν πατάει στή γῆ. Δύο μικροί φίλοι, καθώς βάδιζαν στό δρόμο, συνάντησαν τόν ἅγ. Νικόλαο. Ὁ ἕνας ἀπό τούς δύο ἦταν τύπος ἀγαθός· καί ἐπειδή ἦταν ἀγαθός οἱ φίλοι του τόν ἔλεγαν βλάκα, ἀλλά δέν συνέβαινε αὐτό, ἦταν ἁπλῶς ἀθῶος καί πολύ θρησκευόμενος.Στό δρόμο πού συνάντησαν τόν ἅγ. Νικόλαο, λέει ὁ ἀγαθός στόν φίλο του: «Κοίταξε νά δεῖς, ὁ παπᾶς δέν πατάει στή γῆ»! Καί ὁ μέν ἀγαθός ἔβλεπε τόν Ἅγιο 30 πόντους πάνω ἀπό τό ἔδαφος, ὁ δέ ἄλλος δέν μποροῦσε νά τόν δεῖ.
Ἐπάνω σέ σύννεφο. Τό 1920, τήν ἡμέρα τῶν Χριστουγέννων, λειτουργοῦσε ὁ ἅγ. Νικόλαος στόν Ἱ. Ναό τοῦ ἁγ. Ἰωάννου Βουλιαγμένης. Κοινώνησε μιά δεκαπεντάχρονη ὀνόματι Ἰουλία καί μιά κυρία κοινώνησε τό βρέφος της, καί μετά τό δίνει στήν Ἰουλία γιά νά κοινωνήσει καί ἡ ἴδια. Παίρνοντας τό βρέφος ἡ Ἰουλία στά χέρια της, γυρίζει τό βλέμμα της πρός τόν ἱερέα καί παραλίγο νά τῆς φύγει τό παιδί ἀπό τά χέρια. Τῆς λέει τότε ἡ κυρία: «Πρόσεξε, τί ἔπαθες;». Καί ἡ Ἰουλία τῆς ἀπαντᾶ: «Βλέπω τόν παπᾶ νά στέκει πάνω σ' ἕνα σύννεφο».
Χαίροις ὁ τῆς Νάξου θεῖος βλαστός καί τῶν Ἱερέων ὁ ἐν πᾶσιν ὑπογραμμός, ἐλεημοσύναις, νηστείαις, ἀγρυπνίαις καί προσευχαῖς σχολάζων, πάτερ Νικόλαε.
ἀρχιμ. Ἀλέξανδρου Μοστράτου Πρωτοσυγκέλλου Ἱ. Μητροπόλεως
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου