Αναζήτηση αυτού του ιστολογίου

Σάββατο 22 Μαρτίου 2025

Η ΚΑΡΈΚΛΑ.




Η ΚΑΡΕΚΛΑ
Ο καρέκλα ήταν ξύλινη, φτηνή, καφετιά στην πλάτη καί τά πόδια. Γιά μιά ἁπλή καρέκλα καφενείου σᾶς μιλάω, πού, δέν γίνεται, θά ἔχετε δεῖ σὰν αὐτήν πολλές στα μικρομάγαζα τῶν χωριῶν μας
Λοιπόν, μιά φορά κι ἕναν καιρό, κάποιος την πρόσφερε μαζί μέ ἄλλες δύο καί μέ χαρά στο Μοναστήρι. Ὁ Γέροντας Αμβρόσιος, ὅταν πάλιωσε ἀρκετά καί ξέφτισε ἡ ψάθα, ἀντί νά τήν πετάξει, πῆρε καί τῆς κάρφωσε μερικές σανίδες γιά κάθισμα. Θρόνος εὐτελέστατος, πλήν θρόνος.
Αὐτό τό κάθισμα τό εἶχε ὁ ἅγιος ἄνθρωπος σέ μιά ἀποθήκη τῆς Μονῆς πού τοῦ χρησίμευε σάν «έργαστήρι», ὅπου μαστόρευε ὅσα ἦταν να μαστορευτούν καθόταν κάπου-κάπου να ξαποσταίνει, στέλνοντας μιά το βλέμμα του στον Παρνασσό καί μιά τή σκέψη του στις καρδιές όσων γύρευαν τήν ἄλλη ἀγάπη. Ἕνας ἄρχοντας ἀληθινός, μέ μπόι καί πλοῦτο ὅσο τό βουνό πού τόν φιλοξενοῦσε. Ἕνας λόγος ἀσφαλής καί βαθύσκιωτος, ἡ σίγουρη προστασία στις μοναξιές.
Πάνω στην καρέκλα αὐτή, τή μέρα πού ὁ Πατήρ ἀναχωροῦσε καί πλῆθος κόσμου είχε συρρεύσει σέ μιά χαρμολύπη πρωτόγνωρη, ἕνας ἄγνωστος πῆγε καί άφησε λίγα τριαντάφυλλα κομμένα ἀπό τόν κῆπο του, πλεγμένα σάν δάχτυλα γιά τό «πρέσβευε ὑπέρ ἡμῶν».
Σήκωσα τη μηχανή, ἑστίασα καί πάτησα το κουμπί. Νά τη τώρα μπροστά μου ή φωτογραφία, πάνω στο γραφεῖο μου. Κάνω ἔτσι καί μυρίζει τριαντάφυλλο, κάνω ἔτσι κι εὐωδιάζει τόν Γέροντα.

Βιβλιογραφία. ΨΥΘΥΡΟΙ ΤΩΝ ΞΎΛΩΝ.

ΜΙΧΆΛΗΣ ΛΕΒΈΝΤΗΣ ΔΉΜΗΤΡΑ ΣΤΑΥΡΟΥ.
ΕΚΔΌΣΕΙΣ ΣΤΑΜΟΎΛΗ 



Δεν υπάρχουν σχόλια: