Στήν πόλη Βασίλκοβο, ζούσε κάποιος κερδοσκόπος, ό όποιος είχε πλουτίσει μέ σκοτεινές δουλειές. "Ολη του τήν ζωή τήν ξόδεψε μέσα στήν διαφθορά, τήν άπάτη καί τήν κακία.
Είχε χτίσει μιά τεράστια έπαυλη γιά τά γεράματά του, άλλά ενώ αποσύρθηκε γιά να την χαρή, δέν έβρισκε ησυχία άπό μιά συνείδηση βαριά πού τόν βασάνιζε. "Ετσι, άποφάσισε να έξομολογηθή όλες τις αμαρτίες του γιά να βρή συγχώρεση. Είχε ακούσει πολλές ιστορίες γιά τόν θαυμαστό ασκητή Ιερομόναχο Θεόφιλο καί πήγε στό Κίεβο μέ την ελπίδα να μείνει λίγο καιρό μαζί του.
Ό διορατικός Στάρετς, προβλέποντας την έπίσκεψη του αδίστακτου τυχοδιώκτη, άποφάσισε να τόν προλάβη, πηγαίνοντας ό ίδιος να τόν συναντήση, πριν εκείνος φτάση στό ερημητήριο.
Γι’ αύτό τό λόγο ακριβώς, κρύφτηκε μέσα στό δάσος καί γιά ολόκληρες ήμερες περίμενε τόν έμπορο κοντά στήν «κόκκινη ταβέρνα».
Βίασε γυναίκες άλλων, άποπλάνησε κόρες, έκλεψε τά άλογα τού γείτονα του την νύχτα, δάνεισε χρήματα σε φτωχούς πλουτίζοντας μέ τό αίμα τους. Πόσα ορφανά δέν άφησε στούς δρόμους χωρίς ένα ρούχο! Πόσους άνθρώπους δέν κατέστρεψε μέ τίς δολοπλοκίες του καί τις σκοτεινές βρωμοδουλειές του! Απέκτησε μιά καλοθρεμμένη κοιλιά άπό ξένες ιδιοκτησίες• καί τώρα έχει την επιθυμία να πλησιάση τόν Θεό! Ήρθε στόν Στάρετς Θεόφιλο πάνω σε κλεμμένα άλογα, φορτωμένος μ’ ένα σωρό θανάσιμες αμαρτίες. Λοιπόν, μετανόησε, μετανόησε. Προσευχήσου στό Θεό. Ό Κύριος είναι πολυεύσπλαχνος καί «ού θέλει τόν θάνατον τού αμαρτωλού, ώς τό έπιστρέψαι καί ζην αυτόν...».
Αλλά ό άναυδος ζωέμπορας πού είχε ήδη πληροφορηθή στήν καρδιά του ότι αύτός ήταν ό Θεόφιλος, έπεσε στά πόδια τού Στάρετς καί τάβρεχε μέ δάκρυα μετάνοιας.
«Ό Κύριος θά σε συγχωρέση, ό Κύριος θά σε συγχωρέση. Πήγαινε στούς αγίους τού Θεού. Πρόσπεσε σ’ αύτούς. 'Ικέτεψε τους. Θα σ’ ελεήσουν, θά σου τά συγχωρέσουν όλα. Ό πατέρας σου ήταν δίκαιος άνθρωπος καί οι προσευχές του στόν Θεό, θά σου χαρίσουν τό έλεος Του».
«Εκείνος θά σε συγχωρέση, Εκείνος θά σε συγχωρέση. Μόνον μήν ξαναπέσης σε αμαρτίες μέ την άμέλεια κι έτσι άχρηστέψης τις εύεργετικές πηγές πού καθάρισαν σήμερα την ψυχή σου μέ την μετάνοια. Μήν πάψης να προσεύχεσαι. Μήν άφήσης άδέσποτα τά πάθη σου. Διασφάλισε την συγχώρεση πού πήρες. Φύλαξε την άγάπη καί τόν φόβο του Θεού. Πήγαινε!».
Ό έμπορος μέ μεγάλη προθυμία έτρεξε στήν Λαύρα καί πέρασε εκεί πολλές ώρες διηγούμενος στούς μοναχούς των Σπηλαίων γιά την συνάντησή του μέ τόν Θεόφιλο.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου