skip to main |
skip to sidebar
Αναζήτηση αυτού του ιστολογίου
Το 1993, μετά από τριάντα χρόνια Στην έρημο τού Θεοβάδιστου Όρους Σινά, άφησα το πνευματικό μου κελίο κατόπιν προσευχής, εγκατέλειψα το όρος Σινά. Διότι δεν άντεχα νά βλέπω το έωσφορικό πείσμα τού οικουμενικού και φιλοπαπικού Αρχιεπισκόπου κ. Δαμιανού, πού ήθελε νά μνημονεύουμε τον προδότη κι ανάξιο πατριάρχη Βαρθολομαίο. Κι έτσι πήγα Στην Αυστραλία με συνοδεία ενός ανιψιού μου πού ήξερε την αγγλική, για νά ιδώ τον κατά σάρκα αδελφό μου και νά διδάξω το Λόγο τού Θεού. Μετά από 24 ώρες στον αέρα, φτάσαμε στο Σύδνεϋ όπου μάς περίμενε ο κατά σάρκα αδελφός μου, καθώς και πολύς κόσμος. Επίσης υπήρχαν πολλοί απεσταλμένοι τού αρχιεπισκόπου Αυστραλίας κ. Στυλιανού, άλλος αυτός οίκουμενιστής, παπικός και προδότης τής Ορθοδοξίας μας, είχε χωρίσει τον κόσμο εκεί σε δύο παρατάξεις. Μάλιστα, στο αεροδρόμιο είχε φέρει και την αστυνομία. Όταν ήταν νά φύγουμε από το αεροδρόμιο, ήρθε ένας κληρικός τού Στυλιανού χωρίς ράσο, μου άρπαξε το χέρι και μου είπε: «Καλώς ήρθες πάτερ Άρχιμανδρίτα Αδριανέ, σάς περιμένει ο Αρχιεπίσκοπος κ. Στυλιανός, νά πάρετε την ευλογία του για νά λειτουργάς κα κηρύττεις όπου θέλεις». Όμως με περίμενε ο αδελφός μου και άλλοι γνωστοί κι άγνωστοι, τούς οποίους αφού χαιρέτησα όλους πρώτα, είπα στον απεσταλμένο τού Στυλιανού ότι θα σκεφτώ αύριο τι θα κάνω αν θα πάω ή δεν θα πάω. Τότε έγινε σύγχυση, ένα χάος μεταξύ των δύο παρατάξεων οι μεν ήθελαν νά πάω, οι δε νά μην πάω, συνέπεια νά επέμβει ή αστυνομία πού είπε νά πάει ο ιερέας όπου θέλει. Έτσι, μετά θορύβου πήγα στο σπίτι τού αδερφού μου. Την άλλη μέρα πολύς κόσμος από όλα τα μέρη τής Αυστραλίας, είχε έλθει στο σπίτι Να με επισκεφτεί. Μεταξύ αυτών και δύο ιερωμένοι τού Στυλιανό οποίοι μου είπαν: «Πάτερ Αδριανέ, καθώς μάς είπατε σήμερον θα έχετε ξεκουραστεί και θα το σκεφτείτε νά έλθετε στον Αρχιεπίσκοπο, ήρθαμε νά σάς πάμε σ' αυτόν για πάρετε την ευλογία του για νά λειτουργείτε και νά κηρύττε (Ποία ευλογία; Μάλλον την κατάρα του). Τότες ενώπιον Θεού κι ανθρώπων, καθιστός απάντησα, καθώς έγραψαν και οι τοπικές εφημερίδες: «Πατέρες, εάν θα ήξερα ότι ο κ. 'Αρχιεπίσκοπος θα ήταν Ορθόδοξος, εγώ δε θα περίμενα εσάς νά μου πείτε| νά πάω νά πάρω την ευλογία του, όπως απαιτεί και ή ιερατική τάξη, μα θα πήγαινα πρώτος και θα τού φιλούσα χέρια πόδια, πιάνοντας με το χέρι μου το ένα παπούτσι μου, τώρα δεν πηγαίνω διότι είναι Οίκουμενιστής και φιλοπαπικός όχι Ορθόδοξος και αντί νά έχει την εικόνα του Χριστού ως Αρχιερείς πάνω από το γραφείο του ο κύριος Στυλιανός, έχει την εικόνα αυτού του Αντίχριστου του αιρεσιάρχη πάπα, κι έτσι δεν πηγαίνω». Τότε αυτοί λέγουν: «Αμάν και μάς περιμένει» και μετά θορύβου, έφυγαν άπρακτοι. την άλλη μέρα άλλοι δύο ήλθαν πού έφυγαν επίσης άπρακτοι. Την άλλη μέρα ήρθαν άλλοι δύο, οργισμένοι όπως οι δήμιοι των ειδωλολατρών Μαξιμιανού-Διοκλητιανού, το ζεύγος του διαβόλου, κι έφυγαν επίσης άπρακτοι. Τέλος, την άλλη μέρα ήρθε μόνο αυτός πού με υποδέχθηκε στο αεροδρόμιο και με παρακλητικά λόγια μου είπε: «Γέροντα Αδριανέ, σάς παρακαλεί ο Αρχιεπίσκοπος κ. Στυλιανός, έστω νά πάμε κρυφά μόνο για νά σάς γνωρίσει και φεύγουμε αμέσως». Τότες κατάλαβα τα σχέδια του τα πονηρά. Απάντησα στον απεσταλμένο του ό,τι είπα την πρώτη μέρα τής άφιξης μου. Ότι με άνθρωπο αιρετικό, δεν έχω επαφή κι έτσι τελείωσε. Έπειτα μου έστελνε αγγελιαφόρο ότι δια μέσω τής κυβέρνησης, με φοβέριζε ότι θα με διώξει- τίποτες δεν μου έκαμε. Στην Αυστραλία, Σίδνεϋ και Μελβούρνη έκατσα έναν μήνα, όπου δίδασκα το Λόγο του Θεού και αφού έκανα τα χαρτιά μου, έφυγα για τον Καναδά, στο Μόντρεαλ, όπου μάς περίμενε-; έμενα και τη συνοδεία μου, πολύς κόσμος.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου