Κάποια άλλη φορά μάς περιέγραψε μια εμπειρία του κατά τα δύσκολα χρόνια τής Γερμανικής κατοχής πού λίγο έλειψε να τον οδηγήσει αυτόν και άλλους μαζί πατέρες στο θάνατο. Ψάρευαν με τη βάρκα τής μονής και προκειμένου να βγάλουν ψάρια, αναγκαία για τη σίτιση των αδελφών και επισκεπτών τής μονής, έριχναν δυναμίτες. Κατά την ψαριά τους τούς πλησίασε ή Γερμανική ναυτική περίπολος και τούς έκανε έλεγχο. «Δουλέβγαμε με το κομποσκοίνι και οι Γερμανοί ενώ επιθεώρησαν την βάρκα μας τους τύφλωσε ή Παναγία και δεν είδαν τον δυναμίτη πού είχαμε επάνω μας!».
Επίσης ό παπά-Φώτης θυμάται από το μοναστήρι τής Μεγίστης Λαύρας και μια άλλη μεγάλη εμπειρία του. «Όταν έκανα εκκλησιαστικός και είχα ως διακόνημα να ανάβω τα κανδήλια, θυμάμαι ότι επί μεγάλο χρονικό διάστημα, κοντά δύο εβδομάδες, το κανδήλι του οσίου Αθανασίου του Άθωνίτου του και κτήτορος τής Μεγίστης Λαύρας άναβε συνέχεια χωρίς να του βάζω λάδι! Φυσικά όταν το είπα στο γέροντά μου το κανδήλι αμέσως έσβησε!».
Στο Άγιον Όρος απέκτησε πολλές εμπειρίες και γνωριμίες με μεγάλους αγίους μοναχούς και ασκητές. Ό ίδιος διηγείται σχετικά: «Στο Άγιον Όρος το περιβόλι τής Παναγίας έμεινα είκοσι χρόνια ... ήταν φυσικό να γνωρίσω εκεί αγίους ανθρώπους, ιερές μορφές! Θυμάμαι κάποιο π. Παύλο Παυλίδη, γιατρό. Είχε δύο πτυχία και ήταν από τον Πόντο. Κι έναν άλλον. Καμπανάς λεγόταν. Ήταν γιατρός από την Αίγινα. Επίσης κάποιον παπά-Γιώργη από την Πόλη (=Κων/πόλη), πολύ μορφωμένο. Κι έναν άλλο, τον παπά- Άββακούμ, πού μόναζε στη Λαύρα. Είχα την ευκαιρία να υπηρετήσω και να ζήσω κοντά σε τέτοια πρόσωπα. Ήταν απλοί άνθρωποι, πασίγνωστοι, πού όμως οι ίδιοι θεωρούσαν τον εαυτό τους σκουπίδι, ένα τίποτα. Κι αν έκαναν κανένα θαυμαστό γεγονός κι εμείς οι νεώτεροι απορούσαμε και τούς θαυμάζαμε, αυτοί έλεγαν: Εμείς δεν κάναμε τίποτα. Παρακαλέσαμε το Θεό κι εκείνος άοράτως ένήργησε».
Αλλά και σε κάποιους άλλους που τον ερωτούσαν επίμονα ποιους άγιους Γέροντες γνώρισε κατά την παραμονή του στο Άγιον Όρος, είπε με μεγάλη συγκίνηση και δάκρυα στα μάτια, ότι γνώρισε και τον αγιασμένο ιερομόναχο παπά-Τύχωνα τον ρώσο, τον γέροντα του αγιασμένου Γέροντα του Αγίου Όρους π. Παϊσίου, ό όποιος διέμενε στο Σταυρονικητιανό κελλίον του Τιμίου Σταυρού στην περιοχή τής «ευλογημένης και άγιοτόκου Καψάλας».
Ό ίδιος με χαρά και καμάρι μας έλεγε ότι απορούσαμε τα χέρια του ενάρετου και χαρισματικού παπά-Τάχυνα έλαβε το μέγα και αγγελικό σχήμα, δηλ. του Μεγαλόσχημου Μοναχού! Ό ίδιος έλεγε: «Δεν συνάντησα πιο διακριτικό γέροντα στη ζωή μου από τον παπά-Τύχωνα πού συνέπεσε να τον συνδιακονήσω ως υποτακτικός. Αργότερα τον διηκόνησε και ό π. ΙΙαίσιος. Ήταν μεγάλος διακριτικός γέροντας. Κάποτε όταν ήμουν στο Άγιον Όρος πήγα κι εξομολογήθηκα σε κάποιο πνευματικό σε ένα μοναστήρι και με κανόνισε πολύ αυστηρά. Επέστρεψα με βαριά καρδιά και πήγα στον παπά-Τύχωνα και του είπα: «Γέροντα για την ίδια αμαρτία εσείς τί κανόνα βάζετε;» Κι εκείνος διακριτικά μετρίασε τον κανόνα μου για μη λυγίσω. Μετρίασε την ακρότητα από διάκριση. Ήταν από τούς διακριτικούς γέροντες.
Οι μεγάλοι γέροντες δεν είναι αυστηροί. Ή διάκρισή τους ήταν ή αρετή τους. Κάποτε έγινε μια κλοπή στο Άγιον Όρος κι έβαλαν μάρτυρα τον γέροντα παπά-Τύχωνα. Εκείνος ό δυστυχής δεν είχε χρήματα να μεταβεί στη Θεσσαλονίκη και να καταθέσει. Αναγκάσθηκε να οδοιπορήσει μέρες ολόκληρες για να
φθάσει στη Θεσσαλονίκη και να δώσει την κατάθεσή τον. Τέτοιος αγώνας ήταν των διακριτικών πατέρων. Θα μπορούσε να δανεισθεί χρήματα και να πάει στη Θεσσαλονίκη ξεκούραστα. Προτίμησε όμως την ταλαιπωρία». Μετά τη διακονία του παπά-Φώτη στον Γέροντα παπά-Τύχωνα, ανέλαβε ως υποτακτικός ό όσιος νέος αγιασμένος Γέροντας γνωστός σε όλους μας, ό π. Παίσιος. Και οι δυο αυτοί πλέον κεκοιμημένοι Γέροντες, π. Παίσιος και παπά-Φώτης έτρεφαν μεταξύ τους μεγάλη αγάπη και εκτίμηση παρόλο που δεν συνέβη μεταξύ τους να γνωρίζονται. Ό δεν Γέροντας Παΐσιος όταν συνέβαινε να τον επισκέπτονται Μυτιληνιοί στο κελί του την Παναγούδα στο Άγιον Όρος, τους έλεγε με χαρά ότι: «Ό παπά-Φώτης είναι άγιος άνθρωπος και αν το είναι μεγάλη ευλογία για το νησί της Λέσβου!».
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου